Τρίτη 23 Δεκεμβρίου 2014

Μαθήματα Ζωής


Πότε ήταν η τελευταία φορά που είδατε τη θάλασσα; ή που μυρίσατε το άρωμα του πρωινού;
που αγγίξατε τα μαλλιά ενός μωρού; που γευτήκατε βαθιά και απολαύσατε ένα νόστιμο φαγητό;
που περπατήσατε με γυμνά πόδια πάνω στο γρασίδι;
που χαθήκατε στο μπλε του ουρανού;


Όλες αυτές είναι εμπειρίες που όσο μπορούμε να ξέρουμε, ίσως να μην ξαναζήσουμε ποτέ.
Πολλοί από μας ζουν κοντά στη θάλασσα , ποτέ όμως δεν βρίσκουν το χρόνο να την κοιτάξουν. Όλοι ζούμε κάτω από τα αστέρια, πότε όμως κοιτάμε ψηλά; Πότε αγγίζουμε και γευόμαστε τη ζωή και πότε βλέπουμε ή αισθανόμαστε το σπάνιο και ασυνήθιστο μέσα στα κοινά και στα τετριμμένα;


Κάπου λένε ότι η γέννηση του κάθε παιδιού σημαίνει πώς ο Θεός αποφάσισε ότι ο κόσμος θα συνεχίσει.

Με τον ίδιο τρόπο, η κάθε μέρα που ξυπνάμε είναι ένα ακόμη δώρο ζωής και εμπειρίας .



Juliana Manara

Πότε ήταν η τελευταία φορά που βιώσατε την εμπειρία μιας ημέρας μέχρι το μεδούλι;
Δεν θα έχετε άλλη ζωή σαν κι αυτή.
Δε θα παίξετε ποτέ ξανά το ρόλο που παίζετε τώρα, ούτε θα βιώσετε άλλη φορά τη ζωή έτσι όπως σας έχει δοθεί τώρα.
Δε θα βιώσετε ποτέ ξανά τον κόσμο όπως τον βιώνετε σε αυτή τη ζωή, με αυτούς τους γονείς, τα παιδιά και τις οικογένειες.
Δε θα έχετε ποτέ ξανά αυτούς τους φίλους που έχετε τώρα.
Δε θα έχετε ποτέ ξανά την εμπειρία αυτής της γης και των θαυμάτων της.
Μην περιμένετε τη στιγμή που θα στραφεί για τελευταία φορά το βλέμμα σας στη θάλασσα, στα αστέρια ή στην αγαπημένη σας.

Πηγαίνετε και δείτε τα τώρα.


Elisabeth Kübler-Ross,  και   David Kessler 

από το "Μαθήματα Ζωής"
Όλοι μας σ' αυτό το διάστημα που αποκαλούμε ζωή, έχουμε κάποια μαθήματα να πάρουμε· αυτό το αντιλαμβάνεται κανείς καλύτερα, όταν δουλεύει με ανθρώπους που διανύουν τις τελευταίες στιγμές της ζωής τους.
Οι άνθρωποι αυτοί μαθαίνουν πολλά στο τέλος της ζωής τους, συνήθως όταν είναι πλέον πολύ αργά για να τα εφαρμόσουν.

Μετά τη μετακόμισή μου στην έρημο της Αριζόνα το 1995, την ημέρα της Μητέρας, πέρασα ένα εγκεφαλικό επεισόδιο που με άφησε παράλυτη. Τα χρόνια που ακολούθησαν τα έζησα στο κατώφλι του θανάτου. Υπήρχαν στιγμές που πίστευα ότι ο θάνατός μου ήταν ζήτημα μερικών εβδομάδων και πολλές φορές απογοητεύτηκα που δεν ερχόταν, επειδή εγώ ήμουν έτοιμη.
Δεν έχω πεθάνει όμως, γιατί ακόμη μαθαίνω τα μαθήματα της ζωής, τα τελευταία μου μαθήματα.
Τα μαθήματα αυτά είναι οι ύστατες αλήθειες γύρω από τη ζωή μας· είναι τα μυστικά της ίδιας της ζωής.

Θέλησα να γράψω ένα ακόμη βιβλίό, όχι για το θάνατο και την πορεία προς αυτόν, αλλά για τη ζωή και τις διαδρομές της.

(από το οπισθόφυλλο )

Δευτέρα 22 Δεκεμβρίου 2014

Ouverture [ 1 ] - Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων

Ἀδελφιδός μου παρῆλθε·
ψυχή μου ἐξῆλθεν ἐν λόγῳ αὐτοῦ.


ΓΝΩΡΙΖΟΥΜΕ τὸν ἔρωτα μόνο στὴν ἀπόσταση τῆς ἀποτυχίας. Πρὶν τὴν ἀποτυχία δὲν ὑπάρχει γνώση· ἡ γνώση ἔρχεται πάντα μετὰ τὴ βρώση τοῦ καρποῦ. Σὲ κάθε ἔρωτα ξαναζεῖ ἡ ἐμπειρία τῆς γεύσης τοῦ παραδείσου καὶ τῆς ἀπώλειας τοῦ παραδείσου. Σπουδάζουμε τὸν ἔρωτα μόνον ἐξόριστοι ἀπὸ τὴν πληρότητα τῆς ζωῆς ποὺ αὐτὸς χαρίζει.


Marc Chagall
Σπουδή στο Άσμα Ασμάτων

Στὴν ἐμπειρία τοῦ ἔρωτα εἴμαστε ὅλοι πρωτόπλαστοι.  Ἡ πείρα τῶν ἄλλων δὲν μᾶς μαθαίνει τίποτα γιὰ τὸν ἔρωτα. Εἶναι γιὰ τὸν καθένα μας τὸ ἀρχέγονο καὶ μέγιστο μάθημα τῆς ζωῆς, ἡ ἀρχέγονη καὶ μέγιστη ἐξαπάτηση. Μέγιστο μάθημα, γιατὶ σπουδάζουμε στὸν ἔρωτα τὸν τρόπο τῆς ζωῆς.
Καὶ μέγιστη ἐξαπάτηση, ἀφοῦ αὐτὸς ὁ τρόπος ἀποδείχνεται ἀνέφικτος γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας.


Ἡ ἀνθρώπινη φύση μας (αὐτὸ τὸ ἀκαθόριστο κράμα τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ κορμιοῦ μας) «ξέρει», μὲ φοβερὴ ὀξυδέρκεια πέρα ἀπὸ νοήματα, πὼς ἡ πληρότητα τῆς ζωῆς κερδίζεται μόνο στὴν ἀμοιβαιότητα τῆς σχέσης. Στὴν ἀμοιβαία ὁλοκληρωτικὴ αὐτοπροσφορά. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπενδύει ἡ φύση μας, στὸν ἔρωτα ὅλη τὴ ἀπύθμενη δίψα της γιὰ ζωή. Δίψα τοῦ κορμιοῦ καὶ τῆς ψυχῆς μας.

Διψᾶμε τὴ ζωή, καὶ τὸ ἐνδεχόμενο τῆς ζωῆς περνάει μόνο μέσα ἀπὸ τὴ σχέση μὲ τὸν Ἄλλον.
Στὸ πρόσωπο τοῦ Ἄλλου ἀναζητᾶμε τὴ δυνατότητα τῆς ζωῆς - τὴν ἀμοιβαιότητα στὴ σχέση.
Ὁ Ἄλλος γίνεται τὸ «σημαῖνον» τῆς ζωῆς, ἡ αἰσθητὴ ἀνταπόκριση στὴν πιὸ βαθειὰ καὶ κυρίαρχη τῆς φύσης μας ἐπιθυμία. Ἴσως αὐτὸ ποὺ ἐρωτευόμαστε νὰ μὴν εἶναι τὸ πρόσωπο τοῦ Ἄλλου, ἀλλὰ ἡ δίψα μας ἔνσαρκη στὸ πρόσωπό του. Ὁ Ἄλλος νὰ εἶναι πρόσχημα κι ἡ αὐτοπροσφορά μας αὐταπάτη. Ὅμως κι αὐτὸ θὰ διαφανεῖ μόνο στὴν ἀπόσταση τῆς ἀποτυχίας.

Μετὰ τὴν ἀποτυχία ξέρουμε ὅτι ὁ ἔρωτας εἶναι ὁ τρόπος τῆς ζωῆς, ἀλλὰ τρόπος ἀνέφικτος γιὰ τὴν ἀνθρώπινη φύση μας. Ἡ φύση μας διψάει ἀπεγνωσμένα τὴ σχέση, δίχως νὰ ξέρει νὰ ὑπάρχει μὲ τὸν τρόπο τῆς σχέσης. Δὲν ξέρει νὰ μοιράζεται, νὰ κοινωνεῖ, ξέρει μόνο νὰ ἰδιοποιεῖται τὴ ζωή, νὰ τὴν κατέχει καὶ νὰ τὴν νέμεται. Ἂν ἡ γεύση τῆς πληρότητας εἶναι κοινωνία τῆς ζωῆς μὲ τὸν Ἄλλον, ἡ ὁρμὴ τῆς φύσης μας ἀλλοτριώνει τὴν κοινωνία σὲ ἀπαίτηση ἰδιοκτησίας καὶ κατοχῆς τοῦ Ἄλλου. Ἡ ἀπώλεια τοῦ παραδείσου δὲν εἶναι ποτὲ ποινή, εἶναι μόνο αὐτοεξορία.

Τὸν τρόπο τῆς ζωῆς τὸν σπουδάζουμε πάντοτε σὰν χαμένο παράδεισο. Τὸν ψηλαφοῦμε στὴ στέρηση, στὸ ἐκμαγεῖο τῆς ἀπουσίας του. Ἔγγλυφο ἴχνος τοῦ τρόπου τῆς ζωῆς εἶναι ἡ πίκρα τῆς μοναξιᾶς στὴν ψυχή μας, ἡ ἀνέραστη μοναχικότητα. Γεύση θανάτου. Μὲ αὐτὴ τὴ γεύση μετρᾶς τὴ ζωή. Πρέπει νὰ σὲ ναυτολογήσει ὁ θάνατος γιὰ νὰ περιπλεύσεις τὴ ζωή, νὰ καταλάβεις ὅτι πρόκειται γιὰ τὴν πληρότητα τῆς σχέσης. Τότε ξεδιακρίνεις τὶς ἀκτὲς τοῦ νοήματος: Ζωὴ σημαίνει νὰ παραιτεῖσαι ἀπὸ τὴν ἀπαίτηση τῆς ζωῆς γιὰ χάρη τῆς ζωῆς τοῦ Ἄλλου. Νὰ ζεῖς, στὸ μέτρο ποὺ δίνεσαι γιὰ νὰ δεχθεῖς τὴν αὐτοπροσφορὰ τοῦ Ἄλλου. Ὄχι νὰ ὑπάρχεις, καὶ ἐπιπλέον νὰ ἀγαπᾶς. Ἀλλὰ νὰ ὑπάρχεις μόνο ἐπειδὴ ἀγαπᾶς, καὶ στὸ μέτρο ποὺ ἀγαπᾶς.

Διψᾶμε τὴ ζωὴ καὶ δὲν τὴν διψᾶμε μὲ σκέψεις ἢ νοήματα. Οὔτε καὶ μὲ τὴ θέλησή μας. Τὴν διψᾶμε μὲ τὸ κορμὶ καὶ τὴν ψυχή μας. Ἡ ὁρμὴ τῆς ζωῆς, σπαρμένη μέσα στὴ φύση μας, ἀρδεύει κάθε ἐλάχιστη πτυχὴ τῆς ὕπαρξής μας. Καὶ εἶναι ὁρμὴ ἀδυσώπητη γιὰ σχέση, γιὰ συν-ουσία: Νὰ γίνουμε ἕνα μὲ τὴν ἀντι-κείμενη οὐσία τοῦ κόσμου, ἕνα μὲ τὸ κάλλος τῆς γῆς, τὴν ἀπεραντοσύνη τῆς θάλασσας, τὴ νοστιμιὰ τῶν καρπῶν, τὴν εὐωδιὰ τῶν ἀνθῶν. Ἕνα κορμὶ μὲ τὸν Ἄλλον.
Ὁ Ἄλλος εἶναι ἡ μόνη δυνατότητα νὰ ἔχει ἀμοιβαιότητα ἡ σχέση μας μὲ τὸν κόσμο. Εἶναι τὸ πρόσωπο τοῦ κόσμου, ὁ λόγος κάθε ἀντι-κείμενης οὐσίας. Λόγος ποὺ ἀπευθύνεται σὲ μένα καὶ μὲ καλεῖ στὴν καθολικὴ συν-ουσία. Μοῦ ὑπόσχεται τὸν κόσμο τῆς ζωῆς, τὸ ἔκπαγλο κόσμημα τῆς ὁλότητας.
Στὴ μία σχέση.


Χρήστος Γιανναράς  από το
"Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων"



1. OUVERTURE: ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Μουσικὴ σύνθεση γιὰ ὄργανα, ποὺ ἔχει σκοπὸ νὰ εἰσαγάγει τὸν ἀκροατὴ στὴν ἀτμόσφαιρα τοῦ ἀρχόμενου ἔργου (ὄπερας, ὀρατόριου, κ.λπ.). Ἔχουν γραφτεῖ εἰσαγωγὲς καὶ σὲ ἔργα πρόζας, ὅπως αὐτὴ τοῦ Μπετόβεν γιὰ τὸν Ἔγκμοντ τοῦ Γκαῖτε.




Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης (Παρίσι).

Δίδαξε Φιλοσοφία, Πολιτιστική Διπλωματία και Συγκριτική Οντολογία σε πανεπιστήμια της Γαλλίας, της Ελβετίας, της Ελλάδας.

Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.



Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014

ο ρόλος της δυστυχίας ..



" Όμως, τι άλλο είναι η ευτυχία
εκτός από την απλή αρμονία ανάμεσα στον άνθρωπο
και στη ζωή που ζει; "
Albert Camus (1989)




Τι συμβαίνει λοιπόν με τη δυστυχία; Πρέπει να την υπομένουμε; Πρέπει να την ανεχόμαστε και να έχουμε στόχο να την ξεπεράσουμε; Πρέπει να την αποφεύγουμε σα συμφορά, ή μήπως να την πολεμάμε σαν εχθρό;

Η απάντηση είναι απλή και αδιαμφισβήτητη: δεν μπορούμε να αποφύγουμε τη δυστυχία, με τον ίδιο τρόπο με τον οποίο δεν μπορούμε να αποφύγουμε το αντίθετό της. Όσο ευχάριστη κι αν ήταν η μέρα μας, θα φτάσει ένα ακόμα δειλινό. Ο ήλιος πάντα δύει και η ζεστασιά του φεύγει. Καθώς η μέρα διαδέχεται τη νύχτα, έτσι και η νύχτα διαδέχεται τη μέρα, είτε μας αρέσει είτε όχι: μαθαίνουμε να ζούμε και με τα δύο, μαθαίνουμε να μη λαχταράμε τη συνεχόμενη ηλιοφάνεια ή να αποφεύγουμε το σκοτάδι.
Αυτό που μπορούμε, ωστόσο, να κάνουμε, είναι να έχουμε μία δεκτική συμπεριφορά απέναντι στα αρνητικά και να μάθουμε να εκτιμάμε τα πλεονεκτήματα που μας προσφέρει κάθε φάση της ζωής μας. Αυτό δε γίνεται μόνο με το να ενισχύουμε τα βράδια μας με λάμπες, με ζεστές κουβέρτες και με ασφαλή καταφύγια, αλλά και με το να αντιμετωπίζουμε την εξασθένιση του φωτός με ηρεμία και να μαθαίνουμε να εκτιμάμε το φως των αστεριών.



Το να μη χρειάζεται να ζούμε μέσα στον τρόμο είναι ένας από τους βασικούς στόχους του να μάθουμε να ζούμε μία καλή ζωή.
Αυτό θα μπορούσε να διατυπωθεί, όπως το έχω εκφράσει και πριν, ως η καλλιέργεια της αγάπης στον τρόπο με τον οποίο υπάρχει κανείς μέσα στον κόσμο – εφόσον η αγάπη ορίζεται ως μία σοβαρή και μελετημένη δέσμευση.

Θα μπορούσαμε να έχουμε χειρότερους στόχους από την αφοσίωση στην εύρεση της ομορφιάς και της αλήθειας σε όλες μας τις εμπειρίες – στη μέρα ή στη νύχτα, στο φως ή στο σκοτάδι. Και, σ’ αυτό, χρειαζόμαστε μία δόση ρεαλισμού και ταπεινοφροσύνης.

Δεν υπάρχει λόγος να αναζητάμε τον ήλιο όταν λάμπουν τ’ αστέρια.
Δεν υπάρχει λόγος να θέλουμε τον ήλιο, τ’ αστέρια ή το φεγγάρι όταν τα σύννεφα καλύπτουν τον ουρανό.
Δεν υπάρχει λόγος να θρηνούμε τους γαλάζιους ουρανούς που χάνονται όταν έρχεται η βροχή.
Η βροχή είναι καλή, ζωτική και απαραίτητη. Ενυδατώνει και γονιμοποιεί ξανά τα ποτάμια της ζωής. Η νύχτα μάς δίνει την ευκαιρία να νιώσουμε ασφαλείς και να κρυφτούμε, είναι ο χρόνος του ανεφοδιασμού και της ξεκούρασης. Δεν είναι απαραίτητες μόνο οι εποχές, αλλά και οι κύκλοι της νύχτας και της μέρας, και οι μεταβολές του κλίματος και του καιρού. Πρέπει να μάθουμε να εκτιμάμε αυτά τα πράγματα και να τα αξιοποιούμε στο έπακρο.
Πρέπει κάποιες φορές να μάθουμε να βρίσκουμε το δικό μας δρόμο στο φως του φεγγαριού, αλλά και να προστατευόμαστε από τον πολύ ήλιο. Και, αφού έχουμε δουλέψει και καταπιαστεί με τόσα πολλά πράγματα κάθε μέρα, να αφήσουμε τον εαυτό μας να κοιμηθεί και να μην αξιώνουμε συνεχή ερεθίσματα, για να μη γινόμαστε μεμψίμοιροι. Και, αφού έχουμε γευματίσει, να μην απαιτούμε και άλλα γλυκά και καλούδια, για να μη φάμε υπερβολικά και καταλήξουμε νωθροί και άχρηστοι.

Το ταξίδι της ζωής μάς οδηγεί σε διάφορους, συχνά δύσβατους δρόμους, και πρέπει να ανακαλύψουμε τους καλύτερους τρόπους για να απολαύσουμε την πανοραμική τους θέα, γιατί υπάρχουν πολλά περισσότερα να δούμε απ’ όσα επιτρέπουμε συνήθως στον εαυτό μας.
Συχνά, είναι σε στιγμές μεγάλου πόνου και πίεσης που μας αποκαλύπτεται αυτή η άγνωστη ομορφιά.

Emmy van Deurzen,    «Η ψυχοθεραπεία και η αναζήτηση της ευτυχίας»,
Εκδ. Κοντύλι










H Emmy van Deurzen είναι συμβουλευτική ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και φιλόσοφος.

Είναι σε παγκόσμιο επίπεδο κορυφαία στον χώρο της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας και έχει εγκαθιδρύσει την υπαρξιακή θεραπεία στη Βρετανία.

Ίδρυσε, διηύθυνε και ανέπτυξε τόσο το Regent’s College School of Psychotherapy and Counselling όσο και το New School of Psychotherapy and Counselling (ΝSPC) στο Λονδίνο. Συνεργάζεται ως καθηγήτρια με το Middlesex University για το οποίο διευθύνει δύο μεταπτυχιακά και δύο διδακτορικά προγράμματα στο NSPC. To 1988 ίδρυσε την Society for Existential Analysis (SEA) καθώς και το επιστημονικό περιοδικό Journal of Existential Analysis. Είναι συνιδρύτρια του International Collaborative of Existential Counsellors and Psychotherapists (ICECAP). Υπήρξε επίσης η πρώτη πρόεδρος του United Kingdom Council for Psychotherapy.

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

η σκέψη είναι αναρχική και άνομη, ανελέητη, ανατρεπτική..



Οι άνθρωποι φοβούνται τη σκέψη περισσότερο απ΄ ο,τιδήποτε άλλο στον κόσμο  –περισσότερο από την καταστροφή, ακόμα κι απ΄ το θάνατο. 
Η σκέψη είναι ανατρεπτική και επαναστατική, καταλυτική και φοβερή· 
η σκέψη είναι ανελέητη απέναντι στα προνόμια, τους κατεστημένους θεσμούς και τις βολικές συνήθειες· 
η σκέψη είναι αναρχική και άνομη, αδιάφορη απέναντι στην εξουσία, περιφρονητική απέναντι στη δοκιμασμένη σοφία των αιώνων. 
Η σκέψη κοιτάζει τον πάτο της κόλασης και δε φοβάται.
 Βλέπει τον άνθρωπο, μια αχνή κουκίδα, να περιβάλλεται από απύθμενα βάθη σιωπής· κι ωστόσο, περνάει περήφανη κι άφοβη σαν να ήταν ο υπέρτατος άρχοντας του σύμπαντος. 
Η σκέψη είναι δυνατή, σβέλτη κι ελεύθερη, είναι το φως του κόσμου κι η μεγαλύτερη δόξα του ανθρώπου. 

Μα για να γίνει η σκέψη χτήμα των πολλών κι όχι προνόμιο των λίγων, θα πρέπει να ξεπεράσουμε το φόβο.
Ο φόβος είναι εκείνος που κρατάει τους ανθρώπους–ο φόβος πως τα πιο πολύτιμα πιστεύω τους θ΄ αποδειχθούν αυταπάτες, ο φόβος πως οι θεσμοί που διέπουν τη ζωή τους θ΄ αποδειχτούν βλαβεροί, ο φόβος πως θ΄ αποδειχτούν κι οι ίδιοι λιγότερο άξιοι σεβασμού απ΄ όσα φαντάζονταν ότι ήταν.
Αν ο εργαζόμενος σκεφτεί ελεύθερα για την ιδιοχτησία, τι θα γίνουμε εμείς οι πλούσιοι; Αν οι νέοι σκεφτούν ελεύθερα για το σεξ, τι θα γίνει η ηθική; Αν οι στρατιώτες σκεφτούν ελεύθερα για τον πόλεμο, τι θα γίνει η στρατιωτική πειθαρχία; Διώξτε μακρυά τη σκέψη! Ας ξαναγυρίσουμε πίσω στα σκοτάδια της προκατάληψης για να μην κινδυνέψει η ιδιοχτησία, τα ήθη και ο πόλεμος!
Καλύτερα να είναι οι άνθρωποι κουτοί, αδρανείς και καταπιεστικοί παρά να΄ χουν ελεύθερη σκέψη. Γιατί αν η σκέψη τους ελευθερωθεί μπορεί να μη σκέφτονται σαν κι εμάς. Κι αυτό το κακό θα πρέπει να το αποφύγουμε με κάθε μέσον.
Έτσι συλλογίζονται οι εχθροί της σκέψης μέσα στ΄ ασυνείδητα βάθη της ψυχής τους. Κι έτσι πράττουν στις εκκλησίες τους, τα σχολεία τους, τα πανεπιστήμια τους ..


[...] 



Μπέρτραντ Ράσελ 

από το βιβλίο του Έριχ Φρομ "Πειθαρχία κι Ελευθερία" 
εκδ γλάρος


Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2014

Ας αντιμετωπίσουμε τη βία σαν μια μεταδοτική ασθένεια

''η βία ανταποκρίνεται όπως μια ασθένεια καθώς συμπεριφέρεται και ως ασθένεια''





Εδώ η ομιλία του Slutkin  (με ελληνικούς υπότιτλους)


Ο Gary Slutkin, ιατρός και επιδημιολόγος, ολοκληρώνοντας την εξειδίκευσή του στο Σαν Φρανσίσκο των Ηνωμένων Πολιτειών αποφάσισε να μετοικήσει στη Σομαλία για να εργασθεί σε χώρους συγκέντρωσης προσφύγων.

«Βρέθηκα σε μια περιοχή όπου υπήρχαν 4 χώροι συγκέντρωσης που φιλοξενούσαν 1,000,000 πρόσφυγες. Ήμασταν μόνο 6 γιατροί και υπήρχε επιδημία φυματίωσης και στη συνέχεια χολέρας. Δουλειά μου ήταν να τις σταματήσω. Καθώς ο αριθμός των ιατρών ήταν εξαιρετικά περιορισμένος, δεν είχα άλλη επιλογή από το να επιστρατεύσω εθελοντές πρόσφυγες και να τους εκπαιδεύσω, δημιουργώντας μια νέα κατηγορία εξειδικευμένων ειδικών υγείας».

Στη συνέχεια εργάστηκε για τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WorldHealthOrganisation) ασχολούμενος με τον έλεγχο της μετάδοσης του AIDS στην αφρικανική ήπειρο και τη δημιουργία προγραμμάτων παρέμβασης στην επιδημία σε εθνικό και κοινοτικό επίπεδο.

Επιστρέφοντας στις Η.Π.Α. περίπου 10 χρόνια αργότερα, ο Δρ. Slutkin δεν περίμενε να ασχοληθεί ξανά με τον τομέα της διαχείρισης επιδημιών.
«Είχα έρθει σε αρκετή πια επαφή με το θάνατο, και συγκεκριμένα με το θάνατο από επιδημία · αυτού του είδους ο θάνατος έχει μια δική του ξεχωριστή αίσθηση. Είναι γεμάτος πανικό και φόβο, είχα ακούσει γυναίκες να θρηνούν και να σφαδάζουν στην έρημο. Ήθελα να γυρίσω πίσω και να κάνω ένα διάλειμμα, να ξεκινήσω από την αρχή με κάτι διαφορετικό».

«Δεν είχα υπόψη μου την ύπαρξη κάποιας επιδημίας στην Αμερική.
(...)
Δεν είχα ιδέα με τι επρόκειτο να ασχοληθώ, μέχρι που κάποιοι φίλοι μου ανέφεραν περιστατικά παιδιών που πυροβολούσαν άλλα παιδιά, με πραγματικά όπλα».



Βλέποντας πως οι δύο υπάρχουσες προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση του ζητήματος (η τιμωρία και η αντίληψη ότι πρέπει να αλλάξουν ριζικά τα πάντα-η κοινωνία, το εκπαιδευτικό σύστημα, η οικογένεια, το κράτος κλπ) δεν επιτυγχάνουν το στόχο τους, ο Δρ. Slutkin άρχισε να μελετά το ζήτημα, προσεγγίζοντάς το με τον τρόπο που συνήθιζε να μελετά τις επιδημίες: αναλύοντας τα δεδομένα.

Σύντομα παρατήρησε ότι η διασπορά των κρουσμάτων ένοπλης βίας δεν ήταν τυχαία. Αντιθέτως ήταν κατανεμημένα σε συστάδες και παρουσιάζονταν κατά κύματα, βασικά χαρακτηριστικά μιας επιδημίας, και μάλιστα λοιμώδους.
Επιπλέον, ανακάλυψε ότι ο ισχυρότερος προγνωστικός παράγοντας ενός κρούσματος ένοπλης βίας ήτανη ύπαρξη προηγούμενου κρούσματος, όπως ακριβώς και στη γρίπη.

Η βία λοιπόν φαίνεται να είναι μεταδοτική, και να λειτουργεί όπως οι επιδημίες
Με αυτό το σκεπτικό δημιούργησε την οργάνωση CureViolence. Το μοντέλο βάσει του οποίου λειτουργεί είναι το τρίπτυχο
-  Διακοπή της μετάδοσης (Interrupt transmission)
– Εντοπισμός των πιθανών μεταδοτών και αλλαγή νοοτροπίας (Identify and change the thinking    of highest potential transmitters)
– Μεταβολή στις κοινωνικές νόρμες (Change group norms).


Πώς λειτουργεί;

Η οργάνωση επιστρατεύει άτομα που ζουν στις προβληματικές περιοχές, είναι γνώριμα στους πιθανούς παραβάτες ή/και έχουν υπάρξει και οι ίδιοι παραβάτες και τα εκπαιδεύει σε εξειδικευμένες μεθόδους πρόγνωσης εγκλημάτων και τη διαμεσολάβηση σε διαμάχες.
Στόχος τους είναι να επεμβαίνουν και να «ηρεμούν τα πνεύματα» σε κρίσιμες στιγμές(Διακοπή της μετάδοσης).
 Άλλες ομάδες (outreachworkers) εκπαιδεύονται στη συμβουλευτική και λειτουργούν ως μέντορες, αναλαμβάνοντας «μαθητές» τους οποίους συναντούν αρκετές φορές εβδομαδιαίως και εκπαιδεύουν σε εναλλακτικούς τρόπους επίλυσης διενέξεων, βοηθούν να απευθυνθούν σε δομές απεξάρτησης, υποστηρίζουν στην ανεύρεση εργασίας κ.λπ..
Οι μέντορες λειτουργούν και ως πρόσωπα εκτάκτου ανάγκης, αφού οι συμμετέχοντες μπορούν να τους καλέσουν εκτάκτως σε περίπτωση που βρεθούν μπλεγμένοι σε επικίνδυνες καταστάσεις ή αισθάνονται ότι θα ξανακυλήσουν.
Τέλος, προκειμένου να επιτευχθεί μακρόχρονη αλλαγή σε μια κοινωνική ομάδα, θα πρέπει να αλλάξουν και οι νόρμες της. Για το σκοπό αυτόν, η CureViolence οργανώνει ειδικά εκπαιδευτικά προγράμματα, εκδηλώσεις στην κοινότητα, κοινοτικές «απαντήσεις» σε κάθε συμβάν ένοπλης βίας κ.λπ..


Το πρώτο «πείραμα» του Δρ.Slutkin οδήγησε σε 67% μείωση των κρουσμάτων ένοπλης βίας στην περιοχή με το υψηλότερο ποσοστό σε τέτοια κρούσματα στις Η.Π.Α. (West Garfieldneighborhood,Chicago).
Πλέον, 15 χρόνια αργότερα, το μοντέλο χρησιμοποιείται σε πολλές πολιτείες από την αστυνομία, τις δημοτικές αρχές, νοσοκομεία και κέντρα αποκατάστασης. Έχει χρησιμοποιηθεί από πολλά ακόμη κράτη εκτός Η.Π.Α. τόσο σε εθνικό επίπεδο όσο και στοχευμένα για τηδιαχείριση επεισοδίων σε συγκεκριμένες περιστάσεις (Κένυα, εκλογές 2013).
Μέχρι σήμερα έχουν εκπονηθεί 3 ερευνητικές αξιολογητικές μελέτες από ανεξάρτητους φορείς που καταλήγουν ότι το μοντέλο επιφέρει 30-70% μείωση των κρουσμάτων ένοπλης βίας.


Θα μπορούσε άραγε η αντιμετώπιση της βίας ως επιδημία να έχει εφαρμογή και σε άλλους χώρους και τομείς; Σε σχολεία για την καταπολέμηση του bullying; Να συμβάλει στον πραγματικό σωφρονισμό των κρατουμένων στις φυλακές; Και, τελικά, μήπως η κοινωνία μας έχει διαγνώσει λανθασμένα τη βία;
Περισσότερες πληροφορίες για το μοντέλο, τις δράσεις  και την οργάνωση μπορεί να κανείς να βρει στο http://cureviolence.org/ .


Το άρθρο είναι της Στέλλας Πρίντεζι από το Psychologynow

Πέμπτη 4 Δεκεμβρίου 2014

"Το ημερολόγιο ενός θεραπευτή "


Βρισκόμουν στο Ισραήλ για να διευθύνω ένα σεμινάριο σε ένα τοπικό εκπαιδευτικό κέντρο. Αποφάσισα να ξεκινήσω με μια προσομοίωση. Δυο εκπαιδευόμενοι του κέντρου έπαιξαν τους ρόλους ενός ζευγαριού. Όταν τους ρώτησα για το επάγγελμά τους, μου είπαν ότι είναι και οι δυο αρχιτέκτονες.



— Α, ωραία, τους είπα. Νομίζω ότι θα συνεννοηθούμε, γιατί κι εγώ αρχιτέκτονας είμαι.
Με κοίταξαν απορημένοι.
— Εσείς χτίζετε τα σπίτια απ’ έξω κι εγώ από μέσα.
Τους ρώτησα τα ονόματά τους.
Αβραάμ και Σάρα, μου απάντησαν.
— Α, θα ασχοληθούμε με πολύ παλιό πρόβλημα, τους είπα.

Οι δύο εκπαιδευόμενοι της ομάδας είχαν επιλέξει αρχετυπικά ονόματα. Προφανώς με προσκαλούσαν να μιλήσουμε για τα αρχέγονα στοιχεία της προσωπικής μας ταυτότητας και της ανδρόγυνης σχέσης, να γεφυρώσουμε τα κοινά αλλά και τα διαφορετικά πολιτισμικά μας στοιχεία. Θα προσπαθούσαμε όλοι μαζί να συνθέσουμε τις κοινές και τις διαφορετικές μας οπτικές και θα βλέπαμε πώς σχετίζονται με τη σχέση του ζευγαριού.

Το γεγονός ότι το "ζευγάρι"  επέλεξε το επάγγελμα του αρχιτέκτονα με έκανε να σκεφτώ τη διαδικασία που ακολουθούν οι αρχιτέκτονες και οι μηχανικοί για να ολοκληρώσουν ένα οικοδόμημα. Ξεκινούν από τα θεμέλια. Σχεδιάζουν το κτίσμα που θα κατασκευάσουν και το στηρίζουν πάνω σε δοκιμασμένα, στέρεα υλικά που επέλεξαν. Αν κάτι δεν λειτουργήσει ή αν ο κατασκευαστής κάτι θελήσει να αλλάξει, ανατρέχει στα σχέδια και τις διαδικασίες που ακολουθήθηκαν.


Εμείς –θεραπευτές και θεραπευόμενοι– έχουμε να κάνουμε με ένα "οικοδόμημα"  που χτίστηκε σε μεγάλο βαθμό ερήμην μας.
Καλούμαστε να εξετάσουμε το τελικό προϊόν χωρίς να έχουμε στη διάθεσή μας ούτε τα σχέδια πάνω στα οποία στηρίχτηκε το οικοδόμημα ούτε τις πρώτες ύλες που χρησιμοποιήθηκαν.
Πορευτήκαμε στα τυφλά με χάρτες που δεν βλέπαμε. Τις πιο σημαντικές αποφάσεις της ζωής μας τις πήραμε ασυνείδητα. Λες να είναι αυτός ο λόγος που λέω συχνά ότι, αν δεν γινόμουν ψυχολόγος και θεραπεύτρια, θα ήθελα να γίνω αρχιτέκτονας; σκέπτομαι.

Μόλις τον είδες, τον ερωτεύτηκες και ένωσες τη ζωή σου με τη δική του. Κεραυνοβόλο έρωτα τον έχουν πει. Και μετά από χρόνια, όταν σκαλίζεις το παρελθόν σου, ανακαλύπτεις ότι τα χνάρια που σε οδήγησαν σε αυτόν πάνε πίσω γενιές ολόκληρες.

Τις πολύπλοκες διασυνδέσεις που μας οδήγησαν ατομικά και συλλογικά στο ορατό παρόν είναι αδύνατον να τις συλλάβει ο ανθρώπινος νους μέσα από μια λογική διαδικασία. Αν όμως αποφασίσει κανείς να ερευνήσει γιατί οι επιλογές του οδήγησαν σε αυτό που είναι σήμερα, γιατί το κτίσμα μέσα στο οποίο κατοικούσε είναι υγρό, ανήλιο, άβολο, θα χρειαστεί να κάνει την αντίστροφη πορεία.

Καθώς οι διαδικασίες που μας οδήγησαν σε αυτό που βιώνουμε σήμερα βρίσκονται στη χώρα του αοράτου, θα πρέπει να ξεκινήσει κανείς από τα ορατά, τα εξωτερικά, τα επιμέρους, και σταδιακά να φτάσει στα θεμελιακά υλικά που τον διαμόρφωσαν. Να ανακαλύψει τα κομβικά στοιχεία του εαυτού που βρίσκονται στον πυρήνα της ύπαρξής του και δεν είναι εύκολα προσβάσιμα. Θα χρειαστεί να ψαχουλέψει μέσα στις μνήμες και τις εικόνες από το παρελθόν, να συλλέξει κομμάτια του παζλ της ζωής του, κι έπειτα να τα συναρμολογήσει προσπαθώντας να δει ολόκληρη την εικόνα... Ωστόσο, δεν αποφασίζει κανείς εύκολα μια τέτοια ανασκαφή.

Όταν ήμουν παιδί είχα βρει έναν κήπο
για να κρύβομαι εκεί απ’ τη ζωή όταν λείπω...
[...]
Τον εαυτό του παιδί απ’ το χέρι θα πιάσει,
σαν γυαλί μια στγμή θα ραγίσει, θα σπάσει.
Θα χωρίσουν μετά κι ο καθένας θα πάει
Σ’ έναν κόσμο μισό που τους δυο δεν χωράει. (
στιχοι του Παρασκευά Καρασούλου) 


Αν αποδεχθείς ότι αξίζει τον κόπο να κάνεις το ταξίδι, έστω και αν ανακαλύψεις στον δρόμο πόσο δυσκολεύεσαι να φτάσεις στα θεμέλια, έχεις στη διάθεσή σου μια ασφαλιστική δικλείδα: την απαλλαγή σου από την απατηλή βεβαιότητα ότι διαθέτεις τον χάρτη και την πυξίδα που θα μπορούσαν να σε προστατεύσουν από αποπροσανατολιστικές ενέργειες και συναισθήματα.

Ωστόσο, έχεις αποδεχθεί πλέον ότι το σχεδιάγραμμα που δεν κουβάλησες στις αποσκευές σου μπορείς να το αποκτήσεις, έστω και αν η απόκτησή του απαιτεί μια επίπονη επένδυση. Έστω και αν, όταν τελικά το εντοπίσεις, αποδειχθεί ατελές.


[...]



Συναντώ κάθε μέρα γυναίκες που εκλιπαρούν τους άντρες τους να επισκεφτούν μαζί έναν ψυχολόγο. "Πήγαινε εσύ. Εγώ δεν χρειάζομαι ψυχολόγο"  είναι συνήθως η απάντηση. 
Ή, πάλι: "Αν θες να σπαταλήσεις χρήματα δεν μπορώ να σε σταματήσω"  και "Εγώ τα λύνω τα προβλήματά μου μόνος μου. Τον ξέρω τον εαυτό μου. Τι θα μου πει ένας ψυχολόγος που δεν το ξέρω ήδη;".

Αναρωτιέμαι πολλές φορές μήπως οι προκαταλήψεις και οι αμφισβητήσεις για την ψυχοθεραπεία έχουν σχέση και με τις καταβολές της παραδοσιακής μας εμπειρίας. Ο μόχθος για την επιβίωση είναι συνυφασμένος με την εικόνα του ανθρώπου που δουλεύει ώρες ατελείωτες για να καλλιεργήσει τη γη, να κατασκευάσει, να χτίσει, να μαστορέψει, να φροντίσει το σπίτι και τα παιδιά του.

Πώς να εκτιμηθεί ως άξιο λόγου ένα πάρε δώσε που δεν συνεπάγεται σωματική καταπόνηση; Πώς να συγκρίνει κανείς ένα επάγγελμα που βασίζεται στην άυλη πληροφορία, στην ανταλλαγή σκέψης και συναισθήματος με την ανταλλαγή αγαθών που εξασφαλίζουν τη δική σου επιβίωση και αυτή των δικών σου; Άλλωστε, τότε που έπρεπε να μοχθήσουμε για τον επιούσιο, τα λόγια και τα συναισθήματα θεωρούνταν περιττά.

Ίσως και επικίνδυνα, αφού θα μπορούσαν να θολώσουν την κρίση μας και να μας δυσκολέψουν στο να πάρουμε γρήγορα αποφάσεις για την επιβίωσή μας. Σήμερα, όμως, που η ζωή μας κατακλύζεται και καθορίζεται από την άυλη πληροφορία, τι κάνουμε;


[...]


Το ζευγάρι σχεδίαζε να προχωρήσει σε γάμο. Η αμφιθυμία της κοπέλας ήταν εμφανής. Όταν τη ρώτησα τι θα έκανε αν είχε όλα τα μέσα και τις ευκαιρίες για να επιλέξει ό,τι επιθυμούσε μου απάντησε:
— Αυτό που κάνετε εσείς.
Με ξάφνιασε ο απόλυτος τρόπος που μίλησε για την επιθυμία της, την οποία θεωρούσε άπιαστο όνειρο.
Αυθόρμητα ξεπήδησε από μέσα μου η απάντηση. Μια απάντηση που ξάφνιασε κι εμένα την ίδια:
Η ζωή δεν βγαίνει με θαμμένα όνειρα
Αναρωτήθηκα πολλές φορές αργότερα από πού ξεφύτρωσε μια τέτοια γενίκευση.

Ο καθένας από μας γεννιέται με ένα «δαιμόνιο», με την έννοια του χαρίσματος ή του ταλέντου. Όταν δεν το καλλιεργούμε μετατρέπεται σε δαίμονα.

Τώρα ξέρω ότι η προτροπή σου να έρθω στο Εργαστήριο είχε να κάνει με το να ανακαλύψω το δαιμόνιό μου, να το καλλιεργήσω, έγραφε μια εκπαιδευόμενη σε ένα κείμενο που μας έδωσε τη μέρα που αποφοίτησε. Μου θύμισε αυτό που της είχα πει όταν αθόταν απέναντί μου σε μια θεραπευτική ομάδα:

— Πολλά από τα "δαιμόνιά μας" είναι βαθιά ριζωμένα στις οικογενειακές και τις πολιτισμικές μας παραδόσεις. Εσύ είσαι κόρη γιατρού, όπως κι εγώ. Η ίαση είναι στο μεδούλι σου. Εσύ όμως έζησες με μια μητέρα που δηλώθηκε ψυχασθενής. Έχεις βαθύ κίνητρο να θεραπεύσεις τον εαυτό σου μαζί με τους άλλους.
[...]

"Η ζωή δεν βγαίνει με θαμμένα όνειρα": Ίσως να έδωσα αυτή την απάντηση στη θεραπευόμενή μου γιατί έχω γνωρίσει πολλές γυναίκες που εγκατέλειψαν επαγγελματικούς στόχους και έθαψαν όνειρα για να παντρευτούν έναν άντρα που τους πρόσφερε σταθερότητα και ασφάλεια.

Ίσως γιατί έχω συναντήσει πολλά "παιδιά", όλων των ηλικιών, που δυσκολεύονται να προχωρήσουν στη ζωή τους, να εξελίξουν τα προσόντα, τις δεξιότητές τους, να αξιοποιήσουν τις ευνοϊκές προοπτικές που ανοίγονται μπροστά τους, επειδή δεν κατάφεραν να διαφοροποιηθούν από τις ταυτίσεις τους με τους γονείς τους – οι οποίοι, ενώ πρόσφεραν τα πάντα στα παιδιά τους, έθαψαν τα δικά τους όνειρα και δεν διεκδίκησαν τα θέλω τους. Υποτάχθηκαν στις προδιαγραφές του ρόλου που τους είχε δοθεί στη δική τους γονική οικογένεια.
Δεν απαλλάχθηκαν από ζυγούς. Αυτοδιαγράφηκαν.

Ίσως, πάλι, να είχα ασυνείδητα από νωρίς αποφασίσει να κάνω πραγματικότητα τα ανεκπλήρωτα όνειρα της μητέρας μου, που επέλεξε να βάλει "όλα τα αυγά στο καλάθι της οικογένειας" και ανέθεσε σ’ εμένα να τα εκπληρώσω.

Ίσως να ήταν γιατί η δική μου γιαγιά στα δεκαεπτά της έγινε δασκάλα. Άλλωστε, αυτό τον δρόμο δεν ακολούθησε η σύγχρονη γυναίκα; Γι’ αυτό το όνειρο, το όνειρο της χειραφέτησης, δεν αγωνίστηκαν, δεν πόνεσαν, δεν πλήρωσαν ακριβά οι γυναίκες από τότε που άνοιξε η πόρτα του παγκόσμιου γυναικωνίτη;

Μα εγώ μιλάω για δύναμη, της αγάπης ισοδύναμη
και ζητάω προτεραιότητα, φύση, θέση και ιδιότητα.
Μα εγώ μιλάω για δύναμη, της ελπίδας ισοδύναμη
και γυρνάω στην αθωότητα, την παλιά μου την ταυτότητα.(
στιχοι της Λίνας Νικολακοπούλου)

Ένα ανεκτίμητο ντοκουμέντο για τις κατακτήσεις και τις υπερβάσεις της γυναίκας, που θα μπορούσε να γίνει ο ύμνος όλων των φεμινιστικών κινημάτων.
[...]


Πάνε δεκαετίες από τότε που έγραψα ένα άρθρο σε κυριακάτικη εφημερίδα, με τίτλο "Ψυχολογία επιστήμη παρεξηγημένη", προσπαθώντας να ξεκαθαρίσω τους όρους και τη σημασία τους.

Παρόλο που έχει κυλήσει πολύ νερό στο αυλάκι από τότε, το επάγγελμα του θεραπευτή και η ψυχοθεραπευτική συνθήκη παραμένει για πολλούς ένα μυστήριο.

Πόσο εύκολο είναι να αποδεχθείς ότι μπορεί να είναι χρήσιμο να ψάξεις τα του εαυτού σου, όταν είναι διάχυτη η πεποίθηση ότι ο ψυχισμός μας είναι απρόσιτος και αμετάβλητος;

«Άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου»,
«Δεν αλλάζουν οι άνθρωποι»,
«Δεν αλλάζουν οι χαρακτήρες»,
είναι μερικές μόνο από τις αμέτρητες στερεοτυπικές πλέον φράσεις με τις οποίες εκφράζεται αυτή ακριβώς η στάση μας απέναντι στις δυνατότητες της ψυχοθεραπείας.

Πώς να εξηγήσεις ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει κανείς τον χαρακτήρα του; Η ψυχοθεραπεία δεν αλλάζει χαρακτήρες, αλλά τον τρόπο που βλέπει κανείς τον εαυτό του και την κατάσταση της ζωής του. Την οπτική του και τις συμπεριφορές που απορρέουν από αυτή.

Άσε που, κάποιον που βλέπει τη ζωή μέσα από τον φακό της γραμμικής σκέψης δεν θα τον πείσεις εύκολα ότι δεν είναι οι χαρακτήρες που καθορίζουν τις συμπεριφορές. Οι σχέσεις είναι που τις καθορίζουν. Κρίμα, γιατί η συστημική οπτική προσέγγιση, για να αναφέρουμε ένα μόνο παράδειγμα ανάμεσα σε άλλα, αφήνει τεράστια περιθώρια για αλλαγές.

Επιπλέον, τα επιχειρήματα υπέρ της ύπαρξης χαρακτήρων που δεν αλλάζουν συνδέονται άμεσα με την πεποίθηση ότι τα προβλήματά μας είναι κληρονομικά:

«Πάντα ήταν επιθετικός και παρορμητικός. Ίδιος ο πατέρας του».
«Δεν ξέρω αν θα σταματήσει να παίζει. Ο άντρας μου έχει έναν ξάδερφο που έπαιζε τζόγο και πέθανε στην ψάθα».

Τα τελευταία χρόνια αυτές οι θέσεις έχουν ενισχυθεί από τις έρευνες για τα γονίδιά μας, τα οποία επίσης έχουν περάσει στον καθημερινό μας λόγο:

«Από μικρός ήταν απροσάρμοστος. Είναι στα γονίδιά
του».
«Δεν έχει νόημα να προσπαθώ να τον αλλάξω. Αλλάζουν
τα γονίδια;»
«Πάντα ήταν νευρικός. Ξεσπάει με το παραμικρό. Είναι
στα γονίδιά του».

Όταν δεν μας βγαίνουν οι εξισώσεις, αναρωτιόμαστε μήπως οι αιτίες είναι προκαθορισμένες και βρίσκονται σφραγισμένες μέσα στα γονίδια, τα δικά μας ή των δικών μας. Αν όμως φταίνε τα γονίδια, τότε είναι αναπόφευκτο να νιώθεις ανίσχυρος. Και ο θεραπευτής στον οποίο απευθύνθηκες τι θα μπορούσε να σου προσφέρει; Να σε βοηθήσει μόνο να αντέξεις αυτά που υφίστασαι και που δεν μπορείς να αλλάξεις; Αυτό μια χαρά το κάνουν οι ψυχίατροι με τον εξοπλισμό που διαθέτουν.

Ο δικός μας, ωστόσο, εξοπλισμός είναι άχρηστος όταν ο θεραπευόμενος απορρίψει τη δυνατότητα της αλλαγής. Αν αποδώσει όσα δύσκολα αντιμετωπίζει σε εγγενείς παθολογίες, ακινητοποιείται. Μεγαλώνει η απελπισία του.

Αν βάλει κανείς όμως στην άκρη τα γονίδια και τις υποτιθέμενες γονιδιακές παθολογίες –τις δικές του ή των δικών του–, αν παραδεχτεί ότι μπορεί να μην έχει δει-ακούσει-σκεφτεί τι θα μπορούσε να τον βοηθήσει να μετακινηθεί από την απελπιστική κατάσταση στην οποία βρίσκεται, τότε ίσως αρχίσει να βλέπει φως στο τούνελ.
Αν προσπαθήσει κανείς να δει τον εαυτό του μέσα στη μεγάλη εικόνα της εποχής, της κουλτούρας του, της οικογένειάς του, ίσως να υπάρχει χώρος έστω για μια υπόθεση εργασίας σχετικά με το τι συμβαίνει μέσα του και γύρω του.

— Κάτι δεν πάει καλά μ’ εμένα. Το βλέπω. Με χάπια τη βγάζω τη μέρα. Αισθάνομαι ότι έχω αποτύχει. Πιο εύκολο μου φαίνεται να πεθάνω από το να συνεχίσω να ζω.
— Αυτό που βλέπω εγώ είναι μια γυναίκα έξυπνη, σε επαφή με τα συναισθήματά της, επικοινωνιακή. Που με κοιτάει στα μάτια, εμπιστεύεται τον άλλον. Βλέπω απέναντί μου έναν άνθρωπο με γερή στόφα. Με όλο το δυναμικό για να ζήσει δημιουργικά και με λιγότερο κόστος.
— Μακάρι να είναι έτσι.
— Αν αποφασίσεις να μείνεις, στόχος μου θα είναι να σε βοηθήσω να αποκτήσεις εφόδια για να μειώσεις το κόστος του ρόλου που ανέλαβες στην οικογένειά σου και που σφράγισε την πορεία της ζωής σου.

Το γεγονός ότι χρειαστήκαμε βοήθεια και τη ζητήσαμε από έναν ψυχοθεραπευτή είναι κάτι που δεν αποκαλύπτουμε εύκολα στους άλλους. Δεν το κοινοποιούμε, άρα δεν ακούμε και τις γνώμες και τις εμπειρίες των άλλων.
Η μυστικοπάθεια που περιβάλλει την ψυχοθεραπεία φαίνεται να έχει καλλιεργηθεί από τα στερεότυπα που την περιβάλλουν. Κρύβουμε την απόφασή μας να απευθυνθούμε σε κάποιον ειδικό της ψυχικής υγείας. Ακόμα και από τους δικούς μας.
[...]

Μπορεί να είναι και ο ίδιος ο όρος "ψυχοθεραπεία" που ενισχύει τη σύγχυση και τις προκαταλήψεις. Η ψυχοθεραπεία είναι ακόμα για πολλούς ταυτισμένη με την αρρώστια. Αφού κάνεις θεραπεία, είσαι άρρωστος. Ο όρος ασθενής έχει καθιερωθεί από πολύ παλιά. Άμεση η σύνδεση με την ψυχιατρική, τα φάρμακα και όλες τις ιατροφαρμακευτικές παρεμβάσεις.

Είναι τέτοια η ταύτιση της ψυχοθεραπείας με την ψυχική ασθένεια που, σε συγκρουσιακά διαζύγια –τα οποία πληθαίνουν μέρα με τη μέρα– οι δικηγόροι προσπαθούν να υποστηρίζουν τις θέσεις των πελατών τους με το επιχείρημα ότι ο/η αντίδικος έχει επισκεφτεί κάποιον ψυχοθεραπευτή.

Ίσως αυτός να είναι ένας λόγος που ο όρος ασθενής έχει αντικατασταθεί από πολλούς θεραπευτές με τον όρο πελάτης. Όμως ο όρος πελάτης ναι μεν αποσυνδέει την ψυχοθεραπεία από την ψυχιατρική, αλλά τη συνδέει με μια εμπορική συναλλαγή.
Πόση ανθρωπιά, πόσο γνήσιο ανθρώπινο ενδιαφέρον μπορεί να έχεις με έναν πελάτη; Πόσο ζεστή μπορεί να είναι μια τέτοια συναλλαγή;
[...]

Αισθάνομαι τυχερή που στη γλώσσα μου μπορώ να μιλάω για θεραπευτές και θεραπευόμενους. Στην αρχαία ελληνική γλώσσα ο όρος θεραπεία   αρχικά σήμαινε φροντίδα και προσφορά. Με αυτή την αρχική ερμηνεία της λέξης, η σχέση θεραπευτή-θεραπευόμενου αποσυνδέεται τόσο από την παθολογία, όσο και από την οικονομική συναλλαγή.

Μέσα από τους συνεχείς και αλλεπάλληλους κλυδωνισμούς που βιώνουμε, όλο και περισσότεροι συνειδητοποιούν το ψυχικό και σωματικό κόστος των προσωπικών και των συλλογικών αδιεξόδων. Είναι τα ζευγάρια που απευθύνονται σε ειδικούς του χώρου γιατί φοβούνται το κόστος που μπορεί να έχουν τα δικά τους αδιέξοδα στα παιδιά τους.
Είναι τα παιδιά που προσπαθούν με όλες τους τις δυνάμεις να βοηθήσουν τους γονείς τους, τους οποίους βλέπουν να πελαγοδρομούν.
Στην καθημερινή μου εμπειρία συνομιλώ με πολλούς ανθρώπους που παίρνουν την ευθύνη να μετακινηθούν από άκαμπτες, μονόπλευρες οπτικές, ανθρώπους που προσπαθούν να αφαιρέσουν τις παρωπίδες που φορούσαν. Αυτούς που ο δάσκαλός μου αποκαλούσε δημιουργικούς επαναστάτες.

Από κει που έκρυβαν την όποια επαφή τους με επαγγελματίες του χώρου μας, για να μη "στιγματιστούν", σήμερα όλο και περισσότεροι θεωρούν την απόφασή τους να απευθυνθούν σε κάποιον ειδικό υπεύθυνη και επιβεβλημένη κίνηση.
Στην καθημερινή μου πρακτική (στις θεραπευτικές συνεδρίες μας με άτομα, με οικογένειες και ομάδες, στις εκπαιδευτικές και εποπτικές ομάδες), συμμετέχω σε μια μικρογραφία μιας πιο υγιούς κοινωνίας. Μέσα σε ένα κλίμα διαφάνειας, ειλικρίνειας, εμπιστοσύνης και σεβασμού για τις απόψεις και τα συναισθήματα των άλλων, ενισχύεται το αίσθημα της προσωπικής ευθύνης, η διαπραγμάτευση, η αυτογνωσία, η ενσυναίσθηση.
Αυτός είναι ένας από τους λόγους που έχω συχνά ισχυριστεί ότι, στην κλίμακα της πολιτισμικής αλλαγής, οι άνθρωποι σε θεραπεία είναι πιο προχωρημένοι σε σύγκριση με το ευρύ κοινό.

[...]



Πολύ χάρηκα που διάβασα πρόσφατα σε μια κυριακάτικη εφημερίδα τη συνέντευξη του Μπουκάι με τίτλο: Η ψυχοθεραπεία είναι για τους υγιείς. Ο πασίγνωστος θεραπευτής, που έχει διαβαστεί από εκατομμύρια αναγνώστες σε ολόκληρο τον πλανήτη, είναι ένθερμος υποστηρικτής της ανάγκης του σύγχρονου ανθρώπου να ενώσει τα κομμάτια του, να δει ολόκληρη την εικόνα. Να αποκτήσει την εσωτερική συγκρότηση που απαιτεί ο πολύπλοκος και ρευστός κόσμος που φτιάξαμε. Να ελέγξει τα δυσλειτουργικά στοιχεία του εαυτού του. Για να πορευτεί μαζί με τους δικούς του ανθρώπους με μεγαλύτερη ασφάλεια.

Μέσα από τις δικές μου αναδρομές αλλά και των άλλων, έχω πια πειστεί για την προληπτική αξία της ψυχοθεραπείας.
Γιατί αν δεν ξέρεις τον εαυτό σου είναι σαν να περπατάς σε πολυσύχναστο δρόμο με τα μάτια κλειστά. Ρωτήστε κάποιον στον δρόμο: Ποιος είναι ο χειρότερος εχθρός μας;. Θα συμπληρώσει τη φράση λες και μόλις χθες ήταν βυθισμένος στην ανάγνωση των έργων του μεγάλου εκείνου φιλοσόφου.
Αν ο Νίτσε μας προειδοποιεί, ο δικός μας αρχαίος δάσκαλος μας προτρέπει με το γνώθι σ’ αυτόν να γνωρίσουμε τον εαυτό μας, γιατί εν οίδα ότι ουδέν οίδα.

Αν η αξία της αυτογνωσίας είναι μια πανανθρώπινη διαχρονική αλήθεια, πόσο πιο επιτακτική είναι η ανάγκη του σύγχρονου ανθρώπου να γνωρίσει τον εαυτό του, όταν έχει να αντιμετωπίσει έναν κόσμο όπου όλα τα σταθερά σημεία αναφοράς τινάχτηκαν στον αέρα; Έναν κόσμο που μας έχει ρίξει σε έναν ωκεανό από αντιφατικές πληροφορίες;

Πώς να πορευτείς χωρίς χάρτη και πυξίδα μέσα στο αλλόκοτο σημερινό περιβάλλον που αλλάζει χρώματα, σχήματα και ήχους με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς; Και πού να βρεις τον εαυτό σου, αν δεν τον ψάξεις μέσα σου συντροφιά με τους άλλους;

Ψάξε στ’ όνειρό μας,
μήπως και βρούμε πουθενά τον εαυτό μας.
Ίσως το λάθος να μην ήτανε δικό μας.
Ψάξε στ’ όνειρό μας, μήπως έχουμε ξεχάσει
αυτό που ο απέναντι μπορεί να μας περάσει.(
στίχοι Λ.Λαζόπουλου)

[...]



Στη φιλόξενη πόλη όπου βρέθηκα πριν από λίγο καιρό για να μιλήσω σε μια ανοιχτή εκδήλωση, ήρθα σε επαφή με πολλούς ανθρώπους που μίλησαν για τη θεραπεία τους ανοιχτά, χωρίς ενδοιασμούς. Φαινόταν να είναι υπερήφανοι για την απόφαση που πήραν να γνωρίσουν καλύτερα τον εαυτό τους.

— Εκείνο που λέτε ότι Ο καλύτερος τρόπος να βοηθήσεις αυτούς που αγαπάς είναι να βοηθήσεις τον εαυτό σου το βλέπω τώρα έμπρακτα με την ψυχοθεραπεία μου, μου είπε μια μητέρα που είχε απευθυνθεί σε κάποιον συνάδελφο στην πόλη για θέματα που αφορούσαν τον γιο της.

Μια άλλη γυναίκα, που στεκόταν στο πηγαδάκι που είχαμε κάνει στο προαύλιο, συμπλήρωσε:
— Και το άλλο που λέτε, ότι Όσα μάθαμε για να επιβιώσουμε δεν μας βοηθάνε να ζήσουμε… Δεν θα καταλάβαινα τι εννοείτε αν δεν έκανα ψυχοθεραπεία.

— Εμένα μου έκανε εντύπωση κάτι άλλο που έχω ακούσει από σας, ότι ο λιγότερο αποτελεσματικός τρόπος να πάρεις μια απόφαση είναι με τη λογική, είπε ο τριαντάχρονος θεραπευόμενος μιας συναδέλφου.
Για έναν άντρα που έχει μάθει ότι πρέπει είναι λογικός και συγκρατημένος, η θεραπευτική διαδικασία, που του επιτρέπει να εκφράζει ανοιχτά και ελεύθερα τα συναισθήματά του, θα πρέπει να είναι μια πρωτόγνωρη και λυτρωτική εμπειρία, σκέφτηκα.
[...]


Η ψυχοθεραπευτική σχέση ακολουθεί το ρεύμα της εποχής.
Αποκτά την πολυμορφία των σύγχρονων επικοινωνιακών συμβάσεων. Απελευθερώνεται από παραδοσιακές προδιαγραφές και οριοθετήσεις και αποκτά πολυδιάστατο χαρακτήρα.
Καταργούνται τα εμπόδια που έθεταν οι αποστάσεις, η διαφορετικότητα, οι κοινωνικές τάξεις, οι διαφορετικές πολιτισμικές ταυτότητες. Δεν ευδοκιμούν πια οι μονομέρειες, οι αποκλειστικότητες, κατάλοιπα μιας άλλης εποχής που έχουμε αφήσει πίσω μας ανεπιστρεπτί.

— Μας λέει ότι κουνιέται το πάτωμα, είπαν σχεδόν με ένα στόμα οι γονείς της πεντάχρονης Νιόβης.
— Γιατί σας ανησυχεί; Δεν λέει ότι η ίδια έχει κάποιο θέμα αλλά ότι το περιβάλλον της είναι ασταθές.
— Μα είναι φυσιολογικό αυτό;
— Δεν ξέρω αν είναι φυσιολογικό. Πάντως ξέρουμε όλοι ότι ζούμε σε μια χώρα που κλυδωνίζεται από όλων των ειδών τους σεισμούς ανά τους αιώνες. Άλλωστε όλοι ξέρουμε τη φράση: «Έφυγε το έδαφος κάτω από τα πόδια μου».
— Να μην ανησυχούμε, δηλαδή;
— Δεν είπα αυτό. Να δούμε όμως για ποια πράγματα να ανησυχήσετε. Ακούω σαν να κρούει έναν κώδωνα κινδύνου η Νιόβη.

Στην κουβέντα που είχαμε για την οικογενειακή κατάσταση των γονιών της Νιόβης, αποκαλύφθηκε ότι τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν ήταν πολλά. Η μικρή τους κόρη, που ζούσε μέσα σε αυτή την ασταθή και επικίνδυνη κατάσταση, έστελνε ένα απεγνωσμένο SOS για έναν επικείμενο σεισμό.

Αποφασίσαμε ότι το μόνο που μπορούσαν να κάνουν για να μην εξελιχθούν οι φόβοι της σε φοβία ήταν να βοηθήσουν τον εαυτό τους. Στις ομάδες τους ψάχνουν να βρουν τον εαυτό τους και ο ένας τον άλλον. Για τις "φοβίες" της Νιόβης δεν ξανάκουσα.

[...]



Κάποια μέρα, μια δημοσιογράφος γνωστού εντύπου με πήρε στο τηλέφωνο για να μου ζητήσει να μιλήσουμε για την τάση του selfie.
Ακούγονται πολλά γι’ αυτό το καινούριο φαινόμενο, μου είπε: Είναι πια καταχωρημένο και στη Wikipedia.


Στον άυλο κόσμο του διαδικτύου, όπου περνάμε όλο και μεγαλύτερο μέρος της ζωής μας, και που θα μας επηρεάζει όλο και περισσότερο, εμείς επιλέγουμε με ποιον θα έρθουμε σε επαφή, με ποιον θα επικοινωνήσουμε, το πότε και το πώς.
Φαίνεται ότι ο συλλογικός νους αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι μόνο μαζί μπορούμε να ψάξουμε μέσα μας και γύρω μας, να βρούμε από κοινού τι θα κρατήσουμε, τι θα πετάξουμε, τι θα μετασχηματίσουμε, ώστε να ανακαλύψουμε πιο εύκολα τον δρόμο μας μέσα στο πολύπλοκο, ρευστό και αβέβαιο περιβάλλον που εμείς δημιουργήσαμε.
Αυτός που επιβιώνει δεν είναι ο δυνατός αλλά αυτός που συμβιώνει λέει ο Μαρουγιάμα, θεωρητικός των Συστημάτων.

Μέσα στις θεραπευτικές ομάδες –αυτά τα σύγχρονα κρυφά σχολειά– τα μέλη μοιράζονται τα μυστικά τους, τα βάσανα και τις ελπίδες τους.
Κουβαλάνε σε κάθε σημαντική επέτειο γλυκά και άλλα εδέσματα για να γιορτάσουν τις χαρές τους. Αναβιώνουν εικόνες από τα αρχαία μας θέατρα, τα νυχτέρια, τα καφενεία. Μέσα στους κύκλους των ομαδικών και των οικογενειακών συνεδριών αφουγκράζομαι για δεκαετίες τον απόηχο της παραδοσιακής κλειστής κοινότητας. Το καθημερινό αλισβερίσι, τις γιορτές, τις κηδείες, τα μοιρολόγια.

Εκεί βλέπω βιωματικά ότι οι ρίζες της πολιτισμικής μας ταυτότητας παραμένουν ζωντανές. Ότι μας διοχετεύουν δύναμη, ασφάλεια, έμπνευση. Εκεί ζω τη διαδικασία μέσα από την οποία βρίσκουμε τα ≪αρχεία≫ για να κάνουμε το ξεκαθάρισμα. Να αποφασίσουμε τι θα κρατήσουμε για να το πάρουμε μαζί μας στο ταξίδι, τι θα αφήσουμε πίσω.

Ας κρατήσουν οι χοροί
και θα βρούμε αλλιώτικα
στέκια επαρχιώτικα βρε
Ώσπου η σύναξις αυτή
σαν χωριό αυτόνομο να ξεδιπλωθεί. 
(στίχοι Δ. Σαββόπουλου)

Καθώς πολλά μακρόχρονα και σταθερά κοινωνικά συστήματα καταρρέουν, μιλάμε όλο και πιο συχνά για κατασκευές, ανακατασκευές, συν-κατασκευές, για διαλόγους και διαπραγματεύσεις.

Δεκαετίες μοιράζομαι τον αγώνα των ζευγαριών και των οικογενειών που αναζητούν λύσεις και παλεύουν με νύχια και με δόντια να συντονιστούν με τα δεδομένα της εποχής τους.

Ανάμεσα στους πολλούς ανθρώπους που παραπαίουν, που μοιάζουν αποπροσανατολισμένοι και ακινητοποιημένοι χωρίς ίχνος θέλησης να μετακινηθούν, συναντώ και αυτούς που, από κει που δεν το περιμένεις, αποτολμούν το αβέβαιο άλμα. Βρίσκουν τις άκρες.

Αναθεωρούν αυτά που μας κρατάνε δέσμιους σε παλιούς τρόπους σκέψης, έκφρασης συναισθημάτων και μοτίβα συμπεριφορών. Όλα όσα με τα δεδομένα ενός καινούριου κόσμου έχουν αποβεί άχρηστα και επικίνδυνα.


Γι’ αυτούς τους ανθρώπους, γι’ αυτές τις οικογένειες, γι’ αυτές τις κοινωνικές ομάδες ήθελα να γράψω σ’ αυτό το βιβλίο.
Για δράματα, για τραγωδίες που μας μαυρίζουν την ψυχή, για πράγματα που βλέπουμε και τα διαβάζουμε κάθε μέρα. Το ίδιο ισχύει και για μας τους θεραπευτές. Η βιβλιογραφία του κλάδου μας είναι πλημμυρισμένη από παθολογικά ευρήματα, συμπτώματα, υποτροπές.
Ήθελα να μιλήσω γι’ αυτούς που κέρδισαν ανέλπιστες μάχες, που μας εξέπληξαν με την αποφασιστικότητα, το σθένος τους.

Να αφηγηθώ τις στιγμές που η πίστη, η σύμπνοια, η αφοσίωση, το χρέος προς τους δικούς ατσαλώνει τις συνειδήσεις. Και που πολλές φορές εκφράζονται με ανατρεπτικές επιλογές και συμπεριφορές.

Ήθελα να μοιραστώ με τους αναγνώστες μου τις καθημερινές μου εμπειρίες και τις ιστορίες αυτών που έκαναν το ≪θαύμα≫ την τελευταία στιγμή. Όταν οι ακαμψίες μας μεταμορφώνονται σε ευλυγισία. Όταν ελευθερώνονται δυνάμεις που μας σπρώχνουν μπροστά.

*


Γύρω από το τζάκι του σπιτιού μου στην Πεντέλη συζητούσαμε για την επέτειο των τριάντα χρόνων από την ίδρυση του Εργαστηρίου:
— Στις εκδηλώσεις που προγραμματίζουμε, θα ανοίξουμε τα σεντούκια μας για να μοιραστούμε τον πλούτο που μαζέψαμε και μοιραστήκαμε με πολλές οικογένειες και κοινωνικές ομάδες.
Χρειαζόμαστε όμως μια λέξη, μια φράση που να συμπυκνώνει και να μεταφέρει το μήνυμα συνοπτικά.
"Από το εγώ στο εμείς", πώς σας φαίνεται;


Αποσπάσματα της 


Χάρις Κατάκη,  από το "Ημερολόγιο ενός θεραπευτή"

από εδώ


 Και μια πολύ ωραία συνέντευξη της στην Κρυσταλία Πατούλη
με "τίτλο"  : Η πορεία προς το συν είναι μονόδρομος 


Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

''αυτό που άλλαξε τον κόσμο δεν ήταν η ουτοπία, ήταν η αναγκαιότητα''



Οφείλω να σας πω μια κακή είδηση: εγώ δεν είμαι ουτοπιστής. Και μια χειρότερη είδηση: Θεωρώ την έννοια της ουτοπίας ανώφελη και αρνητική, όπως είναι και η ιδέα ότι μετά τον θάνατό μας πηγαίνουμε στον παράδεισο. Θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια ότι υπάρχει ένα ζήτημα που είναι οργανικά συνδεδεμένο με την ουτοπία ή με την ουτοπική σκέψη ή με τη διακαή επιθυμία της ανθρώπινης ύπαρξης να βελτιώνει τη ζωή της όχι μόνον υλικά αλλά και πνευματικά και ηθικά: η αναζωογόνηση, η εκ νέου επινόηση της δημοκρατίας. Πριν μιλήσουμε για τον Δον Κιχώτη, πρέπει να πούμε ότι για τα 5 δισεκατομμύρια πρόσωπα που ζουν μέσα στην αθλιότητα η λέξη ουτοπία δεν σημαίνει απολύτως τίποτα (...).

Στην πραγματικότητα, ο Δον Κιχώτης δεν είναι ουτοπιστής. Στο βάθος είναι ένας πραγματιστής με την καλύτερη έννοια της λέξης, γιατί αυτή η λέξη μπορεί να έχει και ένα καλό νόημα. Σίγουρα οι λέξεις είναι κακότυχες. Τις κάνουμε ό,τι θέλουμε. Οταν λέω ότι δεν είμαι ουτοπιστής, οφείλω να πω με κάθε ειλικρίνεια ότι δεν μου αρέσει ο λόγος περί ουτοπίας, επειδή είναι ένας λόγος περί αυτού που δεν υπάρχει.

Ουτοπία, όπως όλοι γνωρίζουμε, είναι ένας ου-τόπος. Δεν γνωρίζουμε ποιος είναι ο δρόμος για να φτάσουμε μέχρι εκεί, ούτε το πότε θα φτάσουμε, ούτε το αν θα φτάσουμε, αλλά το χειρότερο είναι η τρομερή παρεξήγηση στην οποία πέφτουν όλοι όσοι μιλούν για ουτοπία. Στο βάθος ουτοπία πρακτικά σημαίνει ότι εγώ, ως μέλος ενός συνόλου, χρειάζομαι ορισμένα πράγματα, αλλά έχω επίγνωση του ότι δεν μπορώ να τα έχω τώρα -επειδή οι εχθροί είναι πιο ισχυροί, επειδή μου λείπουν τα μέσα, επειδή οι καρποί δεν είναι ώριμοι- και επομένως λέω: καλά, αφού δεν μπορώ να τα έχω τώρα, θα τα αποκτήσω κάποτε. (...)

Η μεγάλη παρεξήγηση στην οποία πέφτουμε όλοι είναι ότι τοποθετώντας στο μέλλον εκείνο που χρειαζόμαστε σήμερα -αλλά που σήμερα δεν μπορούμε να το έχουμε επειδή μας λείπουν τα μέσα- ξεχνάμε κάτι πολύ απλό: αν αυτό που εμείς επιθυμούμε τώρα μπορούσε να υλοποιηθεί το 2043 ή σε 100-150 χρόνια, αν αυτό που για μας τώρα θα ήταν θαυμάσιο, η υλοποιημένη ουτοπία που θα μπορούσαν να έχουν σε 100-150 χρόνια οι απόγονοί μας, ποιος μας εγγυάται ότι θα τους ενδιαφέρει αυτό για το οποίο ενδιαφερόμαστε εμείς σήμερα;

Εγώ νομίζω, πιο απλά, λιγότερο ρητορικά και, αν μου το επιτρέπετε, λιγότερο δημαγωγικά, ότι ο μοναδικός τόπος στον οποίο πραγματικά η εργασία μας μπορεί να έχει αποτέλεσμα και αυτό το αποτέλεσμα μπορεί να αναγνωριστεί, να συζητηθεί και να αμφισβητηθεί από μας, είναι η αυριανή μέρα. Το αύριο είναι η ουτοπία μας. Και με την εργασία που κάνουμε σήμερα, με τις μικρές μας ζωές και με τις σχετικές ελπίδες μας ότι αύριο θα είμαστε όλοι ζωντανοί, θα οικοδομηθεί το αύριο. Ας μη σκεφτόμαστε την ουτοπία.

Οταν ο Μπόρχες γράφει το «Πιέρ Μενάρ, συγγραφέας του Δον Κιχώτη», μιλάει για έναν άνθρωπο ο οποίος αφοσιώνεται στο καθήκον να γράψει τον Δον Κιχώτη παρά το γεγονός ότι αυτός έχει ήδη γραφτεί. Και τον γράφει με τα ίδια ακριβώς λόγια που χρησιμοποίησε ο Θερβάντες. Ενα καθήκον τόσο γιγάντιο, που παραμένει ατελές. Αλλά ο Μπόρχες εστιάζει στο γεγονός ότι ο Πιέρ Μενάρ έγραψε ένα διαφορετικό βιβλίο. Γιατί η λέξη δικαιοσύνη, για παράδειγμα, δεν σήμαινε για τον Θερβάντες, στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα, αυτό που σημαίνει για μας σήμερα.

Αν υπάρχει κάτι που χρειάζεται σήμερα η αριστερά περισσότερο από κάθε τι άλλο είναι μια ακριβής αναθεώρηση των εννοιών. Οπως έλεγα πριν, οι λέξεις είναι κακότυχες, υπάρχουν για να τις χρησιμοποιούμε όπως μας αρέσει και το χειρότερο είναι ότι μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για να πει πράγματα όχι μόνον διαφορετικά αλλά, πολύ συχνά, απολύτως αντίθετα. Γι' αυτό λέω ότι η πρώτη έννοια που η αριστερά πρέπει να ξαναδεί είναι η έννοια της αριστεράς. Τι είναι σήμερα η αριστερά και πού βρίσκεται; Βρίσκεται εδώ; Σαφώς βρίσκεται εδώ. Αλλά στην πολιτική σφαίρα πολλοί άνθρωποι μιλούν για την αριστερά σαν να επικαλούνται μάταια το όνομα του Θεού. Είχα πει ότι προτείνω να αφαιρεθεί η λέξη ουτοπία από το λεξικό. Οχι, ας την αφήσουν εκεί, αλλά ας την αφήσουν ήσυχη.

Υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα που πρέπει επειγόντως να επανεξεταστεί: εκείνο της δημοκρατίας. Η δημοκρατία είναι σήμερα μια δημοκρατία περιορισμένη, εξαρτημένη, ακρωτηριασμένη, επειδή η εξουσία των πολιτών, η εξουσία καθενός από μας, περιορίζεται στην πολιτική σκηνή στο να διώχνουμε μια κυβέρνηση που δεν μας αρέσει και να την αντικαθιστούμε με μιαν άλλη που ίσως να μας αρέσει. Οι μεγάλες αποφάσεις όμως παίρνονται σε μιαν άλλη σφαίρα και όλοι γνωρίζουμε ποια είναι αυτή: οι μεγάλες διεθνείς οικονομικές οργανώσεις, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, η Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου. Κανένας από αυτούς τους οργανισμούς δεν είναι δημοκρατικός. Πώς μπορούμε να συνεχίζουμε να μιλάμε για δημοκρατία, όταν αυτοί που πραγματικά κυβερνούν τον κόσμο δεν έχουν εκλεγεί δημοκρατικά από τον λαό; (...)


Μικρά αποσπάσματα από τον Ζοζέ Σαραμάγκου
(1922-2010) 

Ένας ανήσυχος άνθρωπος, ένας μαρξιστής, αλλά και ένας ανένταχτος πολίτης του κόσμου που δεν έχανε τον καιρό του για να μετρήσει τα λόγια του. Χωρίς τυπική ακαδημαϊκή μόρφωση, ουσιαστικά αυτοδίδακτος, πολεμικός και βαθύτατα άθεος. Στα 85 του χρόνια ξεκίνησε ένα οργισμένο μπλογκ όπου έγραφε «όχι μόνο για τον κόσμο που μισεί αλλά και για τον κόσμο που αγαπάει». Σύντομα πρόκειται να κυκλοφορήσει το τελευταίο μυθιστόρημά του «Κάιν» (μετ. Αθηνά Ψυλλιά), το οποίο τον έβαλε για άλλη μια φορά στο «στόχαστρο» της Εκκλησίας, αφού αφηγείται με ειρωνεία τη γνωστή βιβλική ιστορία. Ο ίδιος είχε πει πάντως πως «τα ιερατεία μετά βίας μπορεί να αντέχονται, ο θεός όχι». Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από την ομιλία που εκφώνησε ο πορτογάλος νομπελίστας συγγραφέας στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, που έγινε στο Πόρτο Αλέγκρε τον Ιανουάριο του 2005 και δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 27/5/2007.




 Ο Δον Κιχώτης σήμερα, ουτοπία και πολιτική. Μια μονομαχία διανοουμένων, ανάμεσα στον Χοσέ Σαραμάγκο και τον Εντουάρντο Γκαλεάνο.  
" Δεν μπορούμε να περιορισθούμε στο να κοιτάζουμε την πραγματικότητα"   θα υποστηρίξει ο ένας, για πάρει αμέσως την απάντηση: "Αυτό, όμως, που άλλαξε τον κόσμο ήταν η αναγκαιότητα".

Μια μονομαχία μεταξύ Σαραμάγκο και Γκαλεάνο στο Πόρτο Αλέγρε

"Προσοχή παρακαλώ, προσοχή παρακαλώ, ετοιμάζομαι να ξεστομίσω μια ιστορική φράση: αυτό που άλλαξε τον κόσμο δεν ήταν η ουτοπία, ήταν η αναγκαιότητα".
Ο Χοσέ Σαραμάγκο στο βήμα σχεδόν δεν καταφέρνει να προφέρει τις τελευταίες λέξεις, μέσα σε μια θύελλα χειροκροτημάτων, σ' ένα θέατρο κατάμεστο από κόσμο που τον λατρεύει.
Ο γηραιός κομμουνιστής του Ριμπατέχο και ο ιππότης της ελεεινής μορφής από τη Μάντσα δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο διαφορετικοί μεταξύ τους: ο πρώτος γερά δεμένος με την καταγγελία των διάφορων παραλλαγών μιας σύγχρονης Αποκάλυψης, ο δεύτερος, εδώ και τετρακόσια χρόνια, να προσπαθεί με τα μάτια και την καρδιά του να μη δει την πραγματικότητα όπως είναι.

"Ο δον Κιχώτης σήμερα: ουτοπία και πολιτική" λέει το πανό μπροστά στη σκηνή του θεάτρου Αραούχο Βιάνα. Ο Σαραμάγκο εισορμά ίσως την πιο σημαντική στιγμή του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ και πάνω στη σκηνή τον χειροκροτεί και ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, που αντίθετα απ΄ αυτόν την ουτοπία την καλομεταχειρίζεται σαν μια άπιαστη γραμμή στο βάθος του ορίζοντα, που μετατοπίζεται μαζί μ' όποιον προσπαθεί να τη φθάσει, αλλά ακριβώς γι' αυτό χρειάζεται, για να μας κάνει να προχωράμε.
Στο Πόρτο Αλέγρε έρχονται εκείνοι που κάποια μέρα πριν από πέντε χρόνια επινόησαν τη φράση "ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός". Τώρα λένε ότι είναι δυνατόν να ξεκινήσουμε αύριο.
Ντουέτο για την ουτοπία, του Χοσέ Σαραμάγκο και του Εντουάρντο Γκαλεάνο.

Από τα ελληνικά ου τόπος, κανένας τόπος, με την έννοια ότι μπορεί να υπάρχει οποιοσδήποτε τόπος, η ουτοπία ρέει στις φλέβες της κοινωνίας που γνωρίζουμε. Άρχισε ο Πλάτωνας, με τη Δημοκρατία σαν πρώτο σχέδιο ιδανικής κοινωνίας με τέλεια οργάνωση, ο Τόμμας Μουρ, στη συνέχεια, εφεύρε τη λέξη και βάφτισε έτσι το νησί του έναν αιώνα πριν από τον Θερβάντες κι έχασε γι' αυτήν το κεφάλι του (στην κυριολεξία, γιατί ένας βασιλιάς του το έκοψε), έπειτα ήρθε ο Καμπανέλλα και η πόλη του ήλιου, οι ουτοπιστές σοσιαλιστές , στην ανοργανωσιά των οποίων απάντησε ένας φιλόσοφος από το Τριρ που αποκαλούσε τον εαυτό του επιστήμονα σοσιαλιστή… Είναι η "δική μας" λέξη, εν ολίγοις. Μας αρκεί όμως;

Η περιπλάνηση ξαναρχίζει

"Ο Δον Κιχώτης είναι ένα αθάνατο μυθιστόρημα που γεννήθηκε σε μια φυλακή της Σεβίλλης, όπου ο Θερβάντες ήταν κλεισμένος για χρέη, όπως εξ' άλλου είναι φυλακισμένες για χρέη σχεδόν όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής".
Χειροκροτείται ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, που αγαπάει πολύ το δονκιχωτισμό, τον εξάδελφο της ουτοπίας γιατί πρόκειται "για την ηρωική διάσταση του αντιήρωα, όπως μας λέει μέχρι και το λεξικό της Βασιλικής Ακαδημίας της Ισπανίας: αυτού που προτάσσει τα ιδανικά του και τις πεποιθήσεις του και που εργάζεται ανιδιοτελώς για τις δίκαιες υποθέσεις, χωρίς να πετυχαίνει τίποτα. Οι τελευταίες λέξεις, βέβαια, δεν με πείθουν και πολύ: κάποιες φορές οι Δον Κιχώτες νικούν, ίσως μόνο ηθικά".
Θυμάται, για παράδειγμα, το γράμμα του Τσε Γκεβάρα στους γονείς του, τη χρονιά που δεν πήγε πουθενά, δηλαδή εξαφανίστηκε για να κάνει την επανάσταση στο Κονγκό:
"Νιώθω κάτω από τις φτέρνες μου τα πλευρά του Ροσινάντη, ξαναρχίζω την περιπλάνηση".

Ο συγγραφέας από την Ουρουγουάη διηγείται: "Για όποιον είναι ικανός να δει πέρα από την ατιμία, υπάρχει ένας άλλος κόσμος μέσα στην κοιλιά αυτού εδώ. Στη Βενεζουέλα γνώρισα ένα ζωγράφο, τον Βάργκας, που ήταν σχεδόν αναλφάβητος και έγραφε με το ζόρι το όνομά του με το σίγμα ανάποδα. Ζωγράφιζε, λοιπόν, με τέτοιον τρόπο που ταπείνωνε το ουράνιο τόξο και οι έμποροι τέχνης πήγαιναν στο χωριουδάκι του και αγόραζαν για πέντε δεκάρες πίνακες που μεταπουλούσαν πολύ ακριβά και επαινούσαν τον απίστευτο πλούτο των εικόνων του και των χρωμάτων του. Μα το χωριουδάκι ήταν ένας είδος βασιλείου του πετρελαίου, όπου δεν φύτρωνε ούτε πράσινο φύλλο, μέχρι και το ουράνιο τόξο έβγαινε ασπρόμαυρο και τα πουλιά πετούσαν ανάποδα. Ωραία, λοιπόν, για μένα ο Βάργκας ήταν ρεαλιστής".
Η ουτοπία είναι μια πραγματικότητα, μόνο αν τη δεις με τα μάτια του τρελού Δον Κιχώτη: όπως, δηλαδή, θα έπρεπε να είναι.
"Έχω μια άσχημη είδηση για σας: δεν είμαι ουτοπιστής".
Ο Σαραμάγκο, επαναλαμβάνοντας το αυτή τη φορά προκαλεί το γέλιο, αλλά τίποτα δεν είναι για γέλια. "Θεωρώ την ουτοπία μια άχρηστη έννοια, κάτι σαν να λέμε ότι θα πεθάνουμε όλοι και θα πάμε στον παράδεισο. Προτείνω να αφαιρέσουμε τη λέξη ουτοπία από το λεξικό, ή να μείνει εκεί, αλλά φρόνιμη και χωρίς να ενοχλεί. Για τα δισεκατομμύρια ανθρώπων που ζουν μέσα στη φτώχια αυτή η λέξη δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Στο τέλος ο Δον Κιχώτης ξαναγίνεται αυτός που ήταν, ξαναγυρίζει στην ανθρώπινη διάσταση όπου όλοι πρέπει να ζήσουμε και να δουλέψουμε".

Ο Σαραμάγκο συνεχίζει: "
Ποια η τρομερή παρανόηση, στην οποία υποπίπτουμε όλοι: ουτοπία είναι να νομίζουμε ότι έχουμε ανάγκη κάποια πράγματα κι ότι θα μπορέσουμε να τα αποκτήσουμε, μια μέρα. Η παρανόηση είναι ότι φανταζόμαστε πως αυτό που σήμερα επιθυμούμε θα μείνει επιθυμητό μέχρι μια μέρα που τοποθετούμε στο μέλλον, ας πούμε το έτος 2043 ή σε ενάμιση αιώνα, που θα έχουμε πεθάνει όλοι. Αυτό που για μας θα ήταν υπέροχο σήμερα, για τους απογόνους μας δεν θα είναι. Δεν γίνεται να αγνοήσουμε αυτή την απλή αντίθεση. Για μένα, ο μοναδικός πιθανός τόπος/ χρόνος είναι η αυριανή μέρα".


Πέντε σημεία που επείγουν!

Έτσι το αύριο γίνεται το σύνθημα. Είναι δουλειά του Ιγνάθιο Ραμονέ να προβάλλει την αυριανή διακήρυξη, αυτό που οι διανοούμενοι αυτής της υλοποιημένης παραφροσύνης που ονομάζεται Κοινωνικό Φόρουμ, οικοδομούν για να μη μετατραπεί αυτός ο ξαναχτισμένος, αλλά με καλύτερο τρόπο, πύργος της Βαβέλ, σε "Παγκόσμια Κοινωνική Έκθεση". Πρόκειται για πέντε σημεία, λίγα, αλλά που πρέπει να υλοποιηθούν επειγόντως:
-παγκόσμιος φόρος αλληλεγγύης ενάντια στην πείνα και στη φτώχια
-κατάργηση των φορολογικών παραδείσων,
-διαγραφή του εξωτερικού χρέους των φτωχών χωρών,
-πόσιμο νερό αμέσως για όλους,
-φόρος αλληλεγγύης στα ιδιωτικά υπερ- πλούτη.

Είναι η προσπάθεια να αναγκάσουμε τη "δεύτερη παγκόσμια υπερδύναμη" να κάνει αυτό που κινδυνεύει να μην μπορεί να κάνει πια, συντριμμένη κάτω από το βάρος των ίδιων της των συζητήσεων: να στρωθεί στη δουλειά.

"Είναι χρήσιμη η ουτοπία μικρού βεληνεκούς, συνεχίζει ο Σαραμάγκο, αλλά τότε δεν ονομάζεται πια ουτοπία, ονομάζεται δουλειά, πρόοδος, κατάκτηση. Είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουμε το όνομα ουτοπία για να συνεχίσουμε να ελπίζουμε αλλά το μόνο σίγουρο, το επαναλαμβάνω, είναι η αυριανή μέρα. Οι πέντε προτάσεις που ανάφερε ο Ραμονέ είναι πράγματα που πρέπει να γίνουν τώρα, αμέσως, αυτή τη στιγμή κι ας μη μιλάμε πια για ουτοπίες".



Είναι σειρά του Γκαλεάνο, τώρα, να αναφέρει τα λόγια του Τζορτζ Μπέρναρντ Σόου: "Υπάρχουν αυτοί που παρατηρούν την πραγματικότητα και αναρωτιούνται γιατί, και υπάρχουν, επίσης, αυτοί που την φαντάζονται όπως δεν ήταν ποτέ και αναρωτιούνται, γιατί όχι".
Ο Δον Κιχώτης από τη Μάντσα εξακολουθεί να γυρίζει με το άλογό του, κάπου ανάμεσα στο κάθισμα του μεγάλου συγγραφέα από την Πορτογαλία και του μεγάλου συγγραφέα από την Ουρουγουάη, κάτω από μια μεγάλη πλαστική τέντα και με σαράντα βαθμούς θερμοκρασία, σ΄ ένα χώρο "γεμάτο με αρσενικούς και θηλυκούς Δον Κιχώτες", σχολιάζει ο Ραμονέ. Ο απεσταλμένος της κυβέρνησης του Λούλα, Λουίς Ντούλτσι, προλαβαίνει να μιλήσει για τη δική του εφικτή ουτοπία, δηλαδή μια σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση, και αρπάζει μερικά σφυρίγματα. Κι έπειτα ο "θόλος διανόησης" του κοινωνικού φόρουμ ανοίγει για τις ερωτήσεις του κοινού, όπως συμβαίνει σε κάθε πύργο της Βαβέλ αντάξιο του ονόματός του.
Η διακήρυξη έγινε.
Ίσως κάποιος να την πραγματοποιήσει.



O Ρομπέρτο Τζανίνι είναι απεσταλμένος της εφημερίδας "Μανιφέστο" στο Πόρτο Αλέγρε
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς

πηγή  και πηγή