Κυριακή 29 Μαΐου 2016

Θυμός.. Αν θα ωριμάζεις μαζί του ή αν θ΄ αφεθείς να πεθαίνεις από λίγο κάθε φορά εξαιτίας του..



Από τη γέννηση ως το θάνατο, οι άνθρωποι δεν παύουν να βιώνουν άπειρα συναισθήματα
– φόβο, πόνο, ανημποριά, θυμό, χαρά, ζήλια και αγάπη – όχι γιατί είναι σωστά, αλλά γιατί απλώς τα νιώθουν. Το ν’ αφήσεις τον εαυτό σου να έρθει σ’ επαφή με κάθε πλευρά της οικογενειακής σου ζωής, μπορεί να προκαλέσει ριζικές βελτιώσεις της κατάστασης. Πιστεύω πως οτιδήποτε μπορεί να συζητηθεί και να γίνει αντιληπτό σαν κάτι ανθρώπινο.

Ας εξειδικεύσουμε το θέμα μας. Ας πάρουμε το θυμό.
Πολλοί δεν καταλαβαίνουν πως ο θυμός αποτελεί απαραίτητο ανθρώπινο συναίσθημα έκτακτης ανάγκης. Επειδή ο θυμός καμμιά φορά ξεσπάει με καταστροφικές πράξεις, ο κόσμος νομίζει πως ο ίδιος ο θυμός είναι καταστρεπτικός. Δεν καταστρέφει ο θυμός, μα η πράξη που προέρχεται απ’ αυτόν.

Ας εξετάσουμε ένα ακραίο παράδειγμα. Ας υποθέσουμε ότι σε φτύνω. Αυτό, πιθανόν εσύ να το νιώσεις σαν κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Να το νιώσεις σαν επίθεση και να αισθανθείς άσχημα για τον εαυτό σου και θυμωμένος εναντίον μου. Μπορεί να θεωρήσεις τον εαυτό σου αντιπαθητικό (υπήρχε κανείς άλλος λόγος να σου επιτεθώ;) Αισθάνεσαι πληγωμένος, με μειωμένη αυτοεκτίμηση, μόνος και ίσως χωρίς φίλους. Αν και φέρεσαι με θυμό, αισθάνεσαι πληγωμένος – πράγμα για το οποίο δεν έχεις παρά αμυδρή αντίληψη. Πώς θα δείξεις τι αισθάνεσαι; Τι θα πεις; Τι θα κάνεις;

Έχεις επιλογές. Μπορείς να με φτύσεις και συ. Μπορείς να με χτυπήσεις. Μπορείς να κλάψεις και να με παρακαλέσεις να μην το ξανακάνω. Μπορείς να μ’ ευχαριστήσεις. Μπορείς να το βάλεις στα πόδια. Μπορείς να εκφραστείς με ειλικρίνεια και να μου πεις πόσο θυμωμένος είσαι. Τότε πιθανότατα θα μπορέσεις να έρθεις σ’ επαφή με την αίσθηση της προσβολής και να μου μιλήσεις γι’ αυτό. Τότε θα μπορέσεις να με ρωτήσεις πώς έγινε και σ’ έφτυσα.

Οι κανόνες σου θα σε οδηγήσουν με ποιο τρόπο να εκφράσεις την αντίδρασή σου. Αν οι κανόνες σου επιτρέπουν τις ερωτήσεις, μπορείς να με ρωτήσεις και να καταλάβεις. Αν οι κανόνες σου δεν επιτρέπουν τις ερωτήσεις, μπορεί να μαντέψεις και ίσως να μαντέψεις λαθεμένα. Το φτύσιμο μπορεί να εκφράζει πολλά και διάφορα. Μπορείς να αναρωτηθείς: μ’ έφτυσε γιατί δεν της άρεσα; Επειδή είναι θυμωμένη μαζί μου; Επειδή νιώθει απογοητευμένη απ’ τον εαυτό της; Από κάποιο ακούσιο μυϊκό σπασμό; Μ’ έφτυσε γιατί ήθελε να την προσέξω; Αυτές οι πιθανότητες μπορεί να φαίνονται παρατραβηγμένες, αλλά για σκέψου τις λίγο. Δεν είναι καθόλου παρατραβηγμένες.

anger_by_liza23q-d7ejepx

Ας μιλήσουμε λίγο ακόμα για το θυμό γιατί είναι πολύ σημαντικός. Δεν είναι βίτσιο, αλλ’ ανθρώπινη συγκίνηση, άξια σεβασμού και χρήσιμη σε περιπτώσεις έκτακτης ανάγκης. Κανένας άνθρωπος δεν περνάει τη ζωή του δίχως ν’ απαντήσει μερικές έκτακτες καταστάσεις κι όλους μάς έχει κάποτε κυριέψει ο θυμός.

Όποιος θέλει να θεωρείται Καλός Άνθρωπος (και ποιος δεν το θέλει;) προσπαθεί να συγκρατήσει το θυμό του. Κανέναν όμως δεν ξεγελάει. Έχεις ποτέ δει κάποιον φανερά θυμωμένο να προσπαθεί να μιλήσει σαν να μην τρέχει τίποτα; Τεντωμένοι οι μυώνες, τα χείλια σφιγμένα, κοφτή η ανάσα του, αλλαγμένο το χρώμα του, μισόκλειστα τα μάτια τους, καμιά φορά κι ολόκληρο το σώμα του τεντωμένο.

Όσο περνάει ο καιρός, το άτομο, που ο κανόνας του λέει πως ο θυμός είναι κακός ή επικίνδυνος, συγκεντρώνει την ένταση πιο βαθιά μέσα του. Οι μυώνες, το πεπτικό σύστημα, ο καρδιακός ιστός, τα τοιχώματα των αρτηριών και των φλεβών σκληραίνουν, παρόλο που το εξωτερικό φαίνεται ήρεμο, ψύχραιμο και συγκρατημένο. Μόνο ένα στιγμιαίο ατσάλινο βλέμμα ή κάποιοι σπασμοί στο αριστερό πόδι δείχνουν τι πραγματικά αισθάνεται το άτομο. Σύντομα εμφανίζονται όλες οι σωματικές εκδηλώσεις της αρρώστιας που προέρχεται από το εσωτερικό σφίξιμο, όπως είναι η δυσκοιλιότητα και η υψηλή πίεση. Έπειτ’ από ένα διάστημα, το άτομο δεν αντιλαμβάνεται πια το θυμό του, αλλά μόνο τον πόνο μέσα του. Τότε, μπορεί να πει ειλικρινά: «Δε θυμώνω. Μόνο που με πονάει η χολή μου«. Τα συναισθήματα αυτού του ατόμου έχουν θαφτεί βαθιά, λειτουργούν ακόμα, μα πέρα από την ακτίνα της συνειδητής αντίληψης.

Μερικοί άνθρωποι δε φτάνουν ως εκεί, αλλά δημιουργούν ένα βυτίο όπου αποθηκεύουν το θυμό τους. Το βυτίο γεμίζει και κάθε τόσο ξεσπάει με εκρήξεις για μικροπράγματα.

Πολλά παιδιά διδάσκονται πως είναι κακό να μαλώνει κανείς και να πληγώνει τους άλλους. Ο θυμός προκαλεί καβγάδες, άρα είναι «κακό πράγμα». Πάρα πολλοί δεχόμαστε το αξίωμα πως «για να μεγαλώσεις ένα καλό παιδί, να εξοστρακίσεις το θυμό». Είναι σχεδόν αδύνατο να υπολογίσεις πόσο μπορεί να βλάψει το παιδί αυτού του είδους η διδασκαλία.

Αν επιτρέπεις στον εαυτό σου να πιστεύει πως ο θυμός είναι ένα φυσιολογικό, ανθρώπινο συναίσθημα σε ορισμένες καταστάσεις, τότε θα μπορείς να τον σέβεσαι και να τον τιμάς, να τον παραδέχεσαι ελεύθερα σαν μέρος του εαυτού σου και να μάθεις πως υπάρχουν πολλοί τρόποι να τον χρησιμοποιείς. Αν αντιμετωπίσεις τα συναισθήματα του θυμού σου και τα φανερώσεις καθαρά και με ειλικρίνεια στο «φταίχτη», πολύς από τον «ατμό» θα εξαφανιστεί μαζί με την ανάγκη για καταστρεπτική αντίδραση. Εσύ επιλέγεις και έτσι μπορείς να νιώσεις ότι εσύ κυβερνάς τον εαυτό σου. Και συνεπώς να αισθανθείς ικανοποιημένος απ’ τον εαυτό σου. 


Οι σχετικοί κανόνες της οικογένειας καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό, αν θα μπορέσεις ή όχι να ωριμάσεις μαζί με το θυμό σου ή αν θα αφεθείς να πεθαίνεις από λίγο κάθε φορά εξαιτίας του.


Virginia Satir, 
από το βιβλίο της "Πλάθοντας Ανθρώπους"                                           
 (εκδ. Κέδρος) 
Κεφάλαιο 9 «Οι Κανόνες που Ακολουθείς στη Ζωή»

Σάββατο 28 Μαΐου 2016

Η τέχνη της Αγάπης



… Στη σφαίρα των υλικών πραγμάτων το να δίνεις σημαίνει να είσαι πλούσιος. 
Πλούσιος δεν είναι εκείνος που έχει πολλά, αλλά εκείνος που δίνει πολλά. 
Ο αποθησαυριστής που έχει την αγωνία και την έγνοια μη χάσει κάτι, είναι, από την ψυχολογική άποψη, ο φτωχός και ξεπεσμένος άνθρωπος, άσχετο με το πόσα έχει. Όποιος έχει τη δύναμη να δίνει από τον εαυτό του, από το δικό του είναι πλούσιος. Νιώθει τον εαυτό του σαν κάποιον που μπορεί να παρέχει από τον εαυτό του στους άλλους. 
Μόνο εκείνος που έχει στερηθεί απ’ όσα ξεπερνούν τις βασικές ανάγκες για την επιβίωση , θα ήταν ανίκανος να χαρεί την πράξη της υλικής προσφοράς πραγμάτων. 
Αλλά η καθημερινή πείρα δείχνει ότι εκείνα που ένα άτομο θεωρεί σαν βασικές ανάγκες εξαρτώνται από το χαρακτήρα του όσο και από το τι πραγματικά κατέχει. Είναι γνωστό σε όλους μας πως οι φτωχοί είναι πιο πρόθυμοι να δίνουν από τους πλούσιους. Ωστόσο και η φτώχεια που ξεπερνά κάποιο όριο, μπορεί να κάνει την προσφορά αδύνατη και είναι τόσο εξευτελιστική, όχι μόνο εξαιτίας της άμεσης δυστυχίας αλλά εξαιτίας του ότι στερεί από το φτωχό τη χαρά της προσφοράς.

Ωστόσο η πιο σημαντική προσφορά δε βρίσκεται στα υλικά πράγματα αλλά στον ιδιαίτερο ανθρώπινο κόσμο. 


Τι δίνει αλήθεια ένας άνθρωπος στο συνάνθρωπο του; 
Δίνει από τον εαυτό του, από το πιο πολύτιμο που έχει, δίνει από τη ζωή του. Αυτό δε σημαίνει αναγκαστικά ότι θυσιάζει τη ζωή του για τον άλλο, αλλά ότι του δίνει από κείνο που είναι ζωντανό μέσα του. Του δίνει από τη χαρά του, από το ενδιαφέρον, την κατανόηση, τη γνώση, το χιούμορ, τη θλίψη του – απ’ όλες τις εκφράσεις και εκδηλώσεις της ζωής που κρύβει μέσα του. 
Και καθώς δίνει μ’ αυτό τον τρόπο, εμπλουτίζει τον συνάνθρωπο, δυναμώνει το αίσθημα της ζωντάνιας του με το να δυναμώνει τη δική του αίσθηση ύπαρξης. Δε δίνει με το σκοπό να πάρει. Η προσφορά είναι από μόνη της μια εξαίσια χαρά. Καθώς όμως δίνει δε μπορεί παρά να γεννήσει κάτι καινούργιο μέσα στον άλλο άνθρωπο και αυτό που γεννιέται αντανακλάται πάλι σ’ αυτόν. Όταν αληθινά δίνεις, δε μπορεί παρά να λάβεις εκείνο που σου ξαναδίνεται. 
Το να δίνεις, έχει σαν επακόλουθο να μεταβάλλεις και τον άλλο άνθρωπο σε δότη, γι’ αυτό κι οι δυο τους μετέχουν στη χαρά αυτού του καινούργιου που δημιούργησαν. Στην πράξη της προσφοράς κάτι νέο γεννιέται και τα δύο πρόσωπα νιώθουν ευγνωμοσύνη για τη ζωή που γεννήθηκε και για τους δυο τους. 
Ιδιαίτερα σε σχέση με την αγάπη, αυτό σημαίνει: 
η αγάπη είναι μια δύναμη που δημιουργεί αγάπη. Η αδυναμία να δημιουργήσεις αγάπη, είναι ανικανότητα. 


Αυτή η σκέψη έχει εκφραστεί πολύ όμορφα από τον Μαρξ: 
“Ας πάρουμε”, γράφει, “τον άνθρωπο και τη σχέση του με τον κόσμο σαν ανθρώπινη σχέση, και τότε δε μπορείς ν’ ανταλλάξεις την αγάπη παρά μόνο με εμπιστοσύνη κλπ. 
Αν θέλεις να χαρείς την τέχνη, πρέπει να είσαι καλλιτεχνικά διαπαιδαγωγημένος. 
Αν θέλεις να έχεις επιρροή στους άλλους, πρέπει να είσαι ένα τέτοιο άτομο που πραγματικά να ασκεί μια διεγερτική και προαγωγική επίδραση στους άλλους. 
Κάθε σχέση σου με τους ανθρώπους και τη φύση πρέπει να είναι μια συγκεκριμένη έκφραση της πραγματικής ατομικής σου ζωής που αντιστοιχεί στο αντικείμενο της θέλησης σου. Αν αγαπάς χωρίς να προκαλείς αγάπη, δηλαδή αν η αγάπη δε φέρνει και στον άλλο την αγάπη, αν καθώς εκφράζεσαι στη ζωή σαν άνθρωπος που αγαπά δε γίνεσαι ταυτόχρονα και αγαπημένος, τότε η αγάπη σου είναι ανίκανη, είναι δυστυχία”

Αλλ’ όχι μόνο στην αγάπη το να δίνεις σημαίνει και να παίρνεις. Και ο δάσκαλος διδάσκεται από τους μαθητές του, ο ηθοποιός ενθαρρύνεται από το κοινό του, ο ψυχαναλυτής θεραπεύεται από τον ασθενή του – με τον όρο ότι δε μεταχειρίζονται ο ένας τον άλλο σαν αντικείμενα, αλλά συνδέονται ανάμεσα τους πηγαία και δημιουργικά.
Αγάπη είναι το ενεργητικό ενδιαφέρον για τη ζωή και την ανάπτυξη αυτού που αγαπάμε.

Δε χρειάζεται ίσως να τονίσουμε ιδιαίτερα το ότι η ικανότητα να αγαπάς σαν μια πράξη προσφοράς εξαρτιέται από την ανάπτυξη του χαρακτήρα ενός ατόμου. Προϋποθέτει να έχει φτάσει κανείς σ’ ένα προσανατολισμό, σε μια αντίληψη ζωής ξεκάθαρα δημιουργική. Σ’ αυτή την αντίληψη, το άτομο έχει ξεπεράσει την εξάρτηση, τη ναρκισσιστική παντοδυναμία, την επιθυμία να εκμεταλλεύεται άλλους ή να αποθησαυρίζει, κι έχει αποκτήσει σταθερή πίστη στις δικές του ανθρώπινες δυνάμεις, και το θάρρος να στηρίζεται σ’ αυτές τις δυνάμεις για την πραγμάτωση των σκοπών του. Στο βαθμό που αυτές οι ιδιότητες λείπουν, φοβάται να δώσει τον εαυτό του και επομένως να αγαπήσει.
Αγαπά κανείς εκείνο για το οποίο μοχθεί και μοχθεί για κείνο που αγαπά.

Αλλά πέρα από το στοιχείο της προσφοράς, ο ενεργητικός χαρακτήρας της αγάπης γίνεται φανερός στο ότι πάντα περιέχει ορισμένα βασικά στοιχεία που είναι κοινά σε όλες τις μορφές αγάπης. Αυτά τα στοιχεία είναι: φροντίδα, ευθύνη, σεβασμός και γνώση.



΄Εριχ Φρομ: 
από το βιβλίο "Η τέχνη της Αγάπης”, 
(εκδ. Μπουκουμάνης)





Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Τα τρία πρόσωπα της Εύας - 1957



Τα τρία πρόσωπα της Εύας (1957), μια ταινία με πρωταγωνίστρια την Joanne Woodward που κατάγονταν από την Γεωργία, είναι μια προσαρμογή του βιβλίου με το ίδιο όνομα, γραμμένο από τους γιατρούς Corbett H. Thigpen και Hervey M. Cleckley.


Η αφήγηση καταγράφει τις εμπειρίες μιας νεαρής νοικοκυράς με πολλαπλές προσωπικότητες, στην οποία είχε αρχικά διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί από τον Ιατρικό Κολέγιο της Γεωργίας στην Augusta. Η ταινία παρήχθη και σκηνοθετήθηκε από τον Nunnally Johnson, ένα άλλο κάτοικο της Γεωργίας



«The Three Faces of Eve» ένα best-seller βιβλίο και μια σημαντική κινηματογραφική ταινία, είναι η αληθινή ιστορία μιας νεαρής νοικοκυράς που έπασχε από διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας (ΔΠΠ).


Οι ψυχίατροι της, Corbett H. Thigpen και Hervey M. Cleckley του Ιατρικού Κολεγίου της Τζόρτζια (Αργότερα πανεπιστήμιο Επιστημών Υγείας) της Augusta, δημοσίευσαν το βιβλίο το 1957, και η ταινία κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά. Σε παραγωγή και σκηνοθεσία Nunnally Johnson, αλλος ένας ντόπιος της Γεωργίας, η ταινία χαρακτήρισε άλλη μια Γεωργιανή, την Joanne Woodward, στον ομώνυμο ρόλο.




Με τα σημερινά δεδομένα, το βιβλίο εμφανίζεται σχεδόν γραφικό και η ταινία μάλλον ήμερη. Αυτή η ιστορία, όμως, ήταν πρωτοποριακή όταν εμφανίστηκε. Για να κατανοήσει τον αντίκτυπο, πρέπει κανείς να εξετάσει το πολιτιστικό κλίμα των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1941-1945). Οι στρατιώτες που επέστρεφαν στην πατρίδα έπασχαν από ψυχολογικά αίτια, και η πραγματικότητα της ατομικής βόμβας προκάλεσε ανησυχία στο ευρύ κοινό.

Αυτή η ατμόσφαιρα προώθησε ένα έντονο ενδιαφέρον για την ψυχολογία και την ψυχιατρική, και γενικά οι αναγνώστες καταβρόχθισαν εργασίες εκλαΐκευμένες σ’ αυτά τα προηγούμενα εσωτερικά πεδία.






Η σχιζοφρένεια και η ΔΠΠ -δύο ξεχωριστές ασθένειες- ήταν ιδιαίτερα συναρπαστικές για να γίνουν από μόνες τους μελόδραμα. Μέχρι να εμφανιστεί το «The Three Faces Of Eve» (βιβλιο) όμως, λίγοι κλινικοί γιατροί είχαν τόσο σχολαστικές τεκμηριωμένες και ευρέως διασκορπισμένες πληροφορίες για μια περίπτωση ΔΠΠ, και καμία ταινία του Hollywood δεν είχε απεικόνισει την πραγματική ιστορία ενός ασθενούς με ΔΠΠ.

Το Βιβλίο όπου στηριχθηκε το σενάριο έλαβε έπαινο για την σχολαστική τεκμηρίωση του και τη γενική αναγνωσιμότητα του.   Κατάφερε από τη σχεδόν ταυτόχρονη προβολή της ταινίας, να γίνει best-seller.







Η Εύα Γουάιτ (ψευδώνυμο) παραπέμφθηκε στους Thigpen και Cleckley στην Augusta από τον τοπικό γιατρό της το 1951. Οι δύο γιατροί πρώτα έγραψαν για την υπόθεσή της ένα άρθρο δεκαεπτά σελίδων, το οποίο δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Abnormal και Κοινωνικής Ψυχολογίας το 1954. Οι συνάδελφοι αναγνωρίσαν αμέσως το άρθρο ως πρώτη καταγεγραμμένη παρατήρηση της πραγματικής ΔΠΠ καταγράφονται στον εικοστό αιώνα, και η απάντησή τους οδήγησε τους γιατρούς να επεκτείνεται την αφήγηση σε ένα βιβλίο, το οποίο εκδόθηκε το 1957.



Η πρεμιέρα της ταινίας The Three Faces of Eve, με πρωταγωνίστρια την Joanne Woodward, πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Miller στην Augusta στις 18 Σεπτεμβρίου, 1957.Η Centure-Fox αγόρασε τα δικαιώματα του βιβλίου για την ταινία μετά από προτροπή του Nunnally Johnson. Ενω το βιβλίο ακόμα ηταν στο τυπογραφείο ο Johnson έπεισε τους γιατρούς να χρησιμοποιήσουν τον τίτλο «The Three Faces of Eve» και προσάρμοσε το βιβλίο ως σενάριο (με τους δύο γιατρούς να συμμετέχουν στην συγγραφή του σεναρίου). Ο Johnson επίσης ήταν παραγωγός και σκηνοθέτης της ταινίας. 
Με μεγάλη επιτυχία κατάφερε να προσαρμόσει μια ξερή κλινική περίπτωση και να την μεταμορφώσει σε ένα σενάριο με πλοκή διαλόγους με ευρεία εμπορική εφεση και παράλληλα να μην ξεφύγει στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Χρησιμοποίησε ένα στιλ ντοκιμαντέρ όπως ήταν σύνηθες την εποχή εκείνη στο Χόλιγουντ.



Για να υπογραμμίσει σοβαρή φύση της, η ταινία έχει αφηγητή τον Alistair Cooke, ένα Βρετανό δημοσιογράφο όπου τον φιλοξένησε επίσης η τηλεοπτική σειρά Omnibus, επιστημονικό ντοκιμαντέρ. Ο Cooke διαβεβαιώνει το κοινό ότι η ιστορία είναι αληθινή και ότι ένα μεγάλο μέρος του διαλόγου είναι απευθείας από το κλινικό ιστορικό της, και η συνεχής αφήγηση του σε όλη την ταινία προσθέτει περαιτέρω ένα τόνο ντοκιμαντέρ . Σε μία σημαντική απόκλιση από την πραγματική περίπτωση, οι δύο ψυχίατροι εχουν συμπυκνωθεί σε ένα ενιαίο χαρακτήρα, που παίζεται από Lee J. Cobb. Ο David Wayne απεικονίζει τον σύζυγό της Εύας, το τρίτο σημαντικό ρόλο στην ταινία.



Πιο κρίσιμη απόφαση του Τζόνσον ήταν, βέβαια, ο κεντρικός χαρακτήρας του τίτλου. Πλησίασε μια σειρά από εξέχουσες αστέρες-συμπεριλαμβανομένων των Doris Day, Olivia de Havilland, Jennifer Jones, και Lana Turner, όπου όλες τους αρνήθηκαν το ρόλο. Σε διάφορα σημεία η Τζούντι Γκάρλαντ, η οποία είχε βιώσει τα δικά της συναισθηματικά και ψυχολογικά προβλήματα της στη δεκαετία του 1950, ήταν πρόθυμη να αναλάβει το ρόλο, και υπήρξε μια ανακοίνωση επίσης ότι η Susan Hayward θα λαβαινε τον ρόλο. Τελικά, όμως,ο Johnson εστράφη σε μια σχετικά νέα στο Χόλιγουντ, την Joanne Woodward. Είχε εμφανιστεί σε πολλές τηλεοπτικές παραγωγές, αλλά είχε μόνο δύο σημαντικούς ρόλους σε ταινίες στο ενεργητικό της, όταν της επροτάθη. Ο Johnson θεώρησε το υπόβαθρο της Woodward όπου καταγόταν από την Γεωργία να είναι ένα σημαντικό προσόν να παίξει μια γυναίκα από της Νότιες Πολιτείες.



Τα περισσότερα από τα γυρίσματα έλαβαν χώρα πάνω από δύο μήνες την άνοιξη του 1957, με λίγες εξωτερικές σκηνές στη Πολιτεία της Σαβάνα. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Miller της Augusta στις 18 Σεπτεμβρίου, 1957. Οι κριτικές ήταν ανάμεικτες, αλλά σε γενικές γραμμές καλές. Αν και οι γρήγορες διακοπτόμενες προσωπικότητες της Εύας ήταν τεκμηριωμένες ως αποδεκτές από το ψυχιατρικό κατεστημένο, ορισμένοι κριτικοί, συμπεριλαμβανομένου και του Bosley Crowther της New York Times, ήταν ενάντια με το φαινόμενο αυτό στην ταινία. 
Οι κριτικοί επέκριναν επίσης την ταινία για την αμφιταλάντευση άνισα μεταξύ του έντονου δράματος και της κωμωδίας. Όλοι όμως συμφωνήσαν ότι ήταν εξαιρετική απόδοση της Joanne Woodward του, στις οποίες αριστοτεχνικές αλλαγές της έκφρασης του προσώπου, τη φωνή και τη γλώσσα του σώματος προκαλούν τις τρεις προσωπικότητες. Κέρδισε και τη Χρυσή Σφαίρα και το Όσκαρ για την καλύτερη ηθοποιό. Αν και η ταινία έκανε μικρέ εισπράξεις στο box office, θεωρείται «κλασική» τους είδους και εμφανίζεται τακτικά στην τηλεόραση.




Το 1958 η Evelyn Lancaster,» μαζί με τον James Poling, έγραψε The «Τελικό πρόσωπο της Εύας», ένα βιβλίο, που ίσως πρόωρα συμφωνα με τον τίτλο του που επιχειρεί να συμπληρώσει τα στοιχεία της ζωής της Εύας από την αποψη της πλευράς της ασθενούς. Το βιβλίο ήταν μέτρια επιτυχία, αν και πολλοί κριτικοί το θεώρησαν ως ένα δραματοποιημένο αναμασεμα του αρχικού βιβλιου των Thigpen και Cleckley. Ενα μεγαλύτερο ορόσημο συνέβη το 1977, όταν η Κριστιν Κοστνερ Σάιζμορ τελικά έριξε όλα τα ψευδώνυμα για να αποκαλύφθεί σαν το θέμα των Thigpen και Cleckley με ένα βιβλίο για τα απομνημονεύματά της, «Είμαι η Εύα» (I’m Eve). Σε ένα δεύτερο βιβλίο, «A Mind of my Own (1989)», Η Κόστνερ Σάιζμορ επεξεργάζεται περαιτέρω την τελική εμφάνιση της από ΔΠΠ το 1974, αποκαλύπτοντας ότι υποβλήθηκε σε επεξεργασία από επτά άλλους ψυχιάτρους και εκτίθενται είκοσι δύο άλλες προσωπικότητες μετά την αποχώρηση της από τη Γεωργία.



Η Κόστνερ Σάιζμορ έγινε ψυχική συνήγορος υγείας, και το 1982 επέστρεψε στην Augusta για μια περιοδεία ομιλιών. Ούτε ο Thigpen ούτε ο Cleckley παρακολούθησαν διάλεξη της, και αυτη δεν τους επισκέφτηκε, αφού προηγουμένως τους κατηγορησε για την αξιοποίηση ιστορίας της τόσο το βιβλίο όσο και την ταινία. Τον Σεπτέμβριο του 2007 επέστρεψε στην Augusta για άλλη μια φορά να παρακολουθήσει την πεντηκοστή επέτειο της ταινίας, μια εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Imperial Theater. (Το Θέατρο Miller ήταν υπό ανακαίνιση κατά τη στιγμή της γιορτής.) Σε μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε το επόμενο έτος, η Κοστνερ Σάιζμορ περιγράφει τη διάγνωση του Thigpen και την θεραπεία για την κατάστασή της ως «θαρραλέα» και τον πιστώνει με την έναρξη της διαδικασίας που την επανέφερε τελικά για την υγεία.

Πηγές:georgiaencyclopedia.org, indb.com.



Η ταυτόχρονη παρουσίαση τόσο του βιβλίου όσο και της ταινίας θεωρείται απαραίτητη λόγω του ότι ήταν συνυφασμένα μεταξύ τους, και δεν μπορούν αν διαχωριστούν.

Είναι μια πολύ καλή ταινία που και η υποκριτική της Joanne Woodward δίκαια απεσπασε όλα τα βραβεία. Αξίζει να την παρακολουθήσετε.

Οι φωτογραφίες της ταινίας ακολουθούν στο πιο κάτω slide show.




ΥΠΟΘΕΣΗ

Το βιβλίο εξιστορεί λεπτομερώς την υπόθεση της Εύας White, μιας νεαρής νοικοκυράς «πνιγμένης» από έναν δυστυχισμένο γάμο με ένα καλοπροαίρετο, αλλά «ρυχό», άντρα. Ήρθε στην Augusta αναζητωντας ανακούφιση από πονοκεφάλους και τα κενα μνημης. Κατά τη διάρκεια μιας θεραπευτικής συνεδρίας, προεκυψε η Ευα Μπλακ. Αυτη ήξερε τα πάντα για την Ευα Γουαιτ και περιφρόνουσε τη ζωή και το γάμο της Γουαιτ ως βαρετό χάσιμο χρόνου. Οι Thigpen και Cleckley αντιμετωπίζουν και τις δύο προσωπικότητες, ενίοτε με τη χρήση του υπνωτισμού. Αργότερα, η Jane, μια τρίτη και πιο σταθερή προσωπικότητα, προέκυψε. Μετά από πολλές συνεδρίες, αρκετα τραυματικά γεγονότα της παιδικής ηλικίας…

Συνέχεια επι της οθόνης…. Ε Δ Ω - με ελληνικούς υπότιτλους








Τρίτη 3 Μαΐου 2016

Ricercare [ 13 ] - Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων

Μέλαινά εἰμι καὶ καλή.



ΚΑΛΟΚΑΙΡΙΝΟ κορμί, ντυμένο τὴ μαυριδερὴ λαμπράδα τοῦ ἥλιου. Ἄφοβη γύμνια στιλπνῆς ὀμορφιᾶς καὶ χρειάστηκαν αἰῶνες γιὰ νὰ τολμηθεῖ αὐτὴ ἡ ἀμφίστομη ἀφοβία. Νὰ ἰσορροπήσει τὸ θάμβος ἄκρη στὴν κόψη τοῦ ἐπισφαλοῦς. Χαίνων τῶν πουριτανῶν ὁ πανικὸς ἀπὸ τὴ μιά, ἀπόκρυμνη φοβία ὑφασμένη στὴν ἁπτὴ εἰκὁνα τῆς ψυχῆς γιὰ τὸ κορμί της. Κι ἀπὸ τὴν ἄλλη, ρομαντικὲς κατωφέρειες ναρκισσικῆς ἀδηφαγίας, βρηχυθμοὶ πόθου καλυμμένοι στὸ μελώδημα τρυφερῶν αἰσθημάτων.

Στιγμὲς τῆς μέρας νὰ σταλάζουν στὸ μήνα, οἱ μῆνες νὰ ἐκβάλλουν στὸ χρόνο, τὰ χρόνια στοὺς αἰῶνες. Καὶ τὸ ὑλικὸ τῆς ροῆς κατεδαφισμένες ζωὲς μοναδικὲς καὶ ἀνεπανάληπτες. Κατρακύλησαν σκαλὶ - σκαλὶ τὴν ὕπαρξη, στιγμὴ - στιγμή, μέσα στὸ ζόφο τῆς ἐνοχῆς γιὰ τὴ φύση τους, τῆς ντροπῆς γιὰ τὸ ἴδιο τους τὸ κορμί. Αἰῶνες ἀσφυξίας στὴν πιὸ θανατερὴ ἀπὸ τὶς στερήσεις, στὴν ἀπαγόρευση τοῦ ζωτικοῦ, στὸ λιμὸ τοῦ ἔρωτα. Ὥσπου ἡ γεύση τοῦ θανάτου σωρεύτηκε σὲ ἀπόχρεμμα ἀνταρσίας. Μισητὸ ἀπολακτίστηκε τὸ εἴδωλο τῆς ἐγκράτειας, τῆς σεμνοτυφίας, γιὰ νὰ λατρευτεῖ ἀναπαλαιωμένο τὸ εἴδωλο τῆς ἡδονῆς.

Εἰδωλοκλαστικὴ ἐκθρόμβωση, ὅμως ἡ ζωὴ κομπιάζει καὶ στὸν πολιτισμὸ τοῦ Διαφωτισμοῦ. Πολιτισμὸς ἄπολις, δίχως ὅρια προσωπικῆς κοινωνίας, ἀποτιμάει τὴν ὀμορφιὰ μὲ τὸ μέτρο τοῦ ἀπρόσωπου δικαιώματος στὴν ἐνστικτώδη προτίμηση. Ἡ αἴσθηση τοῦ κάλλους τῆς φύσης τίποτα περισσότερο ἀπὸ σκοπιμότητα τῆς ἴδιας τῆς φύσης ριζωμένη στὴ «βιοδομὴ» τοῦ ἀτόμου. Ἀντι-κείμενο ἐρέθισμα εὐφραντικὸ τῶν αἰσθήσεων, πορισμὸς ἀτομικῆς ἀπόλαυσης. Τὸ κάλλος δὲν καλεῖ σὲ τίποτα, δὲν ἐλευθερώνει τὴ σχέση. Ἡ ἐμπειρία τῆς σχέσης παγιδευμένη στὴ νοητικὴ τῶν συσχετισμῶν, στὴ μηχανικὴ τῆς δράσης-ἀντίδρασης. Καὶ τὸ αἴνιγμα τοῦ ἔρωτα ἁπλοϊκὰ λυμμένο : βιολογικοὶ μηχανισμοὶ ἀντανακλαστικῶν καὶ ἐνστίκτων.

Γυμνὴ στιλπνὴ ὀμορφιὰ τοῦ ἀνθρώπινου κορμιοῦ, ἀναδυόμενο θαῦμα σὲ ἕναν κόσμο τυφλὸν γι᾿ αὐτὴ τὴν ἀποκάλυψη. Νὰ σαρκώνει ἡ φθαρτὴ σάρκα τὸν ζωντανὸ λόγο τοῦ τροπικὰ ἀπείρου, τὴν κλήση στὴ μέθεξη τῆς ἀμεσότητας τοῦ καθόλου -γῆ καὶ θάλασσα καὶ πορφυρὸ ἡλιοβασίλεμα στὴν ἁπτὴ ἐγγύτητα τοῦ γυμνοῦ κάλλους.

Κι ὁ πολιτισμὸς ἀνάπηρος στὴν ἁφή, δίχως αἰσθητήρια σχέσης, παγώνει τὴν ὀμορφιὰ σὲ ἀντικείμενο ἐμπορεύσιμης θέας.Ἔντυπη γυμνότητα παντοῦ, νεκρὰ θεάματα δυσδιάκριτου ἔρωτα, μὲ κρημνὸ κενοῦ ἀνάμεσα στὴ θέα καὶ στὸν θεατὴ κι ἀπροσπέλαστη τὴν ἀμεσότητα. Τόσοι αἰῶνες ἀπωθημένης δίψας καὶ πόθου, συλλογικὸ ὑποσυνείδητο ὀργωμένο ἀπὸ τὴ στέρηση, τὴν ἐρωτικὴ ἀπώθηση, καὶ ἐκβάλλει σὲ πολιτισμὸ τεχνητῶν ἐξάρσεων τῆς ἀνέλπιδης ἐπιθυμίας, σὲ αὐτοερωτισμὸ τῆς φαντασίωσης.

Διαφωτισμὸς ἦταν ἡ πιὸ κοφτερὴ μέσα στὶς συνειδήσεις ἐπανάσταση. Ρίγος ἀπελευθέρωσης ποὺ ἁπλώθηκε μὲ τὴν ταχύτητα τῆς φωτιᾶς στὴν ξεραμένη σιτοκαλαμιὰ μετὰ τὸν θέρο. Κάτι ἄλλο, ἢ κάτι περισσότερο ἀπὸ ἰδεολογία. Ἀνατροπὴ τῆς νοο-τροπίας, στάση ζωῆς μὲ ἀντεστραμμένους τοὺς ὅρους τῆς εὐρωπαϊκῆς θρησκευτικότητας. Κι ἦρθε σὰν θρύψη στὸν ἱστὸ κοινωνιῶν φαδιασμένων στὸ στυφὸ ὑφάδι τοῦ μονισμοῦ, τῆς στεγνῆς μονομέρειας: Τὸ «κυρίως ἀνθρώπινο» ἐκεῖ ἦταν μόνο τὸ «πνεῦμα», καὶ κορύφωμα τοῦ «πνεύματος» ἡ ἀποδεικτικὴ τῆς διάνοιας. Ἡ φύση τόπος κυριαρχίας τοῦ διαβόλου, ἡ φαινόμενη πραγματικότητα ὑποταγμένη στὴν ἀλογία τῆς «πτώσης». Κάθε τι αἰσθητό, μιαρὸ καὶ ὕποπτο, ἀφοῦ μόνο τὸ πνευματικὸ - νοητὸ συγγενεύει μὲ τὸ αἰώνιο. Οἱ σωματικὲς αἰσθήσεις, θυρίδες παρείσφρησης τοῦ κακοῦ, προσάναμμα διέγερσης τοῦ κτηνώδους ἐνστίκτου. Ἀπαγορευμένος καρπὸς ἡ ἡδονή, προαγωγὸς στὸ θάνατο, σὲ κολαστήρια ἀτελεύτητα φρικιαστικῆς ἔμπνευσης. Μόνη δυνατότητα σωτηρίας, ἡ δίχως ὅρους ὑποταγὴ στοὺς ἐξουσιαστικοὺς μηχανισμοὺς τῆς θρησκείας. Τὸ κράτος, ἡ ἠθική, οἱ κοινωνικὲς δομὲς καὶ λειτουργίες, τὸ νόημα τῆς καθημερινότητας τοῦ βίου, ὅλα ὑποταγμένα στὸν ἄγαμο κλῆρο, ἐντεταλμένο ἐπόπτη τοῦ ἀνέραστου ἀσκητισμοῦ τῆς στέρησης καὶ τοῦ φόβου.

Ὁ Διαφωτισμὸς ἦρθε σὰν τὸ χτύπημα τοῦ σφυριοῦ στὴν πυρωμένη κι εὔπλαστη ἀγανάκτηση. Νὰ τὴν μεταπλάσει σὲ κοφτερὴ ἄρνηση πάνω στὸ ἀμόνι μιᾶς ἀράγιστης λογικῆς. Ἡ φύση ὄχι, δὲν ἔχει ἀνάγκη τὸ ἄπιαστο φάντασμα τοῦ Θεοῦ. Κατέχει ἀπὸ μόνη της ὅλα ὅσα χρειάζεται γιὰ νὰ κρατάει σὲ ρυθμὸ τὸ συμπαντικὸ ρολόι. Ἡ ἐπιστήμη τοῦ ἀνθρώπου ἀποκρυπτογράφησε τὸν μηχανισμὸ τοῦ ρολογιοῦ, δὲν βρῆκε πουθενὰ κρυμμένο τὸν Θεό, βρῆκε ἐγγενὴ στὴ φύση τὴ λογικότητα καὶ τὴ δύναμη.
Κι ὁ ἂ θρωπος, φύση κι αὐτός. Μὲ κατάλληλες συνθῆκες ἡ ὕλη ἀπὸ μόνη της παράγει πνεῦμα. Ἐφήμερος καὶ θνητός, πρέπει νὰ ἀπολαύσει τὴ ζωὴ μὲ τὶς αἰσθήσεις, τὴν ἀνεμόεσσα ἡδονή.
Κάθε ἄλλο «νόημα» τῆς ὕπαρξης, στέρηση, ἐνοχὴ καὶ μιζέρια. Μὲ τὸ λογικὸ ὁριοθετεῖ τὴν ἀπόλαυση, φτιάχνει νόμους, κράτος, τιθασσεύει τὴ συμβίωση.

Στὸ ἴδιο ἀμόνι τῆς ἀράγιστης λογικῆς εἶχε πλάσει τὸν κόσμο καὶ ἡ θρησκειοποιημένη εὐρωπαϊκὴ χριστιανοσύνη. Ὁ Διαφωτισμὸς πολέμησε μὲ τὰ ὅπλα τοῦ ἀντιπάλου. Στὴ θέση τοῦ φαντασιώδους Θεοῦ, ἡ φαντασιώδης θεοποιημένη Φύση. Στὴ θέση τῆς ἀ-νόητης ἀσκητικῆς, ἡ ἔωλη ἀτομικὴ ἀπόλαυση. Στὴ θέση τῆς ἀτομικῆς συλλογιστικῆς, ἡ ἀτομικὴ πειραματικὴ ἐπαλήθευση, ἡ ἀτομικὴ μαθηματικὴ ἐνόραση, οἱ ἔμφυτες ἰδέες, οἱ ἀτομικὲς ἐποπτεῖες, τὸ ἀτομικὸ βίωμα. Μεταλλαγὴ τῆς θωράκισης τοῦ ἴδιου πάντα μοναχικοῦ αὐτοέγκλειστου ἀτόμου. Εἴτε μὲ τὸ ὄνομα τῆς θρησκευτικῆς νοησιαρχίας εἴτε, μὲ τὸ ὄνομα τῆς θετικῆς ἐπιστήμης, ἡ ἴδια πάντα παγερὴ πανοπλία νὰ φυλακίζει τὴν ὕπαρξη στὴ σιγουριὰ τοῦ ἀνέραστου ἀτομοκεντρισμοῦ.

Αἰχμάλωτος τῆς θρησκευτικῆς του μήτρας ὁ Διαφωτισμός, δέσμιος στὸν δυαλισμὸ φύσης - ὑπόστασης, ψάχνει τὸ πραγματικὰ ὑπαρκτὸ στὴν ὁριστικὴ ὀντότητα. Μὲ τὸν ἴδιο συλλαβισμὸ τῶν θεολόγων τῆς Δύσης. Δίχως ὑποψία γιὰ τὴν ἀπόκρυμνη γλώσσα τῶν Ἀνατολικῶν ὑψιπόρων, τὴν ἐπαναστατικὴ ἀνατροπὴ τῶν ὅρων τῆς γνώσης τοῦ πραγματικοῦ καὶ ὑπαρκτοῦ.

Ὅπου ἀνατέλλει ὁ φωτισμός, ἡ γνώση δὲν ἐξαντλεῖται στὴ σημαντικὴ τῶν ὁρισμῶν, εἶναι ἐμπειρία σχέσης. Ἡ σχέση γεγονὸς μέθεξης στὶς ἐνέργειες τῆς φύσης. Οἱ φυσικὲς ἐνέργειες προσιτὲς στὴν ἀμεσότητα τῆς ἐμπειρίας. Καὶ ἀποκαλύπτουν τὸν τρόπο τῆς προσωπικῆς ἑτερότητας. Ποὺ διευρύνεται στὴν ὁλότητα τοῦ συμπαντικοῦ προσωπικοῦ κάλλους.

Ἀνυποψίαστος ὁ Διαφωτισμὸς γλυστράει στὴ χαίνουσα ἔκλειψη τοῦ προσωπικὰ ὑπαρκτοῦ. Μὲ ἀτέλειωτους τόμους δεκάδων χιλιάδων σελίδων γλαφυρῆς εὐστομίας. Δαιδαλώδεις διορύξεις ἐπιχειρημάτων γιὰ νὰ ὑπονομευτεῖ τὸ τίποτα: τὰ φαντασιώδη νοήματα τῆς θεολογικῆς συλλογιστικῆς, Καὶ ἡ πυρίτιδα τῆς ἐκτίναξης ἄφλεκτη: Ἀναστολὲς σκεπτικισμοῦ, σύγχυση σχετικισμοῦ, μηδενιστικὸ ἀδιέξοδο. Ἡ ὕπαρξη νὰ αἰωρεῖται πάντα ἀ-νόητη, ἡ ὕλη ἀνερμήνευτη, ἡ συμπαντικὴ μηχανικὴ ἐγκαταλειμμένη στὴν ὑπερβατικὴ «τυχαιότητα».

Ὁ Hobbes, ὁ Locke, ὁ Hume-
ὁ Pufendorf, ὁ More, ὁ Maupertuis-
ὁ Buffon, ὁ Bacon, ὁ Voltaire-
ὁ Diderot, ὁ D᾿ Alembert, ὁ Condillac-
ὁ Bayle, ὁ Leibniz, ὁ La Mettrie-
ὁ Holbach, ὁ Meslier, ὁ Bonnet-
ὁ Berkley, ὁ Turgot, ὁ Du Bos-
ὁ Shaftesbury, ὁ Butler, ὁ Rousseau-

εἴτε συγκλίνουν, εἴτε ἀποκλίνουν στὴ ματαιόφρονη διορυχὴ τοῦ πραγματικοῦ, τὸ ἴδιο πάντα ὀντολογικὸ κενὸ στὶς πληθωρικὲς σελίδες τους. Ναυτιώδης ἀστάθεια, ἐκκρεμότητα ταλάντευσης στὶς στιγμὲς τοῦ ἐφήμερου. Τὸ μυαλὸ τρίζει, ἐλπίδα πουθενά, νόημα κανένα. Ἡ ὕπαρξη κατάρα τυχαιότητας ἢ «θείας» αὐθαιρεσίας. Τὸ ἁπτό, φαντασιῶδες προκάλυμμα τοῦ κενοῦ, τοῦ τίποτα. Κι ὅμως ἡ ἀμάχη γιὰ τὴν ὑπεράσπιση τοῦ κενοῦ φανατισμένη. Αὐτὴ ὑπαγορεύει τὰ «εὑρήματα», αὐτὴ ὁρκίζει στὴν «πρόοδο», στὴν «ἀνάπτυξη», στὴν «ἀποκατάσταση τοῦ αἰσθητοῦ», στὴν «καταξίωση τῆς φύσης».

Σκοτεινὸς διαφωτισμὸς μὲ τὴ γνώση δέσμια σὲ «ἀρχὲς» αἰτιώδεις ἢ κανονιστικὲς τοῦ πραγματικοῦ καὶ ὑπαρκτοῦ. Τραγικὴ ἡ ἐμμονή του νὰ ὁρίσει τὴ ζωή, δηλαδὴ νὰ καταργήσει τὴ δυναμικὴ ἀπροσδιοριστία τῆς σχἑσης. Νὰ ἐξαντληθεῖ ἡ γνώση στὸ ἀντι-κείμενο νόημα, στὴν περιγραπτὴ αἴσθηση. Κάθε ἀπόπειρα διαφυγῆς στὴ «διαίσθηση», στὴν «ἐνόραση», στὸ «ὑπαρξιακὸ βίωμα», ὁριοθετημένη. Γιατὶ μόνο ὁριοθετημένο τὸ ὑποκειμενικὸ ἐνδύεται ἀντικειμενικὴ ἐγκυρότητα.

Πολιτισμὸς ἀνέραστος, ἀνίκανος νὰ τινάξει λουλούδι μὲς στὴ μέση τῆς θάλασσας. Νὰ ψηλαφήσει ἀλήθεια παραιτημένος ἀπὸ τὸν ἐγωκεντρισμὸ τῆς κατοχῆς της.
Ἔρωτας ἡ μόνη γνώση στὸ χεῖλος τῶν ἀκραίων ἐρωτημάτων
. Τὰ ἐρωτήματα ἀναπάντητα κι ἡ βεβαιότητα θάμβος. Ἂν ἀλήθεια εἶναι μόνο ἡ ζωή, κι ἂν ἡ ζωὴ μόνο κοινωνεῖται στὸ τάνυσμα τῆς αὐτοπροσφορᾶς.

Ποιά ἡ αἰτία τῆς γένεσης τοῦ κόσμου, τῆς ὕλης καὶ τῆς ζωῆς, ποιά ἡ ἀρχὴ τῆς κίνησης, ἡ ἑρμηνεία γιὰ τὸ «φυσικὸ κακὸ», γιὰ τὴ φθορὰ καὶ διαφθορά. Γιατὶ ἀνόμοια ἡ κατανομὴ χαρισμάτων καὶ ὀδυνῶν στοὺς ἀνθρώπους, γιατί δεδομένη ἡ γέννησή μας, οἱ κληρονομικοὶ προκαθορισμοί, τὸ φύλο μας. Κάθε ἀπόπειρα ὁρισμοῦ, ρωγμὴ ἀπροσπέλαστου κενοῦ, ρίγος πανικοῦ.

Henri de Toulouse-Lautrec, 1892



Ἀλλὰ ὁ θρίαμβος θρυμματισμοῦ τῶν πεφωτισμένων βεβαιοτήτων καιροφυλακτοῦσε ἔνδον τῶν ἐπιστημονικῶν ἀδύτων. Ποιά αἴσθηση ἔχουμε τοῦ «πεδίου», δίπλα στὸ «στοιχειῶδες σωματίδιο» καὶ στὸ «κύμα». Τί σημαίνει χῶρος δέκα διαστάσεων στὸ ὑποατομικὸ πεδίο, Τί εἶναι ὁ μὴ - χῶρος τῆς ἰλιγγιώδους διαστολῆς τοῦ σύμπαντος, ποῦ διαστέλλεται τὸ σύμπαν μὲ ἀσύλληπτες ταχύτητες, ἀφοῦ ὁ χῶρος (καὶ ὁ χρόνος) εἶναι μόνο συνάρτηση τῆς ὕλης - ἐνέργειας. Πῶς νὰ ἀναπαραστήσουμε νοητικὰ τὴν «καμπυλότητα» τοῦ χωρόχρονου, τὴ χωρικὴ ἀπόσταση σωματιδίων ποὺ βεβαιώνεται σὰν ἀ-τοπικὴ ὁλιστικὴ διασύνδεση, τὸ πεπερασμένο τοῦ σύμπαντος ποὺ ὅμως δὲν ἔχει καταληκτικὰ ὅρια, κι ἔτσι τὸ λέμε ἀπεριόριστο δίχως νὰ εἶναι ἄπειρο.

Τελικά, πῶς νὰ ὁρίσουμε τὴ μετα-φυσική, ὅταν καὶ ἡ φυσικὴ παραμένει ἀνυπότακτη στὶς νοητικὲς ἐποπτεῖες μας. Μαθηματικὴ συμβολική, παρτιτοῦρες τυπικῶν ἐξισώσεων, σὲ ἀναλογία μὲ ὑπαινικτικὲς εἰκόνες ἐμπειρίας τῆς τρωτικῆς ἀμεσότητας. Ἡ μόνη γλώσσα ποὺ ἀπηχεῖ τὴ μελωδία τοῦ πραγματικοῦ καὶ ἄρρητου. Γιὰ τὸν μύστη τῆς σημαντικῆς ὑποτύπωσης.

Ἂν ὁ Θεὸς ὁριζόταν μὲ τοὺς κανόνες τῆς συλλογιστικῆς τῶν Σχολαστικῶν, μὲ τὶς ἐπιταγὲς ἀναγκαιότητας τοῦ νευτώνειου κοσμοειδώλου, μὲ τὶς κανονιστικὲς ἀπαιτήσεις ἢ ἠθικὲς σκοπιμότητες τῶν Διαφωτιστῶν, θὰ ἦταν «θεὸς» ὑποδεέστερος καὶ τῆς ἔκπληξης τοῦ ὑποατομικοῦ πεδίου. Τὸ συμπαντικὸ θαῦμα καὶ δράμα τῆς ἐλευθερίας μεταγραμμένο σὲ ψευδαισθήσεις εἰδωλοποιημένης αὐτάρκειας. Κι ὁ ἔρωτας κενὸ στολισμένο αἰσθήματα.

Βλέμμα καὶ χαμόγελο γυμνῆς ὀμορφιᾶς, κορμὶ ἀναδυόμενο στὴ μέλαινα λαμπράδα τοῦ καλοκαιριοῦ, ἄρωμα καὶ χυμὸς τοῦ ροδάκινου, σμαραγδένια διαφάνεια θαλάσσιου ὁρμίσκου. Μόνη ἡ ἁπτὴ χάρις ἀπαντάει στὰ ἔσχατα ἐρωτήματα. Χάρις - χάρισμα τῆς κλήσης στὸ κάλλος τῆς σχέσης. Ὅ,τι καλεῖ δὲν κλείνεται στὸ νόημα, ἔχει πρόσωπο καὶ ὄνομα. Ἡ κλήση διαβαίνει τὴν ἐπιθυμία, γιὰ νὰ ἐκβάλει στὸν ἀτέρμονα κόλπο τῆς μόνης θετικῆς τρυφερότητας.

13. RICERCARE: ΨΑΧΝΩ, ΑΝΑΖΗΤΩ, ΔΙΕΡΕΥΝΩ
Ὁ ὅρος χρησιμοποιεῖται ὡς οὐσιαστικὸ καὶ ἀναφέρεται σὲ ἕνα εἶδος περίπλοκης πολυφωνικῆς σύνθεσης, ὅπου ἕνα ἢ περισσότερα θέματα ἀναπτύσσονται σὲ πυκνὴ ἀντίστιξη, ἔτσι ὥστε ὁ ἀκροατὴς νὰ πρέπει νὰ «ψάξει» γιὰ νὰ τὰ ἀναγνωρίσει μέσα στὸ πολυφωνικὸ πλαίσιο.
Χρήστος Γιανναράς  από το "Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων"