Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ταινίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ταινίες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 8 Μαΐου 2016

Τα τρία πρόσωπα της Εύας - 1957



Τα τρία πρόσωπα της Εύας (1957), μια ταινία με πρωταγωνίστρια την Joanne Woodward που κατάγονταν από την Γεωργία, είναι μια προσαρμογή του βιβλίου με το ίδιο όνομα, γραμμένο από τους γιατρούς Corbett H. Thigpen και Hervey M. Cleckley.


Η αφήγηση καταγράφει τις εμπειρίες μιας νεαρής νοικοκυράς με πολλαπλές προσωπικότητες, στην οποία είχε αρχικά διαγνωστεί και αντιμετωπιστεί από τον Ιατρικό Κολέγιο της Γεωργίας στην Augusta. Η ταινία παρήχθη και σκηνοθετήθηκε από τον Nunnally Johnson, ένα άλλο κάτοικο της Γεωργίας



«The Three Faces of Eve» ένα best-seller βιβλίο και μια σημαντική κινηματογραφική ταινία, είναι η αληθινή ιστορία μιας νεαρής νοικοκυράς που έπασχε από διαταραχή πολλαπλής προσωπικότητας (ΔΠΠ).


Οι ψυχίατροι της, Corbett H. Thigpen και Hervey M. Cleckley του Ιατρικού Κολεγίου της Τζόρτζια (Αργότερα πανεπιστήμιο Επιστημών Υγείας) της Augusta, δημοσίευσαν το βιβλίο το 1957, και η ταινία κυκλοφόρησε την ίδια χρονιά. Σε παραγωγή και σκηνοθεσία Nunnally Johnson, αλλος ένας ντόπιος της Γεωργίας, η ταινία χαρακτήρισε άλλη μια Γεωργιανή, την Joanne Woodward, στον ομώνυμο ρόλο.




Με τα σημερινά δεδομένα, το βιβλίο εμφανίζεται σχεδόν γραφικό και η ταινία μάλλον ήμερη. Αυτή η ιστορία, όμως, ήταν πρωτοποριακή όταν εμφανίστηκε. Για να κατανοήσει τον αντίκτυπο, πρέπει κανείς να εξετάσει το πολιτιστικό κλίμα των Ηνωμένων Πολιτειών μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο (1941-1945). Οι στρατιώτες που επέστρεφαν στην πατρίδα έπασχαν από ψυχολογικά αίτια, και η πραγματικότητα της ατομικής βόμβας προκάλεσε ανησυχία στο ευρύ κοινό.

Αυτή η ατμόσφαιρα προώθησε ένα έντονο ενδιαφέρον για την ψυχολογία και την ψυχιατρική, και γενικά οι αναγνώστες καταβρόχθισαν εργασίες εκλαΐκευμένες σ’ αυτά τα προηγούμενα εσωτερικά πεδία.






Η σχιζοφρένεια και η ΔΠΠ -δύο ξεχωριστές ασθένειες- ήταν ιδιαίτερα συναρπαστικές για να γίνουν από μόνες τους μελόδραμα. Μέχρι να εμφανιστεί το «The Three Faces Of Eve» (βιβλιο) όμως, λίγοι κλινικοί γιατροί είχαν τόσο σχολαστικές τεκμηριωμένες και ευρέως διασκορπισμένες πληροφορίες για μια περίπτωση ΔΠΠ, και καμία ταινία του Hollywood δεν είχε απεικόνισει την πραγματική ιστορία ενός ασθενούς με ΔΠΠ.

Το Βιβλίο όπου στηριχθηκε το σενάριο έλαβε έπαινο για την σχολαστική τεκμηρίωση του και τη γενική αναγνωσιμότητα του.   Κατάφερε από τη σχεδόν ταυτόχρονη προβολή της ταινίας, να γίνει best-seller.







Η Εύα Γουάιτ (ψευδώνυμο) παραπέμφθηκε στους Thigpen και Cleckley στην Augusta από τον τοπικό γιατρό της το 1951. Οι δύο γιατροί πρώτα έγραψαν για την υπόθεσή της ένα άρθρο δεκαεπτά σελίδων, το οποίο δημοσιεύθηκε στην επιθεώρηση Journal of Abnormal και Κοινωνικής Ψυχολογίας το 1954. Οι συνάδελφοι αναγνωρίσαν αμέσως το άρθρο ως πρώτη καταγεγραμμένη παρατήρηση της πραγματικής ΔΠΠ καταγράφονται στον εικοστό αιώνα, και η απάντησή τους οδήγησε τους γιατρούς να επεκτείνεται την αφήγηση σε ένα βιβλίο, το οποίο εκδόθηκε το 1957.



Η πρεμιέρα της ταινίας The Three Faces of Eve, με πρωταγωνίστρια την Joanne Woodward, πραγματοποιήθηκε στο Θέατρο Miller στην Augusta στις 18 Σεπτεμβρίου, 1957.Η Centure-Fox αγόρασε τα δικαιώματα του βιβλίου για την ταινία μετά από προτροπή του Nunnally Johnson. Ενω το βιβλίο ακόμα ηταν στο τυπογραφείο ο Johnson έπεισε τους γιατρούς να χρησιμοποιήσουν τον τίτλο «The Three Faces of Eve» και προσάρμοσε το βιβλίο ως σενάριο (με τους δύο γιατρούς να συμμετέχουν στην συγγραφή του σεναρίου). Ο Johnson επίσης ήταν παραγωγός και σκηνοθέτης της ταινίας. 
Με μεγάλη επιτυχία κατάφερε να προσαρμόσει μια ξερή κλινική περίπτωση και να την μεταμορφώσει σε ένα σενάριο με πλοκή διαλόγους με ευρεία εμπορική εφεση και παράλληλα να μην ξεφύγει στα πραγματικά περιστατικά της υπόθεσης. Χρησιμοποίησε ένα στιλ ντοκιμαντέρ όπως ήταν σύνηθες την εποχή εκείνη στο Χόλιγουντ.



Για να υπογραμμίσει σοβαρή φύση της, η ταινία έχει αφηγητή τον Alistair Cooke, ένα Βρετανό δημοσιογράφο όπου τον φιλοξένησε επίσης η τηλεοπτική σειρά Omnibus, επιστημονικό ντοκιμαντέρ. Ο Cooke διαβεβαιώνει το κοινό ότι η ιστορία είναι αληθινή και ότι ένα μεγάλο μέρος του διαλόγου είναι απευθείας από το κλινικό ιστορικό της, και η συνεχής αφήγηση του σε όλη την ταινία προσθέτει περαιτέρω ένα τόνο ντοκιμαντέρ . Σε μία σημαντική απόκλιση από την πραγματική περίπτωση, οι δύο ψυχίατροι εχουν συμπυκνωθεί σε ένα ενιαίο χαρακτήρα, που παίζεται από Lee J. Cobb. Ο David Wayne απεικονίζει τον σύζυγό της Εύας, το τρίτο σημαντικό ρόλο στην ταινία.



Πιο κρίσιμη απόφαση του Τζόνσον ήταν, βέβαια, ο κεντρικός χαρακτήρας του τίτλου. Πλησίασε μια σειρά από εξέχουσες αστέρες-συμπεριλαμβανομένων των Doris Day, Olivia de Havilland, Jennifer Jones, και Lana Turner, όπου όλες τους αρνήθηκαν το ρόλο. Σε διάφορα σημεία η Τζούντι Γκάρλαντ, η οποία είχε βιώσει τα δικά της συναισθηματικά και ψυχολογικά προβλήματα της στη δεκαετία του 1950, ήταν πρόθυμη να αναλάβει το ρόλο, και υπήρξε μια ανακοίνωση επίσης ότι η Susan Hayward θα λαβαινε τον ρόλο. Τελικά, όμως,ο Johnson εστράφη σε μια σχετικά νέα στο Χόλιγουντ, την Joanne Woodward. Είχε εμφανιστεί σε πολλές τηλεοπτικές παραγωγές, αλλά είχε μόνο δύο σημαντικούς ρόλους σε ταινίες στο ενεργητικό της, όταν της επροτάθη. Ο Johnson θεώρησε το υπόβαθρο της Woodward όπου καταγόταν από την Γεωργία να είναι ένα σημαντικό προσόν να παίξει μια γυναίκα από της Νότιες Πολιτείες.



Τα περισσότερα από τα γυρίσματα έλαβαν χώρα πάνω από δύο μήνες την άνοιξη του 1957, με λίγες εξωτερικές σκηνές στη Πολιτεία της Σαβάνα. Η ταινία έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Miller της Augusta στις 18 Σεπτεμβρίου, 1957. Οι κριτικές ήταν ανάμεικτες, αλλά σε γενικές γραμμές καλές. Αν και οι γρήγορες διακοπτόμενες προσωπικότητες της Εύας ήταν τεκμηριωμένες ως αποδεκτές από το ψυχιατρικό κατεστημένο, ορισμένοι κριτικοί, συμπεριλαμβανομένου και του Bosley Crowther της New York Times, ήταν ενάντια με το φαινόμενο αυτό στην ταινία. 
Οι κριτικοί επέκριναν επίσης την ταινία για την αμφιταλάντευση άνισα μεταξύ του έντονου δράματος και της κωμωδίας. Όλοι όμως συμφωνήσαν ότι ήταν εξαιρετική απόδοση της Joanne Woodward του, στις οποίες αριστοτεχνικές αλλαγές της έκφρασης του προσώπου, τη φωνή και τη γλώσσα του σώματος προκαλούν τις τρεις προσωπικότητες. Κέρδισε και τη Χρυσή Σφαίρα και το Όσκαρ για την καλύτερη ηθοποιό. Αν και η ταινία έκανε μικρέ εισπράξεις στο box office, θεωρείται «κλασική» τους είδους και εμφανίζεται τακτικά στην τηλεόραση.




Το 1958 η Evelyn Lancaster,» μαζί με τον James Poling, έγραψε The «Τελικό πρόσωπο της Εύας», ένα βιβλίο, που ίσως πρόωρα συμφωνα με τον τίτλο του που επιχειρεί να συμπληρώσει τα στοιχεία της ζωής της Εύας από την αποψη της πλευράς της ασθενούς. Το βιβλίο ήταν μέτρια επιτυχία, αν και πολλοί κριτικοί το θεώρησαν ως ένα δραματοποιημένο αναμασεμα του αρχικού βιβλιου των Thigpen και Cleckley. Ενα μεγαλύτερο ορόσημο συνέβη το 1977, όταν η Κριστιν Κοστνερ Σάιζμορ τελικά έριξε όλα τα ψευδώνυμα για να αποκαλύφθεί σαν το θέμα των Thigpen και Cleckley με ένα βιβλίο για τα απομνημονεύματά της, «Είμαι η Εύα» (I’m Eve). Σε ένα δεύτερο βιβλίο, «A Mind of my Own (1989)», Η Κόστνερ Σάιζμορ επεξεργάζεται περαιτέρω την τελική εμφάνιση της από ΔΠΠ το 1974, αποκαλύπτοντας ότι υποβλήθηκε σε επεξεργασία από επτά άλλους ψυχιάτρους και εκτίθενται είκοσι δύο άλλες προσωπικότητες μετά την αποχώρηση της από τη Γεωργία.



Η Κόστνερ Σάιζμορ έγινε ψυχική συνήγορος υγείας, και το 1982 επέστρεψε στην Augusta για μια περιοδεία ομιλιών. Ούτε ο Thigpen ούτε ο Cleckley παρακολούθησαν διάλεξη της, και αυτη δεν τους επισκέφτηκε, αφού προηγουμένως τους κατηγορησε για την αξιοποίηση ιστορίας της τόσο το βιβλίο όσο και την ταινία. Τον Σεπτέμβριο του 2007 επέστρεψε στην Augusta για άλλη μια φορά να παρακολουθήσει την πεντηκοστή επέτειο της ταινίας, μια εκδήλωση που πραγματοποιήθηκε στο Imperial Theater. (Το Θέατρο Miller ήταν υπό ανακαίνιση κατά τη στιγμή της γιορτής.) Σε μια συνέντευξη που δημοσιεύθηκε το επόμενο έτος, η Κοστνερ Σάιζμορ περιγράφει τη διάγνωση του Thigpen και την θεραπεία για την κατάστασή της ως «θαρραλέα» και τον πιστώνει με την έναρξη της διαδικασίας που την επανέφερε τελικά για την υγεία.

Πηγές:georgiaencyclopedia.org, indb.com.



Η ταυτόχρονη παρουσίαση τόσο του βιβλίου όσο και της ταινίας θεωρείται απαραίτητη λόγω του ότι ήταν συνυφασμένα μεταξύ τους, και δεν μπορούν αν διαχωριστούν.

Είναι μια πολύ καλή ταινία που και η υποκριτική της Joanne Woodward δίκαια απεσπασε όλα τα βραβεία. Αξίζει να την παρακολουθήσετε.

Οι φωτογραφίες της ταινίας ακολουθούν στο πιο κάτω slide show.




ΥΠΟΘΕΣΗ

Το βιβλίο εξιστορεί λεπτομερώς την υπόθεση της Εύας White, μιας νεαρής νοικοκυράς «πνιγμένης» από έναν δυστυχισμένο γάμο με ένα καλοπροαίρετο, αλλά «ρυχό», άντρα. Ήρθε στην Augusta αναζητωντας ανακούφιση από πονοκεφάλους και τα κενα μνημης. Κατά τη διάρκεια μιας θεραπευτικής συνεδρίας, προεκυψε η Ευα Μπλακ. Αυτη ήξερε τα πάντα για την Ευα Γουαιτ και περιφρόνουσε τη ζωή και το γάμο της Γουαιτ ως βαρετό χάσιμο χρόνου. Οι Thigpen και Cleckley αντιμετωπίζουν και τις δύο προσωπικότητες, ενίοτε με τη χρήση του υπνωτισμού. Αργότερα, η Jane, μια τρίτη και πιο σταθερή προσωπικότητα, προέκυψε. Μετά από πολλές συνεδρίες, αρκετα τραυματικά γεγονότα της παιδικής ηλικίας…

Συνέχεια επι της οθόνης…. Ε Δ Ω - με ελληνικούς υπότιτλους








Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Μια επικίνδυνη Μέθοδος ''A Dangerous Method''



''Αυτό που δεν πρόκειται ποτέ ν αποδεχθεί (ο Φρόιντ) 
είναι ότι αυτά που καταλάβαμε δε μας οδήγησαν πουθενά . 
Πρέπει να προχωρήσουμε σε ανεξερεύνητο έδαφος . Πρέπει να πάμε πίσω, στις πηγές των όσων πιστεύουμε . 
Δε θέλω απλώς ν ανοίξω την πόρτα και να δείξω στον ασθενή την αρρώστια του , ενώ κάθεται κουλουριασμένος σα ζώο. 
Θέλω να βρω έναν τρόπο να βοηθήσω τον ασθενή ν ανακαλύψει τον εαυτό του .
Να τον στείλω σ΄ένα ταξίδι, στο τέλος του οποίου να τον περιμένει το άτομο 
που ήθελε πάντα να είναι ..''


Σαγηνευμένος από την πρόκληση μιας δύσκολης περίπτωσης, ο ανήσυχος Δρ. Καρλ Γιουνγκ
αναλαμβάνει ως ασθενή του την ανισόρροπη, αλλά γοητευτική Σαμπίνα Σπιλράιν. Το "όπλο" του Γιουνγκ είναι η μέθοδος του δασκάλου του, του πασίγνωστου Σίγκμουντ Φρόιντ. Και οι δύο άντρες μαγεύονται από την Σαμπίνα. Στην "παρέα" προστίθεται και ο Ότο Γκρος, ένας ασθενής που είναι αποφασισμένος να ξεπεράσει κάθε όριο.Ο Γιουνγκ παραδίνεται στον πόθο για την ασθενή του και μια παθιασμένη σχέση ξεκινά. Η Σαμπίνα γίνεται ο καταλύτης στις εμπνευσμένες θεωρίες του. Παράλληλα, ο Φρόιντ προχωρά ένα βήμα παραπέρα, εισχωρώντας ακόμα βαθύτερα στο μυαλό της νεαρής γυναίκας.

Σκηνοθέτης:  David Cronenberg
Χώρα προέλευσης: Αγγλία, Γερμανία, Ελβετία, Καναδάς
Έτος: 2011

Ηθοποιοί: 
Viggo Mortensen, Keira Knightley, Michael Fassbender, Vincent Cassel, Sarah Gadon

Σενάριο:  Christopher Hampton, John Kerr









«Η αυγή του 20ου αιώνα ήταν μια πολύ παράξενη εποχή» πιστεύει ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ. 
«Ο κόσμος θεωρούσε ότι η πολιτισμική έκρηξη που είχε ξεσπάσει άλλαζε τα πράγματα και οι κοινωνίες όδευαν προς το καλύτερο, ότι ο άνθρωπος επιτέλους ήταν το ζώο που μεταμορφωνόταν σιγά-σιγά σε άγγελο. Όμως την ίδια εποχή, ο Ζίγκμουντ Φρόιντ με την θεωρία της ψυχανάλυσης κατέρριψε όλες αυτές τις υποθέσεις μιλώντας πρώτος για το υποσυνείδητο και τα όσα κρύβονται εκεί. O A’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν άργησε να έρθει και ο κόσμος προσγειώθηκε ξανά στην πραγματικότητα…»

Τα επικίνδυνα χωράφια της ανθρώπινης ψυχής ,όπου δύσκολα μπορείς να καταλάβεις τι συμβαίνει, είναι άλλωστε η αρένα της «Επικίνδυνης μεθόδου» («A dangerous method»), τελευταίας ταινίας του Ντέιβιντ Κρονενμπεργκ. Το φιλμ του 68χρονου καναδού σκηνοθέτη που προβάλλεται εντός συναγωνισμού στο φεστιβάλ της Βενετίας μας μεταφέρει στις αρχές του 20ού αιώνα και με αφετηρία την κλινική Burgholzi της Ζυρίχης εξετάζει την σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στον 29χρονο ,τότε, ψυχίατρο Καρλ Γιουνγκ (Μάικλ Φασμπέντερ) με την 18χρονη ασθενή του Σαμπίνα Σπίλρεϊν (Κίρα Νάιτλι) στην οποία δοκιμάζει τις μεθόδους της ψυχανάλυσης επηρεασμένος από τις θεωρίες του ειδώλου του, του Ζίγκμουντ Φρόιντ (Βίγκο Μόρτενσεν).

Όμως ο Γιούνγκ ήταν ένας άνθρωπος όπως όλοι μας με αποτέλεσμα να επιτρέψει στον εαυτό του να παραβεί τον κανόνα που απαγορεύει σε έναν γιατρό να εμπλακεί συναισθηματικά, πόσο μάλλον ερωτικά με τον ασθενή. Η σεξουαλική σχέση του Γιουνγκ με την Σπίλρεϊν, η οποία εξελίχθηκε η ίδια σε ψυχίατρο, είναι ο πυρήνας της ταινίας που εξετάζει τις ανασφάλειες, τις αντίθετες απόψεις και τον παιδικό τελικά χαρακτήρα των ψυχαναλυτών που ενδεχομένως να έχουν παρόμοια προβλήματα με τους ίδιους τους ασθενείς τους!

«Η μεγαλύτερη δυσκολία σε μια ταινία εποχής είναι να καταλάβεις τους ανθρώπους στους οποίους αναφέρεσαι» είπε ο Κρόνενμπεργκ. «Νομίζω ότι με την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, το μυαλό του σύγχρονου ανθρώπου έχει αλλάξει ριζικά. Θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, σήμερα, να γυρίσεις σωστά μια ταινία για τον Μέγα Αλέξανδρο, για τον απλούστατο λόγο ότι ο σύγχρονος κόσμος θα πρέπει πια να εκλαμβάνει τους αρχαίους ως μια κοινωνία εξωγήινων».

Γι’ αυτό άλλωστε όλοι στο πάνελ της ταινίας μίλησαν για την εξαιρετική συνδρομή του (απόντος από την Βενετία) θεατρικού συγγραφέα Κρίστοφερ Χάμπτον που στηρίχθηκε στην αλληλογραφία των Φρόιντ - Γιουνγκ για το θέμα της Σπίλρεϊν. Από αυτήν την αλληλογραφία άλλωστε άρχισε η σχέση τους η οποία ,ωστόσο, δεν είχε καλή συνέχεια διότι για διαφόρους λόγους ο μάθητής εν τέλει ψυχράνθηκε με τον δάσκαλο.


[πηγή : http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=417595]



(Κ. Γιουνγκ και Σαμπίνα Σπιλράιν ) 

 -Εξήγησέ μου αυτή την αναλογία που κάνεις ανάμεσα στο ένστικτο του sex και στο ένστικτο του θανάτου. 
- Ο καθηγητής Φρόιντ ισχυρίζεται ότι η σεξουαλική ορμή … προκύπτει από μια απλή προτροπή προς την τέρψη. Αν έχει δίκιο, το ερώτημα είναι γιατί αυτή η ορμή … τόσο συχνά καταπιέζεται; 
- Είχες μια θεωρία που αφορούσε την ώθηση προς την καταστροφή … και την αυτοκαταστροφή, που σε κάνει να χάνεσαι. 
- Λοιπόν, ας υποθέσουμε ότι θεωρούμε τη σεξουαλικότητα … ως συγχώνευση, του να χάνεσαι, όπως λες … αλλά του να χάνεσαι μέσα στον άλλον … με άλλα λόγια να καταστρέφεις τη δική του ατομικότητα. Το «εγώ», σε αυτοάμυνα, δεν θα αντισταθεί αυτόματα σ’ αυτή την ώθηση; 
- Εννοείς για ιδιοτελείς όχι για κοινωνικούς λόγους; 
- Ναι. Λέγω ότι ίσως η αληθινή σεξουαλικότητα … απαιτεί την καταστροφή του εγώ. 
- Με άλλα λόγια, το αντίθετο από ότι προτείνει ο Φρόιντ. 

[...]

( Σίγκμουντ Φρόιντ και Σαμπίνα Σπιλράιν ) 

- Ξέρεις η διατριβή σου … οδήγησε σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις … που είχαμε ποτέ στην Ψυχαναλυτική Κοινότητα. Πιστεύεις πραγματικά ότι η σεξουαλική ορμή … είναι μια δαιμονική και καταστρεπτική δύναμη; 
- Ναι, το ίδιο όπως και μια δημιουργική δύναμη, με την έννοια ότι μπορεί να … παραχθεί, από την καταστροφή δύο ατομικοτήτων, ένα νέο ον. Όμως, το άτομο πρέπει πάντα να ξεπερνάει την αντίσταση εξαιτίας … της αυτό-εκμηδενιζόμενης φύσης της σεξουαλικής πράξης. 
- Πάλεψα εναντίον αυτής της ιδέας για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά υποθέτω … ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο είδος άρρηκτης σχέσης μεταξύ sex και θανάτου..''


                ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~   ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~   ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~   ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~



Η Σαμπίνα Σπιλράιν ήταν μια από τις πρώτες γυναίκες ψυχαναλύτριες, μια πρωτοπόρος στο χώρο της παιδοψυχολογίας. Παρά ταύτα, σπάνια αναφέρεται στην Ιστορία της ψυχανάλυσης, παρά το γεγονός πως το 1912 παρουσίασε στην Ψυχαναλυτική Κοινωνία τη θεωρία της πως η σεξουαλική ορμή περιέχει το ένστικτο της καταστροφής, αλλά και το ένστικτο της μεταμόρφωσης. Στην παρουσίαση αυτή, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που αποδεικνύουν πως η Σαμπίνα επηρέασε το έργο του Γιουνγκ και του Φρόιντ – από τις ιδέες του Γιουνγκ για τα αρχέτυπα του θηλυκού στους άντρες και του αρσενικού στις γυναίκες (μεταμόρφωση), μέχρι τη θεωρία του Φρόιντ για το ένστικτο του σεξ και το ένστικτο του θανάτου.

Ο Φρόιντ αναγνώρισε αργότερα, σε ένα από τα βιβλία του, το ότι η Σαμπίνα τον οδήγησε στο μονοπάτι της σκέψης. Ο Γιουνγκ, ίσως λόγω της φύσης της σχέσης τους, δεν παραδέχθηκε ποτέ δημοσίως πως οι ιδέες της επηρέασαν τη σκέψη του. Μόνο όταν ανακαλύφθηκε το ιατρικό ιστορικό της Σαμπίνα, τα προσωπικά της ημερολόγια και η αλληλογραφία της με τον Γιουνγκ και τον Φρόιντ, τα οποία έχουν πλέον εκδοθεί, ήταν πλέον φανερό πως ενέπνευσε τις ιδέες και των δύο αντρών.

Σάββατο 1 Νοεμβρίου 2014

Το πείραμα του Μίλγκραμ


Το πείραμα του Μίλγκραμ είναι ένα από τα πιο γνωστά αντιδεοντολογικά πειράματα της ψυχολογίας, ουσιαστικά μια «φάρσα» που ξεγύμνωσε την ανθρώπινη ψυχή. Το 1961, ο εικοσιεφτάχρονος Στάνλει Μίλγκραμ, επίκουρος καθηγητής ψυχολογίας στο Γέιλ, αποφάσισε να μελετήσει την υπακοή στην εξουσία. Είχαν περάσει λίγα μόνο χρόνια από τα φρικτά εγκλήματα των Ναζί και γινόταν μια προσπάθεια κατανόησης της συμπεριφοράς των απλών στρατιωτών και αξιωματικών των SS, οι οποίοι είχαν εξολοθρεύσει εκατομμύρια αμάχων.

Η ευρέως αποδεκτή εξήγηση –πριν το πείραμα του Μίλγκραμ- ήταν η αυταρχική τευτονική διαπαιδαγώγηση και η καταπιεσμένη –κυρίως σεξουαλικά- παιδική ηλικία των Γερμανών. Όμως ο Μίλγκραμ ήταν κοινωνικός ψυχολόγος και πίστευε ότι αυτού του είδους η υπακοή –που οδηγεί στο έγκλημα- δεν μπορεί να είναι αποτέλεσμα μόνο της προσωπικότητας, αλλά περισσότερο των πιεστικών συνθηκών. Και το απέδειξε κάνοντας τη «φάρσα» του.

Τα υποκείμενα του πειράματος ήταν εθελοντές, κυρίως φοιτητές, οι οποίοι καλούνταν έναντι αμοιβής να συμμετέχουν σε ένα ψυχολογικό πείραμα σχετικό με τη μνήμη.
Χώριζε τους φοιτητές σε ζεύγη και –μετά από μια εικονική κλήρωση- ο ένας έπαιρνε το ρόλο του «μαθητευομένου» και ο άλλος του «δασκάλου».

Ο έκπληκτος «μαθητευόμενος» δενόταν χειροπόδαρα σε μια ηλεκτρική καρέκλα και του περνούσαν ηλεκτρόδια σε όλο το σώμα. Έπειτα του έδιναν να μάθει δέκα ζεύγη λέξεων.

Ο «δάσκαλος», από την άλλη, καθόταν μπροστά σε μια κονσόλα ηλεκτρικής γεννήτριας. Μπροστά του δέκα κουμπιά με ενδείξεις: «15 βολτ, 30 βολτ, 50 βολτ κλπ.» Το τελευταίο κουμπί έγραφε: «450 βολτ. Προσοχή! Κίνδυνος!»

Πίσω από το «δάσκαλο» στεκόταν ο πειραματιστής, ο υπεύθυνος του πειράματος. (Και περνάμε σε ενεστώτα για να γίνουμε μέτοχοι της στιγμής.)

«Θα λέτε την πρώτη λέξη από τα ζεύγη στο μαθητευόμενο. Αν κάνει λάθος θα σηκώσετε το πρώτο μοχλό και θα υποστεί ένα ηλεκτροσόκ 15 βολτ. Σε κάθε λάθος θα σηκώνετε τον αμέσως επόμενο μοχλό», λέει ο πειραματιστής και ο «δάσκαλος» αισθάνεται ήδη καλά που δεν του έτυχε στην κλήρωση ο άλλος ρόλος.

Το πείραμα ξεκινάει. Ο «δάσκαλος» λέει τις λέξεις από το μικρόφωνο. Ο «μαθητευόμενος», ήδη τρομαγμένος, απαντάει σωστά, αλλά όχι για πολύ. Μόλις κάνει το πρώτο λάθος ο «δάσκαλος» γυρνάει να κοιτάξει τον πειραματιστή. Εκείνος του λέει να προχωρήσει στο πρώτο ηλεκτροσόκ. Ο «δάσκαλος» υπακούει. 15 βολτ δεν είναι πολλά, αλλά ο «μαθητευόμενος» έχει αλλάξει ήδη γνώμη. Παρ’ όλα αυτά απαντάει σωστά σε άλλη μια ερώτηση, αλλά στο επόμενο λάθος δέχεται 30 βολτ. «Αφήστε να φύγω», λέει ο «μαθητευόμενος» που δεν μπορεί να λυθεί. «Δε θέλω να συμμετάσχω σε αυτό το πείραμα.» Ο «δάσκαλος» κοιτάει τον πειραματιστή. Εκείνος του κάνει νόημα να συνεχίσει.



Τα βολτ αυξάνονται και τώρα πια ο πόνος είναι εμφανής στο πρόσωπο του «μαθητευόμενου», που εκλιπαρεί να τον αφήσουν ελεύθερο. Στα 200 βολτ ταρακουνιέται ολόκληρος. Ο «δάσκαλος» πριν κάθε ηλεκτροσόκ γυρνάει να κοιτάξει τον πειραματιστή. Εκείνος, με σταθερή φωνή, του λέει ότι το πείραμα πρέπει να συνεχιστεί. Ο «δάσκαλος» συνεχίζει να βασανίζει έναν άγνωστο, έναν απλό φοιτητή που κλαίει, ζητάει τη βοήθεια του Θεού και παρακαλεί να τον λυπηθούν. Δεν μπορεί πια να απαντήσει στις ερωτήσεις, αλλά ο πειραματιστής λέει στο «δάσκαλο»:

«Τη σιωπή την εκλαμβάνουμε ως αποτυχημένη απάντηση και συνεχίζουμε με την τιμωρία.»
Στα 345 βολτ ο «μαθητευόμενος» τραντάζεται ολόκληρος, ουρλιάζει και χάνει τις αισθήσεις του.
Ο «δάσκαλος», ιδρωμένος και με τα χέρια του να τρέμουν, κοιτάει τον πειραματιστή.
«Μην ανησυχείτε», λέει εκείνος, «το πείραμα είναι απολύτως ελεγχόμενο... Συνεχίστε με τον τελευταίο μοχλό.»
«Μα είναι λιπόθυμος», λέει ο «δάσκαλος».
«Δεν έχει καμιά σημασία. Το πείραμα πρέπει να ολοκληρωθεί. Συνεχίστε με τον τελευταίο μοχλό.»
Πόσοι από τους εθελοντές έφτασαν ως τον τελευταίο μοχλό;
Πριν ξεκινήσει το πείραμα του ο Μίλγκραμ είχε κάνει μια «δημοσκόπηση» ανάμεσα στους ψυχιάτρους και στους ψυχολόγους, ρωτώντας ‘τους τι ποσοστό των εθελοντών θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό.
Σχεδόν όλοι απάντησαν ότι κανείς δε θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό, πέρα ίσως από κάποια άτομα με κρυπτοσαδιστικές τάσεις, καθαρά παθολογικές.
Δυστυχώς έκαναν λάθος.


 Μόλις το 5% των «δασκάλων» αρνήθηκαν εξ’ αρχής να συμμετάσχουν σε ένα τέτοιο πείραμα και αποχώρησαν –συνήθως βρίζοντας τον πειραματιστή. Το υπόλοιπο 95% προχώρησε πολύ το πείραμα, πάνω από τα 150 βολτ. Και το 65%... Έφτασε μέχρι τον τελευταίο μοχλό, τα πιθανότατα θανατηφόρα 450 βολτ!

Που έγκειται η φάρσα;

Ο «μαθητευόμενος» δεν ήταν φοιτητής, αλλά ηθοποιός, που είχε προσληφθεί από το Μίλγκραμ για αυτόν ακριβώς το «ρόλο». Δεν υπήρχε ηλεκτρισμός ούτε ηλεκτροσόκ. Ο ηθοποιός υποκρινόταν. Το μοναδικό πειραματόζωο ήταν ο «δάσκαλος». Όμως τα αποτελέσματα ήταν αληθινά: Το μεγαλύτερο ποσοστό των ανθρώπων θα υπακούσει και θα βασανίσει –ίσως και θα σκοτώσει- έναν άγνωστο του, αρκεί να δέχεται εντολές από κάποιον με κύρος (στην προκειμένη περίπτωση επιστημονικό) και ταυτόχρονα να αισθάνεται ότι δεν τον βαρύνει η ευθύνη για ό,τι συμβεί –αφού εκείνος «απλά ακολουθούσε τις διαταγές». Και φυσικά οι περισσότεροι από εμάς θα σκεφτούν όταν μάθουν για αυτό το πείραμα: «Εγώ αποκλείεται να έφτανα ως τον τελευταίο μοχλό.»

Όμως δείτε τι συμβαίνει στην κοινωνία μας, κάθε μέρα.

Ο υπάλληλος της ΔΕΗ που δέχεται να κόψει το ρεύμα από έναν άνεργο ή άπορο, ξέροντας ότι έτσι τον ταπεινώνει, τον υποβάλει σε ένα διαρκές βασανιστήριο και πιθανότατα θέτει σε κίνδυνο τη ζωή του, ανήκει στο 65% του τελευταίου μοχλού. Και δεν είναι καθόλου κρυπτοσαδιστής. Απλά ακολουθάει τις εντολές που του έδωσαν.



Ο υπάλληλος του σούπερ-μάρκετ που σου δίνει το χαλασμένο ψάρι και σε διαβεβαιώνει ότι είναι φρέσκο (μιλώ εξ’ ιδίας πείρας, ως αγοραστής) δε σε μισεί, παρότι γνωρίζει ότι μπορεί να πάθεις και δηλητηρίαση. Απλώς ακολουθάει εντολές. Ο αστυνομικός ο οποίος ραντίζει με χημικά τους διαδηλωτές δεν είναι κρυπτοσαδιστής –αν και πολλοί θα διαφωνήσουν στο συγκεκριμένο παράδειγμα. Απλώς κάνει τη δουλειά του. Ο υπάλληλος της εφορίας ή της τράπεζας που υπογράφει την κατάσχεση κάποιου σπιτιού για 1.000 ευρώ χρέος, θα έφτανε ως τον τελευταίο μοχλό στο πείραμα. Γιατί υπακούει.

Ο πολιτικός που υπογράφει το μνημόνιο το οποίο οδηγεί ένα ολόκληρο έθνος στην εξαθλίωση του νεοφιλελευθερισμού θα έφτανε μέχρι τον τελευταίο μοχλό. Και αυτός υπακούει, σε εντολές πολύ πιο ισχυρές από εκείνες του πειραματιστή με την άσπρη φόρμα. Αν όμως δούμε το πείραμα του Μίλγκραμ από την ανθρωπιστική-ηθική του πλευρά (από την πλευρά του 5% που αρνήθηκε να υπακούσει) θα καταλάβουμε ότι κανένας δεν είναι άμοιρος ευθυνών. Αν σε διατάζουν να κάνεις κάτι που προκαλεί κακό στον άλλον, στο συμπολίτη σου, σε έναν μετανάστη, σε έναν άνθρωπο (ή σε ένα ζώο, αλλά αυτό περιπλέκει πολύ τα πράγματα, εφόσον συνεχίζουμε να τρώμε κρέας), πρέπει να αρνηθείς να υπακούσεις. Ακόμα κι αν χάσεις το μπόνους παραγωγικότητας, την προαγωγή, την επανεκλογή, τη δουλειά σου.



Μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι να αρνηθούμε να υπακούσουμε στις «μικρές» και καθημερινές εντολές βίας –με τις οποίες οι περισσότεροι ασυνείδητα συμμορφωνόμαστε, μόνο όταν θα είμαστε έτοιμοι να προβούμε σε μια γενικευμένη και μέχρι τέλους πολιτική, κοινωνική, καταναλωτική ανυπακοή, μόνο όταν μάθουμε να συμπεριφερόμαστε ως αυτεξούσιοι άνθρωποι και όχι ως ανεύθυνοι υπάλληλοι, μόνο τότε θα μπορέσουμε να γκρεμίσουμε τη λαίλαπα του νεοφιλελευθερισμού που μας θέλει υπάνθρωπους, υπάκουους και υπόδουλους.

Και μια τελευταία παρατήρηση:

Τα υποκείμενα του πειράματος του Μίλγκραμ, οι εθελοντές φοιτητές, μάθαιναν από εκείνον ποιος ήταν ο στόχος του πειράματος. Μάθαιναν ότι ο «μαθητευόμενος» ήταν ηθοποιός και ότι δεν είχε ποτέ υποστεί ηλεκτροσόκ. Ο Μίλγκραμ το έκανε αυτό για να τους ανακουφίσει, αλλά πέτυχε το ακριβώς αντίθετο. Αυτοί οι άνθρωποι, ειδικά το 65% που είχε φτάσει ως τον τελευταίο μοχλό, πέρασαν την υπόλοιπη ζωή τους κυνηγημένοι από τις Ερινύες της πράξης τους. Γιατί συνειδητοποίησαν ότι δεν ήταν τόσο αθώοι και τόσο «καλοί» όσο ήθελαν να πιστεύουν για τον εαυτό τους.
(Περισσότερα για το πείραμα του Μίλγκραμ μπορείτε να διαβάσετε στο υπέροχο βιβλίο της Lauren Slater: «Το κουτί της ψυχής», από τις εκδόσεις Οξύ, μετάφραση Δέσποινα Αλεξανδρή, 2009)

Πηγή: sanejoker.blogspot.gr








*********
Το διαβόητο «Πείραμα της Φυλακής του πανεπιστημίου Στάνφορντ» 
διεξήχθη το 1971 από την ερευνητική ομάδα του καθηγητή στο τμήμα Ψυχολογίας του πανεπιστημίου Στάνφορντ, Φίλιπ Ζιμπάρντο, πάνω στις ψυχολογικές επιπτώσεις που επιφέρει η μετατροπή ενός ατόμου σε φυλακισμένο ή δεσμοφύλακα. Λίγες μέρες πριν την έναρξη του πειράματος η παρακάτω αγγελία εμφανίστηκε σε μια τοπική εφημερίδα της Καλιφόρνια:

«Άνδρες, φοιτητές πανεπιστημίου, ζητούνται για συμμετοχή σε μια ψυχολογική μελέτη για τη ζωή στη φυλακή. Αμοιβή 15 δολάρια την ώρα για μια περίοδο δύο εβδομάδων ξεκινώντας στις 14 Αυγούστου».

Περισσότεροι από εβδομηνταπέντε φοιτητές δήλωσαν συμμετοχή. Εικοσιτέσσερις από αυτούς τελικά επιλέχθηκαν και ορίστηκαν τυχαία να παίξουν το ρόλο είτε του «φυλακισμένου» είτε του «δεσμοφύλακα», σε μια υποτιθέμενη φυλακή που είχε δημιουργηθεί για τους σκοπούς του πειράματος στο υπόγειο του κτιρίου του τμήματος Ψυχολογίας του πανεπιστημίου. Η επιλογή των υποψηφίων έγινε με βάση την απουσία ψυχολογικών και ιατρικών προβλημάτων, καθώς και ποινικού μητρώου.

Ο Ζιμπάρντο και η ομάδα του ξεκίνησαν το πείραμα για να εξετάσουν την ορθότητα της ιδέας ότι οι συνθήκες κακοποίησης στις φυλακές ανακύπτουν κυρίως εξαιτίας των εγγενών χαρακτηριστικών της προσωπικότητας των φυλακισμένων και των φρουρών τους. Για τον έλεγχο της υπόθεσης εφάρμοσαν μια σειρά από συμβάσεις με σκοπό να προκαλέσουν τον αποπροσανατολισμό και την αποπροσωποποίηση, την αποποίηση της ταυτότητάς των «κρατουμένων» καθώς και την ενίσχυση του αισθήματος εξουσίας των «δεσμοφυλάκων».

Κάτω από απόλυτα ρεαλιστικές συνθήκες, οι φυλακισμένοι ζούσαν κλειδωμένοι στα κελιά τους, υπό συνθήκες εξαθλίωσης, ψυχολογικής πίεσης, χωρίς προσωπικό χώρο και χρόνο, φορώντας ένα κουρέλι-φόρεμα, χωρίς εσώρουχα και με ξυρισμένα κεφάλια. Από την άλλη, οι «φύλακες» δούλευαν σε βάρδιες, φορώντας στρατιωτικές στολές και ειδικά γυαλιά ηλίου που απέτρεπαν την απευθείας βλεματική επαφή. Κρατούσαν αστυνομικό γκλομπ και αποκαλούσαν τους «φυλακισμένους» αποκλειστικά με αριθμούς.

Το πείραμα γρήγορα κλιμακώθηκε και ο Ζιμπάρντο έχασε τον έλεγχό του. Οι φυλακισμένοι υπέφεραν -αλλά και αποδέχτηκαν- σαδιστικές κι εξευτελιστικές συμπεριφορές. Τα υψηλά επίπεδα στρες σταδιακά τους οδήγησαν από τη στάση εξέγερσης απέναντι στις συνθήκες, στην απώθηση της πραγματικότητας και την αποδοχή πειθήνιου ρόλου. Μέχρι το τέλος του πειράματος πολλοί είχαν φανερώσειέντονες συναισθηματικές ενοχλήσεις.

Το πείραμα της φυλακής του Στάνφορντ έληξε στις 20 Αυγούστου του 1971, έξι μέρες μετά την έναρξή του, αντί για δεκατέσσερις όπως είχε αρχικά προγραμματιστεί. Εκείνη τη μέρα ο Ζιμπάρντο κάλεσε «φρουρούς» και «φυλακισμένους» για να ανακοινώσει ότι η «φυλακή» έκλεισε.

Τα αποτελέσματα του πειράματος φαίνεται πως καταδεικνύουν το ευεπηρέαστο και την υπακοή των ανθρώπων όταν τους παρασχεθεί μια νομιμοποιημένη ιδεολογία καθώς και κοινωνική και θεσμική υποστήριξη.

Γίνεται έτσι συμβατό με το επίσης πολύ γνωστό πείραμα του καθηγητή Μίλγκραμ, το οποίο έλαβε χώρα στα μέσα του εικοστού αιώνα στο πανεπιστήμιο Yale των ΗΠΑ και σόκαρε τη φοιτητική και ακαδημαϊκή κοινότητα του πανεπιστημίουκαταδεικνύοντας ότι καθημερινοί άνθρωποι εκπλήρωναν εντολές -κάτω από εφάμιλλες συνθήκες «νομιμοποίησης»- που οδηγούσαν στη φαινομενική χορήγηση ισχυρότατων ηλεκτρικών σοκ σε άλλους συμμετέχοντες.

Το «πείραμα της φυλακής» και παραλλαγές του, πλέον είναι παράνομα στις ΗΠΑ.


Δείτε και  " Το πείραμα της φυλακής "


Πέμπτη 3 Απριλίου 2014

Τί στο καλό ξέρουμε;



Ένα βασικό στοιχείο και ουσία του έργου, βρίσκεται στον ίδιο του τον τίτλο... Τί στο καλό ξέρουμε;  (What the bleep we know?). 

Ίσως τελικά είναι πολλά αυτά που δε ξέρουμε, άλλωστε η πραγματικότητα που αντιλαμβανόμαστε εξαρτάται και από το τι έχουμε ζήσει, καθώς και από την ποσότητα και ποιότητα της σκέψης μας.

Επομένως καλό θα είναι να μην συμπεριφερόμαστε ως γνώστες, αλλά απλά να διψάμε για γνώση, σκέψη και φαντασία, γιατί αυτά είναι που θα εξελίξουν την αντίληψη μας, και τον εαυτό μας.

Το ντοκιμαντέρ Τί στο καλό ξέρουμε;  (What the bleep we know?) αρχικά θέτει ερωτήματα του τύπου "τι είναι πραγματικότητα;", "πως την αντιλαμβανόμαστε", "γιατί είμαστε εδώ;", "που πάμε", κλπ.

Έπειτα, προσπαθεί να συνδέσει κβαντομηχανική με πνευματικότητα.

Από κει και πέρα, περνάει σε σχέση βιοχημείας και συμπεριφοράς και κάνει μια αρκετά καλή συσχέτιση τους με ανάγκες μας, με την ψυχολογία και την αντίληψή μας.

Τέλος, καταλήγει στο κατά πόσο οι σκέψεις μας μπορούν να επηρεάσουν το σώμα μας (mind over matter) αλλά και την πραγματικότητα όπως την αντιλαμβανόμαστε σαν παρατηρητής.


Matrix και Ασιατική κουλτούρα
Στο σημείο αυτό είναι το πιο πνευματικό κομμάτι, που θα σας θυμίσει λίγο Star Wars, Matrix, Ασιατική κουλτούρα κλπ. Υπάρχουν τόσο στην Ασιατική κουλτούρα, όσο και στην αστροφυσική, πράγματα που δεν καταλαβαίνουμε ακόμα.

Τελικά το ντοκιμαντέρ Τί στο καλό ξέρουμε;  (What the bleep we know?) είναι καλό γιατί σε βάζει να σκεφτείς. Έχει κάποια ωραία στοιχεία και αναπαραστάσεις με γραφικά, καθώς και την συμπαθή και εκφραστική βασική ηθοποιό.
Αυτό το ντοκιμαντέρ σαφώς έχει κάτι να πει. Αρκεί όμως να ψαχνόμαστε και εμείς από μόνοι μας. Άλλωστε τελικά αυτή είναι η ουσία. Να ψαχνόμαστε. Και το "ντοκιμαντέρ" πιστεύω θα το προκαλέσει αυτό σε κάποιους θεατές.
Άλλοι πάλι, θα πουν "εγώ ξέρω" και θα το παραμερίσουν, έχοντας χάσει τελείως την αξία του/νόημα του.

Σκηνοθεσία:
William Arntz, Betsy Chasse, Mark Vicente


Παίζουν:
Marlee Matlin, Elaine Hendrix, Barry Newman, Robert Bailey Jr., John Ross Bowie, Armin Shimerman, Robert Blanche


       [ Εδώ η ταινία με ελληνικούς υπότιτλους ]




Το συγκεκριμένο φιλμ, πραγματεύεται τη σχέση της κβαντικής φυσικής με την καθημερινή μας ζωή, το πως αυτή επηρεάζεται από τα συναισθήματά μας και τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε την έννοια της πραγματικότητας. Επίσης, συνδέει τη θρησκεία και την υπόσταση του Θεού με τον τρόπο που αντιλαμβανόμαστε τον κόσμο μας και παράλληλα, μας περιγράφει τις αιτίες που μας οδηγούν να ζούμε σε δυστυχία και αδράνεια λόγω των εξαρτήσεών μας αλλά και τρόπους για να ανατρέψουμε αυτή την κατάσταση πνευματικής στασιμότητας προς κάτι ποιοτικότερο.

Συγκεντρωτικά, μπορούμε να ταξινομήσουμε τα θέματα που πραγματεύεται το φιλμ ως εξής:


Η ΕΝΝΟΙΑ ΚΑΙ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΗΣ ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΟΤΗΤΑΣ:

Σχετικά πειράματα στον ανθρώπινο εγκέφαλο έχουν δείξει πως ο εγκέφαλος δεν μπορεί να διακρίνει τη διαφορά μεταξύ αυτού που βλέπει σε πραγματικό χρόνο σε σχέση με αυτό που θυμάται. Δηλαδή, αν ζητηθεί από έναν άνθρωπο να κοιτάξει πχ ένα μήλο και μετά να κλείσει τα μάτια του και να φέρει αυτό το αντικείμενο στο μυαλό του, ο εγκέφαλος δεν θα μπορεί να αντιληφθεί τη διαφορά μεταξύ της όρασης σε πραγματικό χρόνο και της μνήμης ενός γεγονότος, αντικειμένου κλπ.

Παράλληλα, πρέπει να τονιστεί ιδιαίτερα η προσωπική συμμετοχή του παρατηρητή σε αυτό που ονομάζουμε πραγματικότητα, καθώς η έννοια της πραγματικότητας ορίζεται από τον τρόπο που ο παρατηρητής εξετάζει το γεγονός και το συνδέει-ταυτίζει με κάτι πραγματικό. Με απλά λόγια, υπάρχουν τόσες "πραγματικότητες" όσοι και οι παρατηρητές. Ο εγκέφαλός μας, λαμβάνει 400 δισεκατομμύρια πληροφοριών το δευτερόλεπτο αλλά τελικά αντιλαμβανόμαστε μόνον τις 2.000 από αυτές. Η επίγνωσή μας των 2.000 πληροφοριών αφορούν μόνο στο περιβάλλον, το σώμα μας, και τον χρόνο. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως σαφώς κι έχουμε μερική και όχι πλήρη εικόνα της πραγματικότητας.

Όλα αυτά μας οδηγούν στο εύλογο ερώτημα του αν τελικά ο άνθρωπος ζει στην πραγματικότητα ή στην φαντασία, μιας και αυτό που μπορεί να αντιληφθεί από τα γεγονότα που διαδραματίζονται γύρω του δεν είναι παρά ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνόλου. Αυτό, συνδέεται και επηρεάζεται από την προσωπική συμμετοχή του παρατηρητή, ο οποίος ρυθμίζει-δημιουργεί μία εκδοχή της πραγματικότητας μοναδική για κάθε παρατηρητή. Καταλήγουμε λοιπόν στο συμπέρασμα πως το ανθρώπινο σώμα και δη ο ανθρώπινος εγκέφαλος, όσο τέλειος λειτουργικά κι αν μας φαίνεται, τελικά υστερεί σε σημαντικό βαθμό ως προς τον τρόπο, την ποσότητα και την ποιότητα που αντιλαμβάνεται και επεξεργάζεται τον κόσμο που μας περιβάλλει. Κατά συνέπεια, δεν μπορούμε να ισχυριστούμε (ως παρατηρητές) πως ο άνθρωπος ζει σε έναν φανταστικό κόσμο (γιατί τον αντιλαμβάνεται μερικά κι όχι ολοκληρωτικά) αλλά θα ήταν αντικειμενικότερο να συμπεράνουμε πως ο άνθρωπος έχει μία περιορισμένη αντίληψη της πλήρους πραγματικότητας και αυτό δεν οφείλεται μόνον στους περιορισμούς του εγκεφάλου (κάτι που θεωρητικά μπορεί να ξεπεραστεί) αλλά και στην καθοριστική επιρροή της ατομικότητας του ανθρώπου-παρατηρητή, κάτι που είναι αδύνατο να "ακυρωθεί" ως ανασταλτικός παράγοντας στην προσπάθεια της πλήρους και αντικειμενικής κατανόησης και αντίληψης της πραγματικότητας ως κοινή για όλους τους ανθρώπους.

Φαίνεται πως ο μόνος τρόπος για να μπορέσει ο άνθρωπος να αντιληφθεί πλήρως και αντικειμενικά την πραγματικότητα του κόσμου στο σύνολό της, είναι το να "μεταστοιχειωθεί" σε ένα ‘υπερόν’ που θα έχει τη δυνατότητα να επεξεργάζεται όλες τις πληροφορίες που δέχεται. Πάντα όμως, η ατομικότητα του παρατηρητή θα αποτελεί το ανυπέρβλητο εμπόδιο στην πλήρη αντίληψη και κατανόηση του κόσμου μας γιατί είναι αδύνατο ένας παρατηρητής να είναι απόλυτα ίδιος στις προδιαγραφές παρατήρησης σε σχέση με κάποιον άλλο παρατηρητή…


ΑΝΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ :

Από επιστημονικής πλευράς, τα συναισθήματα συνδέονται στενά με την παραγωγή συγκεκριμένων πρωτεϊνών στον υποθάλαμο (τμήμα του εγκεφάλου). Αυτές οι πρωτεΐνες αποτελούναι από μικρότερα τμήματα που ονομάζονται πεπτίδια. Με απλά λόγια, υπάρχουν χημικές ουσίες που εκκρίνονται ανάλογα με αυτό που βιώνουμε. Έτσι, υπάρχουν συγκεκριμένες χημικές ουσίες (πεπτίδια) που σχετίζονται με τη χαρά, τη λύπη, τον έρωτα, το μίσος, την απογοήτευση, την πείνα, τον θάνατο ενός αγαπημένου μας προσώπου, την παρατήρηση ενός πορφυρού ηλιοβασιλέματος, τη δυσφορία που μας προκαλεί μία αρρώστια ή ακόμα και με την ντροπή που μας προκαλεί ένα ατυχές στραβοπάτημα σε έναν πολυσύχναστο δρόμο κλπ.

Στην ουσία, ο εγκέφαλός μας λειτουργεί με ηλεκτρικό ρεύμα και γίνεται κατανοητό πως τελικά κανείς μας δεν βλέπει την ίδια τη σκέψη. Αυτό που βλέπουμε στη νευροφυσική είναι ένα σύνολο από μικρές "αστραπές" ως μια καταιγίδα που μαίνεται γύρω από τα διάφορα τεταρτημόρια του εγκεφάλου. Αυτές είναι περιοχές που είναι χαρτογραφημένες στο σώμα και σε τι θα πρέπει να αντιδρά κάποιος. Έτσι, διαφορετικές περιοχές του εγκεφάλου φαίνεται πως εργάζονται και ενεργοποιούν τη σκέψη ανάλογα με το τι αντιλαμβανόμαστε. Έτσι, ο θυμός, ο φθόνος, το μίσος, η συμπόνοια, η αγάπη κλπ, ως συναισθήματα ξεκινούν με τη διαδικασία της σκέψης στα διάφορα τμήματα του εγκεφάλου και μετατρέπονται στο ανάλογο συναίσθημα (πεπτίδια) στον υποθάλαμο.

Με βάση τα ανωτέρω στοιχεία, κατανοούμε πως ο εγκέφαλος έχει τη δυνατότητα να κατασκευάζει τα συναισθήματα που ορίζει το εκάστοτε αισθητηριακό γεγονός. Κάτι πολύ σημαντικό σε αυτή τη διαπίστωση είναι το γεγονός πως τα συναισθήματά μας επηρεάζουν και τις διάφορες σωματικές μας λειτουργίες. Έτσι λοιπόν κατανοούμε πως ανάλογα του είδους των συναισθημάτων που παράγουμε, ο οργανισμός μας ωφελείται ή καταπονείται αναλόγως.

Πιο πάνω, αναφέρθηκε επιστημονικώς η διαδικασία παραγωγής των συναισθημάτων από τον εγκέφαλο. Στην ουσία, αυτό που περιγράφτηκε είναι το πρώτο στάδιο που σχετίζεται με τα συναισθήματα, καθώς έχει διαπιστωθεί πως οι χημικές ουσίες που ταυτίζονται με τα συναισθήματα, έχουν συγκεκριμένες σημαντικές επιδράσεις στο σώμα μας. Έτσι, από τη στιγμή που βιώνουμε ένα συναίσθημα στον εγκέφαλό μας, ο υποθάλαμος αμέσως θα συναρμολογήσει το ανάλογο πεπτίδιο και στη συνέχεια το ελευθερώνει μέσω της υπόφυσης στο αίμα που κυκλοφορεί. Τη στιγμή που το πεπτίδιο ελευθερώνεται στην αιματική κυκλοφορία, βρίσκει το δρόμο του για διάφορα κέντρα σε διαφορετικά σημεία του σώματός μας. Κάθε μεμονωμένο κύτταρο στο σώμα μας, έχει συγκεκριμένους υποδοχείς στο εξωτερικό του. Κάθε κύτταρο μπορεί να έχει χιλιάδες υποδοχείς που προεξέχουν στην επιφάνειά του. Είναι ένα είδος επικοινωνίας με τον έξω κόσμο. Όταν ένα πεπτίδιο συνδεθεί σε ένα υποδοχέα ενός κυττάρου τότε κυριολεκτικά, σαν ένα κλειδί που μπαίνει σε μια κλειδαριά, επικάθεται στην επιφάνεια του υποδοχέα, συνδέεται μαζί του και ενεργοποιεί κατά κάποιον τρόπο τον υποδοχέα και όπως περίπου ένα κουδούνι στη πόρτα που χτυπάει, στέλνει ένα συγκεκριμένο μήνυμα στο κύτταρο. Έτσι, το πεπτίδιο τελικά ενεργοποιεί μια ολόκληρη σειρά βιοχημικών γεγονότων, κάποια από τα οποία καταλήγουν ακόμα και σε αλλαγές του πυρήνα του κυττάρου.

Αναμφίβολα, κάθε κύτταρο είναι ζωντανό και κάθε κύτταρο έχει μία δική του συνείδηση, ιδιαίτερα αν ορίσουμε τη συνείδηση ως την οπτική γωνία ενός παρατηρητή. Υπάρχει λοιπόν πάντα η οπτική γωνία του κυττάρου. Στην πραγματικότητα, το κύτταρο είναι η μικρότερη μονάδα συνείδησης στο σώμα μας. Όλα αρχίζουν στο κύτταρο. Το κύτταρο είναι μια μηχανή παραγωγής πρωτεΐνης αλλά παίρνει τις εντολές του από τον εγκέφαλο. Ένα από τα αξιοσημείωτα για τους υποδοχείς των κυττάρων, είναι ότι αλλάζουν την ευαισθησία τους ανάλογα με το τι πληροφόρηση δέχονται. Εάν ένας υποδοχέας ενός συγκεκριμένου φαρμάκου ή κάποιας άλλης εσωτερικής ουσίας βομβαρδίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα με μεγάλη ένταση, κυριολεκτικά θα συρρικνωθεί. Θα υπάρχουν λιγότεροι σε αριθμό, ή θα αλλάξει δομή με τέτοιο τρόπο που είτε απευαισθητοποιείται είτε ελαττώνεται. Έτσι λοιπόν, το ίδιο ποσό φαρμάκου ή ενδογενούς ουσίας, θα προκαλέσει μια πολύ μικρότερη απόκριση. Εάν λοιπόν βομβαρδίζουμε το κύτταρο με την ίδια συμπεριφορά (άρα με το ίδιο πεπτίδιο) ξανά και ξανά σε καθημερινή βάση, όταν τελικά αυτό το κύτταρο τελικώς αποφασίσει να διαιρεθεί, όταν δημιουργεί ένα ακόμα μητρικό κύτταρο ή ένα θυγατρικό κύτταρο, αυτό το επόμενο κύτταρο θα έχει περισσότερους υποδοχείς για εκείνα τα συγκεκριμένα νευροπεπτίδια συναισθημάτων και λιγότερους υποδοχείς για βιταμίνες, ιχνοστοιχεία, θρεπτικά συστατικά, ανταλλαγή υγρών και ακόμα και για την απελευθέρωση αποβλήτων ουσιών ή τοξινών.

Αυτές οι πολύ σημαντικές πληροφορίες για τη σχέση κυττάρου και συναισθημάτων συνδέεονται καθοριστικά με αυτό που ονομάζουμε "εξάρτηση". Η εξάρτηση με απλά λόγια αφορά σε ένα σύνολο συναισθημάτων, τη δράση των οποίων δεν μπορούμε να σταματήσουμε. Φέρνουμε στους εαυτούς μας καταστάσεις που θα επιβεβαιώσουν τις βιοχημικές ανάγκες των κυττάρων του σώματός μας, δημιουργώντας καταστάσεις που πληρούν τις χημικές μας ανάγκες. Ο εξαρτημένος πάντα θα χρειάζεται λίγο ακόμα περισσότερο, έτσι ώστε να έχει μια έξαρση ή για να "φτιαχτεί" με αυτό το οποίο αναζητούν χημικά.

Μια ενδιαφέρουσα ερμηνεία για την κατάσταση του να είμαστε ερωτευμένοι έχει να κάνει ακριβώς με τα συναισθήματα. Πως μπορεί λοιπόν κάποιος να πει πραγματικά ότι είναι ερωτευμένος με έναν συγκεκριμένο άνθρωπο; Μήπως τελικά είναι μόνον ερωτευμένος με την προσδοκία των συναισθημάτων στα οποία είναι εθισμένος; Γιατί, το ίδιο πρόσωπο που ερωτευόμαστε επειδή μας προκαλεί συγκεκριμένα συναισθήματα, θα μπορούσε να εκπέσει της εύνοιάς μας αν σταματήσει να μας προκαλεί αυτά τα συγκεκριμένα συναισθήματα που έχουμε ανάγκη (εθισμός). Αυτό ακριβώς εξηγεί και το γεγονός της ανάγκης αλλαγής ερωτικού συντρόφου όταν συμβεί μία αμετάκλητη ρήξη στη σχέση μας. Στην ουσία λοιπόν δεν ψάχνουμε συγκεκριμένο ερωτικό σύντροφο, ψάχνουμε τρόπους να ικανοποιήσουμε τον εθισμό μας.

Επίσης, πρέπει να σημειωθεί πως δεν υπάρχουν καλά και κακά συναισθήματα. Τα συναισθήματα είναι απλώς η εκδήλωση της ζωής. Χρωματίζουν και κατηγοριοποιούν την αφθονία των εμπειριών μας. Παράλληλα κατανοούμε πως δεν υπάρχουν καλές και κακές εξαρτήσεις αλλά μόνον συγκεκριμένες επιδράσεις στο σώμα μας που τις κατατάσσουμε σε διάφορες κατηγορίες.


ΕΠΙΔΡΑΣΕΙΣ ΤΗΣ ΣΚΕΨΗΣ ΚΑΙ ΤΩΝ ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΩΝ ΣΤΗΝ ΥΛΗ:

Ένα πείραμα του Ιάπωνα επιστήμονα Masaru Emoto, απέδειξε πως συγκεκριμένες σκέψεις και συναισθήματα που προβάλλουμε σε μία ποσότητα νερού, θα έχουν ως αποτέλεσμα την αλλαγή της κρυσταλλικής δομής του. Έτσι, μία θετική σκέψη ή ένα συναίσθημα όπως η αγάπη, αν προβληθεί σε ένα φιαλίδιο νερού, σε σύντομο χρονικό διάστημα, η κρυσταλλική δομή αυτής της ποσότητας νερού θα αλλάξει και οι κρύσταλλοι θα αποκτήσουν σχήματα αρμονικά και όμορφα. Ας μην ξεχνάμε επίσης το ότι τα λουλούδια αναπτύσσονται καλύτερα όταν τους μιλάμε με ήρεμα και θετικά λόγια σαν να εκδηλώναμε την αγάπη μας προς αυτά.

Η συγκεκριμένη διαπίστωση έρχεται να δώσει την ακριβή ερμηνεία των ψυχοπαθολογικών εκδηλώσεων στο σώμα μας. Το ανθρώπινο σώμα αποτελείται περίπου κατά 75% από νερό. Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως τα συναισθήματα που παράγονται συστηματικά στον εγκέφαλό μας, έχουν ως αποτέλεσμα την εκδήλωση συγκεκριμένων αλλαγών στο σώμα μας. Γενικότερα, τα ‘θετικά’ συναισθήματα συμβάλλουν στην καλή και αρμονική λειτουργία του σώματός μας, ενώ τα ‘αρνητικά’ συναισθήματα συμβάλλουν στην εκδήλωση παθολογικών καταστάσεων. Είναι λοιπόν λογικό να ορίζουμε το stress ως την ασθένεια του αιώνα.


ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΚΑΙ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΝΝΟΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ:

Τα περισσότερα προβλήματα που η θρησκεία και τα διάφορα φιλοσοφικά κινήματα δημιούργησαν κατά το πέρας των αιώνων ήταν λάθη όπως πχ το ότι ο Θεός είναι ένα ξεκάθαρα ξεχωριστό ον από εμάς τον οποίο πρέπει να λατρεύουμε, να καλοκαρδίζουμε, να παρακαλούμε και να ελπίζουμε ότι θα κερδίσουμε μια αμοιβή στο τέλος της ζωής μας. Σίγουρα ο Θεός δεν έχει σχέση με αυτά τα πράγματα.

Οι άνθρωποι είναι εξωφρενικά υποταγμένοι στον έλεγχο της θρησκείας γιατί έχουν δημιουργήσει την έννοια της κοσμικής καταδίκης και τις έννοιες του σωστού και του λάθους. Εάν κάνουμε αυτό, θα μας τιμωρήσει ο Θεός. Εάν κάνουμε το άλλο, θα ανταμειφθούμε. Αυτό είναι πραγματικά μια πτωχή περιγραφή που προσπαθεί να χαράξει ένα μονοπάτι στη ζωή μας αλλά εάν το ακολουθήσουμε, τα αποτελέσματα θα είναι αξιοθρήνητα και η ζωή μας αυτό επιβεβαιώνει, γιατί στην πραγματικότητα δεν υπάρχει καλό ή κακό. Κρίνουμε τα πράγματα πάρα πολύ επιφανειακά με αυτό τον τρόπο.

Κατανοούμε λοιπόν πως πρέπει απλά να αφουγκραστούμε τις εσωτερικές μας ανάγκες, να μιλήσουμε με τον εαυτό μας και με μεγάλη δόση αυτοελέγχου να βελτιώσουμε την έκφραση και την κατανόηση των όσων χειριζόμαστε στην καθημερινή ζωή μας. Υπάρχουν πράγματα που κάνουμε και ξέρουμε ότι θα μας βοηθήσουν να εξελιχθούμε και άλλα πράγματα που δεν θα με βοηθήσουν σε αυτό. Αλλά δεν υπάρχει καλό και κακό. Δεν υπάρχει τιμωρός Θεός που περιμένει να μας τιμωρήσει επειδή πράξαμε το ένα ή το άλλο.


ΟΙ ΑΙΤΙΕΣ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΤΙΚΗΣ ΚΑΙ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑΚΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ ΟΙ ΤΡΟΠΟΙ ΑΛΛΑΓΗΣ ΑΥΤΗΣ ΤΗΣ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗΣ:

Είναι πολύ πιθανό ότι είμαστε τόσο συνηθισμένοι και απορροφημένοι στην καθημερινή ζωή μας, τόσο συνηθισμένοι στον τρόπο που δημιουργούμε τη ζωή μας, που δεχόμαστε την ιδέα ότι δεν έχουμε καθόλου έλεγχο πάνω σε αυτή και γινόμαστε απλά ακόλουθοι κάποιων καταστάσεων.

Ο μέσος άνθρωπος, ζει μία ζωή που θεωρεί βαρετή ή πεζή και αυτό οφείλεται κυρίως στο ότι δεν κάνουμε καμία προσπάθεια να αποκτήσουμε γνώσεις και πληροφορίες που θα μας εμπνεύσουν και θα δόσουν νόημα στη ζωή μας. Οι άνθρωποι στην συντριπτική πλειοψηφία τους είναι τόσο υπνωτισμένοι από αυτά που τους περιβάλλουν διαμέσου των μέσων μαζικής ενημέρωσης και διαμέσου των ανθρώπων που ζούνε και δημιουργούνε ιδανικά, που όλοι προσπαθούν να γίνουν αυτό που βλέπουν, όμως κανείς τελικά δεν μπορεί να γίνει αυτό που του ‘πουλάνε’ σε σχέση με την εξωτερική εμφάνισή μας και τους ορισμούς της ομορφιάς και του ανδρισμού. Έχουμε μάθει να μισούμε το σώμα μας όταν έχει περιττά κιλλά, να νοιώθουμε άρρωστοι όταν έχουν πέσει τα μαλλιά μας ή ακόμα και υπάνθρωποι όταν δεν έχουμε το αγγελικό πρόσωπο ενός μοντέλου. Όλα αυτά είναι αυταπάτες στις οποίες οι περισσότεροι άνθρωποι παραδίδονται και ζούνε τη ζωή τους στη μετριότητα και η επιθυμία τους μπορεί να μην βγει ποτέ στην επιφάνεια, ώστε να θελήσουν να γίνουν κάτι άλλο. Έτσι λοιπόν, οι άνθρωποι αρχικά παράγουν ένα αρνητικό συναίσθημα και στη συνέχεια εθίζονται σε αυτό μέσα από έναν περίεργο αγώνα για την κατάκτηση της απόλυτης ομορφιάς ή κάποιου άλλου προκατασκευασμένου ιδανικού, ενός αγώνα που ποτέ δεν θα κερδίσουν. Ενδόμυχα αυτό μας είναι γνωστό αλλά μετά από την πολυετή έκθεση στην αποτυχία προς αυτούς τους σκοπούς, καταντάμε να τρέφουμε την αποτυχία κι όχι την ανάγκη επίτευξης του σκοπού και μάλιστα εθιζόμαστε σε αυτή.

Αλλά εάν η πραγματική επιθυμία μας βγει στην επιφάνεια και ρωτήσουμε τους εαυτούς μας εάν υπάρχει κάτι περισσότερο που θέλουμε ή χρειαζόμαστε πέραν κι εκτός των προκατασκευασμένων ιδανικών, τότε πραγματικά θα βιώσουμε την αρχή της ‘μεταστοιχείωσής’ μας, την αρχή της ευδαιμονίας. Τότε στην ουσία επανακαλωδιώνουμε τον εγκέφαλό μας και αλλάζουμε τις νευρικές δομές του εγκεφάλου και αυτό τελικώς αλλάζει εμάς σαν ψυχοσωματική οντότητα.

Η πηγή του ανθρώπινου δράματος προσδιορίζεται κυρίως σε έναν ατελείωτο συνειρμό σκέψεων που κάνουμε σχετικά με τη ζωή μας: Εάν αλλάξω το μυαλό μου, θα αλλάξω τις επιλογές που κάνω; Εάν αλλάξω τις επιλογές μου, θα αλλάξει η ζωή μου; Γιατί δεν μπορώ να αλλάξω; Σε τι είμαι εθισμένος; Τι θα χάσω στο οποίο είμαι χημικά προσκολλημένος; Ποιο άτομο, χώρο, πράγμα, ή γεγονός στο οποίο είμαι χημικά προσκολλημένος (εθισμένος) δεν θέλω να χάσω, γιατί θα αναγκαστώ ίσως να βιώσω τα χημικά στερητικά συμπτώματα της διαδικασίας απεξάρτησης από αυτό;

Κατανοούμε λοιπόν πως το κλειδί στην επαναγέννησή μας κρύβεται στον τρόπο που βλέπουμε τη ζωή μας και τελικά, αυτά που θέλουμε πραγματικά να αποτελούν τη ζωή μας, στο σύνολό τους ορίζουν τον ίδιο τον λόγο της ύπαρξής μας. Δεν υπάρχουμε γιατί κάποιος θεός ως υπέρτατο ον έχει αποφασίσει κάτι για εμάς και πρέπει να το εκπληρώσουμε. Υπάρχουμε ως ατομικότητες για να εξελιχθούμε και να βιώσουμε-ικανοποιήσουμε τις ανάγκες που πραγματικά κι εκ βαθέων αντιληφθήκαμε πως ζουν μέσα μας. Ο καθένας μας έχει έναν σκοπό που ζει σε αυτόν τον πλανήτη. Το κρίσιμο ερώτημα είναι αν ζούμε για τους σκοπούς που επιλέξαμε εμείς ή για τους σκοπούς που επέλεξαν κάποιοι άλλοι.

Δυστυχώς, η καθημερινότητα μας δείχνει πως είμαστε δέσμιοι των προκατασκευασμένων ιδανικών και εξαρτημένοι από έναν τρόπο ζωής που αν τον αναλύσουμε, απέχει μακράν από αυτό που βαθιά μέσα μας ζει και περιμένει να αναπτυχθεί. Δυστυχούμε γιατί δεν ακούμε τον εαυτό μας, γιατί έχουμε αποτύχει στη διαδικασία της ενδοσκόπησης, γιατί στην ουσία φοβόμαστε να πάρουμε στα χέρια μας την ευθύνη των σκέψεων και των πράξεών μας. Όλες αυτές οι ανασφάλειες δημιούργησαν την ανάγκη να μας προστατεύει και να μας φροντίζει κάποιος άλλος, να σκέφτεται και να αποφασίζει για εμάς κάποιος άλλος χωρίς εμείς να έχουμε την ευθύνη των όσων μας συμβαίνουν. Αυτό έχει εφαρμογή είτε στα φιλοσοφικά-μεταφυσικά ζητήματα (θρησκεία), είτε στα αμιγώς κοινωνικά και βιοποριστικά ζητήματα (πχ ψηφίζουμε τις λιγότερο κακές κυβερνήσεις και αποδίδουμε σεβασμό σε εκείνον που ικανοποιεί τις ανάγκες μας). Συμπεραίνουμε λοιπόν πως σταδιακά και συστηματικά δίνουμε σε τρίτους την ευκαιρία-δικαίωμα να αποφασίζουν για εμάς, κάτι που σταδιακά μας φέρνει τη δυστυχία (γιατί δεν αντανακλά στις πραγματικκές μας ανάγκες) και τελικά η δυστυχία γίνεται τρόπος ζωής, γίνεται η καθημερινότητά μας.



Τι στο καλό ξέρουμε και Κβαντική φυσική
Η ΣΥΣΧΕΤΙΣΗ ΜΕ ΤΗΝ ΚΒΑΝΤΙΚΗ ΦΥΣΙΚΗ:

Σε όλα τα ανωτέρω συμπεράσματα, η κβαντική φυσική προσεγγίζει τη σχέση μας με το σύμπαν μέσα από έναν κόσμο πιθανοτήτων, μέσα από διαδικασίες εύρεσης των πιθανών εξελίξεων των γεγονότων στο σύμπαν κι έρχεται να μας θυμίσει πως όλα είναι ένα, όλα συνδέονται μεταξύ τους και τίποτα δεν ορίζεται αν δεν συσχετιστεί με κάτι συναφές. Πολύ σημαντικό είναι το γεγονός πως η κβαντική φυσική, ορίζει την υπόσταση ενός αντικειμένου ως υπαρκτή αν κι εφόσον αυτό ενταχθεί στη διαδικασία της παρατήρησης.

Η συνείδησή μας επηρεάζει τους άλλους γύρω μας. Επηρεάζει τις υλικές ιδιότητες. Επηρεάζει το μέλλον μας. Συνδημιουργούμε το μέλλον μας, άρα είμαστε πολλά περισσότερα από αυτό που νομίζουμε. Μπορούμε να γίνουμε πολύ περισσότερα ακόμα και πέρα από αυτά. Μπορούμε να επηρεάσουμε το περιβάλλον μας, τους ανθρώπους. Εμείς και τα όσα μας περιβάλλουν δεν είμαστε ξέχωρα. Είμαστε μέλη ενός πράγματος. Συνδεόμαστε με όλα. Δεν είμαστε μόνοι μας.

Γνωρίζοντας ότι υπάρχει αυτή η διασύνδεση στο Σύμπαν, ότι είμαστε όλοι συνδεδεμένοι μεταξύ μας και ότι συνδεόμαστε με το Σύμπαν στο βασικό επίπεδό του, μπορούμε να δώσουμε μία καλή εξήγηση για την πνευματικότητα. Υπάρχει μία ισχυρή πεποίθηση ότι ο σκοπός μας εδώ, είναι να αναπτύξουμε το δώρο της 'προθέσεως' και να μάθουμε πως να είμαστε αποτελεσματικοί δημιουργοί. Είμαστε όλοι εδώ για να γίνουμε δημιουργοί. Είμαστε εδώ για να εισβάλλουμε στο διάστημα με ιδέες, με μεγάλες ιδέες. Είμαστε εδώ για να αξιοποιήσουμε τη ζωή μας, για να αναγνωρίσουμε τον κβαντικό εαυτό μας, να αναγνωρίσουμε το χώρο όπου πραγματικά έχουμε επιλογές και όταν κάποιος τα αντιλαμβάνεται όλα αυτά, τότε λέμε ότι αυτός ο άνθρωπος φωτίστηκε...