Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Irvin D. Yalom (Ίρβιν Γιάλομ). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Irvin D. Yalom (Ίρβιν Γιάλομ). Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

Η ανατροφοδότηση στην ψυχοθεραπεία


Το παράθυρο Johari, ένα παμπάλαιο μοντέλο προσωπικότητας που χρησιμοποιείται για να διδαχθούν τόσο οι συντονιστές όσο και τα μέλη των ομάδων την αυτοαποκάλυψη και την ανατροφοδότηση, έχει πολλά να προσφέρει και στην ατομική θεραπεία. 
Το παράξενο όνομά του είναι ένας συμφυρμός ( Jo + Harry ) των δυο ανθρώπων που το πρωτοδιατύπωσαν , του Joe Luft και του  Harry Ingram. 

Προσέξτε τα τέσσερα τεταρτημόρια 
δημόσιος, τυφλός, κρυφός και ασυνείδητος 



-----------------------------------------------------------------------------------------------------
                                                          Γνωστός στο εγώ                Άγνωστος στο εγώ 
----------------------------------------------------------------------------------------------------
                                                                                            
Γνωστός στους άλλους                      Δημόσιος (1)                        Τυφλός  (2)

------------------------------------------------------------------------------------------------------

Άγνωστος στους άλλους                   Κρυφός  (3)                           Ασυνείδητος ( 4) 
------------------------------------------------------------------------------------------------------



1ο τεταρτημόριο (γνωστός σε μένα και στους άλλους ) είναι ο δημόσιος εαυτός

2ο τεταρτ. ( άγνωστος σε μένα και γνωστός στους στους άλλους ) είναι ο τυφλός εαυτός

3ο τεταρτ. (γνωστός σε μένα αλλά άγνωστος στους άλλους ) είναι ο κρυφός εαυτός , και

4ο τεραρτ. ( άγνωστος και σε μένα και στους άλλους ) είναι ο ασυνείδητος εαυτός


Τα τεταρτημόρια ποικίλουν σε μέγεθος από άτομο σε άτομο. κάποια κελιά είναι μεγαλύτερα σε μερικούς ανθρώπους, πιο συρρικνωμένα σε άλλους. Στη θεραπεία επιχειρούμε ν αλλάξουμε το μέγεθος των τεσσάρων κελιών. Προσπαθούμε να βοηθήσουμε το κελί του δημόσιου εαυτού να μεγαλώσει εις βάρος των υπόλοιπων τριών και τον κρυφό εαυτό να συρρικνωθεί, καθώς οι ασθενείς, μέσα από τη διαδικασία της αυτοαποκάλυψης, μοιράζονται περισσότερες πληροφορίες για τον εαυτό τους με τους άλλους - πρώτα με τον θεραπευτή κι έπειτα, με σύνεση, με άλλα κατάλληλα πρόσωπα στη ζωή τους. Και βέβαια,ελπίζουμε να μειώσουμε το μέγεθος του ασυνείδητου εαυτού βοηθώντας τους ασθενείς να εξερευνήσουν και να γνωρίσουν τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής τους.

Αυτό όμως που κυρίως έχουμε στο στόχαστρο είναι το κελί δύο, ο τυφλός εαυτός - τόσο στην ατομική όσο και στην ομαδική θεραπεία. Ένας από τους στόχους της θεραπείας είναι ν αυξήσει τον έλεγχο της πραγματικότητας και να βοηθήσει το άτομο να δει τον εαυτό του όπως τον βλέπουν οι άλλοι. Με τη μεσολάβηση της ανατροφοδότησης, το κελί του τυφλού εαυτού μικραίνει σημαντικά .

Στην ομαδική θεραπεία, η ανατροφοδότηση γίνεται στο μεγαλύτερό της μέρος από μέλος σε μέλος.
Στις ομαδικές συνεδρίες το κάθε μέλος αλληλεπιδρά σε μεγάλο βαθμό με τα άλλα, και αναδύονται σημαντικά στοιχεία για τους διαπροσωπικούς τρόπους διάδρασης.

Αν είναι σωστός ο συντονισμός της ομάδας, το κάθε μέλος παίρνει μεγάλη ανατροφοδότηση από τους υπόλοιπους σε σχέση με το πώς τον βλέπουν εκείνοι. Αλλά η ανατροφοδότηση είναι ένα λεπτό εργαλείο και τα μέλη των ομάδων σύντομα μαθαίνουν πως είναι πιο χρήσιμη αν :

1. Προκύπτει από παρατηρήσεις στο εδώ και τώρα
2. Ακολουθεί χρονικά το συμβάν που την κινητοποίησε, όσο γίνεται πιο σύντομα
3 Επικεντρώνεται στις συγκεκριμένες παρατηρήσεις και συναισθήματα που δημιουργούνται στον ακροατή και όχι σε εικασίες ή ερμηνείες για τα κίνητρα εκείνου που μιλάει
4. Ο αποδέκτης επιβεβαιώνει την ανατροφοδότηση αυτή ρωτώντας και άλλα μέλη, αν δλδ η ομάδα
συναινεί και την επικυρώνει .


Στο σύστημα της ατομικής θεραπείας, στο οποίο εμπλέκονται δύο μόνο πρόσωπα, η ανατροφοδότηση είναι λιγότερο ποικιλόχρωμη και πολύπτυχη, παραμένει όμως οργανικό μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας .
Μέσα από την ανατροφοδότηση οι ασθενείς γίνονται καλύτεροι μάρτυρες της συμπεριφοράς τους και μαθαίνουν ν αξιολογούν την επίδραση της συμπεριφοράς τους στα συναισθήματα των άλλων


Ίρβιν Γιάλομ
από "Το δώρο της ψυχοθεραπείας" ( κεφ 37 )
(εκδ. Άγρα)


Τετάρτη 28 Ιανουαρίου 2015

"Γιατί μας εμπνέει ο Γιάλομ"


Η  ψυχιατρική δεν είναι ένας απλός κλάδος της ιατρικής, παρ΄ ότι στις ημέρες μας κινδυνεύει και αυτή να συρρικνωθεί σε κάτι τέτοιο. Δεν έχει να κάνει μόνο με συμπτώματα και τις επιφανειακές ιάσεις τους. Με την ύπαρξή μας έχει να κάνει. Με τις δυσκολίες που αυτή συναντά στο ταξίδι του «υπάρχειν». Ο Γιάλομ είναι ένας ξεχωριστός αφηγητής αυτού του ταξιδιού. Εδώ και 45 χρόνια ο Γιάλομ διδάσκει, θεραπεύει, ερευνά αλλά και εμπνέει.
Και αυτό δεν το χρωστάει στη λογοτεχνία.

Μπορεί Ο δήμιος του έρωτα, το Οταν έκλαψε ο Νίτσε και Η θεραπεία του Σοπενάουερ να είναι τα πασίγνωστα πολυμεταφρασμένα λογοτεχνικά έργα του, δεν υπάρχουν όμως διαχωριστικά.
Στην πραγματικότητα υπάρχει ένα συνεχές, ένα continuum, ανάμεσα στον λογοτεχνικό και στον επιστημονικό λόγο. Αν στόχος της επιστήμης είναι να συλλάβει, να κατανοήσει τον κόσμο και τον εαυτό, το ίδιο ακριβώς, με έναν άλλον τρόπο, με μια άλλη οργάνωση της γλώσσας, πασχίζει να κάνει και η λογοτεχνία. Η ποιητικότητα δεν είναι προνόμιο της λογοτεχνίας, μπορεί κάλλιστα να διατρέχει ένα αυστηρά επιστημονικό κείμενο, όπως και μια ψυχοθεραπευτική συνεδρία.


Προτού λοιπόν γράψει λογοτεχνία, αξίζει να αναφερθούμε σε δύο πρώιμα έργα του Γιάλομ:
Η θεωρία και η πρακτική της ομαδικής ψυχοθεραπείας, που κυκλοφόρησε το 1970, και η Υπαρξιακή ψυχοθεραπεία, το 1980. Και τα δύο θεωρούνται κλασικά έργα. Σε αυτά, όπως και σε όλα τα καθαρά επιστημονικά έργα του, συναντάς αυτή την ποιητική διάσταση. Συναντάς, επιτρέψτε μου έναν νεολογισμό, την «ποιητική βιωματικότητα». Αυτή είναι που τον κάνει επιρρεπή σε μια «άλλη διαθεσιμότητα» απέναντι στον φοιτητή, στον ασθενή, στον αναγνώστη.

Να ζωντανεύει η αλήθεια

Το ζητούμενο κάθε φορά είναι η αλήθεια να ζωντανεύει. Να την αισθάνεσαι στον σφυγμό σου, να γίνεται κάτι παραπάνω από μια αφηρημένη ιδέα. Και την αλήθεια αυτή όχι μόνο ως περιεχόμενο αλλά και ως διαδικασία πασχίζει να την περάσει στους νέους θεραπευτές. Ο Γιάλομ θεωρείται ένας από τους σημαντικότερους εν ζωή εκπροσώπους της υπαρξιακής σχολής στην ψυχιατρική. Ωστόσο οι ταμπέλες δεν του πάνε. Ο όρος «υπαρξιακός» στον βαθμό που αναφέρεται στον Γιάλομ δεν χαρακτηρίζει μια ειδική σχολή. Δεν είναι ένα θεραπευτικό σύστημα αλλά μια στάση απέναντι στη θεραπεία.

Η ανθρωπιστική ψυχολογία πριν από τα μέσα του 20ού αιώνα πρόβαλλε ανάμεσα στον μπιχεβιορισμό και στην ψυχανάλυση ως μια τρίτη δύναμη. Μια δύναμη που υποστήριξε ότι οι υπάρχουσες ψυχολογικές θεωρίες ακρωτηριάζουν την ολότητα του ανθρώπινου όντος. Σε καθιστούν παθητικό έρμαιο είτε στις τυφλές επιταγές του ασυνειδήτου είτε στις επιταγές του εξωτερικού περιγύρου. Ως αντίδοτο οι οπαδοί της ανθρωπιστικής ή υπαρξιακής σχολής φέρνουν στο προσκήνιο τις έννοιες της «αυτοπραγμάτωσης», της «ελεύθερης βούλησης», της «αυτονομίας του ατόμου».


Τα δεδομένα της ύπαρξης

Για τον Γιάλομ «η υπαρξιακή ψυχοθεραπεία είναι μια δυναμική θεραπευτική προσέγγιση η οποία εστιάζει την προσοχή της σε αγωνίες που έχουν τις ρίζες τους στην ύπαρξη». Ωστόσο η εσωτερική σύγκρουση που μας κατατρέχει, και εδώ είναι που διαφοροποιείται από τον Φρόιντ, δεν προέρχεται μόνο από την πάλη μας με καταπιεσμένες ενστικτικές ορμές ή με το υπερ εγώ μας ή με θραύσματα λανθάνουσας τραυματικής μνήμης αλλά και από την αναμέτρηση με τα δεδομένα της ύπαρξης. Υπάρχουν οι καθημερινές αγωνίες της ζωής μας: μοναξιά, αυτοπεριφρόνηση, ανικανότητα, ημικρανίες, σεξουαλικοί καταναγκασμοί, πένθος, καταστροφικές εμμονές, διακυμάνσεις της διάθεσης, κατάθλιψη...

Αυτά τα καθημερινά προβλήματα έχουν βαθιές ρίζες που φθάνουν ως τα θεμέλια της ύπαρξης.
Ο Γιάλομ αναφέρεται σε τέσσερα βασικά δεδομένα της ύπαρξης, σε έσχατες έγνοιες όπως τις αποκαλεί χρησιμοποιώντας τον όρο του θεολόγου Ρaul Τillich.

Είναι, πρώτον, το αναπόφευκτο του θανάτου για όλους μας προσωπικά και γι΄ αυτό που αγαπάμε·δεύτερον, η ελευθερία να φτιάξουμε τη ζωή μας όπως τη θέλουμε·τρίτον, η έσχατη μοναχικότητά μας· και, τέλος,η απουσία νοήματος στη ζωή μας.

Με αυτά τα δεδομένα της ύπαρξης παλεύει ο θεραπευτής. Δεν είναι εύκολο να ζεις σήμερα. Πολλοί καταθέτουν τα όπλα και τρελαίνονται... Βυθίζονται στα σκοτάδια της κατάθλιψης, που σε λίγα χρόνια θα είναι η δεύτερη κατά σειρά οικουμενική ασθένεια. Οι περισσότεροι από εμάς βολεύονται σε μια σχεδόν καλή ζωή, αυτό που τόσο ωραία εκφράζει ο ποιητής «we go on living and partly living», ή σε μια ήπια απόγνωση, όπως έλεγε ο Φρόιντ.


Η αληθινή καρδιά

Η αληθινή καρδιά της ψυχοθεραπείας, σύμφωνα με τον Γιάλομ, είναι μια στοργική, βαθιά ανθρώπινη συνάντηση μεταξύ δύο προσώπων. «Η θεραπεία δεν πρέπει να καθορίζεται από τη θεωρία αλλά από τη σχέση»  μας λέει. Και φυσικά τινάζει από πάνω του τον στενάχωρο μανδύα του επιστημονισμού που διαπερνά τα σύγχρονα ρεύματα της αμερικανικής- και όχι μόνον- ψυχολογίας: την άκρατη αντικειμενικότητα, τον ψυχαναγκασμό της μέτρησης, το ουδέτερο αποστασιοποιημένο βλέμμα.
Να κοιτάς, δηλαδή, το φεγγάρι και να εκστασιάζεσαι όχι από το φως του αλλά από το δάχτυλο που το δείχνει. Συντάσσεται με φωνές όπως εκείνες του Μάσλοου, του Ρότζερς ή του Ρόλο Μέι, που ήταν και ο καθηγητής του. Οι ψυχοθεραπευτές αυτοί, σε διαρκή συνομιλία με φιλοσόφους όπως ο Χάιντεγκερ, ο Νίτσε, ο Βίτγκενσταϊν και ο Μερλό-Ποντί, ισχυρίζονται ο καθένας με τον τρόπο του πως εκείνο που ενδιαφέρει είναι ολόκληρο το φάσμα της ανθρώπινης συμπεριφοράς.

Με το έργο του συνέβαλε στο να αποστασιοποιηθεί η ψυχολογία από ένα παρωχημένο όραμα επιστημονικότητας. Καλή επιστήμη δεν είναι εκείνη που προβλέπει ή ελέγχει καλά τα δεδομένα της, καλή είναι εκείνη που σου επιτρέπει να κατανοήσεις γιατί δεν μπορείς να προβλέψεις τα πράγματα που δεν μπορείς να προβλέψεις.
Ο Γιάλομ φανερώνει ότι η θεωρία αλλά και η πρακτική πολλών ψυμοιάζει με ένα στενό, στενόχωρο κοστούμι. Το φοράνε ακόμη και όταν κοιμούνται. Και πώς να κοιμηθείς και κυρίως πώς να ονειρευτείς με ένα τέτοιο κοστούμι; Θα πρέπει να τον ευχαριστήσουμε για τη δυνατότητα που έδωσε να βγάλουν οι επαγγελματίες της ψυχικής υγείας αυτό το κοστούμι. Ξέρετε πόσο καλύτερα μπορεί ένας θεραπευτής - και όχι μόνον-, ένας δάσκαλος, ένας καθηγητής, μπορεί να κάνει τη δουλειά του όταν καταλάβει ότι ένα τέτοιο ξένο κοστούμι τού είναι εν τέλει άχρηστο και το πετάξει; 




Ενα μικρό λευκό αγόρι 

Ας πάμε περίπου 70 χρόνια πριν. Ενα αγόρι 8 ετών, το μοναδικό λευκό αγόρι στη φτωχογειτονιά των μαύρων στην Ουάσιγκτον. Σε ένα μανάβικο μέσα. Είναι των γονιών του. Τα παιδιά τον πειράζουν. Δεν είναι εύκολο να είσαι λευκός ανάμεσα σε μαύρους. Δεν είναι εύκολο να είσαι εβραίος. Καταφύγιο στα δύσκολα, ένα μαγικό όπλο, το διάβασμα, η λογοτεχνία. Καμιά φορά αυτό το «όχι εύκολο» είναι και ένα δώρο για να προχωρήσεις μπροστά. Το μικρό αγόρι για να αποφύγει τα πειράγματα και τις επιθέσεις κλείνεται στην πλησιέστερη βιβλιοθήκη της περιοχής για να διαβάσει Στίβενσον, Ντίκενς, Στάινμπεκ, Κίπλινγκ, Τολστόι, Ντοστογέφσκι. Εκεί γεννιέται και καλλιεργείται το πάθος του για τη λογοτεχνία, που βέβαια δεν είναι άλλο από το πάθος του για τη ζωή. 

Για μια ζωή που αξίζει τον κόπο να τη ζεις. 


Ένα ερώτημα που θα μείνει ανοιχτό, έτσι για τους αφηγητές των παραμυθιών: Τι θα γινόταν ο Γιάλομ αν μεγάλωνε σε μια μεσοαστική γειτονιά του Μανχάταν, λευκός μεταξύ λευκών, και αν δεν τον περιγελούσαν οι συμμαθητές του, αν δεν υπήρχε δημοτική βιβλιοθήκη, αν δεν υπήρχε σοφίτα στο μανάβικο των γονιών του για να χώνεται μέσα διαβάζοντας; 

Ανόητες παιδικές ερωτήσεις, θα μου πείτε, και ίσως να έχετε δίκιο. 

Φωτεινή Τσαλίκογλου 

πηγή


Τετάρτη 29 Οκτωβρίου 2014

Μιλήστε για το νόημα της ζωής



Μιλήστε για το νόημα της ζωής

Εμείς οι άνθρωποι φαίνεται πως είμαστε πλασμένοι ν’ αναζητούμε τη σημασία, ενώ έχουμε την ατυχία να είμαστε ριγμένοι μέσα σ’ ένα κόσμο κενό από εγγενές νόημα. Μια από τις κυριότερες ασχολίες μας είναι να εφεύρουμε ένα νόημα αρκετά στιβαρό, ώστε να στηρίξει μια ζωή, και να εκτελέσουμε τον περίπλοκο χειρισμό ν’ αρνηθούμε πως αυτό το νόημα είναι δικό μας δημιούργημα. Έτσι καταφέρνουμε να συμπεράνουμε πως το μήνυμα βρισκόταν «κάπου εκεί έξω» και μας περίμενε. Η συνεχής αναζήτηση μας για ουσιαστικά συστήματα νοήματος μάς ρίχνει συχνά σε κρίσεις νοήματος.

Πολλοί περισσότεροι άνθρωποι έρχονται στη ψυχοθεραπεία επειδή έχουν ανησυχίες για το νόημα της ζωής τους, απ’ όσους νομίζουν οι θεραπευτές. Ο Γιούνγκ ανέφερε πως το ένα τρίτο των ασθενών του ερχόταν να τον δει γι’ αυτόν το λόγο. 
Αυτό για το οποίο παραπονιούνται μπορεί να πάρει πολύ διαφορετικές μορφές: για παράδειγμα, «Η ζωή μου δεν έχει συνοχή», «Δεν παθιάζομαι με τίποτα», «Γιατί ζω; Για ποιό σκοπό;» «Σίγουρα η ζωή θα έχει κάποιο βαθύτερο νόημα». «Νιώθω τόσο άδειος-βλέπω τηλεόραση κάθε βράδυ κι αυτό με κάνει να αισθάνομαι τόσο άχρηστος, τόσο χωρίς σκοπό». <<Ακόμα και τώρα, στα πενήντα μου, δεν ξέρω τί θέλω να κάνω όταν μεγαλώσω».


Κάποτε είδα ένα όνειρο (το περιγράφω στο βιβλίο μου «Η μάνα και το νόημα της ζωής»), όπου, ενώ παρέπαια κοντά στο θάνατο σ’ ένα δωμάτιο νοσοκομείου, βρέθηκα ξαφνικά σε μια διαδρομή του Λούνα Παρκ (το Σπίτι του Τρόμου). Καθώς το τρενάκι ετοιμαζόταν να μπει στο μαύρο στόμα του θανάτου, είδα ξαφνικά τη νεκρή μητέρα μου ανάμεσα στους θεατές και της φώναξα: «Μάνα, μάνα πώς τα πήγα;»
Το όνειρο, και ιδίως αυτό που φώναξα- «Μάνα, μάνα, πώς τα πήγα;»- με απασχόλησε για πολύ καιρό, όχι λόγω των εικόνων θανάτου που περιείχε αλλά εξαιτίας των σκοτεινών υπονοούμενων που κουβαλούσε για το νόημα της ζωής. Αναρωτιόμουν, είναι δυνατόν να έζησα όλη μου τη ζωή με πρωταρχικό σκοπό να κερδίσω την αποδοχή της μητέρας μου; Κι επειδή είχα μια ταραχώδη σχέση μαζί της και όσο ζούσε δεν έδινα μεγάλη αξία στην αποδοχή της, το όνειρο ήταν ακόμη πιο σαρκαστικό.

Η κρίση νοήματος που αναφαίνεται σε αυτό το όνειρο με ώθησε να εξερευνήσω τη ζωή μου με άλλο τρόπο. 
Σ’ ένα διήγημα που έγραψα αμέσως μετά, ξεκινούσα μια συζήτηση με το φάντασμα της μητέρας μου, για να θεραπεύσω το ρήγμα που υπήρχε ανάμεσά μας και για να καταλάβω πως το νόημα της ζωής της και το νόημα της δικής μου ζωής συμπλέκονταν και ταυτόχρονα συγκρούονταν.
Μερικά βιωματικά εργαστήρια χρησιμοποιούν κάποιες τεχνικές για να ενθαρρύνουν το διάλογο γύρω απ’ το νόημα της ζωής. Ίσως η πιο συνηθισμένη είναι να ρωτάει κανείς αυτούς που συμμετέχουν τί θα ήθελαν να γραφτεί στο τάφο τους. 
Οι περισσότερες τέτοιες ερωτήσεις σχετικά με το νόημα της ζωής οδηγούν σε μια συζήτηση στόχων όπως είναι ο αλτρουισμός, ο ηδονισμός, η αφοσίωση σ’ ένα σκοπό, η παραγωγικότητα, η δημιουργικότητα, η αυτοπραγμάτωση. Πολλοί νιώθουν πως τα σχέδια για να κατακτήσει κανείς ένα νόημα για τη ζωή του αποκτούν μια βαθύτερη και ισχυρότερη σημασία αν υπερβαίνουν το εγώ-αν κατευθύνονται δηλαδή προς κάτι ή κάποιον έξω απ’ τον εαυτό τους, όπως η αγάπη για έναν σκοπό, για έναν άνθρωπο, για μια θεϊκή οντότητα.

Οι περισσότεροι νεαροί εκατομμυριούχοι της υψηλής τεχνολογίας που έχω δει συνεχίζουν να κάνουν πάνω-κάτω το ίδιο πράγμα: ξεκινούν νέες εταιρείες, προσπαθούν να επαναλάβουν την επιτυχία τους. Γιατί; Λένε στον εαυτό τους πως το κάνουν για να αποδείξουν οτι δεν είναι τυχαίοι, ότι μπορούν να τα καταφέρουν μόνοι τους, χωρίς συγκεκριμένο συνεργάτη ή καθοδηγητή. Υψώνουν τον πήχυ. Για να νιώσουν οτι οι ίδιοι και οι οικογένειές τους είναι ασφαλείς, δεν τους φτάνουν πια ένα-δύο εκατομμύρια στην τράπεζα. Για να νιώσουν ασφαλείς χρειάζονται πια πέντε, δέκα, ακόμη και πενήντα εκατομμύρια. Όταν έχουν πια πολύ περισσότερα απ’ όσα μπορούν να ξοδέψουν, αντιλαμβάνονται το άσκοπό και παράλογο κυνηγητό του κέρδους αλλά δεν σταματούν.
Καταλαβαίνουν οτι κλέβουν χρόνο απ’ τις οικογένειές τους, απ’ ό,τι αγαπούν περισσότερο στον κόσμο αλλά δεν μπορούν να σταματήσουν να παίζουν αυτό το παιχνίδι. «Το χρήμα με περιμένει», μου λένε. «Το μόνο που έχω να κάνω είναι να απλώσω το χέρι μου να το πάρω». Νιώθουν υποχρεωμένοι να κλείνουν συνεχώς συμφωνίες.
Ένα μεγαλομεσίτης μού έλεγε οτι ένιωθε πως αν σταματούσε θα εξαφανιζόταν. Πολλοί φοβούνται την ανία-ακόμη και η παραμικρή υποψία ανίας τούς ξαναστέλνει με τα τέσσερα πίσω στο παιχνίδι. 
Ο Σοπενάουερ έλεγε οτι ποτέ δεν εκπληρώνεται το επιθυμείν- μόλις ικανοποιηθεί μια επιθυμία, εμφανίζεται αμέσως κάποια άλλη. Παρόλο που μπορεί να υπάρχει κάποια πολύ σύντομη ανάπαυλα, κάποια εφήμερη περίοδος κορεσμού, αυτή μεταμορφώνεται αμέσως σε ανία. «Η ζωή κάθε ανθρώπου», έλεγε, «παραπαίει ανάμεσα στην οδύνη και την ανία».


Αντίθετα με τον τρόπο που προσεγγίζω άλλες υπαρξιακές έσχατες έγνοιες (το θάνατο, την απομόνωση, την ελευθερία), θεωρώ πως το νόημα της ζωής προσεγγίζεται καλύτερα με πλάγιο τρόπο. Αυτό που πρέπει να κάνουμε είναι να βυθιστούμε μέσα σ’ ένα από τα πολύ δυνατά νοήματα, ιδίως σ’ ένα που στηρίζεται στην υπέρβαση του εγώ. Αυτό που μετράει είναι η συμμετοχή, και το καλό που κάνουμε εμείς οι θεραπευτές είναι οτι επισημαίνουμε και βοηθάμε ν’ απομακρυνθούν τα εμπόδια προς μια τέτοια συμμετοχή. Η ενεργητική αναζήτηση νοήματος στη ζωή, όπως δίδασκε ο Βούδας, δεν μπορεί να μας μάθει πολλά. Ο άνθρωπος πρέπει να μπει στο ποτάμι της ζωής και ν’ αφήσει το ερώτημα αυτό να το πάρει το ρεύμα.



Irvin D. Yalom Το δώρο της Ψυχοθεραπείας

Ανοιχτή επιστολή σε μια νέα γενιά ψυχοθεραπευτών και στους ασθενείς τους
Μετάφραση Ευαγγελία Ανδριτσάνου-Γιάννης Ζέρβας
Εκδόσεις ΑΓΡΑ

περισσότερες πληροφορίες για τον Yalom, εδώ

Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2014

Θεραπευτής και θεραπευόμενος ως ΄συνταξιδιώτες΄

Μια από τις αγαπημένες μου ιστορίες θεραπείας είναι η ιστορία του Ιωσήφ και του Δίωνα, δύο ονομαστών θεραπευτών που ζούσαν στη βιβλική εποχή, από το βιβλίο Magister Ludi του Herman Hesse.  Ήταν κι οι δυo πολύ αποτελεσματικοί, δούλευαν όμως με διαφορετικό τρόπο. Ο νεότερος, ο Ιωσήφ, θεράπευε προσφέροντας μια ακρόαση σιωπηλή και εμπνευσμένη. Οι προσκυνητές του είχαν μεγάλη εμπιστοσύνη. Η οδύνη και η αγωνία που πλημμύριζαν τ’ αυτιά του εξαφανιζόταν σαν το νερό στην άμμο της ερήμου και οι μετανοούντες έφευγαν έπειτα αδειασμένοι και ήρεμοι. Ο Δίων απ’ την άλλη μεριά, ο μεγαλύτερος σε ηλικία θεραπευτής, ερχόταν σε ενεργητική αντιπαράθεση μ’ εκείνους που ζητούσαν τη βοήθειά του. Μάντευε τις ανομολόγητες αμαρτίες τους. Ήταν σπουδαίος δικαστής, τιμωρός, επικριτής και αναμορφωτής, και τους θεράπευε μέσω μιας ενεργητικής παρέμβασης. Συμπεριφερόταν στους μετανοούντες σαν σε παιδιά, έδινε συμβουλές, τους τιμωρούσε ορίζοντάς τους μετάνοιες, διέταζε προσκυνήματα και γάμους και υποχρέωνε εχθρούς να συμφιλιωθούν.

Οι δυό θεραπευτές δεν είχαν γνωριστεί ποτέ και για πολλά χρόνια δούλευαν ως ανταγωνιστές, ώσπου ο Ιωσήφ αρρώστησε ψυχικά, έπεσε σε μεγάλη απόγνωση και τον κατέκλυσαν σκέψεις αυτοκαταστροφής. Ανίκανος να θεραπεύσει τον εαυτό του με τις δικές του θεραπευτικές μεθόδους, πήρε το δρόμο για το Νότο να ζητήσει βοήθεια απ’ τον Δίωνα.
Στη διάρκεια του ταξιδιού του, ο Ιωσήφ ξεκουράστηκε ένα βράδυ σε μιαν όαση, όπου έπιασε κουβέντα μ’ έναν μεγαλύτερο ταξιδιώτη. Όταν του μίλησε για το σκοπό και τον προορισμό του, ο ταξιδιώτης προσφέρθηκε να τον βοηθήσει να βρει τον Δίωνα. Αργότερα, στη μέση του μεγάλου ταξιδιού τους, ο γέρος ταξιδιώτης του αποκάλυψε ποιός ήταν. Mirabile dictu: ήταν ο ίδιος ο Δίων – ο άνθρωπος που αναζητούσε ο Ιωσήφ.
Ο Δίων προσκάλεσε χωρίς να διστάσει τον νεαρό και απελπισμένο ανταγωνιστή του στο σπίτι του, όπου έζησαν και δούλεψαν μαζί για πολλά χρόνια. Στην αρχή του ζήτησε να εργαστεί ως υπηρέτης του. Αργότερα τον προήγαγε σε μαθητή του και αργότερα τον έκανε και ισότιμο συνεργάτη του. Έπειτα από πολλά χρόνια ο Δίων αρρώστησε και στο κρεβάτι του θανάτου του φώναξε τον νεαρό συνεργάτη του για να του εξομολογηθεί. Αναφέρθηκε στην τρομερή αρρώστια που είχε πάθει παλιά ο Ιωσήφ και στο ταξίδι του προς τον γέρο Δίωνα, για να ζητήσει βοήθεια. Αναφέρθηκε σ’ αυτό που ο Ιωσήφ είχε θεωρήσει θαύμα, δηλαδή στην καλή τύχη, συνταξιδιώτης του και οδηγός του να είναι τελικά ο ίδιος ο Δίων.
Τώρα που πέθαινε, είχε έρθει η ώρα να λύσει ο Δίων τη σιωπή του. Ομολόγησε στον Ιωσήφ πως κι εκείνος το είχε τότε θεωρήσει θαύμα, γιατί βρισκόταν κι ο ίδιος σε απόγνωση. Κι ο Δίων ένιωθε άδειος και απονεκρωμένος ψυχικά και, μη μπορώντας να βοηθήσει τον ευατό του, είχε ξεκινήσει για να ζητήσει βοήθεια. Τη νύχτα που συναντήθηκαν στην όαση, βρισκόταν καθ’ οδόν για να συναντήσει έναν διάσημο θεραπευτή ονόματι Ιωσήφ.


Ο μύθος του Έσσε με συγκινεί πάντα μ’ έναν ιδιαίτερο τρόπο. Τον θεωρώ βαθιά διαφωτιστική δήλωση για την παροχή και την αποδοχή βοήθειας, για την ειλικρίνεια και την υποκρισία και για τη σχέση μεταξύ θεραπευτή και θεραπευόμενου. Οι δυo άνθρωποι έλαβαν σημαντική βοήθεια αλλά με διαφορετικό τρόπο. Ο νεότερος θεραπευτής βρήκε κάποιον που τον έθρεψε, τον γαλούχησε, τον δίδαξε, υπήρξε μέντορας και γονιός του. Ο μεγαλύτερος απ’ την άλλη μεριά, βοηθήθηκε υπηρετώντας κάποιον άλλο, έχοντας έναν μαθητή, ο οποίος του πρόσφερε την αγάπη ενός γιού, σεβασμό και βάλσαμο για την απομόνωσή του.

Καθώς ξανασκέφτομαι όμως την ιστορία, αναρωτιέμαι κατά πόσο αυτοί οι δυό πληγωμένοι θεραπευτές δεν θα μπορούσαν να είναι ακόμα πιο χρήσιμοι ο ένας για τον άλλο. Ίσως να έχασαν την ευκαιρία για κάτι βαθύτερο, πιο αυθεντικό, πιο ισχυρά μεταλλακτικό. Ίσως η αληθινή θεραπεία να συνέβη στη σκηνή του θανάτου, όταν μπόρεσαν να είναι ειλικρινείς μεταξύ τους με την αποκάλυψη πως ήταν συνταξιδιώτες, πως ήταν απλοί άνθρωποι, υπερβολικά άνθρωποι. *

Τα είκοσι χρόνια μυστικότητας, όσο κι αν τους βοήθησαν, ίσως να εμπόδισαν και να απέτρεψαν ένα βαθύτερο είδος βοήθειας. Τι θα γινόταν, αν η επιθανάτια εξομολόγηση του Δίωνα είχε συμβεί είκοσι χρόνια νωρίτερα, αν ο θεραπευτής κι εκείνος που τον αναζητούσε είχαν ενωθεί για να αντιμετωπίσουν τα ερωτήματα που δεν έχουν απάντηση;

Όλ’ αυτά απηχούν τα γράμματα σ’ έναν νέο ποιητή του Ρίλκε, όπου συμβουλεύει: “Έχε υπομονή με ό,τι δεν έχει επιλυθεί και προσπάθησε ν’ αγαπήσεις τα ίδια τα ερωτήματα”. 
Θα πρόσθετα: “Προσπάθησε ν’ αγαπήσεις κι εκείνους που ρωτούν”.



[*αναφορά στο ομώνυμο έργο του Νίτσε ]

[ ..........  ]


Ο Andre Malraux, ο  Γάλλος μυθιστοριογράφος, περιέγραψε κάποτε έναν ιερέα από την επαρχία, που συνόψισε τα όσα είχε διδαχτεί για την ανθρώπινη φύση ακούγοντας επί δεκαετίες τις εξομολογήσεις του κόσμου, ως εξής: 
¨Πρώτα απ’ όλα, οι άνθρωποι είναι πολύ πιο δυστυχισμένοι απ’ ότι φαντάζεται κανείς” και 
“δεν υπάρχει αυτό που λέμε πραγματικά ενήλικος άνθρωπος“. 
Όλοι μας – κι όταν λέω όλοι, εννοώ τόσο οι θεραπευτές όσο και οι θεραπευόμενοι – είναι μοιραίο να βιώσουμε όχι μόνο τη χαρά της ζωής, αλλά και το αναπόφευκτο σκοτάδι της: την απομυθοποίηση, τα γηρατειά, την αρρώστια, τη μοναξιά, την απώλεια, την έλλειψη νοήματος, τις οδυνηρές αποφάσεις και το θάνατο.

Κανείς δεν έχει διατυπώσει τα πράγματα πιο καθαρά και πιο ωμά από τον Γερμανό φιλόσοφο Αrthur Schopenhauer: 


Στη νεαρή μας ηλικία, καθώς φανταζόμαστε τη ζωή μας που έρχεται, είμαστε σαν παιδιά σ’ ένα θέατρο, πριν σηκωθεί η αυλαία, που κάθονται ενθουσιασμένα, και περιμένουν ανυπόμονα ν’ αρχίσει το έργο. Είναι ευτύχημα που δεν γνωρίζουμε τι πρόκειται να συμβεί στην πραγματικότητα. Αν μπορούσαμε να το προβλέψουμε, τότε κάποιες φορές τα παιδιά αυτά θα έμοιαζαν με φυλακισμένους, καταδικασμένους όχι στο θάνατο αλλά στη ζωή. Και προς το παρόν χωρίς επίγνωση του τι σημαίνει αυτή η καταδίκη τους.


Και αλλού:


Είμαστε σαν τα πρόβατα, που παίζουν μες στο λιβάδι μπροστά στα μάτια του σφαγέα, ενώ αυτός διαλέγει ποιο θα σφάξει πρώτο και ποιο δεύτερο. Έτσι κι εμείς στις καλές μας μέρες δεν έχουμε συναίσθηση του κακού που μπορεί να μας επιφυλάσσει το Πεπρωμένο – αρρώστια, φτώχεια, παραμόρφωση, τύφλωση, απώλεια της λογικής.


Παρόλο που η θέση του Σοπενάουερ χρωματίζεται έντονα από την προσωπική του δυστυχία, είναι δύσκολο ν’ αρνηθούμε ότι η απόγνωση είναι εγγενής στη ζωή κάθε σκεπτόμενου ανθρώπου. 

Πολλές φορές η γυναίκα μου κι εγώ διασκεδάζαμε σχεδιάζοντας φανταστικά δείπνα για ομάδες γνωστών μας που τους συνδέουν παρόμοιες τάσεις – για παράδειγμα τραπέζια για ανθρώπους καταβροχθιστικούς, για τρομερούς νάρκισσους, για βιρτουόζους της παθητικής επιθετικότητας ή αντίθετα, προγραμματίζοντας ένα “τραπέζι της χαράς” στο οποίο θα καλέσουμε μόνο τους αληθινά χαρούμενους ανθρώπους που έχουμε στην προσπάθειά μας να συμπληρώσουμε διάφορα ιδιόμορφα τραπέζια. Το μόνο τραπέζι που ποτέ δεν καταφέραμε να γεμίσουμε ολόκληρο ήταν το τραπέζι της χαράς. Κάθε φορά που βρίσκουμε μερικούς χαρούμενους από χαρακτήρα ανθρώπους και τους βάζουμε σε λίστα αναμονής, συνεχίζοντας την αναζήτηση μας ώσπου να συμπληρωθεί το τραπέζι, ανακαλύπτουμε ότι κάποια στιγμή ο ένας ή ο άλλος απ’ τους χαρούμενους καλεσμένους μας δέχεται ένα χτύπημα από κάποια μεγάλη αντιξοότητα της ζωής – συχνά μια σοβαρή ασθένεια είτε προσωπική του είτε του παιδιού ή του συντρόφου του.

Αυτή η τραγική αλλά ρεαλιστική άποψη της ζωής επηρεάζει από παλιά τη σχέση μου με όσους ζητούν τη βοήθειά μου. Παρόλο που υπάρχουν πολλοί όροι για την περιγραφή της θεραπευτικής σχέσης (“θεραπευόμενος/θεραπευτής”, “πελάτης/ειδικός”, “αναλυόμενος/αναλυτής”, “πελάτης/διευκολυντής*” ή το πιο πρόσφατο – και απείρως απωθητικό – “χρήστης/προμηθευτής**“), κανένας απ’ αυτούς δεν αποδίδει ακριβώς την αίσθησή μου για τη θεραπευτική σχέση. 

Αντίθετα, προτιμώ να σκέφτομαι τους ασθενείς μου κι εμένα ως συνταξιδιώτες, έναν όρο που καταργεί τις διακρίσεις ανάμεσα σ’ “εκείνους” (τους πάσχοντες) και σ’ “εμάς” (τους θεραπευτές). 
Στη διάρκεια της εκπαίδευσης μου άκουγα συχνά να μιλούν για τον “πλήρως αναλυμένο θεραπευτή”, προχωρώντας όμως στη ζωή μου και δημιουργώντας στενές σχέσεις με πολλούς συναδέλφους μου θεραπευτές, γνωρίζοντας σιγά σιγά τις αυθεντίες του κλάδου, και όταν πια με καλούσαν με τη σειρά μου να προσφέρω βοήθεια στους πρώην θεραπευτές μου και δασκάλους μου, όταν έγινα κι εγώ δάσκαλος και σεβάσμιο πρόσωπο, έφτασα να συνειδητοποιήσω πόσο μυθική είναι αυτή η έννοια. 
Είμαστε όλοι στην ίδια μοίρα και κανένας θεραπευτής – και κανένας άνθρωπος – δεν είναι άτρωτος από τις εγγενείς τραγωδίες της ύπαρξης

[ * “διευκολυντής” είναι η μετάφραση του “facilitator”, ορολογία της προσωποκεντρικής προσέγγισης του Carl Rogers
**“προμηθευτής υπηρεσιών ψυχικής υγείας” είναι η ορολογία που χρησιμοποιούν οι ασφαλιστικές εταιρείες και οι διαχειριστές των οικονομικών της υγείας στη Β. Αμερική κυρίως. ]


Ίρβιν Γιάλομ 
απόσπασμα από το "Το δώρο της ψυχοθεραπείας" 
(εκδ Άγρα) 

Πρόσθετες πληροφορίες για τον Γιάλομ εδώ

Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

Ο Ίρβιν Γιάλομ και το δώρο της ψυχοθεραπείας‏




Το ανθρώπινο μυαλό είναι μεγαλειώδες και πολλοί είναι οι άνθρωποι που, με το δικό τους πνευματικό μεγαλείο, έχουν ξεχωρίσει, δημιουργήσει και προσφέρει ριζικά στην κοινωνία. Καλλιτέχνες, επιστήμονες, συγγραφείς, ηγέτες, φιλόσοφοι!
Υπάρχουν, όμως, κάποιοι που μπορούν να συνδυάσουν επάξια πολλά από τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Είμαι πολύ χαρούμενη που σήμερα θα αναφερθώ σε έναν άνθρωπο που, κατά την προσωπική μου άποψη, είναι επιστήμονας, φιλόσοφος, συγγραφέας και καλλιτέχνης ταυτοχρόνως. Ένας άνθρωπος που με την πρωτοτυπία, την αφοσίωση και την ευαισθησία του έχει υπάρξει απόλυτος γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, αρωγός στην προσπάθεια ερμηνείας και ίασης του ψυχικού κόσμου, υπαρξιστής φιλόσοφος, πιστός στην έμφυτη τάση του ανθρώπου να εξυψώνεται, δημιουργός μερικών από τα διασημότερα βιβλία των τελευταίων δεκαετιών και εμπνευστής του φιλοσοφικού και επιστημονικού κόσμου εδώ και μισό αιώνα περίπου.
Αυτός είναι ο Irvin Yalom, ένα όνομα που σίγουρα θα μείνει σε πολλούς ανεξίτηλο.



Ο Yalom γεννήθηκε στις 13 Ιουνίου του 1931 στην Ουάσιγκτον, γόνος μιας φτωχής εβραϊκής οικογένειας. Μεγάλωσε σε ένα υποβαθμισμένο και επικίνδυνο περιβάλλον, με αποτέλεσμα να αποφεύγει να παίζει στη γειτονιά, μένοντας σπίτι και διαβάζοντας βιβλία. Τη δεκαετία του 1950 εισήχθη στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και σπούδασε Ιατρική. Στη συνέχεια έκανε την πρακτική του στο νοσοκομείο Mount Sinai Hospital της Νέας Υόρκης και, έπειτα, ειδικεύτηκε ως ψυχίατρος στο νοσοκομείο Johns Hopkins. H εκπαίδευσή του ολοκληρώθηκε το 1960. Μαθητής και αργότερα συνεργάτης του γνωστού ψυχοθεραπευτή και συγγραφέα Rollo May, ο Yalom ασχολήθηκε με την υπαρξιακή ψυχιατρική και έγινε γρήγορα γνωστός για την κλινική και ερευνητική ενασχόληση του με την ομαδική ψυχοθεραπεία. Λίγα χρόνια μετά, ξεκινά και η ακαδημαϊκή του καριέρα στο πανεπιστήμιο του Stanford. To 1963 εισχώρησε στην κοινότητα του Stanford, ενώ το 1968 ορκίστηκε ως επίτιμος καθηγητής ψυχιατρικής, αξίωμα που του έδωσε την ευκαιρία να αναπτύξει ευρέως την υπαρξιακή του θεωρία και να μεταβιβάσει με καινοτομία το θεραπευτικό του πλαίσιο σε μια νέα γενιά ψυχοθεραπευτών.


Παράλληλα με την ακαδημαϊκή του πορεία, ο Yalom ασχολείται εκτενώς με την ατομική και ομαδική ψυχοθεραπεία, τόσο σε διάφορα νοσοκομεία και κλινικές όσο και σε προσωπική ψυχανάλυση με τους ασθενείς του. Όντας ήδη συγγραφέας πολλών επιστημονικών άρθρων και δοκιμίων, συγγράφει το πρώτο του βιβλίο “ Theory and Practice of Group Psychotherapy” ( « Θεωρία και πρακτική της ομαδικής ψυχοθεραπείας»), το οποίο έχει μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες και αποτελεί το βασικό εγχειρίδιο σε πολλές σχολές ψυχιατρικής και ψυχοθεραπείας σε όλο τον κόσμο. Ο ίδιος ακολουθεί τα βήματα των προκατόχων του υπαρξιστών φιλοσόφων και ψυχοθεραπευτών, ενσωματώνει όμως τις ιδέες τους σε ένα δικό του υπαρξιακό οικοδόμημα, βασική θεώρηση του οποίου είναι ότι ο άνθρωπος είναι ον φτιαγμένο να εξελίσσεται θετικά και να εξυψώνεται πνευματικά, αρκεί να ξεπεραστούν όλα τα εμπόδια που δεν επιτρέπουν αυτή τη θετική πορεία. Τα ψυχικά προβλήματα των σημερινών ανθρώπων είναι στην πλειοψηφία τους δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και στην ανθρώπινη επαφή, καθώς και αδυναμία του ανθρώπου να αντιμετωπίσει επιτυχώς τα τρία μεγάλα υπαρξιακά θέματα: την ελευθερία, το θάνατο και το νόημα της ζωής. Ο Yalom δίνει, επίσης, μεγάλη έμφαση στις επιλογές και στην προσωπική ευθύνη. Οι άνθρωποι συνηθίζουν να κατηγορούν κάθε εξωγενή παράγοντα για τον προσωπικό εγκλωβισμό τους, αγνοώντας απλά ότι τα δεσμά τους είναι οι ίδιες οι επιλογές τους. Ο ψυχοθεραπευτής πρέπει να βοηθήσει τον ασθενή( αν και ο Yalom αποφεύγει συνήθως τον όρο αυτό, προτιμώντας τον χαρακτηρισμό «συνταξιδιώτη») να λύσει τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα της ζωής, να ξεπεράσει τα εμπόδια που αναστέλλουν την ψυχική του ανάπτυξη και να συνειδητοποιήσει τη δύναμη που έχει να καθορίζει τη ζωή του και να κάνει σωστές επιλογές. Ο Yalom δηλώνει ότι αντιμετώπιζε πάντα κάθε νέο ασθενή του με δέος για την προσωπική ιστορία που ήταν έτοιμος να του ξεδιπλώσει. Πιστεύει στη μοναδικότητα του κάθε ατόμου, γι’ αυτό και κατακρίνει σταθερά τις παγιωμένες μεθόδους και θεραπευτικές τεχνικές, υποστηρίζοντας ότι κάθε μοναδικό άτομο χρειάζεται και μία μοναδική θεραπεία.


Το ευρύ κοινό, ωστόσο, γνώρισε το συγγραφέα-Yalom, μέσω των πολυάριθμων διηγημάτων και μυθιστορημάτων του. Το 1974 εκδίδει το “ Everyday gets a little closer”, ένα πείραμα που έκανε με μία ασθενή του που βρισκόταν σε ψυχοθεραπεία, δείχνοντας την αναγκαιότητα της κατανόησης και την επικοινωνίας μέσα στο θεραπευτικό πλαίσιο. Το 1989 εκδίδεται το πολυαγαπημένο « O δήμιος του έρωτα», μια συλλογή δέκα διηγημάτων, που αποτελούν αληθινές περιπτώσεις ασθενών του συγγραφέα. Το πρώτο του best-seller έρχεται το 1992 και δεν είναι άλλο από το «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται τις απαρχές της ψυχοθεραπείας, μέσα από μια φανταστική «ψυχανάλυση» ανάμεσα στον θρυλικό γιατρό Joseph Breuer και το Νίτσε. Ακολουθούν τα « Στο ντιβάνι»(1996), «Η μάνα και το νόημα της ζωής»(1999), «Το δώρο της ψυχοθεραπείας»(2001),«Η θεραπεία του Σοπενάουερ»(2005) και το πρόσφατο «Με το βλέμμα στον ήλιο: ξεπερνώντας τον τρόμο του θανάτου»(2008).


Το αναγνωστικό κοινό έχει αγαπήσει τα βιβλία του Yalom, γιατί εκτός από τη μαγευτική μυθοπλασία του και το συγγραφικό του ταλέντο, τις σελίδες τους διαπερνά μια συγκινητική αισιοδοξία, ευαισθησία και αγάπη για τον άνθρωπο. Το χιούμορ ,βεβαίως, έχει πάντα εξέχουσα θέση, ειδικότερα μέσω του αυτοσαρκασμού και της απόλυτης ειλικρίνειας του συγγραφέα τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους ασθενείς ή τους ήρωές του. Πολλά βιβλία του περιέχουν αποκαλυπτικά αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς ο ίδιος εξομολογείται πολλούς φόβους, όνειρα, σκέψεις και βιώματά του ( όχι πάντα και τόσο ευπρεπή!). Έχει γνωρίσει κάθε όψη της ανθρώπινης ζωής: ευτυχία και δυστυχία, νιάτα και γεράματα, θάνατο και αναγέννηση. Και μέσα από την πολύχρονη εμπειρία, έρευνα και «συνοδοιπορία» με τους ανθρώπους καταλήγει στο συμπέρασμα: « Για να ζήσεις τη ζωή στο μεδούλι της πρέπει να δεχτείς ότι τελειώνει. Για να πεθάνει κανείς καλά, πρέπει πρώτα να μάθει να ζει καλά».


Σήμερα ο Irvin Yalom είναι σχεδόν 80 χρονών, έχει τέσσερα παιδιά και πέντε εγγόνια. Συνεχίζει να εργάζεται, να δημιουργεί και να εμπνέει τις νέες γενιές ψυχοθεραπευτών. Θα αναρωτιέται κανείς γιατί στην αρχή χαρακτήρισα αυτόν τον άνθρωπο καλλιτέχνη. Καλλιτέχνης είναι αυτός που μπορεί από ένα απλό υλικό να δημιουργήσει κάτι νέο, όμορφο και δυνατό. Έτσι και αυτός. Μόνο που δεν εργάζεται ούτε με νότες ούτε με χρώματα. Δουλεύει με τους ανθρώπους, δουλεύει με τις ψυχές…

πηγή: ramnousia

Τετάρτη 30 Απριλίου 2014

Το άγχος του θανάτου



Θεωρώ υποχρέωσή μου να μεταφέρω σ’ αυτό άρθρο, το νόημα της θαυμάσιας ομιλίας του ψυχιάτρου υπαρξιακά και ψυχαναλυτικά προσανατολισμένου Irvin D. Υalom, καθώς και του βιβλίου του στον «Κήπο του Επίκουρου» ή «Αφήνοντας πίσω τον τρόμο του θανάτου».

«Κανείς δεν μπορεί να κοιτάξει κατάματα τον ήλιο, ούτε το θάνατο»
(Francis delaRoche).
Κι αυτό είναι αλήθεια.
Οι υπαρξιστές ψυχίατροι και φιλόσοφοι πιστεύουν ότι η ψυχοπαθολογία του ατόμου πηγάζει από το εμφανές ή απωθημένο άγχος του θανάτου. Ο φόβος του θανάτου μπορεί να πάρει τη μορφή μιας διάχυτης ανησυχίας ή να γίνει ψυχοπαθολογικό σύμπτωμα.
Για άλλους πάλι, κατά τον Yalom, ο φόβος του θανάτου ξεσπάει σ’ ένα τρόμο, που αρνείται κάθε ευτυχία και επιτυχία, ανοίγοντας μια θανάσιμη πληγή.
Ο συγγραφέας με τον τίτλο του βιβλίου του «Στον κήπο του Επίκουρου», αναγνωρίζει τον αρχαίο φιλόσοφο Επίκουρο ως τον πρώτο υπαρξιακό ψυχοθεραπευτή.

Ο Επίκουρος στην πραγματικότητα, δεν υποστήριζε την αισθητική απόλαυση αλλά πολύ περισσότερο τον απασχολούσε η κατάκτηση της γαλήνης.
Ο φιλόσοφος θεραπεύει την ψυχή. Και στ’ αλήθεια, η φιλοσοφία είναι το βάλσαμο, που μπορεί να μαλακώσει την ανθρώπινη δυστυχία που πηγάζει από την ενατένιση του θανάτου.
Αυτή η ενατένιση εμπεριέχει φόβο για την ανυπαρξία, αγωνία για τη μοναξιά, τρόμο για τον σκοτεινό δρόμο που θα ακολουθήσει η ψυχή του ανθρώπου, την ενδεχόμενη τιμωρία, το σκοτάδι, τη θρησκευτική αγωνία, την απώλεια της συνειδητότητας.

Στην αντιρροπιστική δράση του, για να ξεπεράσει ο άνθρωπος το φόβο του θανάτου, περιλαμβάνονται συμπεριφορές που έχουν να κάνουν με την αναζήτηση της αιωνιότητας μέσω της θρησκευτικότητας, της υστεροφημίας, της απόκτησης πλούτου και δύναμης ή κοινωνικής καταξίωσης. Όμως, το άγχος του θανάτου είναι παρόν, καραδοκεί σε κάποια κρυφή ρεματιά του μυαλού μας.
Όλα αυτά τα λόγια και οι πεποιθήσεις του μεγάλου ψυχιάτρου, που αναφέρουμε, είναι στηριγμένα σε στοχασμούς των αρχαίων φιλοσόφων και ιδιαίτερα του Επίκουρου.

Η συνάντηση με το θάνατο, λέει ο μεγάλος δάσκαλος, δεν καταλήγει υποχρεωτικά σε απόγνωση που θα στερήσει τη ζωή από κάθε σκοπό. Αντίθετα, είναι μία εμπειρία που θα μας ξυπνήσει και θα μας οδηγήσει σε μια ζωή πιο πλήρη.
«Κοιτάξτε το θάνατο κατάματα».
Στην ουσία, ο θάνατος είναι μια αυταπάτη. Οι υπαρξιστές φιλόσοφοι λένε «όπου είναι ο θάνατος, δεν είμαι εγώ και όπου είμαι εγώ, δεν υπάρχει ο θάνατος».
Φυσικά αυτό προϋποθέτει την αντίληψη ότι και το σώμα και η ψυχή είναι θνητά.

Όμως ο συγγραφέας έχει μια θαυμάσια ιδέα για την αθανασία.
Είναι η ιδέα των κυματισμών.
Η λέξη κυματισμός αναφέρεται στο γεγονός ότι ο καθένας από μας παράγει συχνά, χωρίς συνειδητή πρόθεση, ομόκεντρους κύκλους επιρροής, που επηρεάζουν άλλους ανθρώπους για πολλά χρόνια και για πολλές γενιές. Η επίδραση, δηλαδή που έχουμε στους άλλους ανθρώπους, μεταβιβάζεται στους άλλους σαν να πέφτει ένα πετραδάκι σε μια λιμνούλα και δημιουργεί κυματισμούς.
Οι κυματισμοί αφήνουν πάντα πίσω μας κάτι από την εμπειρία της ζωής μας. Έτσι, προκύπτει αθανασία όχι φυσικά για την υλική μας υπόσταση, αλλά για την προσωπική μας εμπειρία.
Θα πρόσθετα ότι σε ενεργειακό επίπεδο, η θεωρία των κυματισμών μπορεί να λάβει τη μορφή μιας αέναης μετατροπής και διατήρησης της δικής μας φυσικής δραστηριότητας.
Εξασφαλίζει μια μορφή αθανασίας. Ο εγκέφαλός μας παράγει ηλεκτρικά δυναμικά που μεταφέρονται με τον προφορικό λόγο στην ακουστική αντίληψη του άλλου συνομιλητή μας, εγγράφονται μνημονικά στο δικό του εγκέφαλο, ενσωματώνονται στη διάνοιά του και η εμπειρία μας αποκτά έτσι μια μεταφυσική δραστηριότητα και προβολή στο μέλλον εξασφαλίζοντας μία μορφή «αθανασίας» για τη σκέψη και εμπειρία μας.

O Υalom θεωρεί ότι μπορεί να ξεπεράσουμε τον τρόμο του θανάτου μέσα από τον ανθρώπινο σύνδεσμο.
Η μοναξιά αυξάνει σε πολύ μεγάλο βαθμό την αγωνία του θανάτου.
Και ο πολιτισμός μας ορθώνει δυστυχώς, παραπέτασμα σιωπής και απομόνωσης γύρω από τον άνθρωπο που πεθαίνει.
Εκτός από την ψυχολογική μοναξιά, τονίζει ο συγγραφέας, υπάρχει και η υπαρξιακή απομόνωση, που πηγάζει από το αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στο άτομο και άλλους ανθρώπους. Το χάσμα αυτό πηγάζει από την πεποίθηση ότι ο καθένας είναι πεταμένος έτσι τυχαία μέσα στην «ύπαρξη» και πρέπει να βρει το δρόμο μόνος του.
Επίσης, πηγάζει από το ότι ο καθένας από μας ζει χωρίς ουσιαστική συντροφικότητα και αγάπη σ’ ένα κόσμο, που βιώνει ολομόναχος τα καθημερινά και υπαρξιακά προβλήματα της ζωής του.

Γεώργιος Kωμαΐτης-  Ψυχίατρος.
και η πηγή του άρθρου εδώ

Σάββατο 12 Απριλίου 2014

"Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!"



"Τί θα συνέβαινε αν κάποιος δαίμονας σου έλεγε ότι αυτή τη ζωή - όπως τη ζεις τώρα και όπως την έχεις ζήσει στο παρελθόν- πρέπει να τη ζήσεις ξανά, αμέτρητες φορές;  Και χωρίς να συμβαίνει τίποτα καινούργιο; Όπου κάθε πόνος και κάθε χαρά κι ότι ήταν άφατα μικρό ή μεγάλο στη ζωή σου, θα επιστρέφει σε'σενα, όλα στην ίδια διαδοχή και ακολουθία Φαντάσου την αιώνια κλεψύδρα της ύπαρξης ν'αναποδογυρίζει ξανά και ξανά και ξανά. Και κάθε φορά, αναποδογυρίζουμε κι εσύ και'γω, απλοί κόκκοι στη διαδικασία." 
 "Προτείνεις ότι κάθε πράξη που κάνω, κάθε πόνος που νιώθω, θα βιώνεται συνεχώς στην αιωνιότητα; "
 "Ναι, η αιώνια επανάληψη σημαίνει ότι κάθε φορά που επιλέγεις μια πράξη θα την επιλέγεις αιώνια. Και ισχύει το ίδιο για κάθε πράξη που δεν κάνεις, κάθε εμποδισμένη σκέψη, κάθε επιλογή που απέφυγες. Και όλη η αβίωτη ζωή θα μένει να φουσκώνει μέσα σου, αβίωτη για όλη την αιωνιότητα. Κι η αδιόρατη φωνή της συνείδησής σου θα σου διαμαρτύρεται αιώνια. Τη σιχαίνεσαι αυτή την ιδέα; Ή σ' αρέσει ;"
 "Τη σιχαίνομαι" 
 "Τότε ζήσε με τέτοιο τρόπο που να σου αρέσει η ιδέα. Δεν διδάσκω Γιόζεφ, ότι ο άνθρωπος οφείλει ν'αντέχει το θάνατο ή να "συμβιβάζεται" μαζί του. Ακολουθώντας αυτή την κατεύθυνση προδίδεις τη ζωή σου! Το μάθημα που σου διδάσκω είναι: Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!" 


 "Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!" 
 Η φράση αυτή προκάλεσε ένα σοκ στο Μπρόιερ.Η ευχάριστη απογευματινή βόλτα είχε αποκτήσει θανάσιμη σοβαρότητα. 
 "Να πεθαίνεις την κατάλληλη στιγμή; Τι εννοείς Σε παρακαλώ, Φρήντριχ, δεν το αντέχω, σ' το 'χω πει πολλές φορές, να μου λες κάτι τόσο σημαντικό με τόσο αινιγματικό τρόπο. Γιατί το κάνεις αυτό;" 

 "Θέτεις δυο ερωτήματα. Σε ποιό από τα δυο να απαντήσω;" 

"Σήμερα, πες μου για το να πεθαίνει κανείς τη σωστή στιγμή" 

 "Ζήσε όταν ζεις! Ο θάνατος χάνει τη φρίκη του αν κάποιος πεθάνει έχοντας εξαντλήσει τη ζωή του! Αν ο άνθρωπος δε ζει στη σωστή στιγμή, τότε δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει τη σωστή στιγμή" "Και τι σημαίνει αυτό;" ξαναρώτησε ο Μπρόιερ, νιώθοντας ακόμη πιο μπερδεμένος.

 "Ρώτησε τον εαυτό σου, Γιόζεφ: έχεις εξαντλήσει τη ζωή σου;" 
 "Απαντάς στην ερώτηση με ερώτηση.Φρήντριχ!" 
 "Κάνεις ερωτήσεις που γνωρίζεις την απάντησή τους" αντέκρουσε ο Νίτσε.
 "Αν γνώριζα την απάντηση, γιατί να ρωτήσω;" 
"Για ν'αποφύγεις να μάθεις τη δική σου απάντηση!"

Στη διάρκεια αυτής της συνάντησης ο Νίτσε παρέμενε προσηλωμένος: έγνεφε επιδοκιμαστικά με το κεφάλι σε κάθε ερώτηση. Τον Μπρόιερ δεν τον παραξένευε αυτό. Δεν είχε ποτέ συναντήσει ασθενή που να μην απολάμβανε κρυφά την εξέταση της ζωής του στο μικροσκόπιο. Κι όσο μεγαλύτερη η μεγέθυνση τόσο χαιρόταν ο ασθενής. Η χαρά να σε παρατηρούν ήταν τόσο μεγάλη που ο Μπρόιερ πίστευε ότι ο αληθινός πόνος των γηρατειών, του πένθους, του να ζεις αφού οι φίλοι σου έχουν πεθάνει , ήταν η απουσία εξονυχιστικής παρατήρησης- η φρίκη του να ζεις μια ζωή που δεν την παρατηρεί κανείς...


Ίρβιν Γιάλομ 
απόσπασμα από το  Όταν έκλαψε ο Νίτσε
(εκδ Άγρα) 

Πρόσθετες πληροφορίες για τον Γιάλομ

Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Όταν έκλαψε ο Νίτσε







Το βιβλίο «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» γράφτηκε από τον ψυχίατρο Irvin D. Yalom και εκδόθηκε το 1992. Στην Ελλάδα έγινε γνωστό σχεδόν μια δεκαετία αργότερα. Εντάσσεται και τούτο το έργο, όπως και μια σειρά άλλων ευπώλητων βιβλίων, στην προσπάθεια του κινηματογράφου να τα μετασχηματίσει και να τα παρουσιάσει στο ευρύ κοινό, αναπληρώνοντας παράλληλα και την έλλειψη σεναρίων.

Ο Yalom, λοιπόν, ως διάσημος ψυχίατρος, επιχειρεί να προσεγγίσει και να διαφωτίσει τη σχέση της ψυχοθεραπείας με την υπαρξιακή φιλοσοφία. Μας μεταφέρει στη Βιέννη του 19ου αιώνα, στη μητρόπολη των διανοητικών ζυμώσεων. Ο εύπορος γιατρός Γιόζεφ Μπρόιερ, δέχεται μια επιστολή, όπου μια γυναίκα γράφει σε έντονο ύφος ότι πρέπει να τη βοηθήσει. Αφού συναντώνται, η θυελλώδης γυναίκα, ονόματι Λου Σαλομέ, του ζητά να γιατρέψει έναν φίλο της, καθηγητή φιλοσοφίας, από την κατάθλιψη και από την τάση να αυτοκτονήσει. Μόνο που ο ασθενών δεν θα πρέπει να γνωρίζει περί τίνος πρόκειται, αλλά να θεωρεί πως ακολουθεί αγωγή για άλλους λόγους, όπως για τις ημικρανίες του. Ο Μπρόιερ δέχεται να αναλάβει τον «περίεργο» ασθενή. Μετά από λίγο καιρό, δέχεται στο γραφείο του έναν άνθρωπο που σίγουρα δεν δείχνει με τίποτα ότι είναι το σπουδαίο πνεύμα που περιέγραψε η Σαλομέ. Και το όνομά του, «Νίτσε», δεν το έχει ξανακούσει. Όμως, από την πρώτη συνάντηση, ο γιατρός υποτάσσεται στο πνεύμα του φιλοσόφου. Μετά τα πρώτα ραντεβού, κάθε βράδυ που γυρνάει στο σπίτι, αφού τρώει με την οικογένειά του, συζητά με τον νεαρό μαθητευόμενό του, Ζίγκμουντ Φρόυντ, την ιδιάζουσα περίπτωση του ασθενούς. Ο Μπρόιερ ζητά από τον Νίτσε να κάνουν μια ανταλλαγή: ο γιατρός θα κουράρει το σώμα του φιλοσόφου και ο φιλόσοφος θα ελευθερώσει το μυαλό του γιατρού από τις αλλότριες σκέψεις. Η δυνατή καθημερινή επαφή θα τους οδηγήσει σε μια ανυπέρβλητης αξίας συζήτηση, για το σώμα, το πνεύμα, την ψυχή του ανθρώπου.





Όταν έπεσε στα χέρια μου η ταινία, ήμουν γεμάτος ενδοιασμούς. Είναι πολύ δύσκολο να περάσεις φιλοσοφικά ζητήματα σε μια ταινία, πολλώ δε μάλλον, όταν έχουμε συνηθίσει στις γρήγορες εξελίξεις, στις ανατροπές, στη δράση. Ο θεατής δεν έχει εύκολα την υπομονή, ούτε και τη διάθεση, να παρακολουθήσει υποθέσεις φιλοσοφικής υφής στην οθόνη. Αντιθέτως, προτιμά μια εύπεπτη ταινία για να ξεκουράσει το μυαλό από την καθημερινότητα.


Στη συγκεκριμένη ταινία γεγονός είναι πως η παρακολούθησή της κουράζει σε ορισμένα σημεία, μολονότι αποτελεί μια πιστή και προσεγμένη μεταφορά βιβλίου. Η εξέλιξη ουσιαστικά είναι μηδαμινή, αφού πρωταρχικό ρόλο παίζουν οι διάλογοι και η εμβάθυνση στην ανθρώπινη προσωπικότητα. Το καλύτερο μέρος της ταινίας είναι η εξαιρετική ερμηνεία του Αρμάντ Ασάντε στο ρόλο του Νίτσε, μια ερμηνεία πολύ δουλεμένη, με σημεία που κόβουν την ανάσα και με απόλυτη εκφραστικότητα στο πρόσωπό του. Η κάμερα ακολουθεί κατά διαστήματα τις ονειρικές περιπέτειες του νου, χωρίς όμως, να κουράζεται ο θεατής από αυτά τα διαλείμματα. Η διαφορά της ταινίας με το βιβλίο είναι, πως, ενώ και στα δύο ο Νίτσε περνάει σε δεύτερο ρόλο, στο βιβλίο ο δεύτερος ρόλος συχνά γίνεται πιο δυνατός από τον πρώτο, ενώ στην ταινία ο δεύτερος ρόλος παραμένει δεύτερος.

Γενικότερα, πρόκειται για μια ταινία που σε κανένα βαθμό δεν μπορεί να φτάσει το επίπεδο του βιβλίου, παρόλο που δεν είναι κακή ως ταινία. Άλλωστε η φιλοσοφία δεν εικονίζεται, διαβάζεται.


Στέφανος Ξένος

[από http://www.diavasame.gr/page.aspx?itemID=SPG1377]








"Δεν διδάσκω Γιόζεφ, ότι ο άνθρωπος οφείλει ν'αντέχει το θάνατο ή να "συμβιβάζεται" μαζί του. Ακολουθώντας αυτή την κατεύθυνση προδίδεις τη ζωή σου! Το μάθημα που σου διδάσκω είναι: Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!"

"Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!" 

Η φράση αυτή προκάλεσε ένα σοκ στο Μπρόιερ.Η ευχάριστη απογευματινή βόλτα είχε αποκτήσει θανάσιμη σοβαρότητα.
"Να πεθαίνεις την κατάλληλη στιγμή; Τι εννοείς; Σε παρακαλώ, Φρήντριχ, δεν το αντέχω, σ' το 'χω πει πολλές φορές, να μου λες κάτι τόσο σημαντικό με τόσο αινιγματικό τρόπο. Γιατί το κάνεις αυτό;"

"Θέτεις δυο ερωτήματα. Σε ποιό από τα δυο να απαντήσω;"

"Σήμερα, πες μου για το να πεθαίνει κανείς τη σωστή στιγμή"

"Ζήσε όταν ζεις! Ο θάνατος χάνει τη φρίκη του αν κάποιος πεθάνει έχοντας εξαντλήσει τη ζωή του! Αν ο άνθρωπος δε ζει στη σωστή στιγμή, τότε δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει τη σωστή στιγμή"

"Και τι σημαίνει αυτό;" ξαναρώτησε ο Μπρόιερ, νιώθοντας ακόμη πιο μπερδεμένος.

"Ρώτησε τον εαυτό σου, Γιόζεφ: έχεις εξαντλήσει τη ζωή σου;"

"Απαντάς στην ερώτηση με ερώτηση.Φρήντριχ!"

"Κάνεις ερωτήσεις που γνωρίζεις την απάντησή τους" αντέκρουσε ο Νίτσε.

"Αν γνώριζα την απάντηση, γιατί να ρωτήσω;"

"Για ν'αποφύγεις να μάθεις τη δική σου απάντηση!"

                                                                   ................................................................

"Γιόζεφ, προσπάθησε να καθαρίσεις το μυαλό σου.Φαντάσου το ακόλουθο διανοητικό πείραμα! Τι θα συνέβαινε αν κάποιος δαίμονας σου έλεγε οτι αυτή τη ζωή -όπως τη ζεις τώρα και όπως την έχεις ζήσει στο παρελθόν- πρέπει να τη ζήσεις ξανά, αμέτρητες φορές; Και χωρίς να συμβαίνει τίποτα καινούριο;
"Όπου κάθε πόνος και κάθε χαρά κι ό,τι ήταν άφατα μικρό ή μεγάλο στη ζωή σου θα επιστρέφει σε σένα, όλα στην ίδια διαδοχή και ακολουθία -ακόμα κι αυτός ο άνεμος και τα δέντρα κι αυτά τα γλιστερά βράχια, ακόμα και το νεκροταφείο κι ο τρόμος, ακόμα κι αυτή η γλυκιά στιγμή κι εσύ κι εγώ, πιασμένοι απ' το μπράτσο, μουρμουρίζοντας αυτά τα λόγια;"

Καθώς ο Μπρόιερ έμεινε σιωπηλός, ο Νίτσε συνέχισε: "Φαντάσου την αιώνια κλεψύδρα της ύπαρξης ν'αναποδογυρίζει ξανά και ξανά και ξανά. Και κάθε φορά, αναποδογυρίζουμε κι εσύ κι εγώ, απλοί κόκκοι στη διαδικασία".

Ο Μπρόιερ έκανε μια προσπάθεια να τον καταλάβει."Αυτή η -η- η φαντασίωση, πώς-;"

"Είναι κάτι παραπάνω από φαντασίωση" επέμεινε ο Νίτσε, "είναι κάτι παραπάνω από ένα νοητικό πείραμα. Άκου μόνο τα λόγια μου! Άσε απ' έξω όλα τ' άλλα! Σκέψου την αιωνιότητα. Δες πίσω σου -φαντάσου- να κοιτάζεις ατέλειωτα πίσω στο παρελθόν.
Ο χρόνος εξαπλώνεται προς τα πίσω για όλη την αιωνιότητα. Και, αν ο χρόνος εξαπλώνεται συνεχώς προς τα πίσω, οτιδήποτε θα μπορούσε να συμβεί δεν έχει ήδη συμβεί;
Οτιδήποτε γίνεται τώρα δεν θα έχει γίνει έτσι παλιά; Οτιδήποτε περπατάει εδώ δεν έχει περπατήσει το ίδιο μονοπάτι στο παρελθόν;".


[Ένα απόσπασμα-διάλογος μεταξύ του Νίτσε και του καθηγητή Μπρόιερ από το βιβλίο:"Οταν έκλαψε ο Νίτσε" του Ίρβιν Γιάλομ]