Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πορτραίτα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα πορτραίτα. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 11 Απριλίου 2017



Ήταν το 1817 όταν ο βρετανός γιατρός Τζέιμς Πάρκινσον περιέγραψε για πρώτη φορά μια νευροεκφυλιστική νόσο που έβλεπε αυτός και μόνο αυτός.

Στην κλασική σήμερα εργασία του «Δοκίμιο στην τρομώδη παράλυση», ο οραματιστής γιατρός ανέλυσε συστηματικά το ιατρικό ιστορικό έξι ανθρώπων που είχαν τα συμπτώματα της νόσου που θα έπαιρνε τελικά το όνομά του. Ο ίδιος δεν είχε εξετάσει μάλιστα όλους τους ασθενείς, αλλά τους παρατηρούσε κατά τους καθημερινούς περιπάτους τους!

Ο σκοπός της έκθεσής του ήταν να χαρτογραφήσει τα συμπτώματα μιας πάθησης την οποία περιέγραφε κάπως έτσι: «Ακούσια τρομώδης κίνηση, η οποία μειώνει τη μυϊκή ισχύ σε σημεία του σώματος τα οποία δεν είναι σε δράση ακόμα και όταν υποστηρίζονται, με μια τάση ο κορμός να κλίνει προς τα εμπρός και να περνά από την βάδιση στο τρέξιμο: οι αισθήσεις και η νόηση παραμένουν ανεπηρέαστες».

Ήταν η πρώτη πράξη για την επιστημονική αναγνώριση της νόσου που ο Πάρκινσον ονόμασε «τρομώδη παράλυση» και λίγο αργότερα (το 1861-1862) άλλοι γιατροί, επηρεασμένοι από τη θεωρία του, θα μετονόμαζαν σε «Νόσο του Πάρκινσον» προς τιμήν του.

Σύντομα νέα συμπτώματα θα αναγνωρίζονταν (όπως το ανέκφραστο προσωπείο, ο τρόμος κατά την ηρεμία, η δυσκαμψία, η βραδυκινησία, η αστάθεια θέσης και η μυϊκή δυσκαμψία) και η νευρολογική πάθηση θα γινόταν παγκόσμια σταθερά στα ιατρικά χρονικά.

Κι όλα αυτά από την καινοτόμα έρευνα του γιατρού, γεωλόγου, παλαιοντολόγου και πολιτικού ακτιβιστή Πάρκινσον, που μπορεί σήμερα να είναι γνωστός αποκλειστικά για τη νόσο που φέρει το όνομά του, στην εποχή του ήταν όμως πολλά περισσότερα!

Η νόσος του Πάρκινσον αναγνωρίζεται σήμερα ως η δεύτερη συχνότερη χρόνια εκφυλιστική διαταραχή του κεντρικού νευρικού συστήματος, προσβάλλοντας εκατομμύρια ανθρώπους: μέχρι το 2030, οι εκτιμήσεις κάνουν λόγο για 8,7-9,3 εκατομμύρια ασθενείς σε όλο τον κόσμο.

Η Παγκόσμια Ημέρα Κατά της Νόσου του Πάρκινσον καθιερώθηκε το 1997 με πρωτοβουλία της Ευρωπαϊκής Εταιρείας για τη Νόσο του Πάρκινσον (EPDA) και την υποστήριξη του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας. Κι έτσι κάθε χρόνο στις 11 Απριλίου, ημερομηνία γέννησης του βρετανού γιατρού Τζέιμς Πάρκινσον, ο κόσμος μαθαίνει και ευαισθητοποιείται για τη νόσο που τόσο αλλάζει τις ζωές των ασθενών.

Παρά τη μνημειώδη για την ιατρική επιστήμη παρατήρησή του, ο Πάρκινσον ξεχάστηκε απ’ όλους και περιέπεσε στην αφάνεια για τουλάχιστον 40 χρόνια, μέχρι να κινητοποιηθεί η ιατρική κοινότητα και να αναγνωρίσει τόσο τη νόσο όσο και τον «πατέρα» της…



Πρώτα χρόνια



Ο Τζέιμς Πάρκινσον γεννιέται στις 11 Απριλίου 1755 σε προάστιο του Λονδίνου ως το μεγαλύτερο από τα τρία παιδιά ενός γνωστού φαρμακοποιού και πρακτικού χειρουργού της πρωτεύουσας. Για την παιδική του ηλικία δεν είναι τίποτα άλλο γνωστό και δεν ξέρουμε ούτε από πού πήρε το πτυχίο του στην ιατρική, καθώς τον ξαναβρίσκουμε πια το 1784, όταν το όνομά του συμπεριλαμβάνεται στους καταλόγους του Ιατρικού Συλλόγου του Λονδίνου ως χειρουργός.

Την προηγούμενη χρονιά, όπως μαθαίνουμε από τα δημοτολόγια, παντρεύτηκε τη Mary Dale (21 Μαΐου 1783), με την οποία θα αποκτήσουν 6 παιδιά. Ο Τζέιμς διαδέχτηκε κάποια στιγμή τον πατέρα του στο γνωστό χειρουργείο που εκείνος λειτουργούσε, αναλαμβάνοντας την πελατεία του.



Το 1883 θα εκδώσει την πρώτη ιατρική πραγματεία του και κατόπιν θα γράψει άλλο ένα δοκίμιο, αυτή τη φορά στη φυσική φιλοσοφία, αν και την εποχή αυτή τον ενδιαφέρει αποκλειστικά σχεδόν το ιατρικό λειτούργημα, καθώς το ιατρείο του ήταν πια τρανό στα πέρατα του Λονδίνου και οι δουλειές πήγαιναν αναπάντεχα καλά.

Την ίδια εποχή, αρχίζει να ενδιαφέρεται ολοένα και περισσότερο για τη γεωλογία και την παλαιοντολογία…

Πολιτικός ακτιβιστής και συνωμοσία για τον θάνατο του βασιλιά!



Σφοδρός οπαδός της Γαλλικής Επανάστασης και των δημοκρατικών ιδεωδών, ο Πάρκινσον κήρυττε την ισότητα των τάξεων και την ανάγκη για καλύτερη ζωή των μη προνομιούχων. Η πρώιμη αυτή εποχή για την επιστημονική καριέρα του επισκιάστηκε έτσι από την εμπλοκή του σε πολυάριθμους κοινωνικούς αγώνες και επαναστατικούς σκοπούς, όντας πολέμιος της πολιτικής που ακολουθούσε η βρετανική κυβέρνηση. Συνέταξε έτσι αναρίθμητα επαναστατικά φυλλάδια (πάντα με το ψευδώνυμο Old Hubert), στα οποία καλούσε σε ριζική κοινωνική μεταρρύθμιση στο εσωτερικό της χώρας του.

Ήθελε την αλλαγή του τρόπου αντιπροσώπευσης στη Βουλή των Κοινοτήτων, υποστηρίζοντας θερμά την είσοδο του λαού στις τάξεις της, και καλούσε για καθολικό δικαίωμα ψήφου! Την ίδια στιγμή, ήταν μέλος σε πάμπολλες μυστικές πολιτικές εταιρίες, μεταξύ των οποίων και η διαβόητη «London Corresponding Society for Reform of Parliamentary Representation», στην οποία εντάχθηκε το 1792. Δύο χρόνια αργότερα, το 1794, ο μυστικός όμιλος κατηγορήθηκε ότι συνωμοτούσε να δολοφονήσει τον βασιλιά Γεώργιο Γ’!

Τον Οκτώβριο του 1794, ο γνωστός πια γιατρός ανακρίθηκε για την υπόθεση και ομολόγησε ότι ήταν μέλος της μυστικής εταιρίας, αλλά και άλλων πολλών, την ίδια στιγμή που παραδέχτηκε ότι ήταν ο συντάκτης τόσων και τόσων ανατρεπτικών κειμένων που καλούσαν τον λαό σε ειρηνική επανάσταση (ενδεικτικοί τίτλοι: «Επαναστάσεις χωρίς Αιματοχυσίες» και «Η Μεταρρύθμιση είναι προτιμότερη της Επανάστασης»).



Για την υπόθεση της δολοφονικής πλεκτάνης αθωώθηκε τελικά ελλείψει ενοχοποιητικών στοιχείων και πλέον, πέρα από την πολιτική του δράση, ασχολήθηκε εκτενώς και με θέματα δημόσιας υγείας, ζητώντας ουσιαστικές παρεμβάσεις από το κράτος προς όφελος του φτωχού λαού…




Ο ακτιβιστής που έγινε γιατρός



Μεταξύ 1799-1807, ο Πάρκινσον στράφηκε πια περισσότερο στο λειτούργημά του εκδίδοντας αμέτρητες μελέτες ερευνητικής ιατρικής ειδικού ενδιαφέροντος: για την αρθρίτιδα (1805), για τη γάγγραινα (1807), για την περιτονίτιδα (1812) κ.λπ. Η εργασία του μάλιστα για την περιτονίτιδα είναι πιθανότατα η παλιότερη περιγραφή της πάθησης στα βρετανικά ιατρικά χρονικά!

Τα ιατρικά πονήματα του Πάρκινσον έγιναν δημοφιλή εγχειρίδια ιατρικής, την ίδια στιγμή που τα κείμενά του για τη βελτίωση των δημόσιων υπηρεσιών υγείας έτυχαν της δικής τους θερμής υποδοχής από την επιστημονική κοινότητα. Ο πολιτικός ακτιβισμός του που έψαχνε να αλλάξει τη θέση του γενικού πληθυσμού προς το καλύτερο έβρισκε πια έκφραση στην ευημερία των πολιτών μέσω των καλύτερων παρεχόμενων υπηρεσιών υγείας.



Ο ανθρωπισμός του βρήκε για άλλη μια φορά έκφραση το 1811, όταν επιδόθηκε σε μια προσωπική σταυροφορία για την καλύτερη μοίρα των ψυχασθενών, κάνοντας λόγο για νομική προστασία των τροφίμων των ασύλων φρενοβλαβών αλλά και των οικογενειών τους, μια πρόταση σαφώς πολύ μπροστά από την εποχή της…




Η Νόσος του Πάρκινσον



Πραγματική ιατρική ιστορία θα έγραφε όμως το 1817, όταν δημοσίευσε τη μνημειώδη πλέον μελέτη του για την «Τρομώδη Παράλυση», η οποία θα καθιέρωνε τις παρατηρήσεις του ως μια νέα κλινική οντότητα. Εκεί παρέχει την κλινική περιγραφή που περιγράψαμε στον πρόλογο, που είναι και ο πρώτος κλασικός ορισμός (αν και θεωρείται πλέον αρκετά περιοριστικός) για τη νευροεκφυλιστική νόσο.

Τέσσερις δεκαετίες αργότερα, ο περίφημος γιατρός Σαρκό θα ανέσυρε την ξεχασμένη μελέτη του Πάρκινσον από τα ιατρικά χρονοντούλαπα και θα έδινε στις ακριβέστατες κλινικές παρατηρήσεις του την απαραίτητη επικαιροποίηση, αποκαλώντας πια το νευρολογικό σύνδρομο «Νόσο του Πάρκινσον».



Πέντε χρόνια πριν, το 1812, ο Πάρκινσον βοήθησε τον γιο του, επίσης χειρουργό, στην πρώτη περιγραφή μιας νόσου που θα γινόταν γνωστή ως σκωληκοειδίτιδα(!), γράφοντας άλλη μια φορά ιατρική ιστορία στην Αγγλία. Είναι μάλιστα η πρώτη φορά που περιγράφεται ως αιτία θανάτου η συγκεκριμένη νόσος… 




Ο γιατρός που έγινε παλαιοντολόγος



Σταδιακά, το ερευνητικό ενδιαφέρον του Πάρκινσον απομακρύνθηκε από την ιατρική καθώς πλέον τον απασχολούσε η Φύση. Ήταν ήδη εξάλλου μανιώδης συλλέκτης απολιθωμάτων και παλαιολιθικών δειγμάτων και κάποια στιγμή αποφάσισε να μελετήσει καλύτερα τους κλάδους της γεωλογίας και της παλαιοντολογίας.

Το 1801 χτύπησε με ένα δοκίμιο για την παλαιοντολογία, το «Chemical Pocket», το οποίο έγινε αμέσως πρακτικό εγχειρίδιο για τους φοιτητές και τους ερασιτέχνες. Τα γραπτά του στράφηκαν έτσι στην παλαιοντολογία, καθώς ο νέος κλάδος, πέρα από την επιστημοσύνη του, του επέτρεπε να κάνει ταξίδια με την οικογένεια και τους φίλους του για να συλλέγουν δείγματα φυτών και απολιθώματα.



Στη δεύτερη μάλιστα έκδοση του παλαιοντολογικού συγγράμματός του καλεί τους παλαιοντολόγους σε γενική συστράτευση για την προαγωγή του κλάδου και την ενημέρωση του κοινού σε θέματα ειδικού ενδιαφέροντος. Προσπαθώντας ο ίδιος να μάθει περισσότερα για το νέο του πάθος, συνειδητοποίησε με έκπληξη την έλλειψη σχετικής βιβλιογραφίας στην αγγλική, γι’ αυτό και έγραψε το πρακτικό εγχειρίδιό του για την παλαιοντολογία, τομή τότε στα βρετανικά χρονικά.

Το 1804 κυκλοφόρησε ο πρώτος τόμος του κλασικού στον χώρο της παλαιοντολογίας πονήματός του «Οργανικά Απομεινάρια του Παλιού Κόσμου» (Organic Remains of the Former World), το οποίο ο σπουδαίος βιολόγος Γκίντεον Μάντελ χαρακτήρισε το 1850 ως «την πρώτη απόπειρα να δοθεί μια επιστημονική περιγραφή … συνοδευόμενη από εικόνες απολιθωμάτων», κάτι που είδε ως «ένα αξιομνημόνευτο γεγονός στην ιστορία της βρετανικής παλαιοντολογίας».



Ο δεύτερος και τρίτος τόμος κυκλοφόρησαν το 1808 και το 1811 αντίστοιχα, με τον Πάρκινσον να διατηρεί πάντοτε το ιατρείο του και να ασκεί καθημερινά το λειτούργημα του γιατρού. Κατόπιν έγραψε μια σειρά ακόμα από δοκίμια γεωλογίας και παλαιοντολογίας, με τη συνεισφορά του στον κλάδο να λογίζεται πια κολοσσιαία…




Κατοπινά χρόνια



Αφού ανέτρεψε παραδεδομένες επιστημονικές πεποιθήσεις για τη γεωλογία και τον φλοιό της Γης(!), μελετώντας τα αγαπημένα του απολιθώματα αλλά και πλήθος πετρωμάτων, τον Νοέμβριο του 1797 συναντήθηκε με τους επιστήμονες φίλους του, μεταξύ αυτών και ο σπουδαίος εφευρέτης και χημικός σερ Χάμφρι Ντέιβι, και αποφάσισαν να ιδρύσουν τη Γεωλογική Εταιρία του Λονδίνου!

Ο Πάρκινσον έγραφε στην επιθεώρηση του επιστημονικού θεσμού και καταπιανόταν με πολλά πια γεωλογικής υφής θέματα, τα οποία τα έκανε βιβλία μόλις ολοκλήρωνε τις μελέτες του. Έγραψε από πονήματα ορυκτολογίας μέχρι και μια σειρά ακόμα ειδικών θεμάτων της γεωλογικής επιστήμης, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην καθιέρωση αλλά και τη διάδοση του κλάδου.



Παρά το γεγονός ότι η Νόσος του Πάρκινσον παραμένει μια από τις γνωστότερες «επώνυμες» παθήσεις, ο ίδιος ο γιατρός πολύ λίγης προσοχής έτυχε από τη βρετανική ιατρική κοινότητα για την ανακάλυψή του. Κι ενώ ο Σαρκό την είχε ήδη ονομάσει «Νόσο του Πάρκινσον», θα έπρεπε ο αγγλοσαξονικός κόσμος να περιμένει το 1912 και το άρθρο του Αμερικανού J.G. Rowntree στο 23ο τεύχος της επιστημονικής επιθεώρησης «Bulletin of the Johns Hopkins Hospital» για να πληροφορηθεί από τον τίτλο του ακόμα:

«Γέννημα Άγγλος, θρέμμα Άγγλος, ξεχασμένος από τους Άγγλους και από τον κόσμο γενικότερα, αυτή ήταν η μοίρα του Τζέιμς Πάρκινσον».




Ο σπουδαίος γιατρός, κοινωνικός στοχαστής, παλαιοντολόγος και γεωλόγος Τζέιμς Πάρκινσον άφησε την τελευταία του πνοή στις 21 Δεκεμβρίου 1824 χτυπημένος από εγκεφαλικό επεισόδιο, έχοντας ήδη αλλάξει, αν και εν αγνοία του, την ιστορία της ιατρικής…


Πηγή

Κυριακή 20 Σεπτεμβρίου 2015

Αλοΐσιος Αλτσχάιμερ - και ..


21 Σεπτέμβρη, η παγκόσμια ημέρα Αλτσχάιμερ....




Ο διαπρεπής νευροπαθολόγος που ανέλυσε πρώτος τα συμπτώματα της νόσου

Η πρώτη δημοσιευμένη ψυχιατρική μελέτη της εκφυλιστικής νόσου, που αργότερα θα έπαιρνε το όνομά του, ανήκει στον γερμανό ψυχίατρο Αλτσχάιμερ, ο οποίος περιέγραψε με σαφήνεια τα συμπτώματα της άνοιας ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα.

Η νόσος Αλτσχάιμερ είναι μια χρόνια νευροεκφυλιστική ασθένεια του κεντρικού νευρικού συστήματος, η οποία χαρακτηρίζεται από σταδιακή απώλεια της μνήμης και περιορισμό των υπόλοιπων νοητικών λειτουργιών του εγκεφάλου (λόγος, κρίση και προσωπικότητα). Παρά το γεγονός ότι αφορά κυρίως στην τρίτη ηλικία, συναντώνται περιστατικά και σε μικρότερες των 65 ετών ηλικίες.

Ο Αλτσχάιμερ ήταν ο πρώτος ψυχίατρος που ασχολήθηκε διεξοδικά τόσο με τα συμπτώματα όσο και τις αιτίες της νόσου που επηρεάζει σήμερα δεκάδες εκατομμύρια συνανθρώπους μας σε όλο τον κόσμο, κάνοντας τη νευροεπιστήμη να επικεντρωθεί στο Αλτσχάιμερ στα χρόνια που θα έρχονταν.

Κι αν ο γερμανός ψυχίατρος που αναγνώρισε τη φύση της ιδιαίτερης αυτής νευροεκφυλιστικής πάθησης το 1906 την αποκάλεσε αρχικά «προγεροντική άνοια» (presenile dementia), θα ήταν ο ακόμα γνωστότερος συνάδελφός του Εμίλ Κρεπελίν που θα της έδινε το όνομα με την οποία τη γνωρίζουμε σήμερα, νόσο Αλτσχάιμερ δηλαδή, προς τιμή του ανθρώπου που την ταυτοποίησε…

Πρώτα χρόνια

Ο Αλοΐσιος Αλτσχάιμερ γεννιέται στις 14 Ιουνίου 1864 στο Marktbreit της Βαυαρίας στη Γερμανία, ως γιος του τοπικού συμβολαιογράφου της μικρής πόλης. Για τα παιδικά του χρόνια δεν είναι τίποτα γνωστό, παρά μόνο ότι πέρασε από μια σειρά γερμανικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων και πήρε το πτυχίο του στην ιατρική από το Πανεπιστήμιο του Βίρτσμπουργκ το 1887.

Αργότερα εξειδικεύτηκε στην ψυχιατρική και ανέπτυξε βαθύτατο ενδιαφέρον για τη νευροπαθολογία, τη μελέτη δηλαδή των εγκεφαλικών εκφυλιστικών νόσων με τη βοήθεια του μικροσκοπίου.

Την ώρα που δουλεύει λοιπόν ως ψυχίατρος σε άσυλο φρενοβλαβών στη Φρανκφούρτη [ στο Städtische Anstalt für Irre und Epileptische (άσυλο για φρενήρεις και επιληπτικούς) και συνεκδίδει (με τον Franz Nissl ) την ψυχιατρική επιθεώρηση Zeitschrift für die gesamte Neurologie und Psychiatrie , αρχίζει να ασχολείται διεξοδικά με τη νευροεπιστήμη, στα σπάργανα τότε, βάζοντας στο ερευνητικό του στόχαστρο την επιληψία και μια σειρά ακόμα από παθήσεις του εγκεφάλου.



Καθοριστική στιγμή στη ζωή του και στην επιστήμη θα ήταν το 1901, όταν ο δρ Αλτσχάιμερ θα ερχόταν σε επαφή με την 51χρονη ασθενή Αουγκούστε Ντέτερ, τρόφιμο στο άσυλο φρενοβλαβών της Φρανκφούρτης, η οποία παρουσίαζε παράξενα συμπεριφοριολογικά συμπτώματα και μια αξιοσημείωτα μικρή βραχυχρόνια μνήμη.


Κατά το μοτίβο της ψυχιατρικής της εποχής, ο Αλτσχάιμερ θα ασχοληθεί διεξοδικά με τη νέα ασθενή του στα επόμενα χρόνια, κάνοντας τους συναδέλφους του να μιλούν για ψύχωση του ψυχιάτρου με την περίπτωσή της. Όταν μάλιστα πέθανε η Ντέτερ πέντε χρόνια μετά τη γνωριμία τους, τον Απρίλη του 1906 δηλαδή, ο διαπρεπής επιστήμονας έστειλε τον εγκέφαλό της για μελέτη στο Μόναχο, στο εργαστήριο του γνωστότερου γερμανού ψυχιάτρου της εποχής Εμίλ Κρεπελίν, του ανθρώπου που είχε αναλύσει όσο κανείς μια άλλη διαβόητη ψυχιατρική νόσο με εγκεφαλικά ίχνη, τη σχιζοφρένεια.


Με βάση νέες μικροσκοπικές τεχνικές ανάλυσης, ο Κρεπελίν και οι βοηθοί του πιστοποιούν πράγματι τη διακριτή παθολογία της νέας νευροεκφυλιστικής νόσου, που ο συνάδελφος Αλτσχάιμερ είχε αποκαλέσει στα ιατρικά κιτάπια του «προγεροντική άνοια»…


Η εργασία που άνοιξε νέους τομείς στη νευροεπιστήμη


Το ημερολόγιο έγραφε 3 Νοεμβρίου 1906 όταν ο Αλτσχάιμερ παρουσίασε την καινοτόμα εργασία του στη Βασιλική Ψυχιατρική Κλινική του Πανεπιστημίου του Μονάχου, αναλύοντας την άνοια και τη δραστική αλλαγή στη συμπεριφορά της Ντέτερ, η οποία είχε φύγει από τη ζωή 7 μήνες νωρίτερα.


Με την οικογένειά του
Παρά το γεγονός ότι η άνοια είχε προλάβει να αναλυθεί διεξοδικά από τη νευροεπιστήμη της εποχής και αποτελούσε ήδη παραδεδομένη ψυχιατρική νόσο, η ανάλυση του Αλτσχάιμερ ήταν πρωτοποριακή καθώς για πρώτη φορά στην ψυχιατρική επιστήμη τα συμπτώματα και η νευροπαθολογική βάση της νόσου παρουσιάζονταν σε ένα κοινό όλο, γεγονός που επέτρεψε φυσικά η επίσης καινοτόμα μικροσκοπική ανάλυση του Κρεπελίν.

Ο Αλτσχάιμερ συνεργαζόταν εξάλλου στενά με τον συνάδελφό του Φραντς Νισλ, τόσο στο εργαστήριο όσο και στο ψυχιατρικό περιοδικό του, καθώς η δική του μέθοδος χρώσης τμημάτων του εγκεφάλου με ασήμι ήταν που επέτρεψε την παρατήρηση των παθολογικών εγκεφαλικών κυττάρων. Ο Αλτσχάιμερ είχε πράγματι παρατηρήσει μόνος του τη νευροφυσιολογική βάση της άνοιας, κάτι που επιβεβαίωσε απλώς το εργαστήριο του Κρεπελίν στο Μόναχο.


Μετά λοιπόν την περίτρανη απόδειξη της νόσου, ο Κρεπελίν περιλαμβάνει στην όγδοη έκδοση του διαγνωστικού εγχειριδίου του «Psychiatrie» τη νέα μορφή εκφυλιστικής άνοιας του συναδέλφου του, αποκαλώντας τη πια όχι «προγεροντική άνοια» αλλά «νόσο Αλτσχάιμερ», ως διακριτή υποκατηγορία -για να είμαστε ακριβείς- των ανοιών.

Η ψυχιατρική «Βίβλος» του Κρεπελίν κυκλοφόρησε το 1911 αναγκάζοντας τους ψυχιάτρους της εποχής να μάθουν να βλέπουν τη νέα νόσο, ανοίγοντας νέους τομείς γνώσης και έρευνας…


Κατοπινά χρόνια

Μπορεί ο Αλτσχάιμερ να έγινε παγκοσμίως γνωστός για τη συνεισφορά του στη νευροεπιστήμη, δεν έμεινε όμως μόνο εκεί. Το 1912 έγινε τακτικός καθηγητής ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο του Μπρεσλάου και συνέχισε πια την έρευνά του σε άλλους τομείς της νευροεπιστήμης, κυρίως στην ιστοπαθολογία του εγκεφαλικού φλοιού ανθρώπων με ψυχιατρικές νόσους.


Η νέα του μελέτη δεν έμελλε όμως να καρποφορήσει καθώς ο διαπρεπής ψυχίατρος πέθανε το 1915, σε ηλικία 51 ετών, από καρδιακή προσβολή στο τρένο για το Μπρεσλάου, έπειτα από επιπλοκές της νεφρικής ανεπάρκειας που τον ταλαιπωρούσε.

Κι έτσι η περιγραφή της νόσου με το όνομά του έμεινε η γνωστότερη συνεισφορά του στη νευροεπιστήμη…

Πηγές Newsbeast.gr kai Wikipedia

Τρίτη 5 Μαΐου 2015

Soren Kierkegaard Ο πρώτος υπαρξιστής φιλόσοφος..




Ο Δανός φιλόσοφος, θεολόγος, θρησκευτικός συγγραφέας και ψυχολόγος Σόρεν Κίρκεγκοορ (Soren Aabye Kierkegaard)  θεωρείται ο πρώτος υπαρξιστής φιλόσοφος που με το έργο του επηρέασε σημαντικά το ρεύμα του υπαρξισμού και την προτεσταντική θεολογία του 19ου αιώνα. Άσκησε δριμεία κριτική στο λογοτεχνικό, φιλοσοφικό και εκκλησιαστικό κατεστημένο της εποχής του, κατηγορώντας το για διαστρέβλωση των σημαντικότερων αποστολών της ανθρώπινης ύπαρξης. Η ουσία του έργου στηρίζεται στην απεριόριστη απαίτηση και επίμοχθη δυσκολία της θρησκευτικής ύπαρξης γενικότερα και της χριστιανικής πίστης ειδικότερα.


Γεννήθηκε στις 5 Μαΐου 1813 σε μια ευκατάστατη οικογένεια της Κοπεγχάγης. Γιος ενός ιδιαίτερα θρησκευόμενου συνταξιούχου εμπόρου, ο οποίος πίστευε ότι επειδή τιμωρείτο από την οργή του Θεού, κανένα από τα παιδιά του δε θα κατάφερνε να επιζήσει πέρα από τα 33 χρόνια, την υποτιθέμενη ηλικία του Ιησού. 
Αυτή η αρχική εμφάνιση της έννοιας της αμαρτίας και της μετάδοσής της από πατέρα σε γιο έθεσε το θεμέλιο για πολλά από τα έργα του Κίρκεγκοορ.





Ο πατέρας του Κίρκεγκαρντ πέθανε στις 9 Αυγούστου 1838 σε ηλικία 82 χρονών. Πριν από τον θάνατό του, ζήτησε από τον Σόρεν να γίνει πάστορας. Επηρεασμένος βαθιά από την θρησκευτική πείρα και ζωή του πατέρα του, ένιωθε υποχρεωμένος να πραγματοποιήσει την επιθυμία του. Ο Κίρκεγκαρντρ φοίτησε στο Σχολείο της Πολιτικής Αρετής. Το 1830, σε ηλικία 17 ετών, προχώρησε στις σπουδές θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, αλλά, ενώ βρισκόταν εκεί, όπως ο Χέγκελ στο έργο του οποίου άσκησε αυστηρή κριτική, στράφηκε περισσότερο προς τη φιλοσοφία και τη λογοτεχνία.



Η αγωνία του την περίοδο αυτή αποτυπώνεται σε ένα ημερολόγιό του το 1835:




«Το ζήτημα είναι να βρω την αλήθεια που είναι αλήθεια για μένα, να βρω την ιδέα για την οποία μπορώ να ζω και να πεθάνω… 

Τι είναι αλήθεια παρά να ζεις για μια ιδέα;»



Τα ημερολόγια του Κίρκεγκοορ δείχνουν ότι από τη ζωή του έλειπε ένας ανώτερος σκοπός. Περιέγραφε τον εαυτό του ως θεατή της ζωής, ως κάποιον που μαθαίνει για τις απόψεις και τις θεωρίες των άλλων, αλλά δεν συνεισφέρει τίποτα ο ίδιος στη γνώση.

Τον Σεπτέμβριο του 1940, ανακοινώνει τον αρραβώνα του με τη Ρεγγίνε Όλσεν, κόρη ενός δημόσιου υπαλλήλου από καλή οικογένεια. Με την καριέρα του να οδηγείται είτε προς την εκκλησία είτε στον ακαδημαϊκό χώρο, ένας σωστός γάμος θα καθιέρωνε τη θέση του στη δανική κοινωνία. Στα ημερολόγιά του, ωστόσο, γράφει ότι ο χρόνος που έμεινε αρραβωνιασμένος με τη Ρεγγίνε ήταν ο δυσκολότερος της ζωής του. Φαινόταν διχασμένος μεταξύ της ιδέας του γάμου και της ανάγκης του για μοναξιά.

Ένα χρόνο μετά, διαλύει τον αρραβώνα, υποστηρίζοντας ότι πρέπει να παντρευτεί κάποιον άλλον. Θεωρείται πιθανό ότι δεν θεωρούσε τον εαυτό του αρκετά άξιο, όπως επίσης και ότι δεν ήθελε να διαχειριστεί όλα εκείνα τα συναισθήματα που συνδέονται με τον έρωτα. Αρκετά αργότερα, αποκάλεσε τη διάλυση της σχέσης του με τη Ρεγγίνε ως «μια αυτοπροκαλούμενη πληγή» που του προκάλεσε μεγάλη μιζέρια. Ήθελε ωστόσο να είναι αποκομμένος από την κοινωνία και ένας γάμος δεν του το επέτρεπε αυτό.

Κατά τη διάρκεια του αρραβώνα του, ο Κίρκεγκοορ αρχίζει να εξευγενίζει το στιλ γραφής του. Σε λιγότερο από ένα χρόνο γράφει την «Έννοια της ειρωνείας», τη διατριβή του μάστερ του. Το ύφος του ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τους καθηγητές του, προκαλώντας ανάμεικτα συναισθήματα. Η γραφή ήταν εξίσου περίπλοκη και ελικοειδής με τον συγγραφέα.

Αναγνωρίζοντας τη δυνατότητα που του παρείχε η περιουσία του πατέρα του, ο Κίρκεγκοορ αποφασίζει ότι η καριέρα του θα είναι τελικά εκείνη ενός στοχαστή, ότι έπρεπε να καταλάβει τον τρόπο σκέψης της εποχής του. Το επίκεντρο της φιλοσοφίας το 19ο αιώνα ήταν η Γερμανία. Το 1841  μεταβαίνει στο Βερολίνο, με σκοπό να παρακολουθήσει σειρά διαλέξεων του Friedrich Wilhelm Josephvon Schelling, ο οποίος ήταν γνωστός για την αντίθεσή του στις θέσεις του Χέγκελ. Ο Schelling υποστήριζε ότι ο Χέγκελ είχε επιχειρήσει να περιορίσει το απτό σε μια ατελείωτη αλληλουχία αντιλήψεων. Συνεπώς, ο Χέγκελ είχε αποτύχει να διαχωρίσει μεταξύ ουσίας και ύπαρξης. Επηρεασμένος, ο Κίρκεγκοορ αποφασίζει να επιστρέψει στην Κοπεγχάγη και να αναπτύξει τις δικές του ιδέες.

Η απάντηση στου Κίρκεγκοορ στον Χέγκελ ήταν το «Είτε-Είτε», που θεωρείται ως το σπουδαιότερο έργο του. Το έργο εκδόθηκε σε 2 τόμους στις αρχές του 1843, καλύπτοντας ζητήματα φιλοσοφίας, λογοτεχνίας και ψυχολογίας. Λίγους μήνες αργότερα, δημοσιεύει την «Επανάληψη». Τον Ιούνιο του 1844 εκδίδει τα «Φιλοσοφικά Ψιχία» και «Νόημα της Αγωνίας». Η περίοδος παραγωγικότητας θα κρατήσει αρκετά χρόνια. Τα περισσότερα έργα του δημοσιεύονται με ψευδώνυμο.





Ο Σαίρεν Κίρκεγκωρ σε καφενείο. Ελαιογραφία από τον Κρίστιαν Ολάβιους, 1843



Το Δεκέμβριο του 1845, ένας γνωστός του ο P. L. Møller εκδίδει ένα δοκίμιο-κριτική στο έργο του Κίρκεγκοορ «Τα στάδια της Ύπαρξης» και την ίδια του τη προσωπική ζωή, αποκαλύπτοντας στοιχεία για τον αρραβώνα του και κατηγορώντας τον για σκληρότητα απέναντι στη Ρεγγίνε. Σε απάντηση, ο Κίρκεγκοορ  έγραψε μια απάντηση, στην οποία αποκάλυπτε το πρόσωπο πίσω από το δοκίμιο που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα The Corsair, αλλά και ελαττώματα του χαρακτήρα του Møller. Ο Κίρκεγκοορ  μετατρέπεται στη συνέχεια σε έναν από τους αγαπημένους στόχους της εφημερίδας και διασύρεται δημοσίως. Η εξέλιξη αυτή ενισχύει ακόμη περισσότερο την ανάγκη του για απομόνωση.

Προκαλώντας μια δημοφιλή εφημερίδα και την κοινή γνώμη κατ’ επέκταση, ο Κίρκεγκοορ ανακαλύπτει τη δύναμη που έχει ο εαυτός του, πως ο «εαυτός» είναι ανώτερος της ομάδας. Με τον Νίτσε να είναι μόλις ενός έτους το 1845, θεωρείται ότι ο Κίρκεγκοορ ήταν ο πρώτος υπαρξιστής, όταν εξέφρασε την άποψη ότι η ελεύθερη βούληση θεωρείται βέβαιο ότι θα προκαλέσει αγωνία, ωστόσο, κάποιος πρέπει να αποδεχτεί τις συνέπειες αυτής της ελευθερίας.

Από το 1846 και έπειτα, ο Κίρκεγκοορ επικεντρώνεται στην υποκρισία του χριστιανικού κόσμου, ειδικότερα στην Εκκλησία και τον τρόπο που εφαρμόστηκε η χριστιανική θρησκεία στην κοινωνία. Στο έργο «Δύο Εποχές: Μια Λογοτεχνική Ανασκόπηση», παρατηρεί τη φύση της παρούσας εποχής και την απάθεια που επιδεικνύει προς τη ζωή. Εκφράζει τη δυσαρέσκειά του για τον μοντερνισμό λόγω του ότι προωθεί μια απαθή άποψη για τον κόσμο.



«Στη σύγχρονη εποχή έχει επικρατήσει η λογική και ότι τα άτομα έχουν αδειάσει από κάθε πάθος. Η τάση σήμερα είναι προς την κατεύθυνση της μαθηματικής ισότητας, έτσι ώστε από όλα τα σχολεία να παράγονται ομοιόμορφα άτομα», 



γράφει. Στρέφεται εναντίον του κομφορμισμού και της πολιτισμικής αφομοίωσης των ατόμων , στοιχεία τα οποία παράγουν ένα αδιάφορο κοινό, που το ονόμασε ΄όχλο΄ 


Μέρος της ανάλυσης του όχλου αποτελεί η συνειδητοποίηση του Κίρκεγκοορ ότι η χριστιανική εκκλησία, και πιο συγκεκριμένα η Εκκλησία της Δανίας, βρίσκεται σε κατάσταση παρακμής και απαθλίωσης. Πίστευε ότι ο Χριστιανικός κόσμος «έχει χάσει το δρόμο του» αναφορικά με την χριστιανική πίστη, ότι ο χριστιανικός κόσμος πλέον αγνοεί, διαστρεβλώνει ή υπηρετεί μόνο στα λόγια τις αρχικές χριστιανικές διδασκαλίες. Θεώρησε καθήκον του σε αυτή την περίοδο της ζωής του να ενημερώσει τους άλλους σχετικά με τη ρηχότητα του αποκαλούμενου «Χριστιανικού τρόπου ζωής». Έγραψε αρκετές κριτικές για τον σύγχρονο Χριστιανισμό σε έργα του, όπως η Χριστιανική Πραγματεία, τα Έργα Αγάπης και οι Πραγματείες Διάπλασης Ποικίλων Πνευμάτων.

Γύρω στο 1848, άρχισε μια έντυπη επίθεση ενάντια στην κρατική Εκκλησία της Δανίας με βιβλία όπως οι Πρακτικές του Χριστιανισμού, Περί Αυτοεξέτασης και Κρίνετε οι Ίδιοι, τα οποία αποτελούσαν μέρος της προσπάθειας να καταδειχθεί η αληθινή φύση της Χριστιανοσύνης, με τον Ιησού ως πρότυπη μορφή. Στα τελευταία χρόνια της ζωής του  αναλώθηκε σε μια διαρκή και απερίφραστη επίθεση κατά της κρατικής Εκκλησίας της Δανίας.

Στις 2 Οκτωβρίου 1855,  κατέρρευσε στο δρόμο υποφέροντας από παράλυση στα πόδια και μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο Φρέντερικς. Η κατάσταση του είχε επιδεινωθεί εξαιτίας του εκτενούς και κοπιαστικού συγγραφικού έργου και της συμμετοχής του σε δημόσιες αντιπαραθέσεις. Στους ελάχιστους δικούς του ανθρώπους που τον επισκέπτονταν, δήλωσε:



«Επιθυμώ σφόδρα να πεθάνω· 

δεν έχω τη βεβαιότητα πως πέτυχα να εκπληρώσω την αποστολή μου. 

Οι άνθρωποι ακούν καλύτερα ό,τι λέγεται από έναν νεκρό παρά από έναν ζωντανό».

Στο διάστημα που παρέμεινε στο νοσοκομείο αρνήθηκε να μεταλάβει από ιερέα της Εκκλησίας, καθώς θεωρούσε τους ιερείς δημόσιους υπαλλήλους και όχι υπηρέτες του Θεού. Έφυγε από τη ζωή στις 11 Νοεμβρίου στο Νοσοκομείο Φρέντερικς, πιθανόν λόγω κάποιας πάθησης στη σπονδυλική στήλη ή, σύμφωνα με άλλες πηγές, από πνευμονική λοίμωξη.


«Είναι πράγματι αλήθεια ότι η φιλοσοφία λέει: η Ζωή πρέπει να γίνεται αντιληπτή προς τα πίσω. Αλλά αυτό κάνει κάποιον να ξεχάσει το άλλο ρητό, ότι πρέπει να τη ζούμε προς τα εμπρός. Όσο περισσότερο το αναλογίζεται κανείς αυτό, τόσο περισσότερο αποδεικνύεται ότι η ζωή στην προσωρινή ύπαρξη ουδέποτε γίνεται αρκετά κατανοητή, ακριβώς διότι σε καμία στιγμή δεν μπορώ να βρω απόλυτη ησυχία για να υιοθετήσω την προς τα πίσω θεώρηση» 



Σόρεν Κίρκεγκοορ. H ανακάλυψη του αληθινού ατόμου:

Το ερώτημα: Το ανθρώπινο άτομο έχει μεγαλύτερη αξία ή το είδος; Η συγκεκριμένη εκάστοτε ατομική ύπαρξη τίθεται πάνω από τη γενικότητα, από την καθολικότητα ή το αντίστροφο; Με βάση τη δυναμική του ερωτήματος, από την αρχαία εποχή έως και σήμερα έχει αναπτυχθεί ένας πλούσιος, όχι σπάνια αντιθετικός, φιλοσοφικός προβληματισμός χωρίς αρχή και τέλος. Αυτό δείχνει ότι η ουσία του ατόμου δεν είναι κάτι το αυτονόητο και προφανές. Απασχολεί σοβαρά τη φιλοσοφία και κάθε αντίστοιχη θεώρηση αποτελεί έναν σχετικό, όχι απόλυτο οδοδείκτη. Το να καταλαβαίνουμε νωρίς τον προορισμό μας, το να βρίσκουμε την αλήθεια που προσιδιάζει σε μας, την ιδέα που μας «κατευθύνει προς ένα αστέρι» (Χάιντεγκερ), όλα αυτά είναι στοιχεία που δεν αντιπροσωπεύουν τα πράγματα, την εξωτερική πραγματικότητα, αλλά τη μοναδικότητα της ατομικότητάς μας, την οντολογική μας συνθήκη και συνδέονται με μια καθορισμένη εκάστοτε μαρτυρία ζωής.

Μια τέτοια μαρτυρία ζωής είναι ο ίδιος.
Τι μαρτυρεί η ζωή του; Πως είχε μαζέψει όλη την καταιγίδα, τη σχετική με τον αφανισμό της ανθρώπινης-ατομικής ύπαρξης. 
Η ανθρώπινη ύπαρξη κινδυνεύει καθημερινά να αφανιστεί μέσα στην ανεξέλεγκτη εξωτερικότητα. 
Η ζωή μας είναι παγιδευμένη στη διχαστική και πολωτική αντίθεση υποκειμενικότητας και αντικειμενικότητας. Ο Χέγκελ επιχείρησε να υπερβεί αυτή την αντίθεση μέσα από τον διαλεκτικό Λόγο του πνεύματος, του απόλυτου: Η αλήθεια είναι το όλο.

Ο Κίρκεγκοορ επιδίδεται σε έναν ενδοσκοπικό συλλογισμό γύρω από το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης: ο άνθρωπος δεν προορίζεται να είναι οικονομικό μέγεθος, εξάρτημα μηχανών και μηχανισμών, υπήκοος ενός σιδερόφρακτου συστήματος του κόσμου. Απεναντίας ανάγει την ουσία του στο άτομο, μέσα από το οποίο πρέπει να περάσει η ιστορία, ο χρόνος, ο ανθρώπινος κόσμος ως ολότητα.

Ο Κίργκεγκοορ τοποθετεί τον εαυτό του μέσα στην αγωνία, έτσι όπως τη βίωνε ως αγωνία έναντι στο μηδέν και έναντι στο υπάρχειν. Τον διαχώριζε από το Εγώ άλλων φιλοσόφων που ύψωναν/υψώνουν συστήματα για θέα και όχι για οίκηση. Όπως έλεγε, δεν ωφελεί να κτίζει κανείς λαμπρά οικοδομήματα, όπως κάνουν οι φιλόσοφοι, και να μένει σε καλύβα. Με αυτό ήθελε να πει ότι πρέπει να οικούμε την αλήθεια άμεσα, βιωματικά και όχι να ομιλούμε αφηρημένα για αυτή. Πρέπει να έχουμε κοινό πεπρωμένο με την αλήθεια, να γινόμαστε οι ίδιοι αλήθεια.

Αλλά ποια αλήθεια;

Εκείνη του ζην όχι ως μιας βιολογικής διαπόρευσης, αλλά ως υποστασιακής εγρήγορσης, ως υψηλής αυτοσυνειδησίας, ως υπόστασης που τείνει διαρκώς να υπερβαίνει τον εαυτό της ως προφάνεια, ως αντι-κειμενικότητα. Η αλήθεια επομένως, για τον φιλόσοφο, δεν αφορά σε κάποιο διανοητικό, ιδεολογικό ή κοσμοθεωρητικό σχήμα που καθιστά το άτομο αντι-κείμενο, πράγμα, αλλά στον εαυτό της ως εκείνον τον εαυτό που το ανθρώπινο άτομο καλείται κάθε φορά να προτάσσει ως αίτημα ζωής.




Τα ημερολόγια του: Τα ημερολόγια του Κίρκεγκοορ έχουν ιδιαίτερη σημασία για την κατανόηση του ίδιου του Κίρκεγκοορ και του έργου του. Στα ημερολόγιά του περιλαμβάνονται πάνω από 7.000 χιλιάδες χειρόγραφες σελίδες στις οποίες περιγράφονται σημαντικά γεγονότα, στοχασμοί, σκέψεις σχετικά με τα έργα του και σχόλια για καθημερινά ζητήματα. Η επιμέλεια και η έκδοση της πλήρους συλλογής των ημερολογίων στη δανική έγινε σε 13 τόμους, οι οποίοι περιλαμβάνονται σε 25 βιβλιοδετικές θήκες περιλαμβανομένων και των ευρετηρίων. Η πρώτη έκδοση των ημερολογίων στα αγγλικά έγινε από τον Αλεξάντερ Ντρου (Alexander Dru) το 1938.




Η Ρεγκίνε Όλσεν, ο έρωτας της ζωής του και η μούσα για το συγγραφικό του έργο

Τα ημερολόγιά του αποκαλύπτουν πολλές και διαφορετικές πτυχές του Κίρκεγκοορ και του έργου του και συμβάλουν ώστε να αποσαφηνιστούν πολλές από τις ιδέες του. Το καλαίσθητο και ποιητικό ύφος των ημερολογίων του ξεχωρίζει ανάμεσα στα συγγράμματά του. Ο Κίρκεγκοορ έπαιρνε στα σοβαρά τη συγγραφή των ημερολογίων του και μάλιστα έγραψε κάποτε ότι αποτελούσαν τον «πιο αξιόπιστο έμπιστό» του:


«Δεν έχω εκμυστηρευθεί ποτέ σε κανέναν. Ως συγγραφέας, το κοινό είναι κατά μία έννοια ο έμπιστός μου. Αλλά για να τιμήσω τη σχέση μου με το κοινό θα πρέπει, και πάλι, να θεωρήσω ως έμπιστούς μου τις επερχόμενες γενιές. Οι ίδιοι άνθρωποι που γελάνε με κάποιον τη μια στιγμή δεν θα μπορούσαν να γίνουν ταυτόχρονα και έμπιστοί του.» — 

Σαίρεν Κίρκεγκοορ, Ημερολόγιο (4 Νοεμβρίου 1847)

Πολλοί από τους αφορισμούς που αποδίδονται στον Κίρκεγκοορ προέρχονται από τα ημερολόγιά του. Το ακόλουθο απόσπασμα αποτελεί έναν από τους αφορισμούς που παρατίθενται περισσότερο, ο οποίος αποτελεί θεμελιώδη δήλωση για τις μελέτες του υπαρξισμού:


«Ο σκοπός είναι να βρεθεί μια αλήθεια η οποία είναι αληθινή για εμένα, να βρεθεί η ιδέα για την οποία μπορώ να ζήσω και να πεθάνω». 

Αυτό το απόσπασμα γράφτηκε την 1η Αυγούστου 1835.


Αν και τα ημερολόγια του Κίρκεγκωρ φωτίζουν κάποιες πτυχές της ζωής και του έργου του, ο ίδιος προνόησε ώστε να μην αποκαλύψει πολλά πράγματα μέσω αυτών. Απότομες αλλαγές στη σκέψη του, επαναλαμβανόμενες φράσεις και ασυνήθιστες εναλλαγές, περιλαμβάνονται στις τακτικές του Κίρκεγκοορ που αποσκοπούν στην συσκότιση του αναγνώστη. Ως συνέπεια, υπάρχουν πολλές παραλλαγές και ερμηνείες των ημερολογίων του. Εντούτοις, ο Κίρκεγκοορ δεν αμφισβήτησε τη σπουδαιότητα που θα είχαν στο μέλλον τα ημερολόγιά του. 

Το 1849, ο Κίρκεγκοορ έγραψε:


«Μόνο ένας νεκρός μπορεί να τα καταφέρει με την κατάσταση της Δανίας. Η ακολασία, ο φθόνος, το κουτσομπολιό και η μετριότητα επικρατούν παντού. Αν επρόκειτο να πεθάνω τώρα το αποτέλεσμα της ζωής μου θα ήταν εξαιρετικό, πολλά από αυτά που απλά προχειρόγραψα στα ημερολόγιά μου θα γινόταν σημαντικά και θα είχαν μεγάλη επίδραση, διότι τότε οι άνθρωποι θα μπορούσαν να συμφιλιωθούν μαζί μου και να μου εκχωρήσουν αυτό που ήταν και είναι, δικαίωμά μου.» —
 Ημερολόγιο (Δεκέμβριος 1849)

Ο Χριστιανισμός γίνεται κενή θρησκεία: Συνεπώς, η πολιτική δομή της κρατικής Εκκλησίας είναι προσβλητική και επιζήμια για το άτομο, αφού οποιοσδήποτε μπορεί να γίνει «Χριστιανός» χωρίς να γνωρίζει τι σημαίνει το να είναι κάποιος Χριστιανός. Είναι επίσης επιζήμιο για την ίδια τη θρησκεία καθώς υποβιβάζει τη Χριστιανοσύνη σε παράδοση του συρμού την οποία ενστερνίζονται άπιστοι «πιστοί», με τη «λογική της αγέλης».



«Αν η Εκκλησία είναι «ανεξάρτητη» από το Κράτος, είναι όλα εντάξει. Θα μπορούσα άμεσα να αποδεχθώ μια τέτοια κατάσταση. Αν όμως η Εκκλησία πρόκειται να χειραφετηθεί, τότε θα πρέπει να ρωτήσω: Με τι μέσα, με ποιον τρόπο; Ένα θρησκευτικό κίνημα θα πρέπει να υπηρετείται θρησκευτικά—διαφορετικά αποτελεί μια φενάκη! Κατά συνέπεια, η χειραφέτηση θα πρέπει να συμβεί μέσω μαρτυρίου—αιματηρά ή αναίμακτα. Το κόστος αυτής της εξαγοράς είναι η πνευματική νοοτροπία. Αλλά εκείνοι που εύχονται να γίνει η χειραφέτηση της Εκκλησίας με πολιτικά ή εγκόσμια μέσα (δηλ. χωρίς μαρτύριο), έχουν εισαγάγει μια αντίληψη της ανοχής τελείως σύμφωνη με εκείνη όλου του κόσμου, σύμφωνα με την οποία η ανοχή ισοδυναμεί με την αδιαφορία, πράγμα που αποτελεί την πιο τρομερή προσβολή κατά της Χριστιανοσύνης. [...] 

Το δόγμα της κατεστημένης Εκκλησίας, η οργάνωσή της, είναι και τα δύο πράγματι πολύ καλά. 

Ω, υπάρχουν όμως και οι ζωές μας: πιστέψτε με, είναι πράγματι αξιολύπητες.»— 

 Ημερολόγιο (Ιανουάριος 1851)

Με βολές κατά της ανεπάρκειας και της διαφθοράς των Χριστιανικών εκκλησιών, ο Κίρκεγκοορ φαίνεται να προλαβαίνει φιλοσόφους όπως ο Νίτσε οι οποίοι έμελλε να ασκήσουν κριτική στην Χριστιανική θρησκεία.


«Ρωτάω: Τι νόημα έχει όταν συνεχίζουμε να συμπεριφερόμαστε σαν να ήταν όλα όπως θα έπρεπε να είναι, αποκαλώντας τους εαυτούς μας Χριστιανούς σύμφωνα με την Καινή Διαθήκη, όταν τα πρότυπα της Καινής Διαθήκης δεν υπάρχουν στη ζωή μας; Την τρομακτική δυσαναλογία που αντιπροσωπεύει αυτή η κατάσταση πραγμάτων την έχουν αντιληφτεί πολλοί. Η μορφή που δίνουν στα πράγματα είναι η εξής: Η ανθρώπινη φυλή έχει ξεπεράσει τον Χριστιανισμό.»
Ημερολόγιο (19 Ιουνίου 1852)


Προέβλεψε την υστεροφημία του και προείδε ότι το έργο του θα γινόταν αντικείμενο έντονης μελέτης και έρευνας. Στα ημερολόγία του είχε γράψει:


«Η εποχή μας δε χρειάζεται κάποια μεγαλοφυία —έχει αρκετές μεγαλοφυίες, αλλά έναν μάρτυρα, ο οποίος για να διδάξει τους ανθρώπους να υπακούν θα γίνει ο ίδιος υπάκουος μέχρι θανάτου. Η εποχή μας χρειάζεται αφύπνιση. Έτσι, κάποια μέρα, όχι μόνο τα γραπτά μου αλλά όλη η ζωή μου, όλο το περίπλοκο μυστήριο του συστήματος [δηλ. το φιλοσοφικό οικοδόμημα του Κίρκεγκοορ] θα μελετάται ξανά και ξανά. 
Ποτέ δεν θα ξεχάσω τον τρόπο που με βοηθάει ο Θεός και έτσι η τελευταία μου ευχή θα είναι όλα να είναι προς δόξαν Του.»


Στο ημερολόγιό του ο Κίρκεγκοορ έγραψε σχετικά με την αγάπη του για την Ρεγκίνε:


«Ω της καρδιάς μου δέσποινα, αποθησαυρισμένη στα πιο απρόσιτα κελιά του κάστρου της καρδιάς μου, ο νους μου όλος είν’ εκεί… ω άγνωστη θεά! Ναι, μπορώ να πιστέψω πράγματι στων ποιητών τους μύθους, πως, όταν πρωτοθωρεί κανείς τον έρωτά του, μοιάζει η όψη της να ‘ρχεται από παλιά, πως η αγάπη ολάκερη—σαν σύμπασα τη γνώση—είναι στη μνήμη ριζωμένη, πως κι η αγάπη είν’ κι αυτή προφήτισσα, του λόγου της 
[...] Μου φαίνεται πως και να σώρευα όλων των νιων το κάλλος, μόλις που θα κατάφερνα ν’ αγγίξω το δικό σου·
και πως, για νά βρω τον χαμένο μου τον τόπο, εκείνον που μου δαχτυλοδειχτεί το πιο βαθύ μυστήριο όλης της ύπαρξής μου, όλο τον κόσμο θα ’πρεπε να τονε περιπλεύσω· 
και την επόμενη στιγμή είσαι τόσο κοντά μου, πληρώνοντας το πνεύμα μου με τέτοια ισχύ και σθένος,
που γίνομαι άλλος άνθρωπος και νιώθω τι όμορφα που ’ναι να ’μαι εδώ.» — 
Ημερολόγιο (2 Φεβρουαρίου 1839)


Ο Κίρκεγκοορ τόνισε επίσης τη σημασία της προσωπικότητας του ατόμου και τη σχέση που έχει η προσωπικότητα του ατόμου με τον κόσμο καθώς στηρίζεται στην αντανάκλαση του ίδιου του εαυτού της και στην ενδοσκόπηση. Στο έργο του Ολοκλήρωση ενός Μη Επιστημονικού Υστερογράφου στα Φιλοσοφικά Ψιχία υποστηρίζει ότι «η υποκειμενικότητα είναι μια αλήθεια» και ότι «η αλήθεια είναι υποκειμενική». Αυτή η άποψη αφορά τη διάκριση μεταξύ τού τι είναι αντικειμενικά αληθές και της υποκειμενικής σχέσης του ατόμου (όπως, για παράδειγμα, αδιαφορία ή αφοσίωση) με αυτή την αλήθεια. Άτομα που με οποιοδήποτε τρόπο πιστεύουν τα ίδια πράγματα μπορεί να σχετίζονται με αυτά τα πιστεύω με αρκετά διαφορετικό τρόπο. Δύο άτομα μπορεί να πιστεύουν αμφότερα ότι πολλοί γύρω τους είναι φτωχοί και χρειάζονται βοήθεια αλλά η επίγνωση αυτού του γεγονότος μπορεί να οδηγήσει μόνο τον ένα να πάρει την απόφαση να βοηθήσει ενεργά τους φτωχούς.

Εντούτοις, ο Κίρκεγκοορ κατά κύριο λόγο εξετάζει την υποκειμενικότητα σε σχέση με τα θρησκευτικά ζητήματα. Όπως ήδη σημειώθηκε, υποστηρίζει ότι η αμφιβολία αποτελεί στοιχείο της πίστης και ότι είναι αδύνατο να αποκτηθεί οποιαδήποτε αντικειμενική βεβαιότητα σχετικά με τις θρησκευτικές διδασκαλίες, όπως είναι η ύπαρξη του Θεού και η ζωή του Ιησού Χριστού. Το μέγιστο στο οποίο θα μπορούσε κανείς να αποβλέπει θα ήταν το συμπέρασμα ότι είναι πιθανό οι χριστιανικές διδασκαλίες να είναι αληθείς, αλλά αν ένα άτομο θα πίστευε αυτές τις διδασκαλίες μέχρι του σημείου που φαίνεται πιθανό ότι είναι αληθείς τότε αυτό το άτομο δεν θα ήταν καθόλου γνήσια θρησκευόμενο. Η πίστη συνίσταται στην υποκειμενική σχέση της απόλυτης αφοσίωσης με αυτές τις διδασκαλίες.

Οι τρεις σφαίρες της ανθρώπινης ύπαρξης: 
Ο Κίρκεγκοορ παρουσιάζει στα έργα του τρεις κοσμοθεωρητικές κινήσεις: την αισθητική, την ηθική και τη θρησκευτική. Με αυτές δηλώνει τρεις αντίστοιχους τρόπους, σφαίρες ή στάδια ύπαρξης που μπορεί να βιώνει ο άνθρωπος. Δεν σημαίνει κατ’ ανάγκη ότι ο άνθρωπος ανήκει αποκλειστικά σε μία από αυτές τις «σφαίρες ύπαρξης» καθώς σε διάφορες φάσεις ή στάδια της ζωής του μπορεί να μετακινείται από τη μία στην άλλη. 

Ο αισθητικός τύπος έχει την τάση «να ζει για τη στιγμή», για οτιδήποτε διασκεδαστικό, ενθουσιώδες ή ενδιαφέρον του προκύπτει. Η ζωή του στερείται σταθερότητας και προσήλωσης σε έναν μόνιμο σκοπό και αλλάζει πορεία κατά τη διάθεση ή την περίσταση.

Οι εξωτερικοί παράγοντες παίζουν καθοριστικό ρόλο στη ζωή ενός τέτοιου ατόμου, που πολύ πιθανόν το οδηγούν στη μοιρολατρία. Ο ηθικός τύπος παρουσιάζεται να επικεντρώνεται στην προσωπικότητά του και στην αυτογνωσιακή «επιλογή του εαυτού». Σε αντίθεση με τον αισθητικό τύπο ανθρώπου, η προσοχή του ηθικού τύπου είναι στραμμένη προς την ίδια του τη φύση, την ουσιώδη πραγματικότητά του ως ανθρώπινου όντος, το οποίο διαθέτει συγκεκριμένες ικανότητες, κλίσεις και πάθη. Έχει την τάση να αναλαμβάνει τις ευθύνες του ενσυνείδητα και οικειοθελώς. Θέτει μια «υψηλή μορφή» ως πρότυπο και εργάζεται ώστε να το μιμηθεί. Όσον αφορά τον θρησκευτικό τύπο, αυτός θεωρεί ότι η θρησκευτική πίστη αποτελεί «το υψηλότερο πάθος του ανθρώπου». Αυτό προϋποθέτει ότι το άτομο είναι πλέον ηθικά ευαίσθητο και ώριμο για να βιώσει αυτό τον τρόπο ύπαρξης.

Η διάσταση που υφίσταται μεταξύ του ηθικού και θρησκευτικού τύπου γίνεται φανερή στην περίπτωση της απόπειρας να θυσιάσει ο Αβραάμ το γιο του. Για να ανταποκριθεί στη θεϊκή επιταγή θα έπρεπε όχι μόνο να ξεπεράσει τα πατρικά αισθήματα αγάπης αλλά και τη βαθιά ριζωμένη ηθική που απαγορεύει το φόνο ενός αθώου ανθρώπου. Ενώ ο Αγαμέμνων αποφασίζει να θυσιάσει την κόρη του Ιφιγένεια για το κοινό καλό και μπορεί να «ευφρανθεί στην ασφάλεια της καθολικότητας», ο «βασιλιάς της πίστης» Αβραάμ έχει υπερβεί το ηθικό στάδιο και την έλλογη σκέψη και συμπεριφορά και έθεσε τον εαυτό του σε «απόλυτη σχέση με το απόλυτο».

Σύμφωνα με αυτή την οπτική, τα ηθικά προστάγματα λαμβάνουν «εντελώς διαφορετική έκφραση». Αυτή η θρησκευτική πίστη βρίσκεται πέραν της αιγίδας των ανθρώπινων κριτηρίων περί της λογικής και δεν μπορούν να δικαιολογηθούν οι συνέπειές της με αυτούς τους όρους. 


 Στο βιβλίο του «Φόβος και τρόμος» παρουσιάζει τη φύση της θρησκευτικής εμπειρίας υπό το φως του δράματος που έζησε ο Αβραάμ, όταν πήρε από τον Θεό τη διαταγή να σκοτώσει τον γιο του Ισαάκ και υπακούοντας σε αυτήν ακολούθησε την πίστη του, ερχόμενος σε ρήξη με τους ανθρώπους και τους κανόνες που ρυθμίζουν τις κοινωνικές τους σχέσεις. Σύμφωνα με τον Κίρκεγκορ, ο οποίος θεωρεί ότι το ανθρώπινο ον πελαγώνει στην προοπτική των αντιφατικών δυνατοτήτων που ανοίγονται μπροστά του τη στιγμή που πρέπει να πάρει μιαν απόφαση, ο Αβραάμ βρέθηκε τότε στην κόλαση του τρόμου και της αγωνίας, κυριαρχημένος από αβεβαιότητα και απελπισία.

«Αν η πεταλούδα είχε ξεχάσει εντελώς ότι είχε υπάρξει κάμπια,
θα μπορούσε ίσως στη συνέχεια να ξεχάσει ότι ήταν πεταλούδα και να γίνει ψάρι. 
Η βαθύτερη φύση δεν ξεχνάει ποτέ τον εαυτό της 
και ποτέ δεν γίνεται τίποτε άλλο από αυτό που είναι». 

Το απόφθεγμα αυτό του Κίρκεγκοορ από τον «Φόβο και τρόμο» χαρακτηρίζει με τον ιδανικότερο τρόπο τον εσωτερικό κόσμο των ανθρώπινων όντων, αποκαλύπτοντας τη βαθύτερη φύση του

Αναφορικά με τις θρησκευτικές απόψεις του Κίρκεγκοορ, ο Σαρτρ προβάλλει το σύνηθες επιχείρημα κατά της ύπαρξης του Θεού: Αν η ύπαρξη προηγείται της ουσίας, τότε συνάγεται από τη σημασία του όρου αισθητικός, ότι ένα ον με αισθήσεις δεν μπορεί να είναι πλήρες ή τέλειο. Σύμφωνα με τη διατύπωση του Σαρτρ στο έργο του Το Είναι και το Μηδέν, ο Θεός θα ήταν pour-soi [ένα ον με αισθήσεις και συνειδητότητα] ο οποίος θα ήταν ταυτόχρονα και en-soi [ένα ον σε μη συνειδητή κατάσταση πληρότητας], το οποίο αποτελεί αντίφαση.

Ο Σαρτρ συμφωνεί με την ανάλυση του Κίρκεγκοορ ότι ο Αβραάμ ένιωσε έντονη ανησυχία (ο Σαρτρ την ονομάζει «αγωνία»), αλλά ο Σαρτρ δεν συμφωνεί με το ότι ο Θεός του είπε να το κάνει. Στη διάλεξή του, Ο Υπαρξισμός είναι Ανθρωπισμός, αναφέρει:

«Ο άνθρωπος που ψεύδεται αυτοδικαιούμενος, λέγοντας ότι «κανένας δεν θα το κάνει», θα πρέπει να έχει ανήσυχη τη συνείδησή του, διότι το ψεύδος υπονοεί ότι υφίσταται μια ευρύτερη αξία την οποία αρνείται. Η προσπάθεια απόκρυψής της αποκαλύπτει την αγωνία του. Αυτή την αγωνία αποκάλεσε ο Κίρκεγκωρ «αγωνία του Αβραάμ». Είναι γνωστό το ιστορικό: Ένας άγγελος διέταξε τον Αβραάμ να θυσιάσει το γιο του· η υπακοή ήταν υποχρεωτική, αν πραγματικά ήταν άγγελος αυτός που είχε εμφανιστεί και του είχε πει: «Αβραάμ, θυσίασε το γιο σου». Αλλά οποιοσδήποτε θα βρισκόταν σε μια τέτοια κατάσταση θα αναρωτιόταν, πρώτον, αν ήταν εκείνος πράγματι ένας άγγελος και δεύτερον, αν το ίδιο το άτομο είναι ο Αβραάμ. Ποιες είναι οι αποδείξεις;
Κάποια γυναίκα που πάσχει από παραισθήσεις λέει ότι την τηλεφωνούν και τις δίνουν εντολές. Ο γιατρός ρωτάει: «Ποιος είναι αυτός που σου μιλάει;» Εκείνη απαντάει: «Λέει ότι είναι ο Θεός». Τι θα αποδείκνυε, στην πραγματικότητα, σε αυτή τη γυναίκα ότι ήταν ο Θεός; Αν ένας άγγελος εμφανιζόταν σε εμένα, τι θα με έπειθε ότι είναι άγγελος; Ή, αν ακούω φωνές, ποιος μπορεί να αποδείξει ότι προέρχονται από τον ουρανό και όχι από την κόλαση, ή από το δικό μου υποσυνείδητο ή από κάποια παθολογική κατάσταση; Ποιος μπορεί να αποδείξει ότι οι φωνές πράγματι απευθύνονται σε εμένα; — 

[Ζαν Πολ Σαρτρ, Ο Υπαρξισμός είναι Ανθρωπισμός]




Μερικά αποφθέγματα του:

Οι περισσότεροι άνθρωποι είναι υποκειμενικοί με τον εαυτό τους και αντικειμενικοί με τους άλλους -τρομακτικά αντικειμενικοί μερικές φορές. Όμως σκοπός είναι να είμαστε αντικειμενικοί με τον εαυτό μας και υποκειμενικοί με τους άλλους

Οι άνθρωποι απαιτούν ελευθερία λόγου σαν αντιστάθμισμα στην ελευθερία σκέψης που σπάνια χρησιμοποιούν.

Το μίσος είναι η αγάπη που έχει ξεμεθύσει.

Πέρα από το γεγονός ότι η αδράνεια είναι η ρίζα όλων των κακών, είναι μάλλον το μόνο πραγματικά καλό.

Η κατάσταση των τριών μεγάλων μονοθεϊστικών θρησκειών: μία άμαξα όπου ο οδηγός είναι Εβραίος, ο επιβάτης Χριστιανός, ενώ στο πορτ παγκάζ είναι στοιβαγμένος ο Μουσουλμάνος.

To πλήθος είναι το αντίθετο της αλήθειας

H αλήθεια είναι πάντα με το μέρος της μειοψηφίας

 Πόσο απίθανοι είναι οι άνθρωποι! Δεν κάνουν ποτέ χρήση των ελευθεριών που κατέχουν, αλλά διεκδικούν εκείνες που δεν κατέχουν.

  Αλίμονο, η θύρα της ευτυχίας δεν ανοίγει προς τα μέσα, και σε τίποτα δεν ωφελεί να πέσει κανείς πάνω της για να την παραβιάσει· ανοίγει προς τα έξω. 
Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.


 Πηγές εδώ και εδώ

Παρασκευή 26 Σεπτεμβρίου 2014

Ιβάν Παβλώφ [ 1849-1936 ]



 Ο Ιβάν Πέτροβιτς Παβλώφ γεννήθηκε στις 26 Σεπτεμβρίου 1849, στο Ριαζάν (Ryazan), μια αγροτική πόλη της κεντρικής Ρωσίας.


 Ήταν ο πρωτότοκος γιος ενός ιερέα της ενορίας του Ριαζάν, του Πέτερ Ντιμιτρίεβιτς Παβλώφ και της Βαρβάρας Ιβάνοβνα. Ο Πέτερ Παβλώφ διέφερε από άλλους ιερείς της εποχής του καθώς ήταν ιδιαίτερα μορφωμένος και είχε αρκετά μοντέρνες ιδέες για την εποχή του. Του άρεσε πολύ να ενημερώνεται και να μελετά για διάφορα ζητήματα και, όποτε η οικονομική κατάσταση της οικογένειας το επέτρεπε, αγόραζε βιβλία τα οποία αποτελούσαν πραγματικά «μικρά κειμήλια», «θησαυρούς» για όλα τα μέλη της οικογένειας. Ο Ιβάν θυμόταν πάντα τον πατέρα του να τον συμβουλεύει να διαβάζει ένα βιβλίο δύο φορές έτσι ώστε να το κατανοεί καλύτερα και σε μεγαλύτερο βάθος.

Ο Πέτερ Παβλώφ έχαιρε ιδιαίτερης εκτίμησης και σεβασμού στην ενορία της πόλης του. Ήταν άνθρωπος σπανίων χαρισμάτων τα οποία, όπως συχνά έλεγε, είχε κληρονομήσει και ο γιος του, Ιβάν. Ήταν συνεπής με τον εαυτό του και με τους άλλους, επίμονος, είχε αποφασιστική θέληση αλλά και τρομερή φυσική δύναμη. Πράγματι, έτσι ακριβώς ήταν και ο Ιβάν Παβλώφ!

Όμως η ζωή του αγροτικού κλήρου εκείνη την εποχή ήταν ιδιαίτερα σκληρή, ειδικά για όσους εργάζονταν στα κατώτερα στρώματα ιεραρχίας της Εκκλησίας. Έπρεπε να αγωνίζονται για την καθημερινή επιβίωση και η ζωή τους δεν διέφερε πολύ από οποιουδήποτε αγρότη της περιοχής. Η αγροτική εργασία άλλωστε ήταν και η βασική πηγή εισοδήματος της οικογένειας Παβλώφ. Παρόλα αυτά, ακόμη και οι ιδιαίτερες αυτές συνθήκες, δηλαδή ο συνδυασμός της σκληρής σωματικής εργασίας με τη διαρκή προσπάθεια πνευματικής καλλιέργειας, διαμόρφωσαν μια γενιά ανθρώπων δυνατών, υγιών και ενεργητικών, μέλος της οποίας ήταν και ο Ιβάν Παβλώφ.

Η μητέρα του, η Βαρβάρα Ιβάνοβνα, καταγόταν επίσης από οικογένεια κληρικών. Η υγεία της κατά τη νεότητά της ήταν εξαιρετική και την κληρονόμησαν και τα τρία πρώτα παιδιά της, ο Ιβάν, ο Ντιμίτρι και ο Πέτερ. Και οι τρεις αποφοίτησαν από το Εκκλησιαστικό Σχολείο του Ριαζάν και από το Πανεπιστήμιο και κατέλαβαν αργότερα υψηλές ακαδημαϊκές θέσεις. Μάλιστα, ο ένας έγινε αργότερα και βοηθός του Μεντελέγιεφ. Μετά όμως τη γέννηση των τριών πρώτων παιδιών της η Βαρβάρα Ιβάνοβνα αρρώστησε βαριά (αναφέρεται ότι επρόκειτο για ψυχική ασθένεια, γεγονός το οποίο αποτέλεσε ιδιαίτερο κίνητρο για τον Παβλώφ για τη διερεύνηση ειδικών περιπτώσεων Ψυχοπαθολογίας) και τα επόμενα έξι παιδιά που έφερε στον κόσμο πέθαναν σε νεαρή ηλικία από διάφορες επιδημίες. Τα τελευταία δύο, ο Σέργιος και η Λυδία, δεν ήταν τόσο «χαρισματικά» όσο οι τρεις πρώτοι γιοι της οικογένειας. Ο Σέργιος αποφοίτησε από το Εκκλησιαστικό Σχολείο και παρέμεινε στο Ριαζάν εργαζόμενος ως ιερέας. Πέθανε από τύφο κατά τη διάρκεια της Ρωσικής Επανάστασης.

Ο Ιβάν μεγάλωσε με την παρέα των αδερφών του που τον συνόδευαν σε όλες του τις δραστηριότητες καθώς οι γονείς τους ήταν απασχολημένοι πολλές ώρες στην καθημερινή σκληρή εργασία τους. Είναι γεγονός ότι η οικογένεια Παβλώφ επέτρεπε σημαντική ελευθερία στα παιδιά της, στοιχείο το οποίο τα διαμόρφωσε σε αρκετά αυτόνομα και ανεξάρτητα άτομα. Έκαναν πολλούς φίλους στη γειτονιά, με τους οποίους έπαιζαν καθημερινά και ένα από τα πιο αγαπημένα τους παιχνίδια, με το οποίο ο Ιβάν συνέχισε να ασχολείται και σε μετέπειτα ηλικίες, ήταν το ρωσικό παιχνίδι gorodgee. Παράλληλα, ο νεαρός Ιβάν είχε από νεαρή ηλικία μια φυσική αρέσκεια και κλίση στη σωματική δραστηριότητα και άσκηση. Η κλίση αυτή μετατράπηκε αργότερα σε πραγματική λατρεία και πάθος για την άθληση και τα σπορ, και έτσι είχε γίνει πραγματικά, κατά τη φοίτησή του εκεί, η «ψυχή» του Physicians’ Gymnastic Society. O καθηγητής Παβλώφ έλεγε αργότερα ότι για τον ίδιο «το αίσθημα ευχαρίστησης που απολάμβανε μετά από επιτυχή μυική δραστηριότητα ήταν πολύ μεγαλύτερο από τη χαρά που ένιωθε επιλύοντας ένα νοητικό πρόβλημα». Το αποκαλούσε, μάλιστα, χαρακτηριστικά «μυική ευχαρίστηση» (muscular gladness).

Είναι γεγονός ότι ο Ιβάν Παβλώφ μεγάλωσε σε μια οικογένεια στην οποία επικρατούσε ένα σοβαρό αλλά παράλληλα και φιλικό πνεύμα, και η ατμόσφαιρα αυτή συνέβαλε στην ανάπτυξη της σοβαρότητας αλλά και της αισιοδοξίας με την οποία αντιμετώπιζε πάντα τα ερωτήματα που συναντούσε στη ζωή του. Από παιδική ηλικία διαφαίνονταν στο μικρό Ιβάν, ή Βάνια όπως τον αποκαλούσαν, τα στοιχεία προσωπικότητας που θα τον συνόδευαν και στην ενήλικη επιτυχημένη σταδιοδρομία του. Όποτε επιχειρούσε κάτι, έβαζε όλη του την ψυχή σε αυτό μέχρι να επιτύχει το στόχο του: στο παιχνίδι, στην άθληση ή στη σχολική εργασία. Τον ίδιο ζήλο και ενθουσιασμό επεδείκνυε αργότερα και στις διαλέξεις του στο Πανεπιστήμιο ή στα εργαστήρια. Δεν τον απασχολούσε ο ανταγωνισμός, η υπερίσχυση έναντι των αντιπάλων του, όσο το να μπορεί σε καθετί να βάζει όλες τις δυνάμεις του, όλο του το «είναι», ώστε να το ολοκληρώνει με τον πιο τέλειο δυνατό τρόπο!


Εκπαίδευση
Ο Ιβάν Παβλώφ έμαθε για πρώτη φορά να γράφει και να διαβάζει από μια ηλικιωμένη κυρία σε ηλικία 7 ετών. Όμως στην ηλικία των 10 ετών είχε ένα πολύ σοβαρό ατύχημα πέφτοντας από έναν τοίχο, γεγονός που καθυστέρησε τη σχολική του εκπαίδευση. Επέστρεψε στο σχολείο ένα χρόνο αργότερα, μαζί με τον νεώτερο αδερφό του Ντιμίτρι, στο Εκκλησιαστικό Σχολείο του Ριαζάν.

Μετά την αποφοίτησή του εισήχθη στο Ryazan Ecclesiastical Seminary καθώς πίστευε ότι θα ακολουθούσε τα βήματα του πατέρα του και θα γινόταν ιερέας. Στο σχολείο όμως είχε την ευκαιρία να παρακολουθήσει μαθήματα διαφόρων κλάδων και, περισσότερο, μαθήματα που σχετίζονταν με τη Λογική ανάλυση και τις εφαρμογές της. Αυτά απέσπασαν το μεγαλύτερο μέρος του ενδιαφέροντός του και άρχισε τότε για πρώτη φορά να συναρπάζεται από τη μαγεία των Θετικών Επιστημών. Ο ίδιος ανέφερε πάντα τον ενθουσιασμό που είχε αισθανθεί όταν διάβασε για πρώτη φορά τη ρωσική μετάφραση του G.H. Lewes «Practical Physiology». Πάντα ανακαλούσε με υπερηφάνεια το διάσημο αντίγραφο αυτού του βιβλίου που πέρασε από τα χέρια του όταν ο ίδιος ήταν μόλις 15 ετών.

Παράλληλα, ήταν τυχερός καθώς στο σχολείο του επικρατούσε ιδιαίτερη ελευθερία και δυνατότητα συζητήσεων μεταξύ μαθητών και καθηγητών σε πολλά ζητήματα. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με το ότι την ίδια περίοδο ο ίδιος εισερχόταν στην εφηβεία και ο ενθουσιασμός του διαβάζοντας γνωστά βιβλία περί του Δαρβίνου και της Φυσιολογίας καθώς και το σύγγραμμα του Σετσένωφ (Sechenov) «Ανακλαστικά του Εγκεφάλου» ήταν ασυγκράτητος, συνέτειναν στην απόφασή του να εγκαταλείψει από νωρίς την ιδέα του να γίνει ιερέας. Έτσι, το 1870, εγκατέλειψε οριστικά το Ecclesiastical Seminary για να εισαχθεί στο Πανεπιστήμιο της Αγίας Πετρούπολης.

Κατά τη φοίτησή του στο Πανεπιστήμιο πολλές σημαντικές εμπειρίες καθόρισαν τη μετέπειτα πορεία του. Εντυπωσιάστηκε ιδιαίτερα από τον καθηγητή του στη Φυσιολογία, τον Τσιόν (Tsyon), ο οποίος έστρεψε και το ενδιαφέρον του προς την έρευνα. Κατά την αποφοίτησή του, το 1875, συνέχισε τις σπουδές του στη Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία προκειμένου να αποκτήσει το πτυχίο Ιατρικής. Δεν επιθυμούσε να γίνει ιατρός αλλά να αποκτήσει τα κατάλληλα εφόδια για μια καριέρα στον ερευνητικό τομέα της Φυσιολογίας. Στη Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία εργάστηκε επί δύο συνεχή έτη ως βοηθός του καθηγητή Ουστίμοβιτς (Ustimovich) μελετώντας τις ειδικές διεργασίες του κυκλοφοριακού συστήματος, μελέτη που αργότερα αποτέλεσε τη βάση για πολλές δημοσιεύσεις του αλλά και το θέμα της διατριβής του για το πτυχίο της Ιατρικής.

Το 1880 αρραβωνιάστηκε με μια ελκυστική φοιτήτρια των Παιδαγωγικών, τη Σεραφίμα (Σάρα) Βασίλιεβνα Καρτσέφσκαγια, και ένα χρόνο αργότερα παντρεύτηκαν. Το ζευγάρι παρέμεινε στην Αγία Πετρούπολη και έπρεπε και οι δύο να εργάζονται σκληρά για να αντεπεξέλθουν στις οικονομικές απαιτήσεις. Ήταν όμως, όπως φαίνεται, «τύχη» για την Επιστήμη ότι ο Ιβάν Παβλώφ έζησε με μια γυναίκα τόσο τρυφερή και καλή που του παρείχε ένα ζεστό και αξιαγάπητο σπιτικό. Ίσως να οφείλεται σε εκείνη το γεγονός ότι ο ίδιος περνούσε πάντα τα βράδια του στο ήσυχο σπίτι του, μελετώντας, σαν να έβρισκε ένα καταφύγιο γαλήνης σε αυτό. Αφηνε όμως πάντα σε εκείνη τα πρακτικά ζητήματα της καθημερινότητας, και επίσης σπάνια ταξίδευε μόνος του. Η σύζυγός του είχε αναφέρει χαρακτηριστικά, σε ένα σχόλιό της το 1927, ότι «ο ίδιος δεν είχε αγοράσει ποτέ για τον εαυτό του ούτε ένα ζευγάρι παπούτσια»!

Απέκτησαν μαζί τέσσερα παιδιά. Ο πρωτότοκος γιος τους, ο Βίρτσικ, πέθανε ξαφνικά σε μικρή ηλικία. Ακολούθησε η γέννηση τριών γιών, των Βλαδίμηρου, Βίκτωρα και Βσέβολοντ. Ο τελευταίος μάλιστα έγινε γνωστός φυσικός και καθηγητής Φυσικής στο Λένιγκραντ το 1925. Το ζευγάρι απέκτησε επίσης μια κόρη, τη Βέρα.



Σταδιοδρομία
Ο Ιβάν Παβλώφ έλαβε το πτυχίο της Ιατρικής το 1883 και εργάστηκε από το 1884 έως το 1886 με δύο από τους πιο γνωστούς φυσιολόγους εκείνης της εποχής: το Λούντβιχ στη Λειψία και το Χάιντενχαϊν (Heidenhain) στο Μπρεσλάου. O Χάιντενχαϊν ασχολείτο με τη μελέτη των ειδικών διεργασιών της πέψης σε σκύλους κάνοντας χρήση ενός ειδικά «εξωτερικευμένου τμήματος» στομάχου του ζώου. Ουσιαστικά είχε ο ίδιος επινοήσει μια ειδική επέμβαση για τη δημιουργία ενός τέτοιου «σάκου», όπως τον αποκαλούσε, στο στομάχι, δεν είχε όμως βρει λύση στη διατήρηση της νευρολογικής λειτουργικής επάρκειας ενός τέτοιου απομονωμένου τμήματος του οργανισμού. Αργότερα ο Παβλώφ τελειοποίησε αυτή την επέμβαση η οποία μάλιστα καθιερώθηκε να αποκαλείται «ο σάκος των Χάιντενχαϊν-Παβλώφ» (Heidenhain-Pavlov pouch). Ο Παβλώφ εργάστηκε επίσης ως βοηθός του γνωστού κλινικού ιατρού Σ.Π. Μπότκιν (S.P. Botkin), ο οποίος χρησιμοποιούσε εκτεταμένα την πειραματική φαρμακολογία στις μελέτες του. Στο εργαστήριο αυτό ο Παβλώφ πραγματοποίησε τα γνωστά πειράματά του σχετικά με τη νευρολογική λειτουργία του καρδιακού συστήματος και την πρώτη μεγάλη του έρευνα σχετικά με τη λειτουργία των αδένων του πεπτικού συστήματος. Το 1888 ανακάλυψε το νευρολογικό υπόστρωμα ειδικών εκκρίσεων του παγκρέατος, αποτελέσματα τα οποία, επειδή ήταν δύσκολο να επαληθευτούν πειραματικά, ουσιαστικά αναγνωρίστηκαν επίσημα είκοσι χρόνια αργότερα.

Το 1890 εκλέχθηκε καθηγητής Φαρμακολογίας στη Στρατιωτική Ιατρική Ακαδημία της Αγίας Πετρούπολης. Στη θέση αυτή συνάντησε αρκετές δυσκολίες κυρίως μετά την ανοικτή σύγκρουσή του με τον καθηγητή του Πασούτιν (Pashootin), «έναν δεσποτικό άντρα στον οποίο οι περισσότεροι καθηγητές επεδείκνυαν αρκετή δουλοπρέπεια». Ο Παβλώφ εναντιωνόταν με τον πιο φανερό τρόπο στον καθηγητή και τελικά φαίνεται ότι «τιμωρήθηκε» για τη μη πειθαρχία του: η εκλογή του για τη θέση του καθηγητή Φυσιολογίας καθυστέρησε για δύο περίπου χρόνια και τελικά πραγματοποιήθηκε το 1897. Στη θέση αυτή παρέμεινε μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1924.

Το 1891 δημιουργήθηκε το πρώτο (ανά τον κόσμο) χειρουργικό τμήμα εργαστηρίου Φυσιολογίας στο Ινστιτούτο Πειραματικής Ιατρικής (Institute of Experimental Medicine) αποκλειστικά βάσει συστάσεων του καθηγητή Παβλώφ. Στο εργαστήριο αυτό ο Παβλώφ πραγματοποίησε όλα τα γνωστά πειράματα για τα οποία έμεινε στην Ιστορία και στο οποίο επίσης υφίσταντο, για πρώτη φορά, ειδικές ρυθμίσεις για τη φροντίδα των ζώων που χρησιμοποιούντο ως πειραματόζωα.

Το 1904 όμως ήταν η χρονιά που θα λάμβανε τη μεγαλύτερη τιμή όλων! Του απονεμήθηκε το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής για την ερευνητική του μελέτη σχετικά με τη λειτουργία των αδένων του πεπτικού συστήματος. Το πρώτο σύγγραμμα που περιελάμβανε τα δεδομένα αυτής της ερευνητικής εργασίας με τίτλο «The Works of the Digestive Glands», είχε δημοσιευτεί το 1897 και η πρώτη αγγλική μετάφραση κυκλοφόρησε το 1902. Το 1906 ο Ιβάν Παβλώφ εκλέχθηκε μέλος της Ρωσικής Ακαδημίας Επιστημών.

Η φήμη που απέκτησε όμως, ιδιαίτερα στο εξωτερικό, δημιούργησε πολλούς εχθρούς δίπλα του! Μετά την απονομή του Βραβείου Νόμπελ, οι επιθέσεις και η κριτική σχετικά με τη μελέτη των αδένων του πεπτικού συστήματος σταμάτησαν, άρχισε όμως πιο δριμεία κριτική σχετικά με την ερευνητική του εργασία για τα εξαρτημένα ανακλαστικά. Οι επικριτές του υποστήριζαν ότι «αυτή δεν είναι επιστημονική εργασία! Κάθε εκπαιδευτής σκύλων τα ήξερε αυτά εδώ και πολύ καιρό»! Η δυσαρέσκεια εναντίον του μεγάλωσε σε τέτοιο βαθμό που η συνέλευση της Στρατιωτικής Ιατρικής Ακαδημίας απέρριψε όλες τις διατριβές που προέρχονταν από το εργαστήριό του. Οι εχθροί του γίνονταν πλέον και πιο ενεργοί παρεμποδίζοντας και την εκλογή του ως προέδρου του Συλλόγου Ρώσων Ιατρών. Ο λόγος ήταν φυσικά ο υψηλός αριθμός δημοσιεύσεων από το εργαστήριό του.

Η φυσιολογία της πέψης
Ο Παβλώφ αφιέρωσε τα πρώτα δέκα χρόνια της ερευνητικής του εργασίας στο θέμα που είχε εξαρχής προσελκύσει το ενδιαφέρον του στην επιστήμη: τη μελέτη της πολυπλοκότητας του πεπτικού συστήματος. Μέχρι τότε η μελέτη της λειτουργίας της πέψης παρουσίαζε εξαιρετικές δυσκολίες κυρίως γιατί αφορούσε όργανα που ήταν «καλά κρυμμένα» και εξαιρετικά επιρρεπή σε χειρουργικά τραύματα. Οταν τα όργανα αυτά (πειραματόζωων) εκτίθονταν, λόγω χειρουργικής επέμβασης, εξωτερικά, σταματούσαν πλέον να λειτουργούν κανονικά. Έτσι, οι παρατηρήσεις που λαμβάνονταν είχαν πλέον ελάχιστη επιστημονική αξία. Η μεγάλη συνεισφορά του Παβλώφ έγκειται στο ότι μπόρεσε να παρατηρήσει τις φυσιολογικές πεπτικές λειτουργίες σε πειραματόζωα, μιμούμενος ουσιαστικά ένα σχεδόν απίθανο «φυσικό πείραμα» που είχε πραγματοποιηθεί νωρίτερα, στις αρχές του αιώνα!

Συγκεκριμένα, το 1822 ένας νεαρός Γαλλοκαναδός κυνηγός, ο Αλέξις Σαίν Μαρτέν, υπέφερε από μια πληγή από πυροβολισμό στο στομάχι του. Ο θεράποντας ιατρός του, ο Ουίλλιαμ Μπομόντ (1785-1853), θεώρησε ότι το τραύμα αυτό θα ήταν θανατηφόρο, παρόλα αυτά τον χειρούργησε υπό τις δεδομένες συνθήκες με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Ανέλπιστα ο ασθενής συνήλθε σύντομα, η τρύπα όμως στο τοίχωμα του στομάχου του παρέμεινε ως ένα ανοικτό «παράθυρο». Τότε ο Μπομόντ πρότεινε στον ασθενή του να συμμετέχει ως εθελοντής σε σχετικές έρευνες και έτσι μπόρεσε, για πρώτη φορά, να παρατηρήσει τι ακριβώς συνέβαινε στο εσωτερικό του στομάχου καθώς το υποκείμενό του κατανάλωνε τροφή, ή ο ίδιος τοποθετούσε ειδικά όργανα συλλογής, μέτρησης ή ανάλυσης των ουσιών που εκκρίνονταν από τις ειδικές λειτουργίες της πέψης. Μέχρι τότε, οι παρατηρήσεις του Μπομόντ ήταν οι μόνες που υπήρχαν σχετικά με τη φυσιολογική λειτουργία του πεπτικού συστήματος.

Ο Παβλώφ αποφάσισε να επαναλάβει τις παρατηρήσεις του Μπομόντ αλλά σε μια πιο εκλεκτική και ελεγχόμενη βάση: επιχείρησε να δημιουργήσει χειρουργικά «ανοίγματα» ή ειδικά συρίγγια σε διαφορετικά σημεία του πεπτικού συστήματος σκύλων. Η διαδικασία αυτή είχε επιχειρηθεί και από άλλους ερευνητές, φαίνεται όμως ότι ο Παβλώφ την πέτυχε για δύο σημαντικούς λόγους: ήταν ένας πολύ επιδέξιος χειρουργός που απεχθανόταν τη θέα του αίματος, γεγονός που ελαχιστοποιούσε την πρόκληση χειρουργικών τραυμάτων στα ζώα. Και, δεύτερον, ήταν ένας από τους πρώτους ερευνητές που εκτιμούσε ιδιαίτερα τη σημασία της αντισηπτικής Ιατρικής. Σε μια εποχή που οι άνθρωποι πέθαιναν ακόμα από μολύνσεις στους χειρουργικούς θαλάμους, ο Παβλώφ κατάφερε να εξασφαλίσει σε μεγάλο βαθμό την αντισηπτική καθαριότητα των επεμβάσεών του στα ζώα. Ετσι, παρά το γεγονός ότι ο πεπτικός σωλήνας αποτελούσε μια εξαιρετικά επικίνδυνη πηγή μολύνσεων, τα περισσότερα από τα ζώα που συμμετείχαν στις επεμβάσεις του συνέρχονταν άμεσα και συμμετείχαν σε υψηλό αριθμό πειραμάτων του.

Ο Παβλώφ δημιουργούσε τα ειδικά συρίγγια σε διαφορετικά σημεία του πεπτικού συστήματος και πραγματοποιούσε τα πειράματά του με συστηματικό τρόπο. Για παράδειγμα, αφού παρείχε στα ζώα διάφορα είδη τροφής, συνέλεγε, μετρούσε και ανέλυε χημικά τις ουσίες που εκκρίνονταν από διαφορετικά σημεία του πεπτικού συστήματος. Οι έρευνες αυτές και τα αποτελέσματά τους χάρισαν στον Ιβάν Παβλώφ το Βραβείο Νόμπελ Φυσιολογίας και Ιατρικής το 1904, και ακόμη και σήμερα αναφέρονται σε σύγχρονα εγχειρίδια περί της φυσιολογίας της πέψης.

Μεταξύ των πεπτικών εκκρίσεων που μελέτησε ο Παβλώφ ήταν και η έκκριση του σάλιου και παρατήρησε πολύ νωρίς ότι ακόμη και μια σταγόνα τροφής ή αραιού διαλύματος οξέως στη γλώσσα ενός σκύλου παράγει άμεσα έκκριση υψηλής ποσότητας σάλιου. Όμως, το σημείο που άλλαξε την πορεία των πειραμάτων του ήταν όταν άρχισε να παρατηρεί τις «ψυχογενείς εκκρίσεις» («psychic secretions») των σκύλων που ήταν ήδη εκπαιδευμένοι σε μια διαδικασία ρουτίνας στο εργαστήριο: οι σκύλοι άρχιζαν να εκκρίνουν σάλιο ακόμη και κατά την προκαταρκτική διαδικασία τοποθέτησής τους στην ειδική πειραματική συσκευή, ή ακόμη και με την απλή θέαση του εκπαιδευτή τους. Έτσι, τέθηκαν για πρώτη φορά οι βάσεις πάνω στις οποίες ο Παβλώφ θα στήριζε το επόμενο σημαντικό βήμα των ερευνητικών του μελετών: τη μελέτη των εξαρτημένων ανακλαστικών.





Η μελέτη των εξαρτημένων αντανακλαστικών

Ο Παβλώφ είχε αναφερθεί για πρώτη φορά στη μελέτη των εξαρτημένων ανακλαστικών στην εργασία του για το Νόμπελ το 1904. Στη συνέχεια αφιέρωσε 32 χρόνια της ζωής του στη μελέτη αυτή, η οποία ουσιαστικά επικεντρωνόταν στο συστηματικό χειρισμό των τεσσάρων βασικών παραμέτρων ενός εξαρτημένου ανακλαστικού: το μη εξαρτημένο ερέθισμα, τη μη εξαρτημένη απόκριση, το εξαρτημένο ερέθισμα και την εξαρτημένη απόκριση.

Το μη εξαρτημένο ερέθισμα και η μη εξαρτημένη απόκριση αποτελούν ένα μη εξαρτημένο ανακλαστικό, δηλαδή μια αυτόματη, εσωτερική αντίδραση του οργανισμού που πρέπει να προυπάρχει προκειμένου να λάβει χώρα οποιοδήποτε είδος «μάθησης». Ο Καρτέσιος είχε περιγράψει ένα σχετικό μη εξαρτημένο ανακλαστικό: την αίσθηση της θερμότητας από τη φωτιά (μη εξαρτημένο ερέθισμα) και το αυτόματο τίναγμα του χεριού από την αίσθηση αυτή (μη εξαρτημένη απόκριση). Προηγούμενες έρευνες του Παβλώφ, όπως αναφέρθηκε, είχαν εστιάσει στα μη εξαρτημένα γαστρικά ανακλαστικά, π.χ., την έκκριση του σάλιου (μη εξαρτημένη απόκριση) με την απλή θέαση του εκπαιδευτή στο χώρο του εργαστηρίου (μη εξαρτημένο ερέθισμα).

Ο Παβλώφ είχε παρατηρήσει ότι ένα απλό εξαρτημένο ερέθισμα αποτελεί πάντα αρχικά ένα «ουδέτερο» ερέθισμα και δεν επιφέρει καμία έντονη αντίδραση, στη συνέχεια όμως αποκτά την ικανότητα να προκαλεί μια απόκριση όταν παρουσιαστεί αρκετές φορές ταυτόχρονα με το μη εξαρτημένο ερέθισμα. Για παράδειγμα, για τους σκύλους, η θέαση των φυλάκων τους ή η εμπειρία της τοποθέτησής τους στην ειδική πειραματική συσκευή καθίσταται σταδιακά ένα εξαρτημένο ερέθισμα όταν πραγματοποιείται αρκετές φορές ταυτόχρονα με το μη εξαρτημένο ερέθισμα της παροχής τροφής.

Ο τομέας των εξαρτημένων ανακλαστικών μελετήθηκε εκτεταμένα από τον Παβλώφ και τους συνεργάτες του. Πραγματοποιήθηκε σειρά μελετών μεταβάλλοντας πειραματικά τα είδη των παρουσιαζόμενων ερεθισμάτων αλλά και τις συνθήκες υπό τις οποίες παρουσιάζονταν, προκειμένου να παρατηρηθεί η ισχύς των εξαρτημένων ανακλαστικών που προέκυπταν.

Γενίκευση, διαφοροποίηση & πειραματική νεύρωση

Ένας σημαντικός αριθμός πειραμάτων έδειξε ότι εξαρτημένα ανακλαστικά προκύπτουν και από ερεθίσματα παρόμοια αλλά όχι ταυτόσημα με το αρχικό αυθεντικό εξαρτημένο ερέθισμα, φαινόμενο το οποίο ο Παβλώφ ονόμασε Γενίκευση. Έτσι, όταν ένας ήχος συγκεκριμένου τόνου αποτελεί το αρχικό εξαρτημένο ερέθισμα κατά τη διάρκεια της εκπαίδευσης, αλλά το τεστ παρόλα αυτά πραγματοποιείται με έναν ελαφρώς πιο υψηλό ή χαμηλό τόνο, ένα εξαρτημένο ερέθισμα προκύπτει παρόλα αυτά αλλά με ελαφρώς μικρότερη ισχύ. Οσο μεγαλύτερη είναι η διαφοροποίηση μεταξύ του εξαρτημένου ερεθίσματος και του ερεθίσματος του τεστ, τόσο πιο αδύναμη είναι και η γενικευμένη απόκριση. Αν στη συνέχεια το διαφοροποιημένο ερέθισμα συνεχίσει να εμφανίζεται όπως πριν, αλλά δεν επιβραβεύεται από ένα επακόλουθο μη εξαρτημένο ερέθισμα, ένα άλλο είδος μάθησης προκύπτει το οποίο ο Παβλώφ ονόμασε Διαφοροποίηση.

Η μεγάλη έκπληξη στην πειραματική διαδικασία επήλθε όταν προέκυψαν πειραματικές συνθήκες που ουσιαστικά έθεταν την ικανότητα των ζώων για διαφοροποίηση στα όριά της. Για παράδειγμα, σε ένα συγκεκριμένο πείραμα χρησιμοποιήθηκαν τα εξής διαφοροποιημένα ερεθίσματα: ένας κύκλος και μια έλλειψη. Το πείραμα ξεκινούσε με την παρουσίαση μιας πολύ μακριάς έλλειψης. Όταν ο σκύλος σταματούσε τη διαδικασία απόκρισής του (έκκριση σάλιου) σε αυτό, η διαδικασία «μεταστρεφόταν» άμεσα σε ένα άλλο το οποίο ήταν ελαφρώς λιγότερο μακρύ και έμοιαζε πιο πολύ με κύκλο. Όταν ο σκύλος κατάφερνε και πάλι με επιτυχία να διαφοροποιήσει αυτό το ερέθισμα από τον κύκλο, προστίθετο ένα άλλο που ήταν ακόμη πιο κυκλικό κοκ. Η διαδικασία, δηλαδή, περιελάμβανε σταδιακή μείωση της διαφοράς που υφίστατο μεταξύ των παρουσιαζόμενων ερεθισμάτων. Όταν όμως το ερέθισμα γινόταν σχεδόν κυκλικό, μια ξαφνική και δραματική αλλαγή εμφανιζόταν στη συμπεριφορά του ζώου. Ενώ μέχρι τότε ήταν ήρεμο και εύκολο στο χειρισμό, ξαφνικά έκανε έντονες προσπάθειες να διαφύγει και παρέμενε εξαιρετικά ανήσυχο όχι μόνο κατά την πειραματική διαδικασία αλλά και για πολλές ώρες αργότερα. Ουσιαστικά, τα ζώα τα οποία αναγκάστηκαν να αντιμετωπίσουν αυτά τα αμφιλεγόμενα ερεθίσματα για παρατεταμένο χρονικό διάστημα παρέμεναν διαταραγμένα για πολλές εβδομάδες ή και μήνες μετά το πείραμα. Όταν επανεξετάζονταν σε μερικά από τα ευκολότερα τεστ διαφοροποίησης που είχαν τα ίδια επιτύχει πριν την κρίσιμη δοκιμή, επίσης αποτύγχαναν. Ο Παβλώφ συνέδεσε άμεσα αυτό το είδος συμπεριφοράς με καταστάσεις υπερδιέγερσης λόγω άγχους και νευρικού κλονισμού σε ανθρώπους, και τις ονόμασε χαρακτηριστικά περιπτώσεις Πειραματικής Νεύρωσης.

Βάσει αυτών ο Παβλώφ κατέληξε ότι η Πειραματική Νεύρωση προκύπτει όταν τα ζώα αντιμετωπίζουν μια συγκρουσιακή αμφιλεγόμενη κατάσταση, την οποία δεν μπορούν με κανένα τρόπο να αποφύγουν, μεταξύ δύο ισχυρών αλλά ασύμβατων εξαρτημένων αποκρίσεων. Αυτή η βασική ιδέα οδήγησε τον Παβλώφ στη διατύπωση μιας νέας θεωρίας περί της λειτουργίας του εγκεφάλου.



Η θεωρία λειτουργίας του εγκεφάλου 

Ο Παβλώφ θεωρούσε τον εαυτό του φυσιολόγο και έτσι προσπάθησε να υποστηρίξει τα αποτελέσματα των μελετών του βάσει μιας θεωρίας Φυσιολογίας. Υποστήριξε ότι τα μη εξαρτημένα ανακλαστικά τίθενται σε λειτουργία βάσει ειδικών διασυνδέσεων μεταξύ των αισθητικών και κινητικών νεύρων της σπονδυλικής στήλης και των κατώτερων κέντρων του εγκεφάλου. Εξαρτημένα ανακλαστικά ουσιαστικά προκύπτουν όταν δημιουργούνται ειδικές νευρολογικές διασυνδέσεις στην περιοχή του εγκεφάλου συνδέοντας ερεθίσματα και αποκρίσεις σε νέους συνδυασμούς. Απόδειξη αυτής της ειδικής «διαμερισματοποίησης» του εγκεφάλου (cortical localization) όσον αφορά τα εξαρτημένα ανακλαστικά ουσιαστικά προκύπτει από ζώα τα οποία, αφού είχαν εκπαιδευτεί σε ορισμένα εξαρτημένα ανακλαστικά, υπέστησαν χειρουργική επέμβαση στο κρανίο. Τα ζώα αυτά παρέμειναν ζωντανά επί πολλά χρόνια με πλήρη ανάκτηση των μη εξαρτημένων ανακλαστικών τους, είχαν παρόλα αυτά χάσει όλα τα παλαιότερα αποκτηθέντα εξαρτημένα ανακλαστικά τους και δεν αποκτούσαν ποτέ νέα.

Ο Παβλώφ υποστήριξε ότι διαφορετικά εξαρτημένα ανακλαστικά διεγείρουν διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου, αλλά οι περιοχές αυτές εντοπίζονται ως πλησιέστερες για παρόμοια ερεθίσματα παρά για διαφορετικά. Επίσης υπέθεσε ότι σε αυτές τις περιοχές υφίστανται δύο διαφορετικές οργανικές λειτουργίες που συμβάλλουν στη διαδικασία της εκπαίδευσης («μάθησης») στο εργαστήριο: η Διέγερση (excitation), που οδηγεί στην απόκτηση (ή γενίκευση) εξαρτημένων αποκρίσεων και η Αναστολή (inhibition) που καταστέλλει μια ήδη αποκτηθείσα απόκριση.

Περί το 1929, ο 80άχρονος πλέον Παβλώφ άρχισε να εφαρμόζει τα συμπεράσματα της θεωρίας του στον τομέα της ανθρώπινης Ψυχολογίας και να εξηγεί βάσει των θεωριών του ειδικές περιπτώσεις ανθρώπων που έπασχαν από νευρώσεις και ψυχώσεις. Γι’ αυτό το σκοπό μελέτησε, υπό την επίβλεψη ψυχιάτρων, την ψυχοπαθολογική συμπεριφορά ασθενών που νοσηλεύονταν σε ψυχιατρικά νοσοκομεία και προσπάθησε να εξηγήσει τις ψυχιατρικές παθήσεις βάσει της θεωρίας του περί υπέρ/ υπό- λειτουργικότητας των διεργασιών της Διέγερσης και της Αναστολής, καταστολής ή υπό- λειτουργίας των εγκεφαλικών νευρώνων και άλλων παραμέτρων που είχε ανακαλύψει σχετικά με την Πειραματική Νεύρωση. Πρότεινε οργανικές θεραπείες γι’ αυτές τις διαταραχές, που αποσκοπούσαν σε ειδική χαλάρωση και άσκηση των εγκεφαλικών κυττάρων.

Μέχρι το 1930 ο Παβλώφ είχε καταλήξει ότι το διαφορετικό ταπεραμέντο πολλών ανθρώπων αποτελεί ουσιαστικά το αποτέλεσμα τριών διαφορετικών νευρολογικών διεργασιών: της ισχύος, της ισορροπίας και της κινητικότητας των ειδικών διεργασιών της Διέγερσης και της Αναστολής. Μεταξύ των ψυχώσεων τον ενδιέφερε περισσότερο η σχιζοφρένεια. Μεταξύ 1931 και 1936 παρακολούθησε συστηματικά σε ειδική Ψυχιατρική Κλινική τη συμπεριφορά 45 περιπτώσεων ασθενών που έπασχαν από σχιζοφρένεια. Ο ίδιος θεωρούσε ότι η σχιζοφρένεια αποτελεί το αποτέλεσμα «μιας υπέρμετρης νευρολογικής διέγερσης του εγκεφάλου ενός ατόμου που πάσχει ουσιαστικά από ένα αποδυναμωμένο νευρολογικό σύστημα». Αφιέρωσε σημαντική ερευνητική εργασία στην προσπάθεια εντοπισμού μιας αποτελεσματικής μεθόδου θεραπείας της σχιζοφρένειας. Πρότεινε τη «θεραπεία παρατεταμένου ύπνου» για καταστολή και μείωση της νευρολογικής Διέγερσης του οργανισμού.


Η επίδραση του Παβλώφ


Τα τελευταία 25 χρόνια της ζωής του Παβλώφ στιγματίστηκαν ιδιαίτερα από κοινωνικά και πολιτικά γεγονότα που διαδραματίζονταν στη Ρωσία.
Σε αντίθεση με άλλους επιστήμονες, παρέμεινε στη χώρα του μετά την επικράτηση της Οκτωβριανής Επανάστασης το 1917 και, παρότι διαφώνησε ευθέως με τις μαζικές διώξεις και εκτελέσεις, ακόμη και διαμαρτυρόμενος εγγράφως στο Στάλιν ή αρνούμενος στον Μπουχάριν την είσοδό του στο εργαστήριό του, συνέχισε τις έρευνές του μέχρι τα βαθιά γεράματα με την υποστήριξη του καθεστώτος. Το κομμουνιστικό καθεστώς είχε πραγματικά εκτιμήσει το έργο του, του παρείχε κάθε διευκόλυνση στα πειράματά του και τον χρηματοδοτούσε αφειδώς.

Εργάστηκε εντατικά και σκληρά στις νέες ψυχιατρικές του μελέτες μέχρι τις 21 Φεβρουαρίου 1936, όταν ξαφνικά αρρώστησε μετά από εντατική εργασία στο εργαστήριό του. Τα συμπτώματά του σύντομα χειροτέρεψαν σε πνευμονία και ο ίδιος άρχισε χαρακτηριστικά να κάνει συστηματικές παρατηρήσεις της διανοητικής και ψυχικής του κατάστασης. Το απόγευμα της 27ης Φεβρουαρίου είπε στο γιατρό του: «Το μυαλό μου δεν δουλεύει καλά. Ψυχαναγκαστικά συναισθήματα και ακούσιες κινήσεις του σώματός μου εκδηλώνονται. Η διαδικασία του θανάτου μου έχει ήδη ξεκινήσει...». Μια ώρα μετά από αυτή την τελευταία επιστημονική του παρατήρηση, ο 86άχρονος Παβλώφ απεβίωσε.

Μέχρι τη στιγμή του θανάτου του ο Παβλώφ είχε καταστεί ήδη ένας Σοβιετικός εθνικός ήρωας και μια πόλη είχε ήδη πάρει το όνομά του. Η κυβέρνηση δεν είχε μόνο προστατέψει συστηματικά, χρηματοδοτήσει και αναγνωρίσει τη δουλειά του, δεν είχε μόνο αναγνωρίσει την αξία του ως ενός αξιότιμου αντιπροσώπου της σοβιετικής επιστήμης, αλλά και ως έναν προωθητή μιας υλιστικής θεωρίας που μπορούσε να θέσει τις βάσεις μιας μαρξιστικής Ψυχολογίας.

Μέχρι την ημέρα του θανάτου του η φήμη του είχε ήδη διαδοθεί και στις ΗΠΑ, όπου η «μη ψυχολογική» προσέγγισή του σε θέματα Ψυχοπαθολογίας είχε αρχίσει να συναντά τεράστια απήχηση σε μια ομάδα νέων ερευνητών που αποκαλούνταν συμπεριφοριστές. Η νέα αυτή προσέγγιση θα αποτελούσε αργότερα το νέο μεγάλο ρεύμα στο χώρο της Ψυχολογίας: την επιστημονική Πειραματική Ψυχολογία και τον αμερικανικό συμπεριφορισμό, και η θεωρία του περί ανακλαστικών θα επαναδιατυπωνόταν και θα χρησιμοποιείτο ως βάση για την περιγραφή των νέων νόμων της μάθησης περί της θετικής και αρνητικής ενίσχυσης.

Ο Δρ Παβλώφ πέθανε στο Λένιγκραντ στις 27 Φεβρουαρίου 1936. Μετά το θάνατό του, το εργαστήριό του στη Μόσχα διατηρήθηκε με μεγάλη προσοχή και μετατράπηκε σε ιστορικό αξιοθέατο.
άρθρο της Ειρήνης Τζελέπη από εδώ