Πέμπτη 13 Μαρτίου 2014

Όταν έκλαψε ο Νίτσε







Το βιβλίο «Όταν έκλαψε ο Νίτσε» γράφτηκε από τον ψυχίατρο Irvin D. Yalom και εκδόθηκε το 1992. Στην Ελλάδα έγινε γνωστό σχεδόν μια δεκαετία αργότερα. Εντάσσεται και τούτο το έργο, όπως και μια σειρά άλλων ευπώλητων βιβλίων, στην προσπάθεια του κινηματογράφου να τα μετασχηματίσει και να τα παρουσιάσει στο ευρύ κοινό, αναπληρώνοντας παράλληλα και την έλλειψη σεναρίων.

Ο Yalom, λοιπόν, ως διάσημος ψυχίατρος, επιχειρεί να προσεγγίσει και να διαφωτίσει τη σχέση της ψυχοθεραπείας με την υπαρξιακή φιλοσοφία. Μας μεταφέρει στη Βιέννη του 19ου αιώνα, στη μητρόπολη των διανοητικών ζυμώσεων. Ο εύπορος γιατρός Γιόζεφ Μπρόιερ, δέχεται μια επιστολή, όπου μια γυναίκα γράφει σε έντονο ύφος ότι πρέπει να τη βοηθήσει. Αφού συναντώνται, η θυελλώδης γυναίκα, ονόματι Λου Σαλομέ, του ζητά να γιατρέψει έναν φίλο της, καθηγητή φιλοσοφίας, από την κατάθλιψη και από την τάση να αυτοκτονήσει. Μόνο που ο ασθενών δεν θα πρέπει να γνωρίζει περί τίνος πρόκειται, αλλά να θεωρεί πως ακολουθεί αγωγή για άλλους λόγους, όπως για τις ημικρανίες του. Ο Μπρόιερ δέχεται να αναλάβει τον «περίεργο» ασθενή. Μετά από λίγο καιρό, δέχεται στο γραφείο του έναν άνθρωπο που σίγουρα δεν δείχνει με τίποτα ότι είναι το σπουδαίο πνεύμα που περιέγραψε η Σαλομέ. Και το όνομά του, «Νίτσε», δεν το έχει ξανακούσει. Όμως, από την πρώτη συνάντηση, ο γιατρός υποτάσσεται στο πνεύμα του φιλοσόφου. Μετά τα πρώτα ραντεβού, κάθε βράδυ που γυρνάει στο σπίτι, αφού τρώει με την οικογένειά του, συζητά με τον νεαρό μαθητευόμενό του, Ζίγκμουντ Φρόυντ, την ιδιάζουσα περίπτωση του ασθενούς. Ο Μπρόιερ ζητά από τον Νίτσε να κάνουν μια ανταλλαγή: ο γιατρός θα κουράρει το σώμα του φιλοσόφου και ο φιλόσοφος θα ελευθερώσει το μυαλό του γιατρού από τις αλλότριες σκέψεις. Η δυνατή καθημερινή επαφή θα τους οδηγήσει σε μια ανυπέρβλητης αξίας συζήτηση, για το σώμα, το πνεύμα, την ψυχή του ανθρώπου.





Όταν έπεσε στα χέρια μου η ταινία, ήμουν γεμάτος ενδοιασμούς. Είναι πολύ δύσκολο να περάσεις φιλοσοφικά ζητήματα σε μια ταινία, πολλώ δε μάλλον, όταν έχουμε συνηθίσει στις γρήγορες εξελίξεις, στις ανατροπές, στη δράση. Ο θεατής δεν έχει εύκολα την υπομονή, ούτε και τη διάθεση, να παρακολουθήσει υποθέσεις φιλοσοφικής υφής στην οθόνη. Αντιθέτως, προτιμά μια εύπεπτη ταινία για να ξεκουράσει το μυαλό από την καθημερινότητα.


Στη συγκεκριμένη ταινία γεγονός είναι πως η παρακολούθησή της κουράζει σε ορισμένα σημεία, μολονότι αποτελεί μια πιστή και προσεγμένη μεταφορά βιβλίου. Η εξέλιξη ουσιαστικά είναι μηδαμινή, αφού πρωταρχικό ρόλο παίζουν οι διάλογοι και η εμβάθυνση στην ανθρώπινη προσωπικότητα. Το καλύτερο μέρος της ταινίας είναι η εξαιρετική ερμηνεία του Αρμάντ Ασάντε στο ρόλο του Νίτσε, μια ερμηνεία πολύ δουλεμένη, με σημεία που κόβουν την ανάσα και με απόλυτη εκφραστικότητα στο πρόσωπό του. Η κάμερα ακολουθεί κατά διαστήματα τις ονειρικές περιπέτειες του νου, χωρίς όμως, να κουράζεται ο θεατής από αυτά τα διαλείμματα. Η διαφορά της ταινίας με το βιβλίο είναι, πως, ενώ και στα δύο ο Νίτσε περνάει σε δεύτερο ρόλο, στο βιβλίο ο δεύτερος ρόλος συχνά γίνεται πιο δυνατός από τον πρώτο, ενώ στην ταινία ο δεύτερος ρόλος παραμένει δεύτερος.

Γενικότερα, πρόκειται για μια ταινία που σε κανένα βαθμό δεν μπορεί να φτάσει το επίπεδο του βιβλίου, παρόλο που δεν είναι κακή ως ταινία. Άλλωστε η φιλοσοφία δεν εικονίζεται, διαβάζεται.


Στέφανος Ξένος

[από http://www.diavasame.gr/page.aspx?itemID=SPG1377]








"Δεν διδάσκω Γιόζεφ, ότι ο άνθρωπος οφείλει ν'αντέχει το θάνατο ή να "συμβιβάζεται" μαζί του. Ακολουθώντας αυτή την κατεύθυνση προδίδεις τη ζωή σου! Το μάθημα που σου διδάσκω είναι: Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!"

"Να πεθαίνεις τη σωστή στιγμή!" 

Η φράση αυτή προκάλεσε ένα σοκ στο Μπρόιερ.Η ευχάριστη απογευματινή βόλτα είχε αποκτήσει θανάσιμη σοβαρότητα.
"Να πεθαίνεις την κατάλληλη στιγμή; Τι εννοείς; Σε παρακαλώ, Φρήντριχ, δεν το αντέχω, σ' το 'χω πει πολλές φορές, να μου λες κάτι τόσο σημαντικό με τόσο αινιγματικό τρόπο. Γιατί το κάνεις αυτό;"

"Θέτεις δυο ερωτήματα. Σε ποιό από τα δυο να απαντήσω;"

"Σήμερα, πες μου για το να πεθαίνει κανείς τη σωστή στιγμή"

"Ζήσε όταν ζεις! Ο θάνατος χάνει τη φρίκη του αν κάποιος πεθάνει έχοντας εξαντλήσει τη ζωή του! Αν ο άνθρωπος δε ζει στη σωστή στιγμή, τότε δεν μπορεί ποτέ να πεθάνει τη σωστή στιγμή"

"Και τι σημαίνει αυτό;" ξαναρώτησε ο Μπρόιερ, νιώθοντας ακόμη πιο μπερδεμένος.

"Ρώτησε τον εαυτό σου, Γιόζεφ: έχεις εξαντλήσει τη ζωή σου;"

"Απαντάς στην ερώτηση με ερώτηση.Φρήντριχ!"

"Κάνεις ερωτήσεις που γνωρίζεις την απάντησή τους" αντέκρουσε ο Νίτσε.

"Αν γνώριζα την απάντηση, γιατί να ρωτήσω;"

"Για ν'αποφύγεις να μάθεις τη δική σου απάντηση!"

                                                                   ................................................................

"Γιόζεφ, προσπάθησε να καθαρίσεις το μυαλό σου.Φαντάσου το ακόλουθο διανοητικό πείραμα! Τι θα συνέβαινε αν κάποιος δαίμονας σου έλεγε οτι αυτή τη ζωή -όπως τη ζεις τώρα και όπως την έχεις ζήσει στο παρελθόν- πρέπει να τη ζήσεις ξανά, αμέτρητες φορές; Και χωρίς να συμβαίνει τίποτα καινούριο;
"Όπου κάθε πόνος και κάθε χαρά κι ό,τι ήταν άφατα μικρό ή μεγάλο στη ζωή σου θα επιστρέφει σε σένα, όλα στην ίδια διαδοχή και ακολουθία -ακόμα κι αυτός ο άνεμος και τα δέντρα κι αυτά τα γλιστερά βράχια, ακόμα και το νεκροταφείο κι ο τρόμος, ακόμα κι αυτή η γλυκιά στιγμή κι εσύ κι εγώ, πιασμένοι απ' το μπράτσο, μουρμουρίζοντας αυτά τα λόγια;"

Καθώς ο Μπρόιερ έμεινε σιωπηλός, ο Νίτσε συνέχισε: "Φαντάσου την αιώνια κλεψύδρα της ύπαρξης ν'αναποδογυρίζει ξανά και ξανά και ξανά. Και κάθε φορά, αναποδογυρίζουμε κι εσύ κι εγώ, απλοί κόκκοι στη διαδικασία".

Ο Μπρόιερ έκανε μια προσπάθεια να τον καταλάβει."Αυτή η -η- η φαντασίωση, πώς-;"

"Είναι κάτι παραπάνω από φαντασίωση" επέμεινε ο Νίτσε, "είναι κάτι παραπάνω από ένα νοητικό πείραμα. Άκου μόνο τα λόγια μου! Άσε απ' έξω όλα τ' άλλα! Σκέψου την αιωνιότητα. Δες πίσω σου -φαντάσου- να κοιτάζεις ατέλειωτα πίσω στο παρελθόν.
Ο χρόνος εξαπλώνεται προς τα πίσω για όλη την αιωνιότητα. Και, αν ο χρόνος εξαπλώνεται συνεχώς προς τα πίσω, οτιδήποτε θα μπορούσε να συμβεί δεν έχει ήδη συμβεί;
Οτιδήποτε γίνεται τώρα δεν θα έχει γίνει έτσι παλιά; Οτιδήποτε περπατάει εδώ δεν έχει περπατήσει το ίδιο μονοπάτι στο παρελθόν;".


[Ένα απόσπασμα-διάλογος μεταξύ του Νίτσε και του καθηγητή Μπρόιερ από το βιβλίο:"Οταν έκλαψε ο Νίτσε" του Ίρβιν Γιάλομ]


Δευτέρα 3 Μαρτίου 2014

Κάθε “εγώ είμαι…” είναι ένα εμπόδιο για να ωριμάσουμε.





Ποιοι είστε; Πως θα περιγράφατε τον εαυτό σας; 

Για ν’ απαντήσετε σ’ αυτά τα δύο ερωτήματα, το πιο πιθανό είναι να αναφερθείτε στην προσωπική σας ιστορία, σ’ ένα παρελθόν που έχετε ζήσει, με το οποίο όμως είστε αναμφίβολα δεμένοι και από το οποίο θεωρείτε δύσκολο να ξεφύγετε. Ποιες είναι οι αυτοπεριγραφές σας; Μήπως αυτές οι μικρές ξεκάθαρες ετικέτες που συσσωρεύσατε μια ολόκληρη ζωή; Έχετε ένα συρτάρι γεμάτο από αυτοχαρακτηρισμούς που το χρησιμοποιείτε τακτικά; Μπορεί να συμπεριλαμβάνει καρτέλες, όπως είμαι νευρικός, είμαι ντροπαλός, είμαι βαρετός, δεν ξέρω από μουσική, είμαι αδέξιος, ξεχνώ εύκολα κι ένα σωρό άλλα επιπρόσθετα “είμαι” που αδιάκοπα χρησιμοποιείτε. Ίσως να έχετε και πολλά θετικά “είμαι”, όπως”: είμαι αξιαγάπητος, είμαι καλός στο σκάκι, είμαι γλυκός.


Οι αυτοπεριγραφές δεν είναι από μόνες τους λαθεμένες, μπορεί όμως να χρησιμοποιηθούν με επιζήμιο τρόπο. Το να βάζουμε ετικέτες μπορεί να είναι κάτι ιδιαίτερα καταστροφικό για την ωρίμανση. Είναι εύκολο να χρησιμοποιούμε ετικέτες ως δικαιολογία για να παραμείνουμε ίδιοι. 


Ο Σοέρεν Κίρκεγκωρ έγραφε: “Από τη στιγμή που με χαρακτηρίζετε με κάνετε αρνητικό”.
Όταν το άτομο πρέπει να ζήσει σύμφωνα με ετικέτες, ο εαυτός του παύει να υπάρχει. Το ίδιο ισχύει και για τις ετικέτες που κολλάμε εμείς οι ίδιοι στον εαυτό μας. Αρνιέστε τον εαυτό σας όταν τον ταυτίζετε με ταμπέλες, αντί να τον συγκρίνετε με τη δυνατότητά σας για ωρίμανση.
Όλοι οι αυτοχαρακτηρισμοί ξεκινούν από το ιστορικό του ατόμου. Αλλά το παρελθόν, όπως λέει ο Καρλ Σάντμπουργκ στο “Λιβάδι”, “είναι ένας κάδος από στάχτες”. 


Ελέξτε τον εαυτό σας ως ποιο βαθμό είστε δεμένοι με το παρελθόν.
 Όλα τα “είμαι” της αυτοήττας είναι αποτέλεσμα της χρήσης αυτών των νευρωτικών φράσεων: 
1. “Αυτός είμαι”. 2. “Πάντα ήμουν έτσι”. 3. “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς”. 4. “Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου”.
Αυτά είναι μόνο μερικά παραδείγματα. Είναι οι παράγοντες που σας εμποδίζουν να ωριμάσετε, ν’ αλλάξετε και να κάνετε τη ζωή σας (από τη στιγμή αυτή και μετά – όλη τη ζωή που έχετε μπροστά σας) νέα, γοητευτική και γεμάτη από την ικανοποίηση των τωρινών στιγμών.

Μερικοί άνθρωποι συνήθως χρησιμοποιούν και τις τέσσερις φράσεις μαζί, όταν τους φέρνεις αντιμέτωπους με τη συμπεριφορά τους. 

Ρωτήστε κάποιον γιατί εκνευρίζεται όταν προκύπτει θέμα ατυχημάτων κι είναι σχεδόν σίγουρο ότι θα σας απαντήσει: “Ω, έτσι είμαι εγώ. Πάντα ήμουν έτσι, γιατί αυτός είναι ο χαρακτήρας μου”. Με μια ανάσα όλες αυτές οι φράσεις μαζί! Κι η καθεμιά να χρησιμοποιείται ως μια εξήγηση σχετικά με το γιατί δεν θα γίνουν ποτέ διαφορετικοί και γιατί ούτε καν σκέφτονται ν’ αλλάξουν.

Τα “είμαι” σας που περιγράφουν αυτή την αυτοαπαγορευτική συμπεριφορά ξεκινούν από κάτι που διδαχθήκατε στο παρελθόν. Και κάθε φορά που χρησιμοποιείτε μία από τις τέσσερις παραπάνω φράσεις, στην πραγματικότητα λέτε: “Κι έχω σκοπό να εξακολουθήσω να είμαι αυτός που είμαι”.

Μπορείτε ν’ αρχίσετε να λύνετε τους κόμπους που σας συνδέουν με το παρελθόν και να διώξετε από μέσα σας τις άκαρπες αυτές φράσεις. που προφέρονται για να σας κρατούν έτσι όπως πάντα ήσασταν.

Κατάλογος χαρακτηριστικών “είμαι” που μπορούν να συμπεριληφθούν στην αυτοεικόνα σας:

Είμαι ντροπαλός. Είμαι τεμπέλης. Είμαι δειλός. Είμαι φοβισμένος. Είμαι αδέξιος. Είμαι αγχώδης. Είμαι ξεχασιάρης. Είμαι άσχετος από μηχανές. Είμαι απαίσιος μάγειρας. Είμαι φοβερά ανορθόγραφος. Είμαι απ’ αυτούς που κουράζονται εύκολα. Είμαι φιλάσθενος. Είμαι απ’ αυτούς που δεν κάνουν τίποτα σωστά. Είμαι επιρρεπής στα ατυχήματα. Είμαι χοντρός. Είμαι άμουσος. Είμαι άσχετος με τ’ αθλητικά. Είμαι βαριεστημένος. Είμαι πεισματάρης. Είμαι ανώριμος. Είμαι σχολαστικός. Είμαι απρόσεκτος. Είμαι άσχετος από μαθηματικά. Είμαι μοναχικός τύπος. Είμαι ψυχρός. Είμαι μνησίκακος. Είμαι βλοσυρός. Είμαι απαθής. Είμαι ανεύθυνος. Είμαι νευρικός. Είμαι τσαπατσούλης. Είμαι εχθρικός.

Πιθανόν είστε κάτι απ’ όλα αυτά, ή ίσως και να’ χετε φτιάξει ένα δικό σας κατάλογο. Η ουσία δεν είναι ποια ετικέτα διαλέγετε, αλλά ότι διαλέξατε να κολλήσετε πάνω σας μια ετικέτα. Αν είστε πραγματικά ικανοποιημένοι με κάποιο απ’ αυτά τα “είμαι”, τότε αφήστε το να υπάρχει, αλλά αν μπορείτε να παραδεχθείτε πως κάποιο απ’ αυτά ή τ’ άλλα “είμαι” σας ενοχλεί, είναι καιρός να κάνετε κάποιες αλλαγές. Αλλά ας αρχίσουμε με την κατανόηση αυτών των “είμαι”. Οι άνθρωποι αρέσκονται να σας χαρακτηρίζουν, να σας κατατάσσουν σε κάποιες μικρές κατηγορίες. Είναι ο ευκολότερος τρόπος. 


Ο Ντ. Χ. Λώρενς διαπίστωσε το ανόητο αυτής της διαδικασίας στο ποίημά του Ποιος είναι αυτός;

-Ποιος είναι αυτός; 

-Ένας άνθρωπος φυσικά. 
-Ναι, μα τι κάνει; 
-Ζει και είναι άνθρωπος. 
-Ναι, βέβαια! Μα θα πρέπει να εργάζεται. Κάτι θα πρέπει να κάνει. 
-Γιατί; 
-Επειδή φανερά ανήκει στις αργόσχολες τάξεις. 
-Δεν ξέρω. Έχει πολύ ελεύθερο χρόνο. Και φτιάχνει πολύ όμορφες καρέκλες.
 -Ε, να το λοιπόν. Είναι επιπλοποιός. 
-Όχι, όχι! -Ε, τότε θα είναι μαραγκός. 
-Καθόλου. 
-Μα, εσύ το είπες. 
-Τι είπα; 
-Ότι φτιάχνει καρέκλες και είναι μαραγκός. 
-Είπα ότι φτιάχνει καρέκλες, μα δεν είπα πως είναι μαραγκός. 
-Ωραία. Μήπως τότε είναι ερασιτέχνης; 
 -Ίσως! Αλλά θα’ λεγες το πουλί ή η τσίχλα είναι επαγγελματίας φλαουτίστας ή ερασιτέχνης; 
-Θα’ λεγα πως είναι μόνο ένα πουλί. 
-Κι εγώ είπα πως είναι μόνο άνθρωπος. 
-Εντάξει! Πάντα σ’ άρεσε να ‘σαι αινιγματικός.

    
Πώς ξεκίνησαν τα “είμαι”

Οι πρόγονοι των “είμαι” σας ανήκουν σε δύο κατηγορίες. Το πρώτο είδος αυτών των ετικετών προέρχεται από τους άλλους. Σας τις καρφιτσώνουν από παιδί και τις κουβαλάτε πάνω σας μέχρι σήμερα. Οι άλλες ετικέτες είναι αποτελεσμα της εκλογής που κάνατε για ν’ αποφύγετε δυσάρεστες ή δύσκολες αγγαρείες.

Η πρώτη κατηγορία είναι αυτή που ως τώρα κυριαρχεί. Η μικρή Χόουπ πηγαίνει στη Β’ τάξη. Της αρέσει πολύ το μάθημα της ζωγραφικής και ξεχνιέται σχεδιάζοντας και παίζοντας με τα χρώματα. Η δασκάλα της όμως της λέει ότι δεν είναι τόσο καλή κι αυτή αρχίζει ν’ απομακρύνεται από τη ζωγραφική επειδή δεν της αρέσει να την επιτιμούν. Εδώ και λίγο καιρό άρχισε ένα από τα “είμαι” της. “Είμαι ελάχιστα καλή στη ζωγραφική”. Η συμπεριφορά αποφυγής ενισχύει μέσα της αυτή την ιδέα κι όταν πια έχει μεγαλώσει, όποτε τη ρωτούν γιατί δεν ζωγραφίζει, απαντά: “Α, δεν είμαι καλή στη ζωγραφική. Πάντα έτσι ήμουν”. Τα περισσότερα “είμαι” είναι κατάλοιπα μιας εποχής, όταν ακούγατε φράσεις όπως: “Α, αυτός είναι αδέξιος. Ο αδελφός του είναι καλός στον αθλητισμό, μα σ’ αυτόν αρέσει η μελέτη”, “Είσαι σαν κι εμένα· κι εγώ δεν τα κατάφερνα καθόλου στην ορθογραφία”, “Ο Μπίλυ ήταν πάντα ο ντροπαλός της οικογένειας”, “Είναι σαν τον πατέρα της, δεν τα καταφέρνει σε τίποτε!” Όλα αυτά είναι τα “είμαι” μιας ολόκληρης ζωής, που ξεκινούν από την ώρα που γεννιόμαστε και που ποτέ δεν τα αμφισβητούμε. 

Απλώς τα αποδεχόμαστε ως έναν όρο ζωής.

Ανοίξτε κουβέντα με τους ανθρώπους που στη ζωή σας θεωρείτε τους πλέον υπεύθυνους για πολλά από τα “είμαι” σας (γονείς, παλιούς οικογενειακούς φίλους, πρώην δασκάλους σας, παππούδες κ.λ.π.). Ρωτήστε τους πως νομίζουν ότι γίνατε αυτό που είστε κι αν ήσασταν πάντα έτσι. Πείτε τους ότι είστε αποφασισμένοι ν’ αλλάξετε και δείτε να πιστεύουν ότι είστε ικανοί για κάτι τέτοιο. Θα εκπλαγείτε από την ερμηνεία τους κι από την αντίληψη που έχουν ότι δεν μπορείτε να είστε διαφορετικοί, αφού “Πάντα είσασταν έτσι”.

Η δεύτερη κατηγορία των “είμαι” ξεκινά από εκείνες τις βολικές ετικέτες που μάθατε να κολλάτε πάνω σας, με σκοπό να αποφύγετε δραστηριότητες που δεν σας αρέσουν. Δούλευα κάποτε μ’ έναν πελάτη 46 χρονών, που ήθελε πάρα πολύ να φοιτήσει σε κολέγιο, μια που έχασε αυτή την ευκαιρία εξαιτίας του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου· φοβόταν όμως ότι θ’ αντιμετώπιζε τον ανταγωνισμό των νεαρών σπουδαστών. Ο φόβος της αποτυχίας κι η αμφιβολία για τις διανοητικές του ικανότητες τον τρόμαζαν. Διάβαζε συνέχεια και με τη βοήθεια των συμβουλών μου αποφάσισε να συμμετάσχει στις εισαγωγικές εξετάσεις ενός τοπικού κοινοτικού κολεγίου. Εξασφάλισε ημέρα και ώρα συνέντευξης με την εξεταστική επιτροπή, αλλά εξακολουθούσε να χρησιμοποιεί τα “είμαι” του για να παρακάμψει την ουσιαστική διαδικασία. Δικαιολογούσε την αδράνειά του λέγοντας: “Είμαι πολύ γέρος, δεν είμαι αρκετά έξυπνος και άλλωστε δεν ενδιαφέρομαι πολύ”.

Ο άνθρωπος αυτός χρησιμοποιεί τα “είμαι” του για ν’ αποφύγει κάτι που θέλει τόσο πολύ. Ένας συνάδελφός μου τα χρησιμοποιεί για ν’ αποφύγει δραστηριότητες που δεν του αρέσουν. Αποφεύγει να επιδιορθώσει το κουδούνι της πόρτας ή το ραδιόφωνο, καθώς και οποιαδήποτε “αντρική” χειρωνακτική δουλειά που τη θεωρεί δυσάρεστη, υπενθυμίζοντας απλώς στη γυναίκα του: “Το ξέρεις, αγαπητή μου, ότι δεν τα καταφέρνω με τα μηχανήματα”. Αυτές οι μορφές των “είμαι” είναι συμπεριφορές προσαρμογής, αλλά είναι μαζί και παραπλανητικές δικαιολογίες. Αντί να πουν “Θεωρώ αυτή τη δουλειά βαρετή ή χωρίς ενδιαφέρον και προτιμώ να μην την κάνω τώρα” (πράγμα που θα ήταν απόλυτα λογικό και υγιές) θεωρούν πιο εύκολο να προτάξουν ένα “είμαι”.

Στις περιπτώσεις αυτές τα άτομα λένε κάτι για τον εαυτό τους. 

Δηλώνουν: “Είμαι ολοκληρωμένος σ’ αυτό τον τομέα και δεν πρόκειται να γίνω κάτι διαφορετικό”. Αν είστε ολοκληρωμένος, καθ’ όλα εντάξει κι έχετε βρει τη θέση σας, τότε έχετε σταματήσει να ωριμάζετε, κι ενώ μπορεί να θέλετε πάρα πολύ να μείνετε προσκολλημένος σε μερικά “είμαι”, μπορεί ν’ ανακαλύψετε ότι κάποια άλλα είναι απλούσταστα περιοριστικά και αυτοκαταστροφικά.

Παρακάτω υπάρχει ένας κατάλογος χαρακτηρισμών, κατάλοιπα του παρελθόντος. Αν κάποιος απ’ αυτούς ανήκει και σ’ εσάς, μπορεί να θέλετε να τον αλλάξετε. Έχετε υπόψη σας ότι εδώ δεν συζητάμε για πράγματα που απλώς δεν σας αρέσει να κάνετε, αλλά εξετάζουμε κάποια συμπεριφορά που σας κρατά μακριά από δραστηριότητες οι οποίες πιθανόν να σας πρόσφεραν μεγάλη χαρά κι απόλαυση.

Χαρακτηριστικές κατηγορίες “είμαι” και η νευρωτική υπόστασή τους

1. Είμαι κακός στα μαθηματικά, στην ορθογραφία, στις ξένες γλώσσες κ.τ.λ.

Αυτό το “είμαι” σας απαλλάσσει από την προσπάθεια ν’ αλλάξετε και να μάθετε κάτι που ανέκαθεν θεωρούσατε δύσκολο ή πληκτικό. Όσο χαρακτηρίζετε τον εαυτό σας ανίκανο, έχετε μια γερή δικαιολογία για ν’ αποφύγετε την αντιμετώπιση του θέματος.

2. Δεν είμαι καθόλου καλός σε δουλειές που απαιτούν δεξιότητα, όπως η μαγειρική, τα σπορ, το σχέδιο, η ηθοποιία κ.τ.λ.  

Αυτό το “είμαι” σας εξασφαλίζει από το να μην κάνετε τίποτα απ’ όλα αυτά στο μέλλον και δικαιολογεί οποιαδήποτε ανεπιτυχή εκτέλεσή τους στο παρελθόν. “Πάντα ήμουν έτσι· είναι απλούστατα στο χαρακτήρα μου”. Αυτή η στάση ενισχύει την αδράνειά σας και, ακόμη πιο σημαντικό, σας βοηθά να προσκολληθείτε στην ανόητη ιδέα ότι δεν θα πρέπει να κάνετε τίποτε αν δεν το κάνετε σωστά και καλά. Έτσι, αν δεν είστε παγκοσμιος πρωταθλητής, είναι καλύτερα ν’ αποφύγετε κάθε άθλημα.

3. Είμαι ντροπαλός, επιφυλακτικός, άστατος, νευρικός, φοβιτσιάρης κ.τ.λ. 

Εδώ βρισκόμαστε στη γέννηση αυτών των “είμαι”. Αντί να τα προκαλέσετε και μαζί μ’ αυτά την αυτοκαταστροφική σκέψη που τα ενισχύει, απλούστατα τ’ αποδέχεστε ως μια επικύρωση ότι ανέκαθεν ήσασταν έτσι. Επιπλέον μπορεί να κατηγορείτε τους γονείς σας και να τους χρησιμοποιείτε ως δικαιολογία για το τωρινό σας “είμαι”. Τους θεωρείτε υπαίτιους κι έτσι δεν χρειάζεται να εργαστείτε για να γίνετε διαφορετικοί. Διαλέγετε αυτή τη συμπεριφορά ως έναν τρόπο για ν’ αποφύγετε την επικύρωση καταστάσεων που πάντα σας ήταν ενοχλητικές. Αυτό το “είμαι” είναι κατάλοιπο της παιδικής σας ηλικίας, όταν οι άλλοι είχαν συμφέρον να σας κάνουν να πιστέψετε ότι είστε ανίκανοι να σκεφτείτε για τον εαυτό σας. Απλώς ορίζετε την προσωπικότητά σας μ’ ένα βολικό “είμαι” και μπορείτε πια να δικαιολογήσετε όλων των ειδών τις αυτοστερητικές συμπεριφορές ως κάτι έξω από τον έλεγχό σας. Απαρνιέστε την ιδέα ότι εσείς μπορείτε να διαλέξετε την προσωπικότητά σας κι αντίθετα στηρίζεστε στις από καταβολής κακοτυχίες για να εξηγήσετε όλα τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς σας που θα θέλατε ν’ απορρίψετε.

4. Είμαι αδέξιος, ασυντόνιστος κ.τ.λ

Αυτά τα “είμαι” που μάθατε ως παιδί σας βοηθούν ν’ αποφύγετε τη γελοιοποίηση που πιθανόν να συναντήσετε, επειδή δεν είστε σωματικά εκπαιδευμένος όπως οι άλλοι. Φυσικά, η έλλειψη ευστροφίας και ικανότητας ξεκινά μάλλον από το γεγονός ότι πιστέψατε σ’ αυτά τα “είμαι” και έτσι αποφύγατε τη σωματική άσκηση, παρά από κάποιο κληρονομικό μειονέκτημα.

Γινόμαστε καλοί σε ό,τι εξασκούμαστε κι όχι σ’ ό,τι αποφεύγουμε.Κρατάτε το “είμαι” σας και στέκεστε παράμερα κοιτάζοντας κι επιθυμώντας, υποκρινόμενοι ότι πραγματικά δεν σας αρέσουν αυτά τα πράγματα.

5. Δεν είμαι ελκυστικός, είμαι άσχημος, πολύ ψηλός, πολύ κοντός κ.τ.λ

Αυτά τα σωματικά “είμαι” σας βοηθούν να κρατηθείτε και να δικαιολογήσετε την κακή αυτοεικόνα σας καθώς και την έλλειψη αγάπης. Όσο θα χαρακτηρίζετε τον εαυτό σας κατ’ αυτό τον τρόπο θα’ χετε μια προκατασκευασμένη δικαιολογία ώστε να μην εκτεθείτε σε μια ερωτική σχέση· ούτε θα χρειαστεί να προσπαθήσετε να γίνετε γοητευτικοί, ακόμη και απέναντι στον ίδιο τον εαυτό σας. Χρησιμοποιείτε τον καθρέφτη σας ως δικαιολογία για το ότι δεν διακινδυνεύετε. Εντούτοις υπάρχει ένα πρόβλημα εδώ: βλέπουμε ακριβώς αυτό που διαλέγουμε να δούμε – ακόμη και μέσα στον καθρέφτη.

6. Είμαι ανοργάνωτος, σχολαστικός, τσαπατσούλης κ.τ.λ

Αυτά τα “είμαι” συμπεριφοράς σας δίνουν την ευκαιρία να εκμεταλλεύεστε τους άλλους και να δικαιολογείτε γιατί τα πράγματα πρέπει να γίνουν κατά έναν ορισμένο τρόπο. “Πάντα έτσι ενεργούσα”. Λες και η συνήθεια είναι μια δικαιολογία για να κάνουμε οτιδήποτε. Και το “Έτσι θα ενεργώ πάντα” είναι το μήνυμα που δεν διατυπώνεται. Στηριζόμενοι στον τρόπο που πάντα ενεργούσατε, δεν χρειάζεται καθόλου να ριψοκινδυνεύσετε για κάτι διαφορετικό και ταυτόχρονα σιγουρεύεστε ότι όλοι γύρω σας ενεργούν με τον ίδιο τρόπο. Αυτό είναι το “είμαι” που απαιτεί μια πολιτική ως υποκατάστατο σκέψης.

7. Είμαι ξεχασιάρης, αδιάφορος, ανεύθυνος, απαθής κ.τ.λ. 

Αυτές οι περιπτώσεις των “είμαι” σας είναι ιδιαίτερα ωφέλιμες όταν θέλετε να δικαιολογηθείτε για κάποια αναποτελεσματική συμπεριφορά. Το “είμαι” σας απαλλάσσει ακόμη κι από τον κόπο να αντιμετωπίσετε την αφηρημάδα ή την απροσεξία σας κι έτσι απλούστατα δικαιολογείτε τον εαυτό σας μ’ ένα εφησυχαστικό “Έτσι είμαι εγώ”. Όσο θα εκστομίζετε αυτό το “είμαι”, όταν συμπεριφέρεστε με οποιονδήποτε απ’ τους τρόπους που αναφέραμε πιο πάνω, δεν θα χρειαστεί ποτέ να προσπαθήσετε ν’ αλλάξετε. Θα είστε πάντα ξεχασιάρης και θα υπενθυμίζετε στον εαυτό σας ότι δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα γι’ αυτό, έτσι ώστε να μείνετε πάντα ξεχασιάρης.

8. Είμαι Ιταλός, Γερμανός, Εβραίος, Αφρικάνος, Κινέζος κ.τ.λ. 

Αυτά είναι τα εθνικά σας “είμαι” και λειτουργούν πάρα πολύ καλά όταν δεν βρίσκετε άλλους λόγους για να ερμηνεύσετε μερικές κακές συμπεριφορές σας, που είναι όμως πολύ δύσκολο να τις αντιμετωπίσετε. Κάθε φορά που συλλαμβάνετε τον εαυτό σας να συμπεριφέρεται με στερεότυπα που συνδέονται με την υποκουλτούρα σας, απλούστατα καταφεύγετε στο εθνικό σας “είμαι” για να δικαιολογηθείτε. Κάποτε ρώτησα ένα μαιτρ σε κάποιο εστιατόριο γιατί έδειχνε τόσο εκνευρισμένος κι αντιδρούσε στο παραμικρό πρόβλημα με ξεσπάσματα οργής. Μου απάντησε: “Τι περιμένετε από μένα; Είμαι Ιταλός, δεν μπορώ να συγκρατηθώ”.

9. Είμαι απότομος, αυταρχικός, πιεστικός κ.τ.λ

Εδώ το “είμαι” μάλλον σας βοηθά να διατηρήσετε την εχθρική σας διάθεση, παρά να προσπαθήσετε ν’ αναπτύξετε αυτοπειθαρχία. Επικαλύπτετε τη συμπεριφορά αυτή μ’ ένα “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς, έτσι ήμουν πάντα”.

10. Είμαι γέρος, μεσόκοπος, κουρασμένος κ.τ.λ

Μ’ αυτό το “είμαι” χρησιμοποιείτε την ηλικία σας ως δικαιολογία για να μη συμμετέχετε σε μια δραστηριότητα που μπορεί να είναι επικίνδυνη ή απειλητική. Κάθε φορά που βρίσκεστε αντιμέτωποι με δραστηριότητες όπως τα σπορ, ένα ταξίδι, ή κάτι παρόμοιο λέτε “Είμαι πολύ γέρος” και εκμηδενίζετε κάθε συνακόλουθο κίνδυνο, που συνδέεται με τη δοκιμή του καινούργιου που φέρνει ωρίμανση. Η σημασία αυτού του “είμαι ηλικίας” είναι ότι σας κατατάσσει στους ολοκληρωτικά ξοφλημένους στον τομέα αυτό και αφού ολοένα θα γερνάτε, θα έχετε αποκλειστεί από κάθε είδους ωρίμανση ή γνωριμία με το καινούργιο.

 

Ο κύκλος του “είμαι”

Τα ανταλλάγματα της προσκόλλησης στο παρελθόν προβάλλοντας τα “είμαι” σας μπορούν να συνοψιστούν σε μια μόνο λέξη: αποφυγή. Κάθε φορά που θέλετε ν’ αποφύγετε κάποια δραστηριότητα ή να συγκαλύψετε ένα μειονέκτημα της προσωπικότητάς σας, φέρνετε στην επιφάνεια κάποιο “είμαι”. Πράγματι, αφού χρησιμοποιήσετε κατά κόρον αυτές τις ετικέτες, αρχίζετε να τις πιστεύετε κι οι ίδιοι και σ’ εκείνη την τωρινή στιγμή είστε “ολοκληρωμένοι” κι έτσι πρόκειται να παραμείνετε στην υπόλοιπη ζωή σας. Οι ετικέτες σας βοηθούν ν’ αποφεύγετε τη δύσκολη προσπάθεια και τον κίνδυνο να επιχειρήσετε την αλλαγή. Διαιωνίζουν τη συμπεριφορά που τις δημιούργησε. Έτσι, αν ένας νεαρός πάει σ’ ένα πάρτι πιστεύοντας ότι είναι ντροπαλός, θα συμπεριφερθεί ντροπαλά κι αυτό θα στηρίξει ακόμη περισσότερο αυτή την αυτοεικόνα του. 

Πρόκειται για ένα φαύλο κύκλο.

Έτσι έχει το πράγμα. Αντί να παρέμβει ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 του κύκλου, απλούστατα δικαιολογεί τη συμπεριφορά του μ’ ένα “είμαι” και αποφεύγει επιδέξια να εκτεθεί στον κίνδυνο που είναι αναγκαίος για να βγει απ’ αυτή την παγίδα. Μπορεί να υπάρχουν πολλοί λόγοι που ο νεαρός είναι ντροπαλός και μερικοί απ’ αυτούς πιθανόν να ανάγονται στην παιδική ηλικία. Όποιοι κι αν είναι οι λόγοι του φόβου του, έχει αποφασίσει να μην προσπαθήσει να γίνει κοινωνικός, αλλά να εξηγεί αυτή την έλλειψη μ’ ένα “είμαι”. Ο φόβος της αποτυχίας είναι αρκετά ισχυρός, ώστε να τον εμποδίζει να προσπαθήσει. Ενώ αν πίστευε στην τωρινή στιγμή και στην ικανότητά του να επιλέγει, η φράση του θ’ άλλαζε και από “Είμαι δειλός” θα γινόταν “Μέχρι τώρα συμπεριφερόμουν με δειλία”.

Ο φαύλος κύκλος της δειλίας μπορεί κυριολεκτικά να εφρμοστεί σ’ όλα τα “είμαι” που είναι αυτομειωτικά. Ας εξετάσουμε τον κύκλο ενός σπουδαστή που πιστεύει ότι δεν είναι καλός στα μαθηματικά, ενόσω ασχολείται με τη λύση αλγεβρικών προβλημάτων.

Αντί να σταματήσει ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 και να θυσιάσει κι άλλο χρόνο στη λύση των προβλημάτων, να συμβουλευτεί κάποιον άλλο, να προσπαθήσει, απλούστατα σταματά. Όταν τον ρωτήσουν γιατί δεν πήρε καλό βαθμό στην άλγεβρα θα πει: “Πάντα ήμουν κακός στα μαθηματικά”. Αυτά τα φοβερά “είμαι” τα επικαλείστε για να δικαιολογήσετε τον εαυτό σας και να εξηγήσετε στους άλλους γιατί επιμένετε σ’ αυτό το πρότυπο της αυτοήττας.

Μπορείτε να εξετάσετε κι εσείς το δικό σας κύκλο νευρωτικής λογικής και ν’ αρχίσετε να προκαλείτε οποιαδήποτε πλευρά της ζωής σας, στην οποία έχετε επιλέξει να θεωρείτε τον εαυτό σας ολοκληρωμένο. Το σοβαρότερο τίμημα για το ότι μένετε προσκολλημένοι στο παρελθόν σας και στηρίζεστε στα “είμαι” σας είναι η αποφυγή οποιασδήποτε ευκαιρίας για αλλαγή. Κάθε φορά που χρησιμοποιείτε το “είμαι” για να εξηγήσετε μια συμπεριφορά που δεν σας αρέσει, φανταστείτε τον εαυτό σας ένα δέμα με όμορφο περιτύλιγμα και κορδελίτσες, που περιέχει κάποιο “φινιρισμένο” προϊόν.

Βέβαια είναι πιο έυκολο να περιγράψετε τον εαυτό σας παρά να τον αλλάξετε. Ίσως ν’ αποδίδετε τα αίτια των χαρακτηρισμών σας στους γονείς σας ή σε άλλους ενήλικους που άσκησαν επιρροή στην παιδική σας ηλικία (δάσκαλοι, γείτονες, παππούδες). Αποδίδοντας τους ευθύνες γι’ αυτό που είστε σήμερα, τους παραχωρείτε ένα βαθμό ελέγχου στη ζωή σας, εξυψώνοντάς τους σε ανώτερη θέση από σας και, έξυπνα, δημιουργείτε ένα άλλοθι για να παραμείνετε σ’ αυτή την άγονη κατάσταση. Πράγματι πρόκειται για ξεκάθαρα μικρό τίμημα, που σας εξασφαλίζει από το να εκτεθείτε σε κίνδυνο. Αν φταίει η “κουλτούρα” που αποκτήσατε αυτά τα “είμαι”, τότε εσείς δεν μπορείτε να κάνετε τίποτε.

Μερικές μέθοδοι για ν’ απαλλαγείτε από το παρελθόν και να εκμηδενίσετε τα ενοχλητικά “είμαι”

Το ν’ αφήσετε πίσω το παρελθόν σας σημαίνει να εκτεθείτε σε κινδύνους. Έχετε συνηθίσει στους αυτοορισμούς σας. Σε πολλές περιπτώσεις λειτουργούν ως σύστημα υποστήριξης της καθημερινής σας ζωής. Ωστόσο, ανάμεσα στις μεθόδους που θα σας βοηθήσουν να εκμηδενίσετε αυτά τα “είμαι” είναι και οι ακόλουθες:

-Εξαλείψτε το “είμαι” κάθε φορά που μπορείτε. Αντικαταστήστε το με φράσεις όπως: “Μέχρι σήμερα διάλεγα να είμαι έτσι” ή “Συνήθιζα να χαρακτηρίζω τον εαυτό μου…”.

- Ανακοινώστε στους πιο κοντινούς σας ανθρώπους ότι προτίθεστε να εξαλείψετε μερικά από τα “είμαι” σας. Αποφασίστε ποια είναι τα πιο σημαντικά και ζητήστε τους να σας το υπενθυμίζουν κάθε φορά που τα εκστομίζετε.

- Βάλτε στόχο να ενεργείτε διαφορετικά απ’ ότι μέχρι τώρα. Λόγου χάρη, αν θεωρείτε τον εαυτό σας ντροπαλό, συστηθείτε σ’ ένα πρόσωπο που άλλοτε θα το αποφεύγατε.

- Μιλήστε μ’ ένα πρόσωπο που του έχετε εμπιστοσύνη και που θα σας βοηθήσει να καταπολεμήσετε τις δυνάμεις του παρελθόντος. Ζητήστε του να σας κάνει ένα σιωπηλό νόημα κάθε φορά που παρατηρεί να ξαναγυρίζετε στο “είμαι”.

- Κρατάτε ημερολόγιο για τα αυτοκαταστροφικά “είμαι” και τις ανάλογες συμπεριφορές και καταγράφετε την πρακτική σας, καθώς και το πως νιώθετε ενώ συμπεριφέρεστε μ’ αυτό τον τρόπο. Για μια εβδομάδα καταγράψτε την ακριβή ώρα, ημερομηνία και περίσταση, κατά την οποία χρησιμοποιήσατε ένα από τα αυτοκαταστροφικά “είμαι” και προσπαθήστε να τα μειώσετε. Χρησιμοποιήστε τον κατάλογο που αναφέραμε πιο πάνω ως οδηγό για το ημερολόγιο που θα κρατήσετε.

- Προσέξτε τις τέσσερις νευρωτικές φράσεις και κάθε φορά που θα φτάνετε στο σημείο να τις χρησιμοποιήσετε διορθώστε τον εαυτό σας δυνατά με τον ακόλουθο τρόπο: 

μετατρέψτε το “Έτσι είμαι εγώ” σε “Έτσι ήμουν εγώ”.
 “Δεν μπορώ να κάνω αλλιώς” σε “Μπορώ να κάνω αλλιώς αν προσπαθήσω”. 
“Πάντα ήμουν έτσι” σε “Θα γίνω διαφορετικός”. 
“Αυτός είναι ο χαρακτήρας μου” σε “Έτσι πίστευα παλιά ότι ήταν ο χαρακτήρας μου”.

- Προσπαθήστε κάθε μέρα να εξαλείψετε ένα “είμαι”, έστω και μόνο γι’ αυτή τη μέρα. 

Αν χρησιμοποιείτε το “Είμαι ξεχασιάρης” για να χαρακτηρίσετε τον εαυτό σας, αφιερώστε τη Δευτέρα κάθε εβδομάδας στην προσπάθεια συνειδητοποίησης αυτής της τάσης και δείτε αν μπορείτε να διορθώσετε μια ή δυο συμπεριφορές που σας εμφανίζουν ως ξεχασιάρη. Το ίδιο μπορείτε να κάνετε αν δεν σας αρέσει το “Είμαι πεισματάρης” – αφιερώστε μια μέρα για να δείξετε ανεκτικότητα στις αντίθετες γνώμες και δείτε αν μπορείτε ν’ απαλλαγείτε απ’ αυτό το “είμαι” έστω και για μια μέρα.

- Μπορείτε να σπάσετε τον “κύκλο του είμαι” ανάμεσα στα σημεία 3 και 4 και ν’ αποφασίσετε ν’ αποβάλετε αυτές τις τόσο παλιές προφάσεις αποφυγής.

- Βρείτε κάτι που δεν έχετε κάνει ποτέ και αφιερώστε ένα απόγευμα σ’ αυτή τη δραστηριότητα. Αφού επιδοθείτε για τρεις ώρες σ’ αυτή την εντελώς νέα δραστηριότητα, που στο παρελθόν πάντα αποφεύγατε, δείτε αν μπορείτε να χρησιμοποιήσετε ακόμη το ίδιο “είμαι” που μεταχειριστήκατε το ίδιο πρωί.

Όλα τα “είμαι” είναι διδαγμένα πρότυπα αποφυγής και μπορείτε να μάθετε να είστε σχεδόν καθετί αν το επιλέξετε.


Μερικές τελικές σκέψεις

Δεν υπάρχει αυτό που λέγεται ανθρώπινη φύση. Η φράση καθαυτή σκοπό έχει να ταξινομεί τους ανθρώπους και να δημιουργεί προφάσεις. Είστε το αποτέλεσμα των επιλογών σας και κάθε “είμαι” που αποθησαυρίζετε θα μπορούσε να επαναχαρακτηριστεί ως “Διάλεξα να είμαι”. Ξαναγυρίστε στα αρχικά ερωτήματα αυτού του κεφαλαίου. Ποιοί είστε; Πως θα περιγράφατε τον εαυτό σας; Σκεφτείτε κάποιες όμορφες, νέες ετικέτες που να μη συνδέονται, κατά κανέναν τρόπο, με τις επιλογές που οι άλλοι έκαναν για σας ή μ’ αυτές που εσείς κάνατε μέχρι τώρα. Αυτές οι παλιές, κουραστικές ετικέτες μπορεί να σας κρατούν μακριά από το να ζήσετε τη ζωή σας στην πληρότητά της.

Θυμηθείτε τι είπε ο Μέρλιν σχετικά με τη μάθηση:

“Το καλύτερο πράγμα για να μη στενοχωρηθείς”, απάντησε ο Μέρλιν ξεφυσώντας και φουσκώνοντας, “είναι να μάθεις κάτι”. Είναι το μόνο που δεν αποτυχαίνει. Μπορεί να γεράσεις και να τρέμεις ολόκληρος, μπορεί να μένεις άγρυπνος τις νύχτες ακούγοντας την ταραχή στις φλέβες σου, μπορεί να χάσεις τη μοναδική σου αγάπη, μπορεί να βλέπεις τον κόσμο γύρω σου λεηλατημένο από χυδαίους τρελούς, ή να νιώθεις την τιμή σου τσαλαπατειμένη από χυδαία πνεύματα. Ένα μόνο πράγμα υπάρχει για όλα αυτά τότε, να μάθεις. Μάθε γιατί ο κόσμος συγκλονίζεται και τι τον συγκλονίζει. Είναι το μόνο πράγμα από το οποίο το πνεύμα δεν μπορεί να εξαντληθεί, να αλλοτριωθεί, δνε μπορεί ποτέ να βασανιστεί, δεν νιώθει φόβο ή δυσπιστία και ποτέ δεν ονειρεύεται πως θα μετανιώσει. Η μάθηση είναι αυτό που σου χρειάζεται. Κοίτα πόσα πολλά πράγματα υπάρχουν να μάθεις – η καθαρή γνώση, η μόνη καθαρότητα που υπάρχει. Μπορείς να μάθεις αστρονομία μέσα σε μια ζωή, φυσική ιστορία σε τρεις ζωές, φιλολογία σε έξι. Και μετά, αφού θα’ χεις εξαντλήσει ένα εκατομμύριο ζωές στη βιολογία και στην ιατρική και στη θεοκριτική και στη γεωγραφία και στην οικονομία, για ποιό λόγο να μην αρχίσεις να μαθαίνεις ξυλογλυπτική ή να περάσεις πενήντα χρόνια μαθαίνοντας πως ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις πως να κατανικάς τον αντίπαλό σου στην ξιφασκία. Ύστερα απ’ αυτό μπορείς ν’ αρχίσεις πάλι με μαθηματικά, μέχρι που να’ ρθει ο καιρός ν’ αρχίσεις να μαθαίνεις όργωμα” (Terence H. White, The once and future king, Νέα Υόρκη, G. P. Putnam’ s Sons, 1958).

Κάθε “είμαι” που σας εμποδίζει να ωριμάσετε είναι ένας δαίμονας που πρέπει να τον ξορκίσετε. Αν πρέπει να χρησιμοποιήσετε ένα “είμαι”, δοκιμάστε αυτό: “Είμαι ένα “είμαι”-εξορκιστής και αυτό μ’ αρέσει”.


Απόσπασμα από το βιβλίο του Γουαίην Ντύερ: “Οι περιοχές των σφαλμάτων σας“, 
εκδόσεις Γλάρος.

Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2014

Ο θυρωρός του Πορνείου






Ήμουν στη μέση των σπουδών μου και, όπως πολλοί άλλοι φοιτητές, άρχιζα να αμφιβάλλω για την απόφασή μου να σπουδάσω. Μίλησα γιʼ αυτό με τον ψυχοθεραπευτή μου. Καταλάβαινα ότι πίεζα τον εαυτό μου και ζοριζόμουν για να συνεχίσω τις σπουδές μου.

«Αυτό είναι πρόβλημα» , είπε ο Χοντρός. «Όσο συνεχίζεις να πιστεύεις ότι ΄πρέπει΄ να σπουδάσεις για να πάρεις πτυχίο δεν υπάρχει περίπτωση να το απολαύσεις. Και όσο δεν απαιτείς λίγη ικανοποίηση, ορισμένες πλευρές της προσωπικότητάς σου παίζουν άσχημα παιχνίδια.
Ο Χόρχε επαναλάμβανε μέχρι αηδίας ότι δεν πίστευε στον καταναγκασμό. Έλεγε ότι τίποτα χρήσιμο δεν κατορθώνεται με το ζόρι. Ωστόσο, σε αυτή την περίπτωση, νομίζω έκανε λάθος. Ή, ίσως να ήμουν η εξαίρεση που επιβεβαίωνε τον κανόνα.
« Μα Χόρχε, δεν μπορώ να διακόψω τις σπουδές μου», είπα. «Δεν νομίζω ότι στον κόσμο που μου έλαχε να ζω θα καταφέρω να κάνω κάτι αν δεν έχω ένα πτυχίο. Κατά κάποιο τρόπο το πτυχίο είναι μια εξασφάλιση.»
«Μπορεί», είπε ο Χοντρός. «Ξέρεις τι είναι το Ταλμούδ;»
«Ναι.»
«Υπάρχει ένα διήγημα στο Ταλμούδ που μιλάει για έναν κοινό άνθρωπο. Ήταν ο θυρωρός ενός πορνείου.»

Δεν υπήρχε σʼ εκείνο το χωριό πιο κακόφημη και πιο κακοπληρωμένη δουλειά από αυτή του θυρωρού στο πορνείο... όμως, τι άλλο να έκανε εκείνος ο άνθρωπος;

Πράγματι, ποτέ δεν έμαθε να γράφει και να διαβάζει, ούτε ήξερε άλλη δουλειά ή κάποια τέχνη. Στην πραγματικότητα, ήταν σε εκείνο το πόστο γιατί ο πατέρας του ήταν θυρωρός του πορνείου πριν από εκείνον, και πιο πριν, ο πατέρας του πατέρα του.

Για δεκαετίες, το πορνείο περνούσε από γονείς σε παιδιά και το ίδιο γινόταν και με το θυρωρείο.
Μια μέρα, πέθανε ο γέρος ιδιοκτήτης κι ένας νέος με ανησυχίες. Δημιουργικός και με επιχειρηματικό πνεύμα, ανέλαβε το πορνείο. Ο νεαρός αποφάσισε να εκσυγχρονίσει την επιχείρηση.
Ανακαίνισε τα δωμάτια και μετά κάλεσε το προσωπικό για να δώσει νέες οδηγίες.

Στο θυρωρό είπε:
«Από σήμερα και στο εξής, εκτός από τη φύλαξη της πόρτας θα μου δίνεις και εβδομαδιαία αναφορά. Θα καταγράφεις των αριθμό των ζευγαριών που μπαίνουν καθημερινά. Σε κάθε πέντε, θα ρωτάς πώς εξυπηρετήθηκαν και τι θα ήθελαν να διορθωθεί στην επιχείρηση. Και μια φορά την εβδομάδα θα μου δίνεις αναφορά με σχόλια που εσύ κρίνεις σκόπιμα.»
Ο άνθρωπος άρχισε να τρέμει. Ποτέ δεν του έλειψε η όρεξη για δουλειά, όμως....

«Θα χαιρόμουν πολύ να ικανοποιήσω την επιθυμία σας, κύριε¨, ψέλλισε, «όμως, εγώ δεν ξέρω να γράφω και να διαβάζω.»
«Α, Πόσο λυπάμαι! Όπως καταλαβαίνεις, δεν μπορώ να πληρώνω άλλο άτομο να κάνει αυτή τη δουλειά, ούτε μπορώ να περιμένω πότε θα μάθεις να γράφεις. Γιʼ αυτό...»
«Μα κύριε, δεν μπορείτε να με απολύσετε. Δουλεύω εδώ όλη μου τη ζωή, όπως και ο πατέρας μου και ο παππούς μου..»
Δεν τον άφησε να τελειώσει...

Ο άνθρωπος ένιωσε να γκρεμίζεται ο κόσμος. Ποτέ δεν είχε σκεφτεί ότι θα μπορούσε να βρεθεί σε αυτή τη θέση. Πήγε στο σπίτι του άνεργος για πρώτη φορά στη ζωή του. Τι να έκανε;

Θυμήθηκε ότι μερικές φορές στο πορνείο, όταν έσπαζε ένα κρεβάτι ή χαλούσε ένα ντουλάπι τα κατάφερνε και έκανε μια πρόχειρη επιδιόρθωση με ένα σφυρί και λίγα καρφιά. Σκέφτηκε ότι αυτή θα μπορούσε να είναι μια προσωρινή δουλειά ώσπου να βρεθεί κάτι πιο σταθερό. Αναζητούσε σʼ όλο το σπίτι τα εργαλεία που χρειαζόταν αλλά το μόνο που βρήκε ήταν κάτι σκουριασμένα καρφιά και μια φαφούτα τανάλια. Έπρεπε να αγοράσει μια πλήρη συλλογή εργαλείων και γιʼ αυτό θα χρησιμοποιούσε ένα μέρος της αποζημίωσης πού είχε πάρει.

Στη γωνία του δρόμου αντιλήφθηκε ότι στο χωριό του δεν υπήρχε σιδηροπωλείο και θα έπρεπε να ταξιδέψει δυο μέρες με το μουλάρι για να πάει στο πιο κοντινό χωριό για να αγοράσει τα εργαλεία. «Και τι πειράζει;» σκέφτηκε. Και ξεκίνησε.
Στην επιστροφή κουβαλούσε ένα ωραίο και πλήρες κουτί με εργαλεία. Δεν είχε προλάβει να βγάλει τις μπότες του όταν του χτύπησαν την πόρτα. Ήταν ο γείτονά τους
« Ήθελα να σε ρωτήσω. Μήπως έχεις να μου δανείσεις ένα σφυρί;»
«Ναι, έχω, μόλις το αγόρασα. Μα το χρειάζομαι για να δουλέψω... Ξέρεις, έμεινα χωρίς δουλειά και..»
«Εντάξει, θα στο επιστρέψω αύριο νωρίς το πρωί»
«Εντάξει»

Το επόμενο πρωί, όπως είχε υποσχεθεί, ο γείτονας χτύπησε την πόρτα.
«Κοίταξε, χρειάζομαι ακόμα το σφυρί. Μου το πουλάς;»
«Όχι, γιατί το χρειάζομαι για να δουλέψω. Εξάλλου, το σιδηροπωλείο απέχει δυο μέρες με το μουλάρι.»
"Ας κάνουμε μια συμφωνία» είπε ο γείτονας. « Εγώ θα σου πληρώσω τις δυο μέρες πήγαινε-έλα, συν το κόστος του σφυριού. Στο κάτω-κάτω, ακόμα άνεργος είσαι. Τι λες;»
Πράγματι, αυτό του έδινε δουλειά για 4 μέρες ακόμα. Δέχτηκε.

Στην επιστροφή, άλλος γείτονας τον περίμενε στην πόρτα του σπιτιού του.
«Γεια χαρά γείτονα. Εσύ πούλησες το σφυρί στο γείτονά μας;» «Ναι.»
«Χρειάζομαι και εγώ κάποια εργαλεία. Σου πληρώνω τις τέσσερις μέρες ταξίδι και ένα μικρό κέρδος για το καθένα. Ξέρεις, δεν είναι εύκολο να βρεις χρόνο να χρόνο να ταξιδέψεις για τις αγορές σου»
Πρώην θυρωρός άνοιξε το κουτί μ ετ εργαλεία και ο γείτονας διάλεξε μια πένσα, ένα κατσαβίδι, ένα σφυρί και ένα καλέμι. Τα πλήρωσε και έφυγε.
«Δεν είναι εύκολο να βρεις χρόνο να ταξιδέψεις για τις αγορές σου», θυμήθηκε.
Αν αυτό ήταν σωστό, πολύς κόσμος θα χρειαζόταν κάποιον αλλον να ταξιδέψει για να φέρει εργαλεία. Στο επόμενο ταξίδι αποφάσισε ότι θα ρίσκαρε λίγο κεφάλαιο από την αποζημίωση, αγοράζοντας περισσότερα εργαλεία από όσα είχε πουλήσει. Έτσι, θα εξοικονομούσε χρόνο σε ταξίδια.
Κυκλοφόρησαν τα νέα στη γειτονιά και πολλοί γείτονες αποφάσισαν να σταματήσουν να ταξιδεύουν για τις αγορές τους.
Μια φορά την εβδομάδα, ο πρώην θυρωρός και νυν έμπορος εργαλείων πήγαινε στο γειτονικό χωριό και αγόραζε ότι χρειάζονταν οι πελάτες του. Γρήγορα κατάλαβε ότι αν έβρισκε ένα μέρος να αποθηκεύει τα εργαλεία, θα έκανε λιγότερα ταξίδια και θα είχε μεγαλύτερο κέρδος. Έτσι, νοίκιασε μια αποθήκη . Μετά, μεγάλωσε την είσοδο και ύστερα από μερικές εβδομάδες πρόσθεσε και βιτρίνα. Έτσι, έγινε το πρώτο σιδηροπωλείο του χωριού.
Όλοι ήταν ικανοποιημένοι και αγόραζαν στο κατάστημά του. Δεν ήταν ανάγκη πια να ταξιδεύει, γιατί το σιδηροπωλείο του γειτονικού χωριού του έστελνε τις παραγγελίες Είχε γίνει καλός πελάτης.
Μια μέρα, σκέφτηκε ο φίλος του ο τορναδόρος ότι θα μπορούσε να κατασκευάζει σφυριά για αυτόν. Και μετά, γιατί όχι; Θα μπορούσε να φτιάχνει τανάλιες, πένσες, καλέμια. Υστέρα ήρθαν τα καρφιά και οι βίδες...
Για να μην τραβήξει επί μακρός η ιστορία , ας πούμε ότι μέσα σε δέκα χρόνια εκείνος ο άνθρωπος είχε γίνει εκατομμυριούχος κατασκευαστής εργαλείων και σκληρή και τίμια εργασία. Και τελικά, έφτασε να γίνει ο μεγαλύτερος επιχειρηματίας της περιοχής.
Ήταν τόσο ισχυρός που μια μέρα, με αφορμή τη νέα σχολική χρονιά, αποφάσισε να δωρίσει στο χωριό του ένα σχολείο. Εκτός από ανάγνωση και γραφή, εκεί θα διδάσκονταν οι τέχνες και οι πιο σημαντικές γνώσεις της εποχής.

Ο δήμαρχος και ο διοικητής οργάνωσαν μια μεγάλη γιορτή για τα εγκαίνια του νέου σχολείου και ένα σπουδαίο δείπνο προς τιμή του ιδρυτή του.
Στο τέλος του δείπνου, ο δήμαρχος του παρέδωσε το κλειδί της πόλης. Ο διοικητής τον αγκάλιασε και του είπε:
«Με μεγάλη ευγνωμοσύνη και περηφάνια σας ζητάμε να μας κάνετε την τιμή να υπογράψετε την πρώτη σελίδα του βιβλίου των πεπραγμένων του νέου σχολείου.»
«Η τιμή είναι δική μου», είπε ο άντρας. Νομίζω ότι πολύ θα μου άρεσε να υπογράψω, όμως, δεν ξέρω να διαβάζω ούτε να γράφω. Είμαι αναλφάβητος.»
«Εσείς, αναλφάβητος;» είπε ο διοικητής που δεν μπορούσε να το πιστέψει. « Δεν ξέρετε να γράφετε και να διαβάζετε; Δημιουργήσατε μια εμπορική και βιομηχανική αυτοκρατορία χωρίς να ξέρετε να γράφετε και να διαβάζετε; Μένω έκπληκτος. Αναρωτιέμαι τι θα μπορούσατε να κάνετε αν ξέρατε γραφή και ανάγνωση».
«Μπορώ να σας απαντήσω» αποκρίθηκε ο άντρας ψύχραιμα.
« Αν ήξερα να διαβάζω και να γράφω..θα ήμουν θυρωρός σε πορνείο».


Χόρχε Μπουκάι
από το βιβλίο «Να σου πω μια ιστορία»

Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

''Αν είμαι διατεθειμένος να πληρώσω το τίμημα, μπορώ να κάνω τα πάντα''





Ένας άνθρωπος προχωράει απελπισμένος στην έρημο. Μόλις έχει πιει την τελευταία σταγόνα νερό από το παγούρι του. Ο ήλιος που καίει πάνω από το κεφάλι του και οι γύπες που τον περιτριγυρίζουν, προμηνύουν το επικείμενο τέλος του.
“Νερό!” φωνάζει. “Νερό! Λίγο νερό!“
Βλέπει από δεξιά να έρχεται προς το μέρος του ένας βεδουίνος πάνω σε μια καμήλα.
“Δόξα τω Θεώ!” λέει. “Νερό σε παρακαλώ…νερό!“
“Δεν μπορώ να σου δώσω νερό” του λέει ο βεδουίνος. “Είμαι έμπορος, και το νερό είναι απαραίτητο για να ταξιδεύει κανείς στην έρημο.“
“Πούλησέ μου λίγο νερό” τον εκλιπαρεί εκείνος. “Θα σε πληρώσω…“
“Αδύνατον “εφέντη”. Δεν πουλάω νερό, πουλάω γραβάτες.“
“Γραβάτες;;;;“
“Ναι, κοίτα τι ωραίες γραβάτες…Αυτές εδώ είναι ιταλικές και είναι προσφορά, οι τρεις δέκα δολάρια…Κι αυτές εδώ, από ινδικό μετάξι, αθάνατες…Κι αυτές εδώ…“
“Όχι…Όχι…Δεν θέλω γραβάτες, νερό θέλω…Φύγε! Φύγεεεε!“

Ο έμπορος συνεχίζει το δρόμο του, και ο διψασμένος εξερευνητής προχωράει σταθερά μέσα στην έρημο.
Σκαρφαλώνει σ’ ένα αμμόλοφο και βλέπει να έρχεται από αριστερά άλλος έμπορος.
Οπότε, τρέχει προς το μέρος του και του λέει: “Πούλησέ μου λίγο νερό, σε παρακαλώ…“
“Νερό δεν γίνεται” του απαντάει ο έμπορος, “έχω όμως να σου προσφέρω τις καλύτερες γραβάτες της Αραβίας…“
“Γραβάτες!!! Δεν θέλω γραβάτες! Θέλω νερό!” φωνάζει ο άνθρωπος απελπισμένος.
“Έχουμε προσφορά” επιμένει ό άλλος. “Αγοράζοντας δέκα γραβάτες, παίρνεις ακόμη μία δωρεάν…“
“Δεν θέλω γραβάτες!!!“
“Μπορείς να πληρώσεις σε τρεις άτοκες δόσεις και με πιστωτική κάρτα. Έχεις πιστωτική κάρτα;“
Φωνάζοντας έξαλλος, ο διψασμένος συνεχίζει το δρόμο του προς το πουθενά.
Λίγες ώρες αργότερα κι ενώ σέρνεται πια, ο ταξιδιώτης σκαρφαλώνει σ΄έναν ψηλό αμμόλοφο κι από ΄κει ατενίζει τον ορίζοντα.
Δεν μπορεί να πιστέψει αυτό που βλέπουν τα μάτια του. Μπροστά, στα χίλια μέτρα, βλέπει καθαρά μια όαση. Μερικούς φοίνικες και μια απίστευτη βλάστηση γύρω από τη γαλάζια αντανάκλαση του νερού.
Ο άντρας τρέχει προς τα εκεί φοβούμενος μήπως είναι οφθαλμαπάτη. Δεν είναι όμως, η όαση είναι αληθινή.
Το μέρος φυλάσσεται. Το προστατεύει ένας φράκτης με μία μόνο είσοδο που τη φυλάει ένας φρουρός.
“Σας παρακαλώ, αφήστε με να περάσω. Χρειάζομαι νερό…νερό. Σας παρακαλώ…“
“Αδύνατον, κύριε. Απαγορεύεται αυστηρά η είσοδος χωρίς γραβάτα.“


Στην καθημερινή μας ζωή αποφασίζουμε σχεδόν για καθετί που κάνουμε και καθετί που σταματάμε να κάνουμε.
Η συμμετοχή στη ζωή μας είναι όχι μόνο εφικτή, αλλά και αναπόφευκτη.

Είμαστε αναγκαστικά συνένοχοι για όλα όσα μας συμβαίνουν, γιατί με τον άλφα ή βήτα τρόπο έχουμε επιλέξει να μας συμβούν.

“Ε, καλά…εγώ όμως πρέπει κάθε μέρα να πάω στη δουλειά…. δεν μπορώ να κάνω τίποτε γι’ αυτό…ακόμη κι αν δεν θέλω και δεν το επιλέγω, πάλι πρέπει να πάω. Δεν μπορώ να δώσω στον εαυτό μου την άδεια να μην πάω αύριο στη δουλειά.”
Αν είμαι διατεθειμένος να πληρώσω το τίμημα, μπορώ.

Είτε το ξέρεις προκαταβολικά είτε όχι, πάντα υπάρχει ένα τίμημα που πρέπει να πληρώσεις.
“Α, έτσι…Αν όμως πληρώσω το τίμημα, αύριο τα παιδιά μου δεν θα έχουν να φάνε.”

Ωραία, αυτό θα είναι το τίμημα. Οπότε, επιλέγω να πάω στη δουλειά. Και επιλέγω να συνεχίσω να δουλεύω, να κρατήσω τη δουλειά μου. Επιλέγω να μπορώ να θρέψω τα παιδιά μου. Και μου φαίνεται σωστό που κάνω αυτή την επιλογή. 

Όμως, εγώ το επιλέγω, έτσι; 
Εγώ είμαι αυτός που αποφασίζει. 
Σύμφωνα με τιςαρχές μου, είναι πιο σημαντικό να μπορώ να θρέψω τα παιδιά μου από το να ικανοποιήσω την επιθυμία μου να χουζουρεύω μέχρι αργά στο κρεβάτι. Αυτό μου φαίνεται σωστό. Είναι δική μου απόφαση. Και ακριβώς επειδή είναι δική μου απόφαση, έχει αξία.

Ένας από τους όρους της αυτοεξάρτησης, είναι ότι μέσω της άδειας που έχω δώσει στον εαυτό μου να είμαι αυθεντικός, συνειδητοποιώ αυτομάτως ότι μου αξίζει οποιαδήποτε ανταμοιβή παρουσιάζεται, για τις σωστές αποφάσεις που παίρνω. 

Γιατί, ό,τι έκανα δεν ήταν υποχρέωσή μου, αλλά δική μου απόφαση. Μπορούσα να πάρω αυτήν ή την άλλη απόφαση, συνεπώς, μου ανήκει ο έπαινος για την επιτυχία.


Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης είναι ο δρόμος της ανάληψης της ευθύνης για τον εαυτό μας. Για να βαδίσεις αυτόν τον δρόμο χρειάζεται:

Να είσαι σε θέση να το κάνεις, να έχεις τα κατάλληλα εφόδια και να πάρεις την απόφαση.
Δεν υπάρχει συγκεκριμένο μέρος για να προετοιμαστεί κανείς για τον δρόμο
Θα ανακαλύπτουμε τους όρους και τις συνθήκες στη διαδρομή.
Θα βελτιώνουμε τα εφόδιά μας όσο προχωράμε.
Θα παγιώνεται η απόφασή μας όσο περισσότερο δρόμο αφήνουμε πίσω μας.
Jorge Bucay  ''Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης'' από τα "Φύλλα Πορείας Ι" 
(Απόσπασμα) 






Ο ΔΡΟΜΟΣ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΞΑΡΤΗΣΗΣ είναι ο πρώτος από μια σειρά τεσσάρων τόμων που φέρουν τον γενικό τίτλο: "Φύλλα Πορείας" 


Με γλώσσα απλή, καθημερινή, σύντομες και συχνά ελλειπτικές προτάσεις, ο Χόρχε Μπουκάι καθοδηγεί τον αναγνώστη σε μια συζήτηση φιλική, θεραπευτική, καθόλου θεωρητική, με μεγάλη πρακτική αξία, όπου, χωρίς να προτείνει λύσεις, βοηθάει να βρεθούν Η ζωή, οι σχέσεις μας, η στάση και η συμπεριφορά μας μπαίνουν στο μικροσκόπιο. Η προσωπική του άποψη είναι ένα απόσταγμα σοφίας, εμπειρίας, πολύχρονης θεραπευτικής πρακτικής και στοχασμού του μελετητή της παγκόσμιας μυθολογίας και διανόησης.
Στο ΔΡΟΜΟ ΤΗΣ ΑΥΤΟΕΞΑΡΤΗΣΗΣ, ο Μπουκάι διδάσκει χωρίς να κάνει κήρυγμα. Γίνεται μαζί δάσκαλος και μαθητής, καταθέτει μαρτυρίες και σκέψεις άλλων, αναλύει και εξηγεί, τεκμηριώνει επιστημονικά και μας οδηγεί σε λογικά συμπεράσματα, ακυρώνοντας την αυθεντία του καθοδηγητή.
Τα "Φύλλα Πορείας" του είναι λιγότερο κατευθυντήριες γραμμές και περισσότερο αφορμές για προβληματισμό. Για κάθε κατάσταση κάνει μια νύξη και διηγείται μια "ιστορία" που "κάτι λέει", κάτι που μας αφήνει να το εννοήσουμε μόνοι μας, αποκομίζοντας τη χαρά της ανακάλυψης και την ικανοποίηση της συνειδητοποίησης. 
[από την παρουσίαση της έκδοσης]

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Είναι Αγάπη Ή Είναι Εξάρτηση;






Η δεύτερη συνηθέστατη λαθεμένη αντίληψη σχετικά με την αγάπη είναι η ιδέα ότι η εξάρτηση είναι αγάπη. Πρόκειται για μία λαθεμένη αντίληψη που οι ψυχοθεραπευτές αντιμετωπίζουν σχεδόν καθημερινά. Οι συνέπειές της φαίνονται δραματικά σε άτομα που κάνουν μια απόπειρα, ή κίνηση ή απειλή αυτοκτονίας ή που έχουν γίνει ράκος από κατάθλιψη ύστερα από μια απόρριψη ή από ένα χωρισμό από σύζυγο ή ερωμένο.



Ένα τέτοιο άτομο λέει: "Δε θέλω να ζήσω, δεν μπορώ να ζήσω χωρίς τον σύζυγο (τη γυναίκα, τον φίλο, τη φιλενάδα) μου, τον (ή την) αγαπώ τόσο πολύ". 

Και όταν του απαντώ, όπως κάνω συχνά: "Πέφτεις έξω... δεν αγαπάς τον άντρα (τη γυναίκα, τον φίλο, τη φιλενάδα) σου".


"Τι εννοείς;" έρχεται η θυμωμένη ερώτηση. "Σου είπα πως δε μπορώ να ζήσω χωρίς αυτόν (ή αυτήν)". 

Προσπαθώ να εξηγήσω: "Αυτό που λες είναι παρασιτισμός, όχι αγάπη. Όταν έχεις ανάγκη ένα άλλο άτομο για να επιβιώσεις, είσαι ένα παράσιτο αυτού του ατόμου. Δεν υπάρχει εκλογή, δεν υπάρχει ελευθερία στις σχέσεις σου. 
 Είναι ζήτημα ανάγκης, όχι αγάπης.


Η αγάπη είναι ελεύθερη εκλογή. Δύο άνθρωποι αγαπούν ο ένας τον άλλο μόνο όταν είναι ικανοί να ζουν ο ένας χωρίς τον άλλο αλλά ΔΙΑΛΕΓΟΥΝ να ζήσουν ο ένας με τον άλλο".


Ορίζω την εξάρτηση ως την ανικανότητα ενός να ζει σαν άρτιο άτομο ή να δρα σωστά χωρίς τη βεβαιότητα ότι κάποιος άλλος τον φροντίζει ενεργητικά. Η εξάρτηση όταν αφορά φυσιολογικά υγιείς ενηλίκους είναι παθολογική - είναι αρρώστια, είναι πάντοτε μια εκδήλωση ψυχοπάθειας ή ψυχικού ελαττώματος.


Πρέπει να διακρίνουμε τη διαφορά της με εκείνο που συνήθως λέμε εξάρτηση από ανάγκες ή συναισθήματα. Όλοι μας, ο καθένας μας έχει - ακόμα κι όταν προσποιείται στους άλλους και στον εαυτό του ότι δεν έχει - εξάρτηση από ανάγκες και συναισθήματα. Όλοι μας έχουμε επιθυμίες να μας κανακεύουν, να μας περιποιούνται χωρίς εμείς να κάνουμε τίποτα, να μας φροντίζουν άτομα πιο δυνατά από μας που νοιάζονται ειλικρινά για τα συμφέροντά μας. Όσο κι αν είμαστε δυνατοί, όσο κι αν είμαστε στοργικοί και υπεύθυνοι και ενήλικοι, αν κοιτάξουμε καλά μέσα μας, θα βρούμε την επιθυμία να αναλάβουν άλλοι να μας φροντίζουν, έτσι για αλλαγή.



Ο καθένας μας, όσο κι αν είναι προχωρημένος στην ηλικία και ώριμος, αναζητάει και θα ήθελε να έχει στη ζωή του (της) μια ευχάριστη μορφή μητέρας (πατέρα). Ωστόσο, για τους περισσότερους από μας αυτές οι επιθυμίες ή τα συναισθήματα δεν κυβερνούν τη ζωή μας. Δεν αποτελούν το επικρατέστερο θέμα της ύπαρξής μας. Όταν, πράγματι, κυβερνούν τις ζωές μας και καθορίζουν την ποιότητα της ζωής μας, τότε έχουμε κάτι περισσότερο από μια απλή εξάρτηση σε ανάγκες ή συναισθήματα: είμαστε εξαρτώμενοι. Συγκεκριμένα, ένας του οποίου η ζωή κυβερνάται και καθορίζεται από ανάγκες εξάρτησης υποφέρει από μια ψυχική διαταραχή στην οποία δίνουμε τη διαγνωστική ονομασία "διαταραχή παθητικής εξαρτώμενης προσωπικότητας". Είναι ίσως η πιο συνηθισμένη από όλες τις ψυχικές διαταραχές.



Άτομα με αυτή τη διαταραχή, παθητικά εξαρτώμενα άτομα είναι τόσο απασχολημένα με την αναζήτηση της αγάπης, ώστε δεν τους έχει μείνει καθόλου ενέργεια να αγαπήσουν. Μοιάζουν με πεινασμένους ανθρώπους που ψαχουλεύουν οπουδήποτε για να βρουν κάτι να φάνε και που δεν έχουν κανένα δικό τους φαγώσιμο για να δώσουν στους άλλους.



Είναι σα να έχουν μέσα τους ένα κενό, ένα απύθμενο πηγάδι που ζητάει απεγνωσμένα να το γεμίσουν αλλά που κανείς δε μπορεί ποτέ να το γεμίσει τελείως. Ποτέ δε νιώθουν να είναι "ολοκληρωμένοι" ή ποτέ δεν έχουν την αίσθηση της πληρότητας. Αισθάνονται πάντα πως "κάτι λείπει από τον εαυτό τους". Ανέχονται ελάχιστα τη μοναξιά. Επειδή τους λείπει η αρτιότητα, δεν έχουν πραγματική αίσθηση της ταυτότητάς τους, και αυτοπροσδιορίζονται αποκλειστικά με βάση τις σχέσεις τους.



[...]



Η Παθητική Εξάρτηση έχει τη γένεσή της στην Έλλειψη Αγάπης. Η εσωτερική αίσθηση της κενότητας, από την οποία υποφέρουν τα παθητικά εξαρτημένα άτομα, είναι το άμεσο αποτέλεσμα της αποτυχίας των γονέων τους να εκπληρώσουν τις ανάγκες τους για τρυφερότητα, προσοχή και φροντίδα κατά την παιδική ηλικία τους.

Τα άτομα αυτά προσκολλώνται σε ξεφτισμένες πια σχέσεις ενώ θα έπρεπε να τις εγκαταλείψουν. Το σπουδαιότερο: τους λείπει ένα αίσθημα ευθύνης για τον εαυτό τους. Βλέπουν παθητικά τους άλλους, κι όταν δεν είναι ευτυχισμένοι ή ολοκληρωμένοι, αισθάνονται βασικά ότι άλλοι είναι υπεύθυνοι.

[...]

Κοντολογίς,
η Εξάρτηση μπορεί να εμφανίζεται σαν Αγάπη καθότι είναι μια Δύναμη που κάνει τους ανθρώπους να Δένονται Βίαια ο ένας στον άλλον.
Στην πραγματικότητα όμως αυτό δεν είναι αγάπη.
Είναι μια μορφή αντι - αγάπης.
Έχει τη γένεσή της σε μιαν αποτυχία των γονέων ν' αγαπήσουν και διαιωνίζει την αποτυχία.
Επιζητεί να παίρνει, όχι να δίνει. Καλλιεργεί τον παιδισμό, όχι την ανάπτυξη.
Δουλεύει για να παγιδεύει και να περιορίζει, όχι να ελευθερώνει.
Τελικά καταστρέφει αντί να δημιουργεί σχέσεις, καταστρέφει αντί να πλάθει ανθρώπους.


 Scott Peck (Σκοτ Πεκ )  - "Ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος"


Ο αμερικανός ψυχίατρος και συγγραφέας Σκοτ Πεκ (1936- 2005) έγινε παγκοσμίως γνωστός από το βιβλίο του «Ο Δρόμος ο Λιγότερος Ταξιδεμένος» το οποίο πρωτοδημοσιεύθηκε το 1978 και έχει μεταφραστεί και πουλήσει περισσότερα από δέκα εκατομμύρια αντίτυπα σε ολόκληρο τον κόσμο. Απόφοιτος του πανεπιστημίου Χάρβαρντ, κατά τη διάρκεια της ζωής του εργάστηκε με την ιδιότητα του ψυχιάτρου σε κυβερνητικά και στρατιωτικά πόστα.

Τετάρτη 29 Ιανουαρίου 2014

Ο ερευνητής




Αυτή είναι η ιστορία ενός ανθρώπου τον οποίο εγώ θα χαρακτήριζα ερευνητή …

Ερευνητής είναι κάποιος που ψάχνει όχι απαραιτήτως κάποιος που βρίσκει.







Ούτε είναι κάποιος που ξέρει στα σίγουρα τι είναι αυτό που ψάχνει. Είναι, απλώς, κάποιος για τον οποίο η ζωή αποτελεί μια αναζήτηση. Μια μέρα, ο ερευνητής διαισθάνθηκε ότι έπρεπε να πάει προς την πόλη του Καμίρ. Είχε μάθει να δίνει μεγάλη σημασία στα προαισθήματα του, που πήγαζαν από ένα μέρος δικό του μεν, άγνωστο δε.

Μετά από δύο μέρες πορείας στους σκονισμένους δρόμους, διέκρινε από μακριά το Καμίρ. Λίγο πριν φτάσει στο χωριό, του τράβηξε την προσοχή ένας λόφος, δεξιά από το μονοπάτι. Ήταν σκεπασμένος από υπέροχη πρασινάδα και γεμάτος με δέντρα, πουλιά και μαγευτικά λουλούδια. Τον περιτριγύριζε κάτι σαν μικρός φράχτης φτιαγμένος από βαμμένο ξύλο.
Μια μπρούντζινη πορτούλα τον προσκαλούσε να μπει.

Ξαφνικά, αισθάνθηκε να ξεχνά το χωριό και υπέκυψε στην επιθυμία του να ξαποστάσει για λίγο σ’ εκείνο το μέρος.
Ο ερευνητής πέρασε την είσοδο κι άρχισε να βαδίζει αργά δίπλα στις λευκές πέτρες που ήταν τοποθετημένες ανάκατα ανάμεσα στα δέντρα.
Άφησε το βλέμμα του να ξαποστάσει σαν την πεταλούδα, σε κάθε λεπτομέρεια του πολύχρωμου αυτού παραδείσου.

Τα μάτια του, όμως, ήταν μάτια ερευνητή, κι ίσως γι’ αυτό ανακάλυψε εκείνη την επιγραφή πάνω σε μια απ’ τις πέτρες: 

Αμπντούλ Ταρέγκ: έζησε 8 χρόνια, 6 μήνες, δύο εβδομάδες και 3 μέρες.
Τρόμαξε λίγο συνειδητοποιώντας ότι εκείνη η πέτρα δεν ήταν απλώς μια πέτρα: ήταν μια ταφόπλακα.
Λυπήθηκε όταν σκέφτηκε ότι ένα παιδί τόσο μικρής ηλικίας ήταν θαμμένο σ’ εκείνο το μέρος.





Κοιτάζοντας γύρω του, ο άνθρωπος είδε ότι και η διπλανή πέτρα είχε μια επιγραφή. Πλησίασε να τη διαβάσει.

 Έλεγε:Γιαμίρ Καλίμπ: έζησε 5 χρόνια, 8 μήνες και 3 εβδομάδες.
Ο ερευνητής αισθάνθηκε φοβερή συγκίνηση.
Αυτό το πανέμορφο μέρος ήταν νεκροταφείο, και κάθε πέτρα ήταν ένας τάφος.
Μία μία, άρχισε να διαβάζει τις πλάκες.
Όλες είχαν παρόμοιες επιγραφές: ένα όνομα και τον ακριβή χρόνο ζωής του νεκρού.
Αλλά αυτό που τον τάραξε περισσότερο ήταν η διαπίστωση ότι ο άνθρωπος που είχε ζήσει τον πιο πολύ καιρό, μόλις που ξεπερνούσε τα έντεκα χρόνια …
Νικημένος από μια αβάσταχτη θλίψη, έκατσε κι άρχισε να κλαίει.

Ο φύλακας του νεκροταφείου που περνούσε από εκεί τον πλησίασε.
Τον κοίταξε να κλαίει για λίγο σιωπηλός, και μετά τον ρώτησε αν έκλαιγε για κάποιον συγγενή.
«Όχι, για κανέναν συγγενή» είπε ο ερευνητής. 

«Τι συμβαίνει σ’ αυτό το χωριό; Τι πράγμα φοβερό έχει αυτός ο τόπος; Γιατί έχει τόσα πολλά νεκρά παιδιά θαμμένα σ’ αυτό το μέρος; Ποια είναι η τρομερή κατάρα που βαραίνει αυτούς τους ανθρώπου; και τους έχει υποχρεώσει να φτιάξουν ένα νεκροταφείο για παιδιά:»

Ο ηλικιωμένος χαμογέλασε και είπε:

«Μπορείτε να ηρεμήσετε. Δεν υπάρχει τέτοια κατάρα. Αυτό που συμβαίνει είναι ότι εδώ έχουμε ένα παλιό έθιμο. Θα σας εξηγήσω …

»Όταν ένας νέος συμπληρώνει τα δεκαπέντε του χρόνια, οι γονείς του του χαρίζουν ένα τετράδιο όπως αυτό που έχω εδώ, για να το κρεμάει στο λαιμό. Είναι παράδοση στον τόπο μας. Από τη στιγμή εκείνη κι έπειτα, κάθε φορά που κάποιος απολαμβάνει έντονα κάτι, ανοίγει το τετράδιο και σημειώνει:
Στα δεξιά, αυτό που απόλαυσε.
Στ’ αριστερά, πόσο χρόνο κράτησε η απόλαυση.




»Έστω ότι γνώρισε μια κοπέλα και την ερωτεύτηκε. Πόσο κράτησε το μεγάλο αυτό πάθος και η χαρά της γνωριμίας τους; Μια εβδομάδα; Δύο; Τρεις και μισή:»

»Και μετά, η συγκίνηση του πρώτου φιλιού, η θαυμάσια ευχαρίστηση του πρώτου φιλιού … Πόσο κράτησε; Μόνο το ενάμισι λεπτό του φιλιού; Δύο μέρες; Μια εβδομάδα;
»Και η εγκυμοσύνη, και η γέννηση του πρώτου παιδιού;
»Και ο γάμος των φίλων;
»Και το ταξίδι που πάντα ήθελε;
»Και η συνάντηση με τον αδελφό που γυρίζει από μια μακρινή χώρα; »Πόσο κράτησε στ’ αλήθεια η απόλαυση αυτών των αισθήσεων;
»Ώρες; Μέρες;
Έτσι , συνεχίζουμε να σημειώνουμε στο τετράδιο κάθε λεπτό που απολαμβάνουμε … 

Κάθε λεπτό.

»Οταν κάποιοιος πεθαίνει, έχουμε τη συνήθεια να ανοίγουμε το τετράδιό του και να αθροίζουμε το χρόνο της απόλαυσης για να τον γράψουμε πάνω στον τάφο του. 

Γιατί αυτός είναι για εμάς ο μοναδικός και πραγματικός χρόνος ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΖΗΣΕΙ»

Χόρχε Μπουκάι  Jorge Bucay
από τις "Ιστορίες για να σκεφτείς" 
εκδ opera/animus

Δευτέρα 6 Ιανουαρίου 2014

Προδοσία και πόνος



Η προδοσία αποτελεί μία από τις πιο οδυνηρές εμπειρίες που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος. Ξαφνικά ανακαλύπτουμε ότι αυτό που πιστεύαμε πως ήταν αληθινό, δεν είναι. Όταν ένα πρόσωπο που εμπιστευόμαστε υπονομεύει την εμπιστοσύνη που του έχουμε δείξει, ο κόσμος μας καταρρέει.

Eduardo Kingman

Όταν δείχνουμε εμπιστοσύνη σε κάποιο πρόσωπο σημαίνει ότι αισθανόμαστε ασφαλείς μαζί του. Ελπίζουμε ότι θα μας σέβεται, ότι νοιάζεται για μας και δεν θα μας βλάψει, ειδικά εκ προθέσεως. Αισθανόμαστε προδομένοι και ξαφνικά συνειδητοποιούμε μια καινούρια πραγματικότητα: αυτό που νομίζαμε ότι ήταν ασφαλές και αξιόπιστο δεν είναι τελικά.

Η προδοσία μπορεί να λάβει διάφορες μορφές. Εκτός από την απιστία, μπορεί να νιώθουμε προδομένοι όταν οι άνθρωποι αθετούν σημαντικές συμφωνίες, διαδίδουν κουτσομπολιά για εμάς ή τελειώνουν μια σχέση παρά τις υποσχέσεις τους. 
Σε μια στιγμή, η ζωή μας αλλάζει για πάντα.

Η προδοσία είναι κάτι που συμβαίνει σε όλους. Είναι σπάνιο για κάποιον να περάσει τη ζωή του χωρίς να νιώσει ότι έχει προδοθεί. Πώς λοιπόν μπορούμε να ξεπεράσουμε την προδοσία έτσι ώστε να μην υποκύψουμε στην κατάθλιψη, τον κυνισμό και την απόγνωση; Με λίγα λόγια, πώς μπορούμε να ξεπεράσουμε την προδοσία χωρίς να προδώσουμε τους εαυτούς μας;

Όπως αναφέρω στο βιβλίο μου «Love & Betrayal» , η προδοσία πονάει. Δεν υπάρχουν μαγικές συνταγές που θα μας βγάλουν από την αγωνία και την πικρία που αφήνει πίσω της μια μεγάλη προδοσία. Ωστόσο, καθώς ξεπερνάμε το αρχικό σοκ και την απογοήτευση, υπάρχει δυνητικά μια συνέχεια μετά την προδοσία. Οι εβδομάδες και οι μήνες μετά την προδοσία μας δίνουν ευκαιρίες να κατανοήσουμε τον εαυτό μας και τη ζωή πιο βαθιά. Οι πιο απελευθερωτικές ανακαλύψεις της ζωής συχνά έρχονται την εποχή που αισθανόμαστε πληγωμένοι.

Μία από τις πιο καταστροφικές πτυχές της προδοσίας είναι ότι η αίσθησή μας για την πραγματικότητα υπονομεύεται. Η ικανότητα να εμπιστευόμαστε το ένστικτό μας και τους εαυτούς μας χάνεται.

Η αντιμετώπιση του αισθήματος της προδοσίας σημαίνει ότι πρέπει να εμπιστευτούμε τις εμπειρίες και τις επιλογές μας ξανά. Αλλά για να μπορέσουμε να το κάνουμε αυτό, θα πρέπει να αφήσουμε τον εαυτό μας να περάσει από τα διάφορα στάδια του πένθους που συνοδεύουν την απώλεια. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει κάποιο σοκ, την άρνηση, τον θυμό και την εκδίκηση.

Δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι επιθυμούν να πάρουν εκδίκηση, η οποία συνήθως αυξάνει τον πόνο τους αντί να τον μαλακώσει. Το βιβλίο και η ταινία «Ο πόλεμος των Ρόουζ» (War of the Roses) απεικονίζει την κλιμάκωση του φαύλου κύκλου καταστροφής που ακολουθεί την εκδίκηση.

Η εκδίκηση είναι μια ασύνετη προσπάθεια να προστατευτούμε από την αναπόφευκτη οδύνη και τον πόνο.
Ο συγγραφέας James Baldwin το θέτει ως εξής:
«Φαντάζομαι ότι ένας από τους λόγους που οι άνθρωποι προσκολλώνται στο μίσος τόσο πεισματικά είναι επειδή, όταν το μίσος πλέον θα έχει φύγει, θα είναι αναγκασμένοι να αντιμετωπίσουν τον πόνο».


Το να αγκαλιάσουμε τον πόνο και την απώλεια όχι μόνο θα μας βοηθήσει να θεραπευτούμε ως άτομα, αλλά ακόμα και τα αντιμαχόμενα έθνη μπορούν να κάνουν ένα βήμα μπροστά σταματώντας τις διενέξεις και αναγνωρίζοντας με θάρρος την αμοιβαία θλίψη τους. Ο Nelson Mandela προωθώντας την Επιτροπή Αλήθειας και Συμφιλίωσης στη Νότια Αφρική συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην επούλωση των πληγών που δημιουργήθηκαν από τον φυλετικό διαχωρισμό.

Το συναίσθημα της ντροπής εμποδίζει την επούλωση των πληγών από την προδοσία. Ίσως αναρωτηθούμε: «Τι μου συμβαίνει; Πώς μπόρεσα να εμπιστευτώ αυτό το άτομο; Πόσο ανόητος ήμουν;». Ενώ η αυτοκριτική είναι κάτι συνηθισμένο, περιπλέκει το ζήτημα του πόνου που νιώθουμε.

Αν καταφέρουμε να αναγνωρίσουμε αυτό το συναίσθημα τη στιγμή που προκύπτει, μπορούμε να το διαφοροποιήσουμε από τη φυσική θλίψη λόγω της απώλειας. Θα μπορούσαμε τότε να θυμηθούμε ότι η προδοσία αποτελεί απλώς μέρος της ζωής. Αυτό δεν σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά με εμάς. Αν αγκαλιάσουμε τη θλίψη θα οδηγηθούμε στην ίαση. Η αυτοκριτική και η ντροπή παρατείνει την αγωνία της θλίψης μας.

Ο οργανισμός μας έχει έναν τρόπο να θεραπεύεται, αν καταφέρουμε να βρούμε το μονοπάτι της ίασης, το οποίο σημαίνει ότι δεν αντιστεκόμαστε σε αυτά που νιώθουμε. Αν καταφέρουμε να βρούμε τη δύναμη να αγκαλιάσουμε τη θλίψη χωρίς να νιώθουμε ντροπή, προχωράμε μπροστά. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι δεχόμαστε την υποστήριξη των φίλων που μπορούν να μας ακούσουν, επισκεπτόμαστε έναν ψυχοθεραπευτή προκειμένου να μας βοηθήσει να ομαλοποιήσουμε τα συναισθήματά μας, δείχνουμε κατανόηση στον εαυτό μας και συνειδητοποιούμε τι συνέβη έτσι ώστε να προχωρήσουμε μπροστά.

Καθώς αντιμετωπίζουμε το θέμα της προδοσίας, προχωράμε με μεγαλύτερη σοφία και κατανόηση για τον εαυτό μας. Η επανάκτηση της αξιοπρέπειάς μας από ένα τέτοιο μεγάλο πλήγμα ίσως πάρει πολύ χρόνο. Είναι μια διαδικασία μετάβασης που μας καλεί να είμαστε ιδιαίτερα υπομονετικοί και επιεικείς με τους εαυτούς μας.

John Amodeo Ph.D., MFT