Τρίτη 2 Δεκεμβρίου 2014

''αυτό που άλλαξε τον κόσμο δεν ήταν η ουτοπία, ήταν η αναγκαιότητα''



Οφείλω να σας πω μια κακή είδηση: εγώ δεν είμαι ουτοπιστής. Και μια χειρότερη είδηση: Θεωρώ την έννοια της ουτοπίας ανώφελη και αρνητική, όπως είναι και η ιδέα ότι μετά τον θάνατό μας πηγαίνουμε στον παράδεισο. Θα προσπαθήσω να δείξω στη συνέχεια ότι υπάρχει ένα ζήτημα που είναι οργανικά συνδεδεμένο με την ουτοπία ή με την ουτοπική σκέψη ή με τη διακαή επιθυμία της ανθρώπινης ύπαρξης να βελτιώνει τη ζωή της όχι μόνον υλικά αλλά και πνευματικά και ηθικά: η αναζωογόνηση, η εκ νέου επινόηση της δημοκρατίας. Πριν μιλήσουμε για τον Δον Κιχώτη, πρέπει να πούμε ότι για τα 5 δισεκατομμύρια πρόσωπα που ζουν μέσα στην αθλιότητα η λέξη ουτοπία δεν σημαίνει απολύτως τίποτα (...).

Στην πραγματικότητα, ο Δον Κιχώτης δεν είναι ουτοπιστής. Στο βάθος είναι ένας πραγματιστής με την καλύτερη έννοια της λέξης, γιατί αυτή η λέξη μπορεί να έχει και ένα καλό νόημα. Σίγουρα οι λέξεις είναι κακότυχες. Τις κάνουμε ό,τι θέλουμε. Οταν λέω ότι δεν είμαι ουτοπιστής, οφείλω να πω με κάθε ειλικρίνεια ότι δεν μου αρέσει ο λόγος περί ουτοπίας, επειδή είναι ένας λόγος περί αυτού που δεν υπάρχει.

Ουτοπία, όπως όλοι γνωρίζουμε, είναι ένας ου-τόπος. Δεν γνωρίζουμε ποιος είναι ο δρόμος για να φτάσουμε μέχρι εκεί, ούτε το πότε θα φτάσουμε, ούτε το αν θα φτάσουμε, αλλά το χειρότερο είναι η τρομερή παρεξήγηση στην οποία πέφτουν όλοι όσοι μιλούν για ουτοπία. Στο βάθος ουτοπία πρακτικά σημαίνει ότι εγώ, ως μέλος ενός συνόλου, χρειάζομαι ορισμένα πράγματα, αλλά έχω επίγνωση του ότι δεν μπορώ να τα έχω τώρα -επειδή οι εχθροί είναι πιο ισχυροί, επειδή μου λείπουν τα μέσα, επειδή οι καρποί δεν είναι ώριμοι- και επομένως λέω: καλά, αφού δεν μπορώ να τα έχω τώρα, θα τα αποκτήσω κάποτε. (...)

Η μεγάλη παρεξήγηση στην οποία πέφτουμε όλοι είναι ότι τοποθετώντας στο μέλλον εκείνο που χρειαζόμαστε σήμερα -αλλά που σήμερα δεν μπορούμε να το έχουμε επειδή μας λείπουν τα μέσα- ξεχνάμε κάτι πολύ απλό: αν αυτό που εμείς επιθυμούμε τώρα μπορούσε να υλοποιηθεί το 2043 ή σε 100-150 χρόνια, αν αυτό που για μας τώρα θα ήταν θαυμάσιο, η υλοποιημένη ουτοπία που θα μπορούσαν να έχουν σε 100-150 χρόνια οι απόγονοί μας, ποιος μας εγγυάται ότι θα τους ενδιαφέρει αυτό για το οποίο ενδιαφερόμαστε εμείς σήμερα;

Εγώ νομίζω, πιο απλά, λιγότερο ρητορικά και, αν μου το επιτρέπετε, λιγότερο δημαγωγικά, ότι ο μοναδικός τόπος στον οποίο πραγματικά η εργασία μας μπορεί να έχει αποτέλεσμα και αυτό το αποτέλεσμα μπορεί να αναγνωριστεί, να συζητηθεί και να αμφισβητηθεί από μας, είναι η αυριανή μέρα. Το αύριο είναι η ουτοπία μας. Και με την εργασία που κάνουμε σήμερα, με τις μικρές μας ζωές και με τις σχετικές ελπίδες μας ότι αύριο θα είμαστε όλοι ζωντανοί, θα οικοδομηθεί το αύριο. Ας μη σκεφτόμαστε την ουτοπία.

Οταν ο Μπόρχες γράφει το «Πιέρ Μενάρ, συγγραφέας του Δον Κιχώτη», μιλάει για έναν άνθρωπο ο οποίος αφοσιώνεται στο καθήκον να γράψει τον Δον Κιχώτη παρά το γεγονός ότι αυτός έχει ήδη γραφτεί. Και τον γράφει με τα ίδια ακριβώς λόγια που χρησιμοποίησε ο Θερβάντες. Ενα καθήκον τόσο γιγάντιο, που παραμένει ατελές. Αλλά ο Μπόρχες εστιάζει στο γεγονός ότι ο Πιέρ Μενάρ έγραψε ένα διαφορετικό βιβλίο. Γιατί η λέξη δικαιοσύνη, για παράδειγμα, δεν σήμαινε για τον Θερβάντες, στα τέλη του 16ου και στις αρχές του 17ου αιώνα, αυτό που σημαίνει για μας σήμερα.

Αν υπάρχει κάτι που χρειάζεται σήμερα η αριστερά περισσότερο από κάθε τι άλλο είναι μια ακριβής αναθεώρηση των εννοιών. Οπως έλεγα πριν, οι λέξεις είναι κακότυχες, υπάρχουν για να τις χρησιμοποιούμε όπως μας αρέσει και το χειρότερο είναι ότι μπορεί κανείς να χρησιμοποιεί την ίδια λέξη για να πει πράγματα όχι μόνον διαφορετικά αλλά, πολύ συχνά, απολύτως αντίθετα. Γι' αυτό λέω ότι η πρώτη έννοια που η αριστερά πρέπει να ξαναδεί είναι η έννοια της αριστεράς. Τι είναι σήμερα η αριστερά και πού βρίσκεται; Βρίσκεται εδώ; Σαφώς βρίσκεται εδώ. Αλλά στην πολιτική σφαίρα πολλοί άνθρωποι μιλούν για την αριστερά σαν να επικαλούνται μάταια το όνομα του Θεού. Είχα πει ότι προτείνω να αφαιρεθεί η λέξη ουτοπία από το λεξικό. Οχι, ας την αφήσουν εκεί, αλλά ας την αφήσουν ήσυχη.

Υπάρχει και ένα άλλο ζήτημα που πρέπει επειγόντως να επανεξεταστεί: εκείνο της δημοκρατίας. Η δημοκρατία είναι σήμερα μια δημοκρατία περιορισμένη, εξαρτημένη, ακρωτηριασμένη, επειδή η εξουσία των πολιτών, η εξουσία καθενός από μας, περιορίζεται στην πολιτική σκηνή στο να διώχνουμε μια κυβέρνηση που δεν μας αρέσει και να την αντικαθιστούμε με μιαν άλλη που ίσως να μας αρέσει. Οι μεγάλες αποφάσεις όμως παίρνονται σε μιαν άλλη σφαίρα και όλοι γνωρίζουμε ποια είναι αυτή: οι μεγάλες διεθνείς οικονομικές οργανώσεις, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, η Παγκόσμια Τράπεζα, η Παγκόσμια Οργάνωση Εμπορίου. Κανένας από αυτούς τους οργανισμούς δεν είναι δημοκρατικός. Πώς μπορούμε να συνεχίζουμε να μιλάμε για δημοκρατία, όταν αυτοί που πραγματικά κυβερνούν τον κόσμο δεν έχουν εκλεγεί δημοκρατικά από τον λαό; (...)


Μικρά αποσπάσματα από τον Ζοζέ Σαραμάγκου
(1922-2010) 

Ένας ανήσυχος άνθρωπος, ένας μαρξιστής, αλλά και ένας ανένταχτος πολίτης του κόσμου που δεν έχανε τον καιρό του για να μετρήσει τα λόγια του. Χωρίς τυπική ακαδημαϊκή μόρφωση, ουσιαστικά αυτοδίδακτος, πολεμικός και βαθύτατα άθεος. Στα 85 του χρόνια ξεκίνησε ένα οργισμένο μπλογκ όπου έγραφε «όχι μόνο για τον κόσμο που μισεί αλλά και για τον κόσμο που αγαπάει». Σύντομα πρόκειται να κυκλοφορήσει το τελευταίο μυθιστόρημά του «Κάιν» (μετ. Αθηνά Ψυλλιά), το οποίο τον έβαλε για άλλη μια φορά στο «στόχαστρο» της Εκκλησίας, αφού αφηγείται με ειρωνεία τη γνωστή βιβλική ιστορία. Ο ίδιος είχε πει πάντως πως «τα ιερατεία μετά βίας μπορεί να αντέχονται, ο θεός όχι». Το κείμενο που ακολουθεί είναι ένα απόσπασμα από την ομιλία που εκφώνησε ο πορτογάλος νομπελίστας συγγραφέας στο Παγκόσμιο Κοινωνικό Φόρουμ, που έγινε στο Πόρτο Αλέγκρε τον Ιανουάριο του 2005 και δημοσιεύτηκε στην Ελευθεροτυπία στις 27/5/2007.




 Ο Δον Κιχώτης σήμερα, ουτοπία και πολιτική. Μια μονομαχία διανοουμένων, ανάμεσα στον Χοσέ Σαραμάγκο και τον Εντουάρντο Γκαλεάνο.  
" Δεν μπορούμε να περιορισθούμε στο να κοιτάζουμε την πραγματικότητα"   θα υποστηρίξει ο ένας, για πάρει αμέσως την απάντηση: "Αυτό, όμως, που άλλαξε τον κόσμο ήταν η αναγκαιότητα".

Μια μονομαχία μεταξύ Σαραμάγκο και Γκαλεάνο στο Πόρτο Αλέγρε

"Προσοχή παρακαλώ, προσοχή παρακαλώ, ετοιμάζομαι να ξεστομίσω μια ιστορική φράση: αυτό που άλλαξε τον κόσμο δεν ήταν η ουτοπία, ήταν η αναγκαιότητα".
Ο Χοσέ Σαραμάγκο στο βήμα σχεδόν δεν καταφέρνει να προφέρει τις τελευταίες λέξεις, μέσα σε μια θύελλα χειροκροτημάτων, σ' ένα θέατρο κατάμεστο από κόσμο που τον λατρεύει.
Ο γηραιός κομμουνιστής του Ριμπατέχο και ο ιππότης της ελεεινής μορφής από τη Μάντσα δεν θα μπορούσαν να είναι περισσότερο διαφορετικοί μεταξύ τους: ο πρώτος γερά δεμένος με την καταγγελία των διάφορων παραλλαγών μιας σύγχρονης Αποκάλυψης, ο δεύτερος, εδώ και τετρακόσια χρόνια, να προσπαθεί με τα μάτια και την καρδιά του να μη δει την πραγματικότητα όπως είναι.

"Ο δον Κιχώτης σήμερα: ουτοπία και πολιτική" λέει το πανό μπροστά στη σκηνή του θεάτρου Αραούχο Βιάνα. Ο Σαραμάγκο εισορμά ίσως την πιο σημαντική στιγμή του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ και πάνω στη σκηνή τον χειροκροτεί και ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, που αντίθετα απ΄ αυτόν την ουτοπία την καλομεταχειρίζεται σαν μια άπιαστη γραμμή στο βάθος του ορίζοντα, που μετατοπίζεται μαζί μ' όποιον προσπαθεί να τη φθάσει, αλλά ακριβώς γι' αυτό χρειάζεται, για να μας κάνει να προχωράμε.
Στο Πόρτο Αλέγρε έρχονται εκείνοι που κάποια μέρα πριν από πέντε χρόνια επινόησαν τη φράση "ένας άλλος κόσμος είναι εφικτός". Τώρα λένε ότι είναι δυνατόν να ξεκινήσουμε αύριο.
Ντουέτο για την ουτοπία, του Χοσέ Σαραμάγκο και του Εντουάρντο Γκαλεάνο.

Από τα ελληνικά ου τόπος, κανένας τόπος, με την έννοια ότι μπορεί να υπάρχει οποιοσδήποτε τόπος, η ουτοπία ρέει στις φλέβες της κοινωνίας που γνωρίζουμε. Άρχισε ο Πλάτωνας, με τη Δημοκρατία σαν πρώτο σχέδιο ιδανικής κοινωνίας με τέλεια οργάνωση, ο Τόμμας Μουρ, στη συνέχεια, εφεύρε τη λέξη και βάφτισε έτσι το νησί του έναν αιώνα πριν από τον Θερβάντες κι έχασε γι' αυτήν το κεφάλι του (στην κυριολεξία, γιατί ένας βασιλιάς του το έκοψε), έπειτα ήρθε ο Καμπανέλλα και η πόλη του ήλιου, οι ουτοπιστές σοσιαλιστές , στην ανοργανωσιά των οποίων απάντησε ένας φιλόσοφος από το Τριρ που αποκαλούσε τον εαυτό του επιστήμονα σοσιαλιστή… Είναι η "δική μας" λέξη, εν ολίγοις. Μας αρκεί όμως;

Η περιπλάνηση ξαναρχίζει

"Ο Δον Κιχώτης είναι ένα αθάνατο μυθιστόρημα που γεννήθηκε σε μια φυλακή της Σεβίλλης, όπου ο Θερβάντες ήταν κλεισμένος για χρέη, όπως εξ' άλλου είναι φυλακισμένες για χρέη σχεδόν όλες οι χώρες της Λατινικής Αμερικής".
Χειροκροτείται ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, που αγαπάει πολύ το δονκιχωτισμό, τον εξάδελφο της ουτοπίας γιατί πρόκειται "για την ηρωική διάσταση του αντιήρωα, όπως μας λέει μέχρι και το λεξικό της Βασιλικής Ακαδημίας της Ισπανίας: αυτού που προτάσσει τα ιδανικά του και τις πεποιθήσεις του και που εργάζεται ανιδιοτελώς για τις δίκαιες υποθέσεις, χωρίς να πετυχαίνει τίποτα. Οι τελευταίες λέξεις, βέβαια, δεν με πείθουν και πολύ: κάποιες φορές οι Δον Κιχώτες νικούν, ίσως μόνο ηθικά".
Θυμάται, για παράδειγμα, το γράμμα του Τσε Γκεβάρα στους γονείς του, τη χρονιά που δεν πήγε πουθενά, δηλαδή εξαφανίστηκε για να κάνει την επανάσταση στο Κονγκό:
"Νιώθω κάτω από τις φτέρνες μου τα πλευρά του Ροσινάντη, ξαναρχίζω την περιπλάνηση".

Ο συγγραφέας από την Ουρουγουάη διηγείται: "Για όποιον είναι ικανός να δει πέρα από την ατιμία, υπάρχει ένας άλλος κόσμος μέσα στην κοιλιά αυτού εδώ. Στη Βενεζουέλα γνώρισα ένα ζωγράφο, τον Βάργκας, που ήταν σχεδόν αναλφάβητος και έγραφε με το ζόρι το όνομά του με το σίγμα ανάποδα. Ζωγράφιζε, λοιπόν, με τέτοιον τρόπο που ταπείνωνε το ουράνιο τόξο και οι έμποροι τέχνης πήγαιναν στο χωριουδάκι του και αγόραζαν για πέντε δεκάρες πίνακες που μεταπουλούσαν πολύ ακριβά και επαινούσαν τον απίστευτο πλούτο των εικόνων του και των χρωμάτων του. Μα το χωριουδάκι ήταν ένας είδος βασιλείου του πετρελαίου, όπου δεν φύτρωνε ούτε πράσινο φύλλο, μέχρι και το ουράνιο τόξο έβγαινε ασπρόμαυρο και τα πουλιά πετούσαν ανάποδα. Ωραία, λοιπόν, για μένα ο Βάργκας ήταν ρεαλιστής".
Η ουτοπία είναι μια πραγματικότητα, μόνο αν τη δεις με τα μάτια του τρελού Δον Κιχώτη: όπως, δηλαδή, θα έπρεπε να είναι.
"Έχω μια άσχημη είδηση για σας: δεν είμαι ουτοπιστής".
Ο Σαραμάγκο, επαναλαμβάνοντας το αυτή τη φορά προκαλεί το γέλιο, αλλά τίποτα δεν είναι για γέλια. "Θεωρώ την ουτοπία μια άχρηστη έννοια, κάτι σαν να λέμε ότι θα πεθάνουμε όλοι και θα πάμε στον παράδεισο. Προτείνω να αφαιρέσουμε τη λέξη ουτοπία από το λεξικό, ή να μείνει εκεί, αλλά φρόνιμη και χωρίς να ενοχλεί. Για τα δισεκατομμύρια ανθρώπων που ζουν μέσα στη φτώχια αυτή η λέξη δεν σημαίνει απολύτως τίποτα. Στο τέλος ο Δον Κιχώτης ξαναγίνεται αυτός που ήταν, ξαναγυρίζει στην ανθρώπινη διάσταση όπου όλοι πρέπει να ζήσουμε και να δουλέψουμε".

Ο Σαραμάγκο συνεχίζει: "
Ποια η τρομερή παρανόηση, στην οποία υποπίπτουμε όλοι: ουτοπία είναι να νομίζουμε ότι έχουμε ανάγκη κάποια πράγματα κι ότι θα μπορέσουμε να τα αποκτήσουμε, μια μέρα. Η παρανόηση είναι ότι φανταζόμαστε πως αυτό που σήμερα επιθυμούμε θα μείνει επιθυμητό μέχρι μια μέρα που τοποθετούμε στο μέλλον, ας πούμε το έτος 2043 ή σε ενάμιση αιώνα, που θα έχουμε πεθάνει όλοι. Αυτό που για μας θα ήταν υπέροχο σήμερα, για τους απογόνους μας δεν θα είναι. Δεν γίνεται να αγνοήσουμε αυτή την απλή αντίθεση. Για μένα, ο μοναδικός πιθανός τόπος/ χρόνος είναι η αυριανή μέρα".


Πέντε σημεία που επείγουν!

Έτσι το αύριο γίνεται το σύνθημα. Είναι δουλειά του Ιγνάθιο Ραμονέ να προβάλλει την αυριανή διακήρυξη, αυτό που οι διανοούμενοι αυτής της υλοποιημένης παραφροσύνης που ονομάζεται Κοινωνικό Φόρουμ, οικοδομούν για να μη μετατραπεί αυτός ο ξαναχτισμένος, αλλά με καλύτερο τρόπο, πύργος της Βαβέλ, σε "Παγκόσμια Κοινωνική Έκθεση". Πρόκειται για πέντε σημεία, λίγα, αλλά που πρέπει να υλοποιηθούν επειγόντως:
-παγκόσμιος φόρος αλληλεγγύης ενάντια στην πείνα και στη φτώχια
-κατάργηση των φορολογικών παραδείσων,
-διαγραφή του εξωτερικού χρέους των φτωχών χωρών,
-πόσιμο νερό αμέσως για όλους,
-φόρος αλληλεγγύης στα ιδιωτικά υπερ- πλούτη.

Είναι η προσπάθεια να αναγκάσουμε τη "δεύτερη παγκόσμια υπερδύναμη" να κάνει αυτό που κινδυνεύει να μην μπορεί να κάνει πια, συντριμμένη κάτω από το βάρος των ίδιων της των συζητήσεων: να στρωθεί στη δουλειά.

"Είναι χρήσιμη η ουτοπία μικρού βεληνεκούς, συνεχίζει ο Σαραμάγκο, αλλά τότε δεν ονομάζεται πια ουτοπία, ονομάζεται δουλειά, πρόοδος, κατάκτηση. Είμαστε υποχρεωμένοι να χρησιμοποιήσουμε το όνομα ουτοπία για να συνεχίσουμε να ελπίζουμε αλλά το μόνο σίγουρο, το επαναλαμβάνω, είναι η αυριανή μέρα. Οι πέντε προτάσεις που ανάφερε ο Ραμονέ είναι πράγματα που πρέπει να γίνουν τώρα, αμέσως, αυτή τη στιγμή κι ας μη μιλάμε πια για ουτοπίες".



Είναι σειρά του Γκαλεάνο, τώρα, να αναφέρει τα λόγια του Τζορτζ Μπέρναρντ Σόου: "Υπάρχουν αυτοί που παρατηρούν την πραγματικότητα και αναρωτιούνται γιατί, και υπάρχουν, επίσης, αυτοί που την φαντάζονται όπως δεν ήταν ποτέ και αναρωτιούνται, γιατί όχι".
Ο Δον Κιχώτης από τη Μάντσα εξακολουθεί να γυρίζει με το άλογό του, κάπου ανάμεσα στο κάθισμα του μεγάλου συγγραφέα από την Πορτογαλία και του μεγάλου συγγραφέα από την Ουρουγουάη, κάτω από μια μεγάλη πλαστική τέντα και με σαράντα βαθμούς θερμοκρασία, σ΄ ένα χώρο "γεμάτο με αρσενικούς και θηλυκούς Δον Κιχώτες", σχολιάζει ο Ραμονέ. Ο απεσταλμένος της κυβέρνησης του Λούλα, Λουίς Ντούλτσι, προλαβαίνει να μιλήσει για τη δική του εφικτή ουτοπία, δηλαδή μια σοσιαλδημοκρατική διακυβέρνηση, και αρπάζει μερικά σφυρίγματα. Κι έπειτα ο "θόλος διανόησης" του κοινωνικού φόρουμ ανοίγει για τις ερωτήσεις του κοινού, όπως συμβαίνει σε κάθε πύργο της Βαβέλ αντάξιο του ονόματός του.
Η διακήρυξη έγινε.
Ίσως κάποιος να την πραγματοποιήσει.



O Ρομπέρτο Τζανίνι είναι απεσταλμένος της εφημερίδας "Μανιφέστο" στο Πόρτο Αλέγρε
Μετάφραση: Τόνια Τσίτσοβιτς

πηγή  και πηγή 

Σάββατο 29 Νοεμβρίου 2014

οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας





Ως παιδί έφερνα το δάσκαλο μου σε μαγάλη αμηχανία, γιατί δεν σταματούσα να του θέτω ερωτήσεις που προφανώς δυσκολευόταν να απαντήσει.  Έτσι αποφάσισα, τελικά, επειδή τον λυπήθηκα, να καταπιέσω τις απορίες μου. Το παιδί εκείνο λοιπόν ήθελε να ρωτήσει:
Γιατί ο Θεός φύτεψε το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού στη μεση του κήπου της Εδέμ, αν δεν ήθελε να φάνε τους καρπούς του οι πρωτόπλαστοι; Γιατί έβαλε τους ανθρώπους που ο ίδιος έπλασε σε πειρασμό; Γιατί το χρειαζόταν εφόσον ήταν παντοδύναμος; Δεν γνώριζε ότι δίνοντας ζωή στον άνθρωπο έφτιαξε ένα πλάσμα περίεργο, το οποίο ανάγκασε να πράξει αντίθετα στη φύση του;
'Ετσι έμενα μονάχη με τις σκέψεις μου και μάταια έψαχνα να βρω μια απάντηση στα βιβλία. 

Katie m. Berggren
Μέχρις ότου κατάλαβα πως η εικόνα του Θεού που μας δόθηκε φτιάχτηκε από ανθρώπους που ανατράφηκαν με τις αρχές της "μαύρης παιδαγωγικής", για τους οποίους η τιμωρία, η κατάχρηση της εξουσίας ανήκαν στην καθημερινότητα της παιδικής τους ηλικίας.


Σήμερα, κάνω την υπόθεση πως οι άνθρωποι που πέρασαν την παιδική τους ηλικία σε ένα περιβάλλον σεβασμού, χωρίς ξύλο και ταπεινώσεις, θα πιστεύουν, όταν πλέον είναι ενήλικες, σε έναν αλλιώτικο Θεό, έναν Θεό γεμάτο αγάπη , που κατευθύνει, εξηγεί, προσανατολίζει. 

Ίσως, πάλι να μην πιστεύουν σε κάποιο Θεό, αλλά να καθοδηγούνται από πρότυπα που ενσαρκώνουν για αυτούς την πραγματική αγάπη.
Πιστεύω ότι όχι μόνο επιτρέπεται να γνωρίζουμε αλλά οφείλουμε πάση θυσία να γνωρίζουμε , ώστε να μπορούμε να αναλάβουμε τοσο την αυθύνη της ζωής μας όσο και αυτήν των παιδιών μας



[...]

Δεν ήταν τα ωραία ή τα ευχάριστα συναισθήματα αυτά που με οδήγησαν στη συνειδητοποίηση νέων πραγμάτων, αλλά εκείνα ενάντια στα οποία είχα παλέψει πιο έντονα: εκείνα δηλαδή που μ’ έκαναν να αισθάνομαι πρόστυχος, μικροπρεπής, τσιγκούνης, ανίκανος, ταπεινωμένος, απαιτητικός, πικρόχολος, μπερδεμένος και πάνω απ’ όλα, λυπημένος και μόνος μου. Μέσα από αυτές ακριβώς τις εμπειρίες, τις οποίες είχα αποφύγει τόσο καιρό, σιγουρεύτηκα πως τώρα πια καταλαβαίνω κάτι για τη ζωή μου που προέρχεται από τον πυρήνα της ύπαρξής μου, κάτι που δεν θα μπορούσα να μάθω από κανένα βιβλίο


[...]

Η ζωή του καθενός είναι γεμάτη από ψευδαισθήσεις, ίσως επειδή η αλήθεια συχνά μας φαίνεται αβάσταχτη. Κι όμως, η αλήθεια είναι τόσο αναγκαία, που η άγνοιά της έχει υψηλό κόστος, το οποίο μπορεί να εμφανιστεί με την μορφή σοβαρών ασθενειών. Χρειάζεται λοιπόν να προσπαθήσουμε, ακολουθώντας μια μακροχρόνια διαδικασία, να ανακαλύψουμε τη δική μας προσωπική αλήθεια, μια αλήθεια που μπορεί να μας προκαλέσει πόνο πριν μας προσφέρει μια νέα αίσθηση ελευθερίας. Αν, αντίθετα, επιλέξουμε να αρκεστούμε σε μια διανοητική γνώση, θα παραμείνουμε στη σφαίρα των ψευδαισθήσεων και της εξαπάτησης του εαυτού μας.

Δεν μπορούμε να σβήσουμε τις ζημιές που έγιναν μέσα μας κατά την παιδική μας ηλικία, αφού δεν μπορούμε να αλλάξουμε ούτε στο παραμικρό το παρελθόν μας. Μπορούμε όμως να αλλάξουμε και να αναδιοργανώσουμε τον εαυτό μας και έτσι να ξανακερδίσουμε τη χαμένη μας ενότητα, αν αποφασίσουμε να κοιτάξουμε από πολύ κοντά και να συνειδητοποιήσουμε τη γνώση που έχουμε αποθηκεύσει στο σώμα μας για αυτά που έγιναν στο παρελθόν.

Αυτός ο δρόμος σίγουρα δεν είναι εύκολος, σε πολλές περιπτώσεις όμως είναι ο μόνος τρόπος για να μπορέσουμε επιτέλους να αφήσουμε πίσω μας την αόρατη και απάνθρωπη φυλακή της παιδικής μας ηλικίας.

Μόνο έτσι μπορούμε να μετατρέψουμε τον εαυτό μας από το ανίδεο θύμα που ήταν στο παρελθόν σε υπεύθυνο άτομο, που γνωρίζει τη δική του ιστορία και μπορεί να ζήσει μαζί της.

Οι περισσότεροι άνθρωποι όμως κάνουν ακριβώς το αντίθετο. Δεν θέλουν να γνωρίζουν τίποτα από την προσωπική τους ιστορία και έτσι δεν συνειδητοποιούν ότι, στην ουσία, η ιστορία τους τους καθορίζει συνεχώς στο παρόν. Συνεχίζουν να ζουν μέσα στην απωθημένη και ανεπίλυτη κατάσταση που παγιώθηκε στην παιδική τους ηλικία. Δεν συνειδητοποιούν ότι φοβούνται και αποφεύγουν κινδύνους οι οποίοι, παρ’ όλο που κάποτε ήταν πραγματικοί, εδώ και πολύ καιρό έχουν πάψει να είναι. Καθοδηγούνται από ασυνείδητες αναμνήσεις και απωθημένα συναισθήματα και ανάγκες, τα οποία, όσο παραμένουν ασυνείδητα και αξεδιάλυτα, συχνά καθορίζουν, με σχεδόν διαστροφικό τρόπο, καθετί που κάνουν ή δεν κάνουν.


Άλις Μίλλερ "Οι φυλακές της παιδικής μας ηλικίας " 


 
Πολλοί άνθρωποι αναγκάστηκαν, όταν ήταν παιδιά, να μάθουν να κρύβουν πολύ επιδέξια τα συναισθήματα, τις επιθυμίες και τις ανάγκες τους προκειμένου να ικανοποιήσουν τις προσδοκίες των γονέων τους και να κερδίσουν της «αγάπη» τους. Ως ενήλικες μπορεί να κυνηγούν την επιτυχία, έχουν όμως ταυτόχρονα μια υποβόσκουσα αίσθηση ότι δεν αξίζουν τίποτα. Χωρίς ποτέ να τους έχει επιτραπεί να εκφράσουν τα πραγματικά τους συναισθήματα, και έχοντας χάσει την επαφή με τον αληθινό τους εαυτό, εκδραματίζουν τα καταπιεσμένα συναισθήματά τους με επεισόδια κατάθλιψης ή καταναγκαστικής συμπεριφοράς, ή ακόμα και με ιδέες μεγαλείου. Στη συνέχεια, με τη σειρά τους, μεταφέρουν αυτή τη κληρονομιά της καταπίεσης στα δικά τους παιδιά. Αυτό το σπαρακτικό και οξυδερκές βιβλίο είναι ένα πρώτο βήμα για την ανακάλυψη των αναγκών μας και της δικής μας αλήθειας στην προσπάθειά μας να ξεφύγουμε από αυτό το φαύλο κύκλο.

(Από την παρουσίαση στο οπισθόφυλλο του βιβλίου)

 
[...] 
Η Μίλερ ξεκινά από το φροϋδικό ασυνείδητο, για να καταλήξει σε μια θεωρία, που αποκαλεί "φαύλο κύκλο της περιφρόνησης", όταν τα παιδιά, που τους αρνούνται τις επιθυμίες τους, με τη σειρά τους, μεγαλώνουν και κάνουν δικά τους παιδιά, οπότε και απαλλάσσονται από τον καταχωνιασμένο πόνο προκαλώντας αντίστοιχες καταστάσεις χειραγώγησης στα παιδιά τους. Προφανώς, όλο αυτό το παιχνίδι ρόλων και αποκρύψεων ξετυλίγεται ασύνειδα, στα εσώτερα της ψυχής.
Όπως κι αν έχει, ακόμη κι αν ανήκετε στους λίγους ευτυχείς, που έζησαν ελεύθεροι την παιδική τους ηλικία, ένα βλέμμα στις "φυλακές" των άλλων, μάλλον εποικοδομητικό θα αποβεί, ώστε στο μέλλον να δείχνετε μεγαλύτερη κατανόηση στους τυχόν φίλους σας, που ζουν το δράμα του προικισμένου παιδιού. 

(M. Θεοδοσοπούλου, εφημερίδα ΕΠΟΧΗ)

Σπάνιο κι ακαταμάχητο με το γεμάτο συμπάθεια, ανεπιτήδευτο λόγο του. Τα παραδείγματα της Alice Miller είναι τόσο ζωντανά και συνηθισμένα που αγγίζουν το πληγωμένο παιδί που υπάρχει μέσα σε όλους μας. 

(New York Magazine)

 

Alice Miller  (1923-2010) σπούδασε στη Βασιλεία (Ελβετία) φιλοσοφία, ψυχολογία και κοινωνιολογία. Μετά τη διδακτορική διατριβή της εκπαιδεύτηκε στη Ζυρίχη ως ψυχαναλύτρια και, για 20 χρόνια, εξάσκησε αυτό το επάγγελμα ενώ παράλληλα δίδασκε. 

Το 1980 αποφάσισε να σταματήσει την ψυχαναλυτική και διδακτική πρακτική και να ασχοληθεί με τη συγγραφή βιβλίων. Από τότε έχει δημοσιεύσει 13 βιβλία, με τα οποία γνωστοποίησε στο ευρύ κοινό τα αποτελέσματα των ερευνών της όσον αφορά τις αιτίες και τις συνέπειες των τραυμάτων της παιδικής ηλικίας.

Πιο συγκεκριμένα η Άλις Μίλερ ασχολήθηκε με τους κρυφούς χειρισμούς των γονέων κατά τη διάρκεια της ανατροφής των παιδιών τους, με τις διάφορες στρατηγικές προφύλαξης ενάντια στα τραύματα της παιδικής ηλικίας, με τις συνέπειες απώθησης αυτών των τραυμάτων σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο και τέλος, με τις σύγχρονες δυνανατότητες ανάλυσης των συνεπειών των παιδικών τραυμάτων. 

Γι' αυτές τις έρευνές της η συγγραφέας έχει κερδίσει τη διεθνή αναγνώριση.

Τετάρτη 26 Νοεμβρίου 2014

Ευτυχία και Οδύνη

 Όταν οι άνθρωποι σχεδιάζουν το μέλλον, συχνά μιλάνε για όλες τις καλές εμπειρίες που ελπίζουν να έχουν. Ζούμε σε μια κουλτούρα πλημμυρισμένη από κουβέντες για την ευτυχία. Στη διάρκεια του τελευταίου τριμήνου της περασμένης χρονιάς, πάνω από 1.000 βιβλία πάνω σ’ αυτό το θέμα βγήκαν στις προθήκες του Amazon.
Παρατηρήστε όμως το εξής φαινόμενο.
Όταν οι άνθρωποι ανακαλούν το παρελθόν, δεν μιλούν μόνο για την ευτυχία. Συχνά οι δοκιμασίες που πέρασαν φαίνονται πιο ενδιαφέρουσες. Οι άνθρωποι στοχεύουν την ευτυχία, αλλά νιώθουν ότι έχουν διαμορφωθεί μέσα από τις οδυνηρές δοκιμασίες.


Τώρα, βέβαια, καλό είναι να πούμε ότι δεν υπάρχει τίποτα αναγκαστικά εξευγενιστικό στον πόνο. Όπως η αποτυχία είναι ενίοτε απλώς αποτυχία (και όχι ο δρόμος για να γίνεις ο επόμενος Στιβ Τζομπς), τα βάσανα συχνά είναι απλώς κάτι καταστροφικό.
Ωστόσο, ορισμένοι άνθρωποι πράγματι εξευγενίζονται από τον πόνο. Ας σκεφτούμε τον τρόπο που ο Φραγκλίνος Ρούσβελτ επέστρεψε στην πολιτική πολύ πιο σοφός και ευαίσθητος μετά την πολιομυελίτιδα από την οποία προσβλήθηκε. Συχνά η σωματική ή κοινωνική οδύνη μπορεί να δώσει στους ανθρώπους μια διαφορετική προοπτική, μια πολύ οξύτερη επίγνωση για τα βάσανα που άλλοι υποφέρουν.

Το μεγάλο πράγμα, όμως, που κάνει η οδύνη είναι ότι σε βγάζει έξω από εκείνη ακριβώς τη νοοτροπία που η ευτυχία ενθαρρύνει.

Η ευτυχία σε θέλει να σκέφτεσαι μόνο πώς να μεγιστοποιήσεις τα πλεονεκτήματά σου.
Η δυσκολία και ο πόνος σε στέλνουν σε μιαν άλλη πορεία.
Πρώτα πρώτα, η οδύνη σε τραβάει βαθύτερα μέσα στον εαυτό σου.
Ο θεολόγος Πολ Τίλιτς έγραψε ότι οι άνθρωποι που περνούν μια οδυνηρή δοκιμασία φεύγουν πέρα από τη ρουτίνα της ζωής τους για να ανακαλύψουν ότι δεν είναι ακριβώς αυτοί που νόμιζαν πως είναι. Η αγωνία, ας πούμε, της σύνθεσης ενός σπουδαίου έργου μουσικής ή η θλίψη για την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου μπορεί να σπάσει αυτό που κάποιος θεωρούσε δάπεδο της ύπαρξής του, αποκαλύπτοντας μια περιοχή που βρισκόταν από κάτω, κι έπειτα να σπάσει και το δεύτερο δάπεδο, αποκαλύπτοντας ένα άλλο κοίτασμα.
Επιπλέον, η οδύνη προσφέρει στους ανθρώπους μια ακριβέστερη αίσθηση των ορίων τους.
Όταν κάποιος βυθίζεται σ’ αυτές τις βαθύτερες ζώνες αντιμετωπίζει το γεγονός ότι δεν μπορεί να καθορίσει τι συμβαίνει εκεί ούτε να κοντρολάρει τα συναισθήματά του. Και η διαδικασία της επούλωσης, όταν η θλίψη μαλακώνει, είναι κι αυτή κάτι που δεν προκαθορίζεται, μια φυσική ή θεία διεργασία πέρα από τον ατομικό έλεγχο.
Ωστόσο, στη διάρκεια μιας σοβαρής δοκιμασίας, υπάρχουν άνθρωποι που αισθάνονται μια κλήση. Δεν είναι κυρίαρχοι της κατάστασης, αλλά ούτε ανήμποροι. Δεν καθορίζουν την πορεία του πόνου τους, αλλά μπορούν να απαντήσουν σ’ αυτόν. Και πολλές φορές νιώθουν την ηθική ευθύνη να απαντήσουν καλά, σ’ ένα επίπεδο βαθύτερο από το επίπεδο της συμφεροντολόγας ατομικής ευτυχίας.
Η απάντησή τους δεν είναι η αναζήτηση της ευχαρίστησης αλλά η αγιότητα, και δεν το θέτω καν με τη θρησκευτική έννοια. Σημαίνει να βλέπεις τη ζωή σαν ένα ηθικό δράμα, τοποθετώντας την οδυνηρή εμπειρία σε ηθικό πλαίσιο και προσπαθώντας να επανορθώσεις κάτι κακό μετατρέποντάς το σε κάτι ιερό. Γονείς που έχασαν το παιδί τους έχουν δημιουργήσει ιδρύματα. Ο Αβραάμ Λίνκολν, μετά την τρομακτική δοκιμασία του Εμφυλίου, έδωσε τη ζωή του για την ενότητα της πατρίδας του. Αιχμάλωτοι σε στρατόπεδο συγκέντρωσης με τον ψυχολόγο Βίκτορ Φρανκλ ορκίστηκαν να φανούν άξιοι των ελπίδων και των προσδοκιών των αγαπημένων τους προσώπων, έστω κι αν πολλά από αυτά τα πρόσωπα πιθανόν να μη βρίσκονταν πια στη ζωή.
Η ανάρρωση από την οδύνη δεν είναι σαν την ανάρρωση από αρρώστια.
Πολλοί άνθρωποι δεν βγαίνουν γιατρεμένοι. Βγαίνουν διαφορετικοί. Συγκρούονται με τη λογική του ατομικού συμφέροντος και φέρονται παράδοξα. Αντί να οπισθοχωρήσουν από τις δεσμεύσεις της αγάπης, που σχεδόν πάντα συνεπάγονται πόνο, ρίχνονται ακόμα πιο βαθιά μέσα σ’ αυτές. Ακόμα κι όταν βιώνουν τις πιο φοβερές συνέπειες, ρίχνονται με μεγαλύτερο πάθος και ευγνωμοσύνη στην τέχνη τους, στις αγάπες τους, στους στόχους τους.
Η οδύνη που φέρνει στη ζωή τους η επιδίωξη αυτών των στόχων γίνεται ένα τρομακτικό δώρο, πολύ διαφορετικό από το άλλο πολυπόθητο δώρο, την ευτυχία, όπως συμβατικά προσδιορίζεται.






 ''Ευτυχία και Οδύνη"  του David Brooks / The N.Y. Time
 από την έντυπη έκδοση της Καθημερινής

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

συγχωρώ ..

Υπάρχουν τα συγχωρώ τα γεμάτα έπαρση.
Εννοούν: εγώ ο καλότατος, ο γενναιόκαρδος, ο άριστος, ο ακομπλεξάριστος, συγχωρώ βέβαια εσένα, ο οποίος, σαν μυρμήγκι που είσαι, τι βλάβη θα μπορούσες να μου προξενήσεις

Υπάρχουν τα συγχωρώ του καλόπαιδου του Θεού!
Δες, Θεέ μου, πόσο εντάξει δούλος Σου είμαι, πόσο καλός μαθητής, Σε υπακούω, ακολουθώ τις διδαχές Σου, μιμούμαι το παράδειγμα Σου, και φρόντισε να με ανταμείψεις σύντομα.

Υπάρχουν τα συγχωρώ τα πανεύκολα.
Τώρα πλέον που το πρόβλημα το οποίο μου προκάλεσες δεν υφίσταται -εσύ με απάτησες μεν, αλλά εγώ τώρα βρήκα έναν άλλο πανέμορφο και πλούσιο άντρα, ευτυχώς δηλαδή που με απάτησες και σώθηκα, άνοιξαν τα μάτια μου-, σου απευθύνω ένα μεγαλειώδες «σε συγχωρώ»! Καμαρώνω μειώνοντας σε. Προσφέρω συγγνώμη άκοπη, χωρίς κόστος, χωρίς θυσία· με αυταρέσκεια. Κυρίως δε στοιχίζει, δεν πονάει διότι όλες οι συνθήκες άλλαξαν, αυτός είναι ο λόγος άλλωστε που σε συγχωρώ.

Και ασφαλώς, το πιο συνηθισμένο, υπάρχουν συγχωρώ που δεν τα εννοούμε. Τα πετάμε αμέσως, επιπόλαια, τυπικότατα, άδεια σαν φακέλους δίχως επιστολή μέσα, σαν φέιγ βολάν διαφήμισης, σαν ένα ψυχαναγκαστικό και κούφιο χαιρετισμό. Οι ψυχαναγκασμοί είναι πάντα κούφιοι. Μιμούνται ένα περιεχόμενο, αλλά είναι κενοί.
«Τι κάνετε;»
«Καλά! Εσείς;»
«Κι εμείς καλά!»
«Χαίρετε!»
«Πολύ καλημέρα σας!»
«Επίσης!»
«Τα όμοια!»

Ούτε καλά είμαστε, ούτε να χαίρεστε εσείς έχουμε όρεξη, ούτε να είναι καλή η μέρα σας ευχόμαστε όταν εμείς περνάμε μια τόσο ζόρικη μέρα. Τα επίσης δεν έχουν αντιστοιχίες, τα όμοια εννοούν εντελώς ανόμοια. Ετσι άστοχα λέμε τα συγχωρώ, ιδίως άμα θέλουμε να ξεφορτωθούμε κάποιον που θεωρεί χρέος του να ζητάει συγγνώμες, προκειμένου να κοινωνήσει για παράδείγμα, και οφείλει να συλλαβίσει λέξεις: «Συγχώρεσέ με τον αμαρτωλό».

Αξία έχει να μπορείς να συγχωρείς εκείνον που σε πόνεσε, ενώ ο πόνος διαρκεί και καίει. Η πιο αληθινή, η πιο σπαραχτική συγγνώμη που δόθηκε ποτέ ήταν η συγγνώμη πάνω σε σταυρό από έναν αιμορραγοΰντα νεαρό σταυρωμένο. Τότε μόνο. Ενόσω υποφέρεις από την αδικία που σου έγινε να συγχωρείς, να το εννοείς με καθαρή καρδιά για εκείνον που σε αδίκησε. Να συγχωρείς διότι καταλαβαίνεις ίσως την πρόθεση του τη διαφορετική από την πράξη του. Διότι υποψιάζεσαι το «δεν ξέρει τι κάνει»…
Διότι δέχεσαι πως είναι πλάσμα ατελές και ταλαίπωρο ακριβώς όπως εσύ, πέφτει σε λάθη από αδυναμίες και ανοησίες προπατορικές. Το σπουδαιότερο, διότι δέχεσαι ότι κι εσύ έχεις πράξει ακόμη χειρότερες αδικίες, ακόμη πιο επικίνδυνες κουταμάρες, ασυναισθησίες αλλά και αναισθησίες με εγωισμό εξωφρενικό. Τότε μετράει. Τότε συγχωρείς, τότε λύνεις δεσμά και αποδεσμεύεσαι. Πονώντας.
 
Ο Αντόνιο Πόρτσια λέει:  
Ναι, αυτό είναι το καλό: να συγχωρείς το κακό. Δεν υπάρχει άλλο καλό.



Μάρω Βαμβουνάκη
από το "Σιωπάς για ν΄ ακούγεσαι"




Κανέναν μα κανέναν δεν μπορείς να κερδίσεις, ούτε καν ένα αφελές μικρούλι παιδί, εφόσον του αφαιρείς την ελευθερία τού να μη συμφωνήσει μαζί σου. Αν απαγορεύεις την ελευθερία στον άλλο, και βασιλιά να τον στέψεις δε θα διαρκέσει η λαμπερή συμφωνία σας. Σύντομα θα αισθανθεί δυσφορία, ότι κάπως παγιδεύτηκε και βρέθηκε εκεί που δε θέλει. Τα χρυσά κλουβιά τα ανακάλυψαν τύποι σαν τη γυναίκα της πρώτης ιστορίας μας, όμως, κλειδωμένο, ένα πουλί μαραίνεται. Ο Ελύτης γράφει πως γίνεται να φυλακίσεις ένα αηδόνι αλλά δεν μπορείς να φυλακίσεις τον κελαϊδισμό του. Υπάρχουν όμως προσωπικότητες τόσο ανασφαλείς, εξαρτημένες και εξωφρενικά εγωιστικές, ώστε κρατούν κλειδωμένο το αηδόνι τους, έστω και άλαλο, έστω και νεκρό. Ξέρουν πολύ καλά άλλωστε την τέχνη να ταριχεύουν.

Όλοι μας έχουμε συναπαντηθεί με τέτοιους χαρακτήρες. Δεν είναι λίγοι και γνωρίζουν να πλέκουν ιστούς σαν την αράχνη. Όσο πιο εξαρτημένοι είμαστε εμείς οι ίδιοι τόσο τσιμπάμε στους χειρισμούς τους. Ο ελεύθερος, ο ανεξάρτητος άνθρωπος δεν τους ανέχεται, γρήγορα κάνει πέρα, σύντομα κόβει μαζί τους τις διαπραγματεύσεις. Όμως πόσοι είμαστε εντελώς ανεξάρτητοι; Όλοι έχουμε τις αναγκεμένες πληγές μας, τις μειονεξίες μας, τα παθήματα και τα πάθη μας. Όλοι κουβαλάμε στο αίμα μας τους πειρασμούς της τρέλας. Παρά ταύτα πάντα υπάρχει τρόπος να γιατρεύεσαι όταν όντως το αποφασίζεις, διότι η υγεία είναι πιο επιθετική και δυναμική από την αρρώστια.

(από το οπισθόφυλλο)

Τετάρτη 12 Νοεμβρίου 2014

Φτιάξε τη δυστυχία σου μόνος σου..



Στην εφημερίδα, το ωροσκόπιό σας σάς προειδοποιεί (μαζί με άλλα τριακόσια εκατομμύρια πρόσωπα που γεννήθηκαν κάτω από τον ίδιο αστερισμό), για την πιθανότητα ενός ατυχήματος. Και πράγματι, γλιστράτε και χτυπάτε. Ήταν να το περιμένετε! Σε τελευταία ανάλυση, η αστρολογία δεν λέει μπούρδες…
           Αλλά είναι όντως έτσι; Παίρνετε όρκο ότι θα πέφτατε ακόμα κι αν δεν είχατε διαβάσει αυτή την πρόβλεψη; Ή αν δεν πιστεύατε καθόλου στην αστρολογία; Δυστυχώς, δεν είναι δυνατόν να απαντήσουμε σ’ αυτή την ερώτηση εκ των υστέρων.

Ο φιλόσοφος Καρλ Πόππερ έχει αναπτύξει την ενδιαφέρουσα ιδέα ότι – για να απλοποιήσουμε λιγάκι- οι ενέργειες του Οιδίποδα για να αποφύγει την πραγματοποίηση της φρικτής προφητείας, είναι αυτές ακριβώς που οδήγησαν στην μοιραία επιβεβαίωση του χρησμού.   Βλέπουμε εδώ μια άλλη δυνατή εφαρμογή της συμπεριφοράς αποφυγής: κάτω από κάποιες συνθήκες, μπορεί να οδηγήσει εκεί ακριβώς απ’ όπου είχε σκοπό να ξεφύγει. Ποιες είναι αυτές οι συνθήκες;

        Πρώτον, χρειάζεται μία πρόβλεψη, με την πλατειά έννοια του όρου, δηλαδή: αναμονή, ανησυχία και πίστη ή έστω υποψία ότι τα γεγονότα θα ακολουθήσουν μία συγκεκριμένη ροή. 

Δεν έχει καμία σημασία αν αυτή η προσμονή θα δημιουργηθεί μέσα μας από πεποιθήσεις που μας μεταδόθηκαν από άλλους, ή εάν θα είναι προϊόν αυθυποβολής.
       Δεύτερον, η προσμονή αυτή δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί σαν μία απλή πιθανότητα, αλλά σαν μία έγκυρη αναγγελία ενός σίγουρου γεγονότος που απαιτεί μια άμεση συμπεριφορά αποφυγής.
       Τρίτον, αυτή η τελευταία υπόθεση θα είναι τόσο πιο προφανής όσο θα την συμμερίζεται ο πολύς κόσμος και θα είναι τόσο πιο πιστευτή όσο περισσότερο θα είναι σε αρμονία με την κοινή λογική, τους κοινωνικούς κανόνες και τις εμπειρίες του παρελθόντος. 

Π.χ., αρκεί να εδραιώσουμε μέσα μας την πεποίθηση – άσχετα αν είναι δικαιολογημένη ή παράλογη – ότι οι άνθρωποι γύρω μας κουτσομπολεύουν και μας κοροϊδεύουν πίσω απ’ την πλάτη μας.
Με βάση αυτά τα…”γεγονότα” η κοινή λογική θα μας επιβάλλει να δυσπιστούμε πλέον με τους ανθρώπους. Και, εφ’ όσον καμουφλάρουν τις ενέργειές τους κάτω από ένα λεπτό πέπλο, θα λάβουμε τα μέτρα μας και θα τους παρατηρούμε προσεκτικά, δίνοντας “σημασία στη λεπτομέρεια”.
Με τέτοιες αφετηρίες, είναι μόνο ζήτημα χρόνου να τους τσακώσουμε μια μέρα να ψιθυρίζουν, να πνίγουν μικρά γελάκια, να κλείνουν το μάτι ο ένας στον άλλο και να κουνούν συνωμοτικά τα κεφάλια τους. Η προφητεία θα έχει πραγματοποιηθεί και θα μπορούμε να φωνάζουμε θριαμβευτικά όσο και πικρά: “Το ήξερα εγώ”! 

Η επιτυχία είναι εγγυημένη, στο βαθμό που καταφέρνουμε να αγνοούμε τελείως τη δικιά μας συμβολή στην εξέλιξη της κατάστασης αυτής.[..]     Όταν αυτό το παιχνίδι των διαπροσωπικών σχέσεων συνεχιστεί για αρκετό καιρό θα είναι πια αδύνατο (κι άλλωστε χωρίς σημασία), να εντοπίσουμε ποιος το ξεκίνησε: ήταν άραγε η καχύποπτη συμπεριφορά μας, (που έφτανε στα όρια της γελοιότητας), που “τσίγκλισε” τους γύρω μας, ή μήπως ήταν η συμπεριφορά τους που ξύπνησε τις υποψίες μας;

            Αυτές οι προβλέψεις που πραγματοποιούνται, διαθέτουν μια αληθινά μαγική δύναμη για να δημιουργούν μια “πραγματικότητα” και, γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικές για τον σκοπό μας.    Έχουν επίλεκτη θέση στο οπλοστάσιο όλων αυτών που κυνηγούν τη δυστυχία, είτε σε καθαρά ατομικό επίπεδο, είτε σε κοινωνικό – συνολικό.   

Η ιστορία δείχνει, για παράδειγμα, πως όταν οι εθνικές ή κοινωνικές μειοψηφίες δεν μπορούν, στα πλαίσια μίας απαγορευτικής κοινωνίας, να ασχοληθούν με “νόμιμες” δραστηριότητες (γεωργία, βιοτεχνία, κλπ) επειδή η πλειοψηφία τους θεωρεί πολίτες β’ κατηγορίας, τεμπέληδες, πλεονέκτες, και, προ πάντων, “διαφορετικούς”, θα προσαρμοστούν και θα εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους δουλεύοντας σαν ρακοσυλλέκτες, τοκογλύφοι, λαθρέμποροι, κλπ. Μ’ αυτές τις δραστηριότητες, γίνονται τα αποβράσματα της “καλής κοινωνίας”, που φυσικά, έχει όλα τα δίκαια όταν τους κρατάει στο περιθώριο!

         Όσο περισσότερα απαγορευτικά σήματα βάλει στους δρόμους η τροχαία, τόσο περισσότερες παραβάσεις θα γίνουν κι αυτό θα δικαιολογήσει τη λήψη περισσότερων ακόμα απαγορευτικών μέτρων, αφού οι οδηγοί είναι τόσο κακοί. 

         Όσο μια χώρα αισθάνεται και απειλείται από μια άλλη, τόσο εξοπλίζεται,   αναγκάζοντας τη γειτονική της χώρα να πάρει κι αυτή ανάλογα αμυντικά μέτρα, που θα θεωρηθούν σαν πρόσθετες αποδείξεις για τις πολεμοχαρείς διαθέσεις της . Είναι πια θέμα χρόνου να ξεσπάσει αυτός ο πόλεμος, που όλοι πλέον περιμένουν
          Όσο θα αυξάνουν οι φόροι για να καλύψουν την φοροδιαφυγή (είτε αυτή είναι αληθινή είτε φανταστική), τόσοι περισσότεροι τίμιοι πολίτες θα γίνονται φοροφυγάδες. Κάθε πρόβλεψη για μελλοντική έλλειψη (σωστή ή όχι) ενός καταναλωτικού αγαθού, παρασύρει τις νοικοκυρές να αγοράσουν τόσα αποθέματα, ώστε στο τέλος να δημιουργηθεί όντως η έλλειψη που είχε προαναγγελθεί. Η πρόβλεψη κάθε γεγονότος  έχει ένα τελικό αποτέλεσμα: αυτό ακριβώς που είχε προβλεφθεί.


Απαραίτητη προϋπόθεση είναι, όπως έχουμε τονίσει επανειλημμένα, να πεισθούμε ή ν’ αφήσουμε να μας πείσουν για ένα αναπόφευκτο μελλοντικό γεγονός και να θεωρήσουμε ότι η πραγματοποίησή του είναι ανεξάρτητη από τη θέλησή μας. (Γι’ αυτό, ίσως, οι πνευματιστικές συγκεντρώσεις με μέντιουμ αποτυγχάνουν όταν παρευρίσκεται ένας άπιστος.)

Σαν νέοι Οιδίποδες, μπορούμε να πετύχουμε με σιγουριά το αποτέλεσμα που θέλαμε να αποφύγουμε.




Paul Watzlawick,(1921-2007)

από το εκπληκτικό  "Φτιάξε τη δυστυχία σου μόνος σου" 
εκδ Αλήστου Μνήμης 



To "Φτιάξε την δυστυχία σου μόνος σου" 
είναι κείμενο χιουμοριστικό μεν, σοβαρότατο δε, 
και πρόκειται για ένα "εγχειρίδιο της δυστυχίας"(!) που έγινε, εκτός από τα πανεπιστήμια της Αμερικής, μπεστ-σέλλερ στην Ιταλία και Γαλλία. 
Ανήκει στην εποχή του παροξυσμού των εγχειρίδιων όπως: Φτιάξε το αυτοκίνητο μόνος σου, φτιάξε τους φίλους σου κ.ά. 
Η Δυστυχία, κατά τον Πωλ Βατζλάβικ, είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να την εμπιστεύεσαι στην ιδιωτική πρωτοβουλία. Χρειάζεται κρατική παρέμβαση, λέει ο συγγραφέας. Παράλληλα όμως κινείται και στο ατομικιστικό επίπεδο. "Συν Αθηνά και χείρα κίνει".
Γιατί εντάξει, το Κράτος, η Εξουσία, η Οικογένεια, οι Μπάτσοι, οι Δάσκαλοι, οι Φίλοι, οι Σύζυγοι, η Ατμοσφαιρική Ρύπανση, η Ανεργία, η Πλήξη, το Έιτζ είναι διαδεδομένο εργάζονται συστηματικά και μεθοδικά και μας εξασφαλίζουν την Δυστυχία, που ως γνωστόν,  αποφέρει πολύ μεγαλύτερη ένταση και πάθος, πολύ πιο ραφινάτα και ποιητικά συναισθήματα απ' ότι η πρόσκαιρη κι αμφιλεγόμενη Ευτυχία.


Δευτέρα 10 Νοεμβρίου 2014

Αγάπη




Έχω μια πολύ βαθιά εντύπωση πως το αντίθετο της αγάπης δεν είναι το μίσος, -είναι η απάθεια. Είναι το να μη δίνεις δεκάρα για τίποτα. Αν κάποιος με μισεί αυτό θα πει ότι πρέπει να νιώθει κάτι για μένα, αλλιώς δεν θα μπορούσε να με μισήσει. Έτσι, υπάρχει κάποιος τρόπος να έρθω σε επαφή μαζί του. Αν δεν σας αρέσει το σκηνικό όπου ζείτε, αν είσαστε δυστυχισμένοι, αν είσαστε μοναχικοί, αν νιώθετε ότι τίποτα αξιόλογο δεν σας συμβαίνει, αλλάξτε το σκηνικό σας. Φτιάξτε ένα καινούριο. Φροντίστε να έχετε γύρω σας άλλους ηθοποιούς. Γράψτε ένα καινούριο θεατρικό έργο. Και αν δεν είναι καλό αυτό, παρατήστε το και γράψτε ένα άλλο. Υπάρχουν εκατομμύρια θεατρικά έργα,-τόσα όσα κι οι άνθρωποι. 
Ο Νίκος Καζαντζάκης έλεγε, “Έχεις το πινέλο και τα χρώματά σου, ζωγράφισε τον παράδεισο και μπες μέσα”. 
Ο καθένας έχει τον δικό του τρόπο και πρέπει να του παραχωρήσουμε την ελευθερία να τον ακολουθεί. Υπάρχουν χιλιάδες δρόμοι προς την αγάπη. Κι ο καθένας θα βρει το δικό του δρόμο, αν ακούσει τον εαυτό του. 
Μην αφήσετε κανέναν να σας επιβάλλει τον δικό του τρόπο.

Leo Buscaglia  από το ” Να ζεις, ν αγαπάς και να μαθαίνεις”



Ο Έμερσον μιλώντας για ένα απλό αγριόχορτο, είπε ότι πρόκειται για “ένα φυτό του οποίου οι αρετές δεν έχουν ακόμα ανακαλυφθεί”. Αναρωτιέμαι πόσους ανθρώπους έχουμε περιφρονήσει σαν αγριόχορτα, επειδή, για τον ένα ή τον άλλο λόγο, μας φάνηκε ότι δεν άξιζαν την αγάπη και την προσοχή μας.
Οι άνθρωποι με τους οποίους επιλέγουμε να συνδεθούμε είναι προφανώς προσωπικές επιλογές, και έτσι πρέπει να είναι. Έχω την αίσθηση ωστόσο, ότι ο κόσμος θα ήταν πολύ πιο ενδιαφέρων και πολύ λιγότερο περιορισμένος αν εξετάζαμε πιο προσεκτικά τις ταμπέλες και τις δικαιολογίες που χρησιμοποιούμε για να κρατήσουμε αποστάσεις από τους άλλους. Αν το κάναμε, μάλλον θ΄ανακαλύπταμε ότι αυτές οι βολικές κατηγοριοποιήσεις βασίζονται σε απαρχαιωμένες κασέτες που συνεχίζουν να παίζουν μέσα στο κεφάλι μας.


Στην προσπάθειά μας να εντάξουμε σε κατηγορίες τους ανθρώπους, καταλήγουμε να ελαχιστοποιήσουμε την αξία τους ή να τους αποκλείουμε για λόγους εντελώς αβάσιμους: χρησιμοποιούμε ως κριτήριο την ηλικία, το φύλο, την κοινωνική θέση, την οικονομική κατάσταση, το χρώμα της επιδερμίδας, τη θρησκεία, την εθνικότητα…οτιδήποτε για να κρατηθούμε μακριά από όσους είναι διαφορετικοί από εμάς.
Αυτό, φυσικά, μας απαλλάσσει από τον κόπο να αναπτύσσουμε ανεξάρτητη, αυτόνομη σκέψη και να αξιολογούμε κάθε άτομο ως ξεχωριστή και άξια σεβασμού προσωπικότητα. Είναι πολύ πιθανό οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που συναντάμε να αξίζουν στην πραγματικότητα μεγαλύτερη προσοχή απ΄όση τους δίνουμε.

Και ποιός ξέρει; Μπορεί να ξαφνιαστούμε ανακαλύπτοντας ότι τελικά δεν είναι αγριόχορτα, αλλά μάλλον λουλούδια, κι εμείς παραλείπαμε να σταθούμε για να τα εκτιμήσουμε….
 

Leo Buscaglia  από το ”Γεννημένοι να αγαπάμε”






Κάποιοι από εμάς, πιστεύουμε ακράδαντα ότι μπορούμε να ξεφορτωθούμε τα προβλήματα αν μετακομίσουμε, κάνουμε παρέα με καινούργιους ανθρώπους, αλλάξουμε δουλειά ή πάμε διακοπές. Ξεχνάμε προφανώς ότι, όπου κι αν πάμε, παίρνουμε μαζί και τον εαυτό μας.
Είναι αδύνατο να ξεφύγουμε απ΄ αυτό που είμαστε. Αν είμαστε απελπισμένοι στην Αθήνα, θα είμαστε απελπισμένοι και στη Θεσσσαλονίκη. Αν νοιώθουμε μοναξιά και αποξένωση στον Πειραιά, θα νοιώθουμε το ίδιο στη Ρόδο ή στα Χανιά και στην Κέρκυρα.
Όταν αλλάζουμε σκηνικό, αυτό μπορεί να κάνει για λίγο τα πράγματα καλύτερα. Μετά όμως θα έρθουμε πάλι αντιμέτωποι με τις ίδιες εναλλακτικές συμπεριφορές, τις ίδιες στάσεις, τα ίδια συναισθήματα.
Το ίδιο ισχύει και όταν ψάχνουμε για καινούγιο/ α σύντροφο. Δεν αργούμε ν’ αποφασίσουμε ότι κάναμε κακή επιλογή, γι΄αυτό σταματάμε τη μουσική και αλλάζουμε παρτενέρ. Voila! Είμαστε ξανά ευτυχισμένοι για ένα διάστημα. Αλλά σε κάθε νέα σχέση κουβαλάμε τα προβλήματά μας, τους φόβους και τους περιορισμούς μας. Σύντομα ξαναβρισκόμαστε εκεί απ΄όπου ξεκινήσαμε, αγχωμένοι, δυστυχείς και ψάχνοντας για περισσότερα.

Στις μέρες μας είναι τόσο απλό να δώσουμε τέλος σε μια σχέση, ώστε φαίνεται να υπάρχει μικρό κίνητρο ακόμα και για να προσπαθήσουμε να τη βελτιώσουμε. Το βρίσκουμε ευκολότερο να κλείσουμε πίσω μας την πόρτα και να ξαναδοκιμάσουμε την τύχη μας.
Αν αναζητάμε πραγματικά -όπως όλοι λέμε- την αγάπη που θα αντέχει στο χρόνο, την αγάπη που θα μας προσφέρει ικανοποίηση και βαθιά χαρά, 
μόνο ένας τρόπος υπάρχει για να το πετύχουμε.

Οι αλλαγές πρέπει να γίνουν μέσα μας, όχι έξω μας. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος.

Leo Buscaglia  από το ”Γεννημένοι να αγαπάμε”
 

Vlad Artazov



Ίσως το διαφορετικό είναι ότι μεγαλώσαμε όλοι μέσα σε θερμοκήπια.

Μας προστάτεψαν από τη ζωή. Δεν μας άφησαν να δούμε τί είναι η ζωή -σαν η ζωή να ήταν κάτι άσχημο κι επικίνδυνο κι έπρεπε να μεγαλώσουμε σε σκεπαστούς κήπους γεμάτους λουλούδια και θαύματα. Μόνο στην εφηβεία ανοίγουμε την πόρτα με ανυπομονησία και διαπιστώνουμε ότι δεν είμαστε εξοπλισμένοι για να επιζήσουμε στην πραγματικότητα.

Δεν αντέχουμε τον πόνο, γι’ αυτό καταπίνουμε χάπια, ναρκωτικά, γινόμαστε αναίσθητοι, μεθάμε. Φοβόμαστε να ζήσουμε κι ακόμη πιο πολύ φοβόμαστε να πεθάνουμε. Κατηγορούμε το παρελθόν, λατρεύουμε να κατηγορούμε το παρελθόν, κι όλο τον κόσμο της εποχής εκείνης, αλλά νιώθουμε ανίκανοι να κάνουμε κάτι για το παρόν ή το μέλλον. Βλέπουμε τους άλλους με καχυποψία κι ακόμη πιο πολύ τον εαυτό μας.

Έχουμε ξεχάσει πώς να ακούμε τις φωνές μας. Δεν συντονιζόμαστε με αυτό που έρχεται από εμάς. Χάνουμε το παρόν, το αφήνουμε να μας ξεφεύγει. Δεν ξέρουμε ότι δική μας είναι η εκλογή, ότι μπορούμε να εκλέξουμε τη χαρά. Μας λείπουν οι στόχοι και δεν καταλαβαίνουμε γιατί ζούμε. Ποτέ δε ρωτάμε τον εαυτό μας: ¨Τί κάνω εδώ τώρα¨;

Ο ρόλος σου στον κόσμο είναι απλώς να πιάνεις τόπο;


Leo Buscaglia  από το ”Να ζεις, ν αγαπάς και να μαθαίνεις”





Leo Buscaglia..   o "δάσκαλος της αγάπης" όπως τον αποκαλούσαν πειραχτικά. 

"Συνήθως μου ζητούν να καμουφλάρω κάπως το θέμα ή τουλάχιστον να προσθέσω και κάτι άλλο.  Ας πούμε  η αγάπη, κόμμα, σαν αναμορφωτής της συμπεριφοράς.  Έτσι ακούγεται πολύ επιστημονικό και δεν τρομάζει κανέναν.  Το ίδιο γίνεται και στο Πανεπιστήμιο, όταν πηγαίνω για το μάθημά μου περί αγάπης, οι διάφοροι συνάδελφοι χασκογελάνε και με σκουντάνε πονηρά, καθώς περπατάω στους διαδρόμους και ρωτάνε: "Τι γίνεται, έχει κανα εργαστήριο το Σάββατο;"  τους βεβαιώνω πως δεν κάνω εργαστήρια. 
Θα θελα να σας πω για το ξεκίνημα αυτής της ιδέας [...]  Μόλις ειχα παρατήσει τη δουλειά μου σαν Διευθυντής Ειδικής Εκπαίδευσης κρίνοντας πως δεν κάνω για διοικητικός, πως ήμουνα δάσκαλος και ήθελα να ξαναγυρίσω στην τάξη . Κάθισα, κι ο πρύτανης μου είπε: "Μπουσκάλια, τι θα θελες να κάνεις σε πέντε χρόνια; " Του απάντησα αμέσως και χωρίς δισταγμό "Να διδάσκω σε μια τάξη το μάθημα της αγάπης" . Έγινε μια σιωπή, μια παύση. Μετά ο πρύτανης έβηξε λίγο και μου είπε: ¨Και τι άλλο;" 
Δυο χρόνια αργότερα δίδασκα πραγματικά μια τέτοια τάξη. Στην αρχή είχα είκοσι μαθητές. Τώρα έχω διακόσιους, κι α΄λλοι εξακόσιοι είναι γραμμένοι στη λίστα αναμονής
[..]
όμως ποτέ δεν έχω συναντήσει ένα μάθημα που να ξεκινά απ το δημοτικό και να φτάνει ως το Πανεπιστήμιο με κεντρικό θέμα π.χ. το "ποιος είμαι" ή "ποια είναι η ευθύνη μου απέναντι στον άνθρωπο" ή , αν θέλετε "Αγάπη" .  Απ όσο ξέρω είμαι ο μοναδικός καθηγητής που είναι αρκετά τρελός ώστε να το διδάσκει .. 




Leo Buscaglia (1924-1998)
 

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014

Μια επικίνδυνη Μέθοδος ''A Dangerous Method''



''Αυτό που δεν πρόκειται ποτέ ν αποδεχθεί (ο Φρόιντ) 
είναι ότι αυτά που καταλάβαμε δε μας οδήγησαν πουθενά . 
Πρέπει να προχωρήσουμε σε ανεξερεύνητο έδαφος . Πρέπει να πάμε πίσω, στις πηγές των όσων πιστεύουμε . 
Δε θέλω απλώς ν ανοίξω την πόρτα και να δείξω στον ασθενή την αρρώστια του , ενώ κάθεται κουλουριασμένος σα ζώο. 
Θέλω να βρω έναν τρόπο να βοηθήσω τον ασθενή ν ανακαλύψει τον εαυτό του .
Να τον στείλω σ΄ένα ταξίδι, στο τέλος του οποίου να τον περιμένει το άτομο 
που ήθελε πάντα να είναι ..''


Σαγηνευμένος από την πρόκληση μιας δύσκολης περίπτωσης, ο ανήσυχος Δρ. Καρλ Γιουνγκ
αναλαμβάνει ως ασθενή του την ανισόρροπη, αλλά γοητευτική Σαμπίνα Σπιλράιν. Το "όπλο" του Γιουνγκ είναι η μέθοδος του δασκάλου του, του πασίγνωστου Σίγκμουντ Φρόιντ. Και οι δύο άντρες μαγεύονται από την Σαμπίνα. Στην "παρέα" προστίθεται και ο Ότο Γκρος, ένας ασθενής που είναι αποφασισμένος να ξεπεράσει κάθε όριο.Ο Γιουνγκ παραδίνεται στον πόθο για την ασθενή του και μια παθιασμένη σχέση ξεκινά. Η Σαμπίνα γίνεται ο καταλύτης στις εμπνευσμένες θεωρίες του. Παράλληλα, ο Φρόιντ προχωρά ένα βήμα παραπέρα, εισχωρώντας ακόμα βαθύτερα στο μυαλό της νεαρής γυναίκας.

Σκηνοθέτης:  David Cronenberg
Χώρα προέλευσης: Αγγλία, Γερμανία, Ελβετία, Καναδάς
Έτος: 2011

Ηθοποιοί: 
Viggo Mortensen, Keira Knightley, Michael Fassbender, Vincent Cassel, Sarah Gadon

Σενάριο:  Christopher Hampton, John Kerr









«Η αυγή του 20ου αιώνα ήταν μια πολύ παράξενη εποχή» πιστεύει ο Ντέιβιντ Κρόνενμπεργκ. 
«Ο κόσμος θεωρούσε ότι η πολιτισμική έκρηξη που είχε ξεσπάσει άλλαζε τα πράγματα και οι κοινωνίες όδευαν προς το καλύτερο, ότι ο άνθρωπος επιτέλους ήταν το ζώο που μεταμορφωνόταν σιγά-σιγά σε άγγελο. Όμως την ίδια εποχή, ο Ζίγκμουντ Φρόιντ με την θεωρία της ψυχανάλυσης κατέρριψε όλες αυτές τις υποθέσεις μιλώντας πρώτος για το υποσυνείδητο και τα όσα κρύβονται εκεί. O A’ Παγκόσμιος Πόλεμος δεν άργησε να έρθει και ο κόσμος προσγειώθηκε ξανά στην πραγματικότητα…»

Τα επικίνδυνα χωράφια της ανθρώπινης ψυχής ,όπου δύσκολα μπορείς να καταλάβεις τι συμβαίνει, είναι άλλωστε η αρένα της «Επικίνδυνης μεθόδου» («A dangerous method»), τελευταίας ταινίας του Ντέιβιντ Κρονενμπεργκ. Το φιλμ του 68χρονου καναδού σκηνοθέτη που προβάλλεται εντός συναγωνισμού στο φεστιβάλ της Βενετίας μας μεταφέρει στις αρχές του 20ού αιώνα και με αφετηρία την κλινική Burgholzi της Ζυρίχης εξετάζει την σχέση που αναπτύχθηκε ανάμεσα στον 29χρονο ,τότε, ψυχίατρο Καρλ Γιουνγκ (Μάικλ Φασμπέντερ) με την 18χρονη ασθενή του Σαμπίνα Σπίλρεϊν (Κίρα Νάιτλι) στην οποία δοκιμάζει τις μεθόδους της ψυχανάλυσης επηρεασμένος από τις θεωρίες του ειδώλου του, του Ζίγκμουντ Φρόιντ (Βίγκο Μόρτενσεν).

Όμως ο Γιούνγκ ήταν ένας άνθρωπος όπως όλοι μας με αποτέλεσμα να επιτρέψει στον εαυτό του να παραβεί τον κανόνα που απαγορεύει σε έναν γιατρό να εμπλακεί συναισθηματικά, πόσο μάλλον ερωτικά με τον ασθενή. Η σεξουαλική σχέση του Γιουνγκ με την Σπίλρεϊν, η οποία εξελίχθηκε η ίδια σε ψυχίατρο, είναι ο πυρήνας της ταινίας που εξετάζει τις ανασφάλειες, τις αντίθετες απόψεις και τον παιδικό τελικά χαρακτήρα των ψυχαναλυτών που ενδεχομένως να έχουν παρόμοια προβλήματα με τους ίδιους τους ασθενείς τους!

«Η μεγαλύτερη δυσκολία σε μια ταινία εποχής είναι να καταλάβεις τους ανθρώπους στους οποίους αναφέρεσαι» είπε ο Κρόνενμπεργκ. «Νομίζω ότι με την ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας, το μυαλό του σύγχρονου ανθρώπου έχει αλλάξει ριζικά. Θα ήταν πάρα πολύ δύσκολο, σήμερα, να γυρίσεις σωστά μια ταινία για τον Μέγα Αλέξανδρο, για τον απλούστατο λόγο ότι ο σύγχρονος κόσμος θα πρέπει πια να εκλαμβάνει τους αρχαίους ως μια κοινωνία εξωγήινων».

Γι’ αυτό άλλωστε όλοι στο πάνελ της ταινίας μίλησαν για την εξαιρετική συνδρομή του (απόντος από την Βενετία) θεατρικού συγγραφέα Κρίστοφερ Χάμπτον που στηρίχθηκε στην αλληλογραφία των Φρόιντ - Γιουνγκ για το θέμα της Σπίλρεϊν. Από αυτήν την αλληλογραφία άλλωστε άρχισε η σχέση τους η οποία ,ωστόσο, δεν είχε καλή συνέχεια διότι για διαφόρους λόγους ο μάθητής εν τέλει ψυχράνθηκε με τον δάσκαλο.


[πηγή : http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=417595]



(Κ. Γιουνγκ και Σαμπίνα Σπιλράιν ) 

 -Εξήγησέ μου αυτή την αναλογία που κάνεις ανάμεσα στο ένστικτο του sex και στο ένστικτο του θανάτου. 
- Ο καθηγητής Φρόιντ ισχυρίζεται ότι η σεξουαλική ορμή … προκύπτει από μια απλή προτροπή προς την τέρψη. Αν έχει δίκιο, το ερώτημα είναι γιατί αυτή η ορμή … τόσο συχνά καταπιέζεται; 
- Είχες μια θεωρία που αφορούσε την ώθηση προς την καταστροφή … και την αυτοκαταστροφή, που σε κάνει να χάνεσαι. 
- Λοιπόν, ας υποθέσουμε ότι θεωρούμε τη σεξουαλικότητα … ως συγχώνευση, του να χάνεσαι, όπως λες … αλλά του να χάνεσαι μέσα στον άλλον … με άλλα λόγια να καταστρέφεις τη δική του ατομικότητα. Το «εγώ», σε αυτοάμυνα, δεν θα αντισταθεί αυτόματα σ’ αυτή την ώθηση; 
- Εννοείς για ιδιοτελείς όχι για κοινωνικούς λόγους; 
- Ναι. Λέγω ότι ίσως η αληθινή σεξουαλικότητα … απαιτεί την καταστροφή του εγώ. 
- Με άλλα λόγια, το αντίθετο από ότι προτείνει ο Φρόιντ. 

[...]

( Σίγκμουντ Φρόιντ και Σαμπίνα Σπιλράιν ) 

- Ξέρεις η διατριβή σου … οδήγησε σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες συζητήσεις … που είχαμε ποτέ στην Ψυχαναλυτική Κοινότητα. Πιστεύεις πραγματικά ότι η σεξουαλική ορμή … είναι μια δαιμονική και καταστρεπτική δύναμη; 
- Ναι, το ίδιο όπως και μια δημιουργική δύναμη, με την έννοια ότι μπορεί να … παραχθεί, από την καταστροφή δύο ατομικοτήτων, ένα νέο ον. Όμως, το άτομο πρέπει πάντα να ξεπερνάει την αντίσταση εξαιτίας … της αυτό-εκμηδενιζόμενης φύσης της σεξουαλικής πράξης. 
- Πάλεψα εναντίον αυτής της ιδέας για κάποιο χρονικό διάστημα, αλλά υποθέτω … ότι πρέπει να υπάρχει κάποιο είδος άρρηκτης σχέσης μεταξύ sex και θανάτου..''


                ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~   ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~   ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~   ~ ~ ~ ~ ~ ~ ~



Η Σαμπίνα Σπιλράιν ήταν μια από τις πρώτες γυναίκες ψυχαναλύτριες, μια πρωτοπόρος στο χώρο της παιδοψυχολογίας. Παρά ταύτα, σπάνια αναφέρεται στην Ιστορία της ψυχανάλυσης, παρά το γεγονός πως το 1912 παρουσίασε στην Ψυχαναλυτική Κοινωνία τη θεωρία της πως η σεξουαλική ορμή περιέχει το ένστικτο της καταστροφής, αλλά και το ένστικτο της μεταμόρφωσης. Στην παρουσίαση αυτή, υπάρχουν αρκετά στοιχεία που αποδεικνύουν πως η Σαμπίνα επηρέασε το έργο του Γιουνγκ και του Φρόιντ – από τις ιδέες του Γιουνγκ για τα αρχέτυπα του θηλυκού στους άντρες και του αρσενικού στις γυναίκες (μεταμόρφωση), μέχρι τη θεωρία του Φρόιντ για το ένστικτο του σεξ και το ένστικτο του θανάτου.

Ο Φρόιντ αναγνώρισε αργότερα, σε ένα από τα βιβλία του, το ότι η Σαμπίνα τον οδήγησε στο μονοπάτι της σκέψης. Ο Γιουνγκ, ίσως λόγω της φύσης της σχέσης τους, δεν παραδέχθηκε ποτέ δημοσίως πως οι ιδέες της επηρέασαν τη σκέψη του. Μόνο όταν ανακαλύφθηκε το ιατρικό ιστορικό της Σαμπίνα, τα προσωπικά της ημερολόγια και η αλληλογραφία της με τον Γιουνγκ και τον Φρόιντ, τα οποία έχουν πλέον εκδοθεί, ήταν πλέον φανερό πως ενέπνευσε τις ιδέες και των δύο αντρών.