Πέμπτη 11 Σεπτεμβρίου 2014

Modulatio [ 2 ] - Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων



Ἐγὼ τῷ ἀδελφιδῷ μου
καὶ ὁ ἀδελφιδός μου ἐμοὶ
ὁ ποιμαίνων ἐν κρίνοις.

ΜΕ ΤΟ ΠΡΩΤΟ σημάδι ἀμοιβαιότητας ἀναδύεται ἡ ἀμετρία τῆς εὐφροσύνης. Γεννιέται ἡ πιὸ μεθυστικὴ γεύση πληρότητας τῆς ζωῆς. Εἶναι ὁ σύμπας κόσμος ποὺ προσφέρεται στὸ βλέμμα, στὸ χαμόγελο τοῦ Ἄλλου. Ἀποκαλυπτικὴ ἔκρηξη μεταμόρφωσης τοῦ βίου, κι ὁ Ἄλλος γίνεται τόπος αὐτῆς τῆς ἀποκάλυψης. Ὅλα ἔκπληξη κι ὅλα καινούργια. Ἀμοιβαιότητα στὸν ἔρωτα εἶναι ἡ πρωτόπλαστη αἴσθηση τὴν πρώτη μέρα τῆς δημιουργίας.


Marc Chagall

Ψηλαφῶ στὸ ἀγαπημένο βλέμμα, γιὰ πρώτη φορά, τί εἶναι ἡ ἀνθρώπινη ματιά. Στὸ χάδι συλλαβίζω τὴν ἄγνωστη γλώσσα τῆς ἁφῆς. Κάθε ἐλάχιστη χειρονομία, ἀνεπαίσθητη κίνηση τοῦ κορμιοῦ, κάθε ἀδιόρατο χαμόγελο, εἶναι λόγος πρωτόγνωρος, συναρπαστικὰ σημαντικός. Κάθε τι ποὺ ἀγγίζουμε μαζί, κάθε ὀμορφιὰ ποὺ κοιτάζουμε μαζί, κάθε τι ποὺ γευόμαστε, γεννιέται ἐκείνη τὴ στιγμή, καινούργιο καὶ ἄφθορο.
Δὲν ὑπάρχουν ἀντι-κείμενα, ὅλα εἶναι παρουσία, προσφορὰ ποὺ ἀπευθύνεται σὲ μένα, προορισμένη μόνο γιὰ μένα. Ὅλα παίρνουν ὑπόσταση καὶ εἶναι ὑπαρκτά, ἐπειδὴ ὑπάρχει ὁ Ἄλλος.
Τὰ πιὸ ἀσήμαντα καὶ αὐτονόητα γίνονται ἀναπάντεχα δῶρα.


Ὅταν γεννιέται ὁ ἔρωτας, γεννιέται ἡ ζωή. Ἔκθαμβοι ψηλαφοῦμε τὴν ἔνδεια τοῦ βίου νὰ μεταμορφώνεται σὲ πλοῦτο ἀπρόσμενο ζωῆς. Καθημερινὲς στιγμὲς ρουτίνας, μεταλλάζουν σὲ ἐμπειρία γιορτῆς, γιατὶ ἡ καθημερινότητα σαρκώνει τώρα τὴν ἀμοιβαιότητα τῆς σχέσης.
Οὔτε χρόνος ὑπάρχει μὲ παρελθὸν καὶ μέλλον, οὔτε χῶρος, ἐγγύτερος καὶ ἀπώτερος.
Ὁ χρόνος εἶναι μόνο παρόν, κι ὁ χῶρος μόνο ἀμεσότητα παρουσίας.
Χῶρος ἀχώρητος ἡ ἀδιάστατη ἐγγύτητα τοῦ Ἄλλου, καὶ ἄχρονος χρόνος ἡ πληρωματικὴ διάρκεια τῆς ἀμοιβαίας αὐτοπροσφορᾶς.

Στὸ πρῶτο σημάδι ἀμοιβαιότητας ποὺ μᾶς χαρίζει ὁ Ἄλλος, ἐπενδύουμε ὅλη τὴ φυσική μας ὁρμὴ γιὰ ζωή. Δίχως κρατούμενα καὶ δίχως μέτρο.
Ζοῦμε μόνο γιὰ τὸν Ἄλλον καὶ χάρη στὸν Ἄλλον.
Τὰ δίνουμε ὅλα, τὰ παίζουμε ὅλα. Κάθε ἐξασφάλιση, κάθε σιγουριά. Τοὺς δεσμοὺς καὶ τὶς ὀφειλές μας. Τὸ καλό μας ὄνομα, τὸ κύρος ἢ τὴ φήμη μας. Τὰ σχέδιά μας, τὶς ἐλπίδες μας.
Ἕτοιμοι γιὰ ὅλα, ἀκόμα καὶ γιὰ τὸ θάνατο, γιὰ χάρη τοῦ ἀγαπημένου.



Χρήστος Γιανναράς  από το "Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων"




2. MODULATIO: ΜΕΤΑΤΡΟΠΙΑ

Ἀλλαγὴ τονικῆς κλίμακας κατὰ τὴν ἐξέλιξη μιᾶς μελωδίας. Οἱ ἁπλούστερες μετατροπὲς εἶναι ἀπὸ μείζονα τρόπο σὲ ἐλάσσονα καὶ ἀντίστροφα, καθὼς καὶ ἡ μετάβαση στὶς τονικότητες δεσπόζουσα ἢ ὑποδεσπόζουσα καὶ τὶς παράλληλες πρὸς αὐτὲς ἐλάσσονες.

Ο Χρήστος Γιανναράς γεννήθηκε στην Αθήνα. Σπούδασε στα Πανεπιστήμια της Αθήνας, της Βόννης και της Σορβόννης (Παρίσι).

Δίδαξε Φιλοσοφία, Πολιτιστική Διπλωματία και Συγκριτική Οντολογία σε πανεπιστήμια της Γαλλίας, της Ελβετίας, της Ελλάδας.

Επιφυλλιδογραφεί σε εφημερίδες παρεμβαίνοντας στην πολιτική και κοινωνική επικαιρότητα.



Δευτέρα 25 Αυγούστου 2014

Η επιστήμονας που κατανόησε και απενοχοποίησε τον θάνατο




Η διαπρεπής ψυχίατρος Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ-Ρος


Η επιστήμονας που κατανόησε και απενοχοποίησε τον θάνατο

Η γυναίκα που αποφάσισε να συνοδεύσει τον ετοιμοθάνατο ασθενή στα τελευταία του στάδια, βοηθώντας τον να αποδεχτεί το οριστικό του τέλος, έμελλε να καθελκύσει στον ψυχολογικό στίβο ένα μοντέλο για τη διαχείριση των αρνητικών συναισθημάτων του πένθους, αλλάζοντας δραστικά το τρόπο που έβλεπε τόσο η επιστημονική κοινότητα όσο και η κοινωνία τον θάνατο.

Ο άνθρωπος που πεθαίνει πενθεί για τη ζωή του, προσπαθώντας να κρατηθεί με νύχια και με δόντια απ' ό,τι μπορεί να βρει, αγωνιώντας και αγκομαχώντας. Η Κιούμπλερ-Ρος έβαλε σκοπό να το αλλάξει αυτό, ανακουφίζοντας την υπαρξιακή αγωνία και φέρνοντας τον ασθενή σε κατάσταση αποδοχής.

Το μνημειώδες βιβλίο της του 1969 «On Death and Dying» θα δονούσε συθέμελα τα οικοδομήματα της ψυχιατρικής και της ψυχολογίας, ρίχνοντας το βάρος σε έναν τομέα που φαινόταν να έχει αγνοηθεί καθοριστικά: την πορεία μέχρι τον θάνατο. 

Το περίφημο μοντέλο της των 5 σταδίων από τα οποία διέρχεται ο ψυχισμός του ετοιμοθάνατου (άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη, αποδοχή) θα γινόταν έκτοτε σταθερή αναφορά των επαγγελματιών της Υγείας στην προσπάθειά τους να να προσεγγίσουν το πένθος, τη θλίψη, την απώλεια, την τραγωδία και την τραυματική εμπειρία. 

Ο θάνατος δεν θα ήταν ποτέ πια ο ίδιος...



Πρώτα χρόνια



Η Ελίζαμπεθ Κιούμπλερ γεννιέται στις 8 Ιουλίου 1926 στη Ζυρίχη της Ελβετίας ως τρίδυμη. Λίγο έλειψε να χαθεί στη γέννα, καθώς το μωρό ζύγιζε μόλις 1 κιλό, οι προσπάθειες των γιατρών ωστόσο θα την κρατούσαν στη ζωή. 



Η Ελίζαμπεθ ανακάλυψε την κλίση της στην ιατρική από μικρή ηλικία, συνάντησε ωστόσο τη σθεναρή αντίσταση του πατέρα της στην απόφασή της να γίνει γιατρός. Σε ηλικία 16 ετών, ο πατέρας τής δίνει τελεσίγραφο: ή θα εργαζόταν ως γραμματέας στην οικογενειακή επιχείρηση ή θα γινόταν μαία. 




Αψηφώντας τις οικογενειακές επιταγές, η έφηβη Ελίζαμπεθ εγκαταλείπει το σπίτι της και περιπλανιέται, κάνοντας μια σειρά από δουλειές του ποδαριού για να επιβιώσει. Είναι βέβαια και τα ζοφερά χρόνια του Β' Παγκοσμίου, με την ίδια να προσφέρει εθελοντικά τις υπηρεσίες της σε νοσοκομεία και προσφυγικούς καταυλισμούς. Μετά τον πόλεμο, βρίσκεται και πάλι εθελοντικά σε κοινότητες που μαστίστηκαν από τις εχθροπραξίες, βοηθώντας όπως μπορούσε τους πληγέντες. 



Σε επίσκεψή της μάλιστα στο πολωνικό στρατόπεδο συγκέντρωσης του Μαϊντάνεκ, επηρεάζεται από την εικόνα των εκατοντάδων πεταλούδων που είχαν σκαλίσει οι όμηροι στους τοίχους. Τα στερνά αυτά έργα τέχνης των μελλοθάνατων εγγράφονται στη μνήμη της και επηρεάζουν τη σκέψη της για τη ζωή και τον θάνατο. 



Σπουδές ιατρικής


Το 1951, αποφασισμένη να ακολουθήσει την κλίση της, επιστρέφει στη Ζυρίχη και γράφεται στην Ιατρική Σχολή του πανεπιστημίου της πόλης. Στα φοιτητικά έδρανα γνωρίζει τον Αμερικανό Εμάνιουελ Ρόμπερτ Ρος, επίσης σπουδαστή ιατρικής, με τον οποίο ερωτεύονται παράφορα. 




Τοειδύλλιο καταλήγει σε γάμο το 1958, τον επόμενο χρόνο της αποφοίτησής τους, με το ζευγάρι να αποφασίζει τελικά να εγκατασταθεί στην Αμερική. Φτάνοντας στη Νέα Υόρκη, γίνονται αμφότεροι δεκτοί στο κοινοτικό νοσοκομείο του Γκλεν Κόουβ. Η Ελίζαμπεθ αποφασίζει κατόπιν να πάρει ειδικότητα στην ψυχιατρική και γίνεται τελικά ψυχίατρος στο πολιτειακό νοσοκομείο του Μανχάταν. 







Συμβολή στην ψυχολογία



Το 1962, η Κιούμπλερ-Ρος και ο άντρας της μετακομίζουν στο Ντένβερ για να διδάξει η Ελίζαμπεθ στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου του Κολοράντο. Η ψυχολογική στήριξη των ετοιμοθάνατων ασθενών την έχει απασχολήσει ήδη από νεαρή ηλικία, με την ίδια να ενοχλείται όταν διαπιστώνει ότι στο πρόγραμμα σπουδών της ιατρικής σχολής απουσιάζει εκκωφαντικά οποιοδήποτε μάθημα ή έστω αναφορά στον θάνατο.

Αντικαθιστώντας μάλιστα συνάδελφο καθηγητή, η Κιούμπλερ-Ρος φέρνει στην τάξη ένα 16χρονο κορίτσι που πέθαινε από λευχαιμία, ζητώντας από τους φοιτητές να τη ρωτήσουν ό,τι θέλουν. Οι σπουδαστές περιορίστηκαν φυσικά σε ερωτήσεις για τη σωματική της κατάσταση και την εξέλιξη της νόσου, παραλείποντας εντελώς τον παράγοντα «άνθρωπος». Ταραγμένη η κοπέλα, ξεσπά σε κλάματα και αρχίζει να μιλά για τα θέματα που την απασχολούσαν, όπως το γεγονός ότι δεν θα έφτανε ποτέ στην ενηλικίωση ή θα έχανε τον σχολικό χορό της αποφοίτησης κ.λπ. Η Κιούμπλερ-Ρος συνειδητοποίησε ότι η απουσία στην ιατρική εκπαίδευση ακαδημαϊκών θεμάτων που άπτονται του θανάτου ήταν εγκληματική.

Μετακομίζοντας στο Σικάγο το 1965 για τα νέα διδακτικά της καθήκοντα στο πανεπιστήμιο της πολιτείας, σχηματίζει ένα μικρό γκρουπ από φοιτητές θεολογίας για να συζητηθούν εκτενέστερα τα θέματα που αφορούν στον θάνατο. Σύντομα ο μικρός κύκλος σπουδαστών θα μετατραπεί σε σειρά σεμιναρίων με εκατοντάδες συμμετοχές, στα οποία παρουσιάζονται ζωντανές συνεντεύξεις με ετοιμοθάνατους και πάσχοντες από ανίατες ασθένειες. 


Ο εκτεταμένος κύκλος συνεντεύξεων και η ερευνητική της δουλειά θα κατέληγαν στο περίφημο πλέον δοκίμιό της «On Death and Dying» του 1969, στο οποίο και περιγράφει το μοντέλο της για τη θλίψη, που αναγνωρίζει 5 στάδια από τα οποία περνάει ο άνθρωπος για να αποδεχτεί τελικά τον θάνατο (ή την απώλεια): άρνηση, θυμός, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη, αποδοχή. Η καθέλκυση στον επιστημονικό στίβο των 5 αυτών φάσεων θα έφερνε τα πάνω-κάτω στην ψυχολογία, με σφοδρότατες κριτικές και δριμείες ενστάσεις, αν και αργότερα η θεωρία της Κιούμπλερ-Ρος θα γινόταν ευρύτερα αποδεκτή και θα ανανέωνε καθοριστικά μια σειρά από κλάδους. 
Το περιοδικό Life φιλοξενεί άρθρο για το μοντέλο της Κιούμπλερ-Ρος τον Νοέμβριο του 1969,
κάνοντάς τη ιδιαίτερα γνωστή και εκτός επιστημονικού κόσμου. Η υποδοχή της θεωρίας της και οι συζητήσεις που ξεσήκωνε επηρέασαν σαφώς την απόφαση της ψυχιάτρου να επικεντρώσει έκτοτε την καριέρα της στη στήριξη των ανθρώπων που έπασχαν από ανίατες ασθένειες αλλά και τις οικογένειές τους. 

Από την άλλη βέβαια, ο ξεσηκωμός του επιστημονικού κατεστημένου ενάντια στη θεωρητική της εργασία θα άφηνε το στίγμα του στην καριέρα της. Αηδιασμένη από την υποδοχή και τις αντιδράσεις, εγκαταλείπει την ακαδημαϊκή καριέρα και δεν επιστρέφει ποτέ πια στην πανεπιστημιακή έδρα: ιδιωτεύει σε αυτό που η ίδια αποκαλεί «το μεγαλύτερο μυστήριο της επιστήμης», τον θάνατο...


Γραπτά και κοινωνικό έργο

Στη διάρκεια της καριέρας της, η Κιούμπλερ-Ρος έγραψε περισσότερα από 20 δοκίμια για τον θάνατο και τον τρόπο διαπραγμάτευσής του, φωτίζοντας μια πτυχή της ιατρικής και ψυχολογικής πειθαρχίας που παρέμενε εν πολλοίς στο περιθώριο. Η ίδια ταξίδεψε ακούραστα στα πέρατα του κόσμου, μεταφέροντας το μήνυμα της ανακουφιστικής φροντίδας σε ασθενείς τελικού σταδίου, μέσω σεμιναρίων και workshop.


Με τα χρήματα που αποκόμισε από τα βιβλία και τα σεμινάριά της, χρηματοδότησε την ανέγερση του Shanti Nilaya, του εκπαιδευτικού κέντρου που ίδρυσε στην Καλιφόρνια το 1977. Την ίδια εποχή, ιδρύει το περίφημο Elisabeth Kübler-Ross Center, το οποίο στα μέσα της δεκαετίας του '80 θα μετεγκατασταθεί στο κτήμα της στη Βιρτζίνια. 





Η σημαντικότερη συμβολή της είναι βέβαια η ανάπτυξη ενός νέου μοντέλου περίθαλψης ασθενών, του hospice: πρόκειται για ξενώνες φροντίδας ασθενών τελικού σταδίου, με το βάρος να ρίχνεται στην ψυχολογική στήριξη και την προσπάθεια αποδοχής εκ μέρους του ετοιμοθάνατου του οριστικού του τέλους.



Η Κιούμπλερ-Ρος θα είναι μάλιστα από τους πρώτους που θα δουλέψουν εκτεταμένα με τους ασθενείς του AIDS κατά το πρώτο κύμα εκδήλωσης της επιδημίας. Προσπάθησε να λειτουργήσει ακόμα και hospice για τη φροντίδα των ασθενών του ΗIV, συνάντησε ωστόσο δριμεία αντίθεση από το στίγμα που ενείχε η νόσος... 



Θάνατος και κληρονομιά



Για κάποιον που ασχολήθηκε τόσο εκτενώς με τον θάνατο, η μετάβαση της Κιούμπλερ-Ρος από τη ζωή στον θάνατο δεν θα είναι καθόλου εύκολη. Η ίδια αποσύρεται στην Αριζόνα το 1995 έπειτα από μια σειρά εγκεφαλικών που την αφήνουν παράλυτη και καθηλωμένη σε αναπηρικό καροτσάκι. «Είμαι σαν αεροπλάνο που έφυγε από τη φυσούνα αλλά δεν απογειώθηκε ποτέ», θα δηλώσει στην εφημερίδα Los Angeles Times, για να συνεχίσει: «προτιμώ είτε να επιστρέψω στη θύρα είτε να πετάξω ψηλά».



Το 2002, η Κιούμπλερ-Ρος μετακομίζει σε hospice, όπου και πεθαίνει δύο χρόνια αργότερα, στις 24 Αυγούστου 2004, από φυσικά αίτια, περιβαλλόμενη από τα δύο παιδιά της, τα δύο εγγόνια της και τους αναρίθμητους οικείους της. Λίγο πριν από τον θάνατό της μάλιστα, πρόλαβε να ολοκληρώσει το τελευταίο της σύγγραμμα για το πένθος («On Grief and Grieving»), που θα κυκλοφορούσε το 2005, κοινή εργασία με τον David Kessler. 



Η κληρονομιά της Κιούμπλερ-Ρος δεν θα πέθαινε ωστόσο μαζί της. Η ψυχίατρος που άνοιξε τον δημόσιο διάλογο για τον θάνατο και τη συνοδεία του ασθενούς στο τελικό στάδιο της νόσου του, προωθώντας ενεργά την αποτελεσματικότερη ψυχολογική θεραπεία του ετοιμοθάνατου, άφησε έργο που θα επηρέαζε τόσο την επιστημονική κοινότητα όσο και το παγκόσμιο υγειονομικό σύστημα...


 Πηγή

Σάββατο 26 Ιουλίου 2014

Καρλ Γιουνγκ [1875 -1961 ]


Ο Κάρολος Γουσταύος Γιουνγκ, όπως ήταν το πλήρες όνομά του, γεννήθηκε στις 26 Ιουλίου 1875 στο μικρό χωριό Κέσβιλ, κοντά στη λίμνη Κωνσταντία της βορειοανατολικής Ελβετίας. Πήρε το όνομά του από τον παππού του για τον οποίο φημολογείτο ότι ήταν παράνομο παιδί του Γκαίτε. Ο ίδιος, αν και ενοχλείτο από αυτή τη φημολογία, παράλληλα υπερηφανευόταν για τη φημισμένη καταγωγή του.

Ο πατέρας του, Παύλος Αχιλλέας Γιουνγκ, ήταν ιερέας της Ελβετικής Μεταρρυθμιστικής Εκκλησίας. Η επαφή του Καρλ με τη θρησκεία ήταν έντονη από εξαιρετικά νεαρή ηλικία, καθώς στην οικογένεια, εκτός από τον πατέρα του, υπήρχαν ακόμη οκτώ θείοι του που ήταν ιερείς: δύο αδελφοί του πατέρα του και έξι της μητέρας του. Ο ίδιος ανέφερε χαρακτηριστικά: «Όπως τους έβλεπα από μικρός, ντυμένους στα μαύρα μακριά ράσα και τις γυαλιστερές μπότες τους, έμοιαζαν κυριολεκτικά σαν να περιφρουρούν τα σύνορα μεταξύ ζωής και θανάτου». Η εμφάνισή τους τον φόβιζε ιδιαίτερα και η σοβαρότητά τους τον πίεζε φορτικά στην καθημερινότητά του. Παράλληλα, αρκετοί συγγενείς της μητέρας του, Έμιλ Πράισβερκ (Emilie Preiswerk), είχαν έντονη ενασχόληση και με παραψυχικά φαινόμενα. Αλλά και το ζήτημα του θανάτου δεν απουσίαζε από τo περιβάλλον στο οποίο μεγάλωνε ο μικρός Καρλ, καθώς πριν από τη γέννηση του ιδίου είχαν πεθάνει δύο αδέλφια του σε βρεφική ηλικία. Το γεγονός αυτό καθόρισε τη ζωή της οικογένειας αλλά και τη συμπεριφορά της μητέρας του απέναντί του, η οποία έγινε ιδιαίτερα αγχώδης και νευρική. Όταν ο ίδιος ήταν τριών ετών, η μητέρα του ασθένησε από μια νευρική (συναισθηματική) διαταραχή και χρειάστηκε να νοσηλευτεί για αρκετούς μήνες. Ο αποχωρισμός αυτός είχε τεράστια επίδραση στο μικρό Καρλ ο οποίος έκτοτε έγινε ιδιαίτερα αμφιθυμικός απέναντί της αλλά και προς όλες τις εκπροσώπους του γυναικείου φύλου.

Οι εσωτερικές αλλά και οι εξωτερικές αντιξοότητες που αντιμετώπιζε ήταν πολλές. Όταν δεν άντεχε τις ατέλειωτες λογομαχίες και συγκρούσεις μεταξύ των γονέων του, κατέφευγε στη σοφίτα του σπιτιού του, όπου συναντούσε το μικρό «φίλο» και «σύντροφο» που είχε ο ίδιος κατασκευάσει: μια μικρή ξύλινη κούκλα η οποία, ντυμένη όπως ήταν στα μαύρα, έμοιαζε με κληρικό. Σε αυτήν μιλούσε και αποκάλυπτε όλα τα μυστικά του. Της έγραφε σημειώματα, σε μικρά ρολό από χαρτί, τα οποία φυλούσε σε ένα ειδικό σημείο της σοφίτας. Με το μικρό του «φίλο» περνούσε ατελείωτες ώρες, πραγματοποιώντας ειδικές τελετές και τελετουργίες τις οποίες είχε επινοήσει ο ίδιος.

Ο μικρός Καρλ έπαιζε πάντα μόνος του, αφού η αδελφή του γεννήθηκε όταν ο ίδιος ήταν εννέα ετών. Η γέννησή της δεν τον ενθουσίασε καθόλου, καθώς του φάνηκε αρχικά σαν «ένα άσχημο και ζαρωμένο πλάσμα». Την αγνόησε για πολύ καιρό και συνέχισε να παίζει μόνος του και να απομονώνεται στις προσωπικές του ενασχολήσεις. Διάβαζε πολύ, κυρίως βιβλία που τον ενδιέφεραν προσωπικά και όχι τα σχολικά. Τα ιδιόρρυθμα, όμως, για την ηλικία του ενδιαφέροντά του αλλά και η έντονη εσωστρέφειά του, προκάλεσαν δυσκολίες στη συναναστροφή με τους συμμαθητές του: ο Γιουνγκ φαινόταν «διαφορετικός» και «παράξενος». Η τάση για λιποθυμικά επεισόδια που ανέπτυξε σε ηλικία 12 ετών, η οποία τον κράτησε μακριά από το σχολείο για έξι μήνες, ήταν πιθανόν αποτέλεσμα του γεγονότος ότι δεν περνούσε και τόσο καλά στο σχολείο. Στο σπίτι μπορούσε να απομονώνεται και να διαβάζει βιβλία της αρεσκείας του. Μια ημέρα όμως άκουσε τον πατέρα του να ανησυχεί πραγματικά για την κατάσταση της υγείας του και να αναφέρει σε έναν φίλο του: «Οι γιατροί δεν γνωρίζουν πια τι συμβαίνει… Τι θα γίνει αν δεν είναι κάτι θεραπεύσιμο; Έχω χάσει ό, τι είχα και δεν είχα». Τότε μόνο συνειδητοποίησε την πραγματικότητα και έκτοτε η «αρρώστια» του εξαφανίστηκε ως δια μαγείας...

Ο Γιουνγκ περιγράφει χαρακτηριστικά τις συναισθηματικές δυσκολίες που αντιμετώπιζε κατά την παιδική και εφηβική του ηλικία. Είχε αναπτύξει δύο παράλληλες ζωές, δύο διαφορετικές προσωπικότητες, όπως τις αποκαλούσε: την προσωπικότητα Νο1, που ήταν ντροπαλή και ένιωθε πάντα μειονεκτικά, και την προσωπικότητα Νο2, που ήταν δυνατή και απέπνεε τη σπουδαιότητα και την τάση για εξουσία ενός ώριμου άντρα. Η μοναξιά του συχνά ανακουφιζόταν από αυτό το σύστημα διάσπασης του εαυτού του. Όπως αναφέρει, «η συσχέτισή μου με τον κόσμο είχε έτσι ήδη προδιαγραφεί. Σήμερα, όπως και τότε, είμαι πάντα μοναχικός».

Δεν ήταν ένα συνηθισμένο αγόρι, όπως βέβαια δεν έμελλε να εξελιχθεί και σε έναν συνηθισμένο άντρα! Ήταν ευαίσθητος και έξυπνος, δεν καταλάβαινε αλλά ούτε και τον καταλάβαιναν οι γονείς, οι δάσκαλοι ή οι συμμαθητές του, όπως δεν τους καταλάβαινε και εκείνος. Για αυτό και αποσυρόταν από τον κόσμο των ανθρώπων και βασιζόταν περισσότερο σε δικές του προσωπικές εσωτερικές εμπειρίες που τον βοηθούσαν να κατανοεί καλύτερα τον κόσμο. Αυτές, άλλωστε, αποτύπωσε και σε όλες τις μετέπειτα έννοιες της πολύπλοκης θεωρίας του.

Σπουδές & σταδιοδρομία

Τελειώνοντας το σχολείο είχε την επιθυμία να σπουδάσει Αρχαιολογία, αλλά η κατεύθυνση αυτή δεν υπήρχε στο πανεπιστήμιο της πόλης του και οι γονείς του δεν είχαν την οικονομική δυνατότητα να τον στείλουν σε άλλο πανεπιστήμιο. Εναλλακτικά, προτίμησε να εισαχθεί στο γειτονικό Πανεπιστήμιο της Βασιλείας και να σπουδάσει Ιατρική. Η ειδικότητα της Ψυχιατρικής, μάλιστα, συνδύαζε τις δύο αντίθετες κλίσεις μέσα του: το ενδιαφέρον του για τις Φυσικές Επιστήμες και την εμμονή του με θρησκευτικά, υπαρξιακά και φιλοσοφικά ερωτήματα. Η ενασχόληση με τη σύγκρουση μεταξύ αντιθέτων κατέστη, άλλωστε, κυρίαρχο θέμα σε όλη τη μετέπειτα θεωρία του.

Carl Jung 1910
Περιθωριακή φυσιογνωμία από τα φοιτητικά του χρόνια, διέθετε εντούτοις σημαντική διανοητική δύναμη που τον καθιστούσε πόλο έλξης της φοιτητικής αδελφότητας «Zofingia», στην οποία συμμετείχε, ή έδινε και ο ίδιος διαλέξεις για θεολογικά και ψυχολογικά ζητήματα. Παράλληλα, ανέπτυξε και μια ιδιαίτερη ενασχόληση: έκανε πειράματα πνευματισμού σε ειδικές συγκεντρώσεις με συγγενείς του, κυρίως με την εξαδέλφη του Χελένε Πράισβερκ (Helene Preiswerk). Η ενασχόληση με τον πνευματισμό και τα μυστικιστικά φαινόμενα αποτελούσε πάντοτε ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον του. Ακολουθώντας τη συμβουλή του καθηγητή του Ευγένιου Μπλώυλερ (Eugen Bleuler), έκανε τα πειράματα και τις παρατηρήσεις του θέμα της διδακτορικής του διατριβής με τίτλο «Ψυχολογία και Παθολογία των Αποκαλούμενων Απόκρυφων Φαινομένων» (1902). Η μελέτη αυτή έθεσε τις βάσεις για την καλλιέργεια ορισμένων βασικών ιδεών και θεωρημάτων του συστήματος Αναλυτικής Ψυχολογίας που ανέπτυξε αργότερα, συγκεκριμένα ότι το ασυνείδητο περιέχει «συμπλέγματα» που εκδηλώνονται σε όνειρα ή οράματα και αποτελούν ομάδες συσχετιζόμενων, συχνά απωθημένων ιδεών ή ενορμήσεων. Η ανάπτυξη και η συνοχή της προσωπικότητας του ανθρώπου διαμορφώνεται βάσει των συμπλεγμάτων αυτών, στο επίπεδο του ασυνειδήτου.

Το 1900 αποφοίτησε και έλαβε θέση βοηθού του Μπλώυλερ στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο Burghoelzli της Ζυρίχης. Εκεί άρχισε την έντονη ερευνητική ενασχόλησή του με τη μελέτη της σχιζοφρένειας. Η εκτεταμένη μελέτη πολλών σχιζοφρενών ασθενών τον οδήγησε στη διαμόρφωση ενός από τα βασικότερα θεωρήματά του, του «συλλογικού ασυνειδήτου». Οι φαντασιώσεις και οι ψευδαισθήσεις των ασθενών του ήταν όμοιες κατά πολύ με το περιεχόμενο πολλών μύθων και φαντασιώσεων που συνόδευαν τους ανθρώπους σε σύγχρονες αλλά και αρχαίες κοινωνίες. Ο ίδιος πίστευε ότι το υλικό που του αποκάλυπταν υπερέβαινε κατά πολύ τη συλλογή αναμνήσεων μόνο από την παιδική ή την ενήλικη ζωή τους. Υπήρχε και ένα «συλλογικό ασυνείδητο», από το οποίο ανέσυραν πολλά από τα βιώματά τους. Το 1906 δημοσίευσε την εργασία «Psychology of Dementia Praecox», μια ψυχαναλυτική μελέτη και πρόταση θεραπείας της σχιζοφρένειας βασιζόμενη στα συμπεράσματά του.

Κατά το ίδιο διάστημα, είχε διαμείνει οικιοθελώς επί έξι μήνες στο Ψυχιατρικό Νοσοκομείο για να διευκολύνει τις παρατηρήσεις του. Τον είχε απορροφήσει η έρευνα της ψυχωσικής συμπεριφοράς και λόγου και παράλληλα ήθελε να διερευνήσει τα πρωτόγονα λεκτικά σχήματα και τις στερεότυπες χειρονομίες όσων έπασχαν από αυτή την ασθένεια. Τα αποτελέσματα των παρατηρήσεών του τον οδήγησαν στη διαμόρφωση ενός ειδικού τεστ που εισήγαγε ο ίδιος, του «τεστ λεκτικού συνειρμού» (word association test). Κατά τη διεξαγωγή αυτού του τεστ, παρουσιάζεται στον ασθενή μια σειρά λέξεων, ανά μία κάθε φορά, και εκείνος πρέπει να απαντήσει με την πρώτη τυχαία λέξη που του έρχεται στο μυαλό. Εάν διστάζει ή αμφιταλαντεύεται πριν απαντήσει, ή αν εκφράζει κάποιο έντονο συναίσθημα, η συγκεκριμένη λέξη έχει μάλλον «χτυπήσει» σε κάποιο ασυνείδητο «σύμπλεγμα» του ψυχισμού του. Η έρευνα για τη μέθοδο του λεκτικού συνειρμού δημοσιεύτηκε σε πολλά αμερικανικά επιστημονικά περιοδικά και τον κατέστησε ιδιαίτερα γνωστό και στις ΗΠΑ. Μάλιστα, η αντίστοιχη μέθοδος χρησιμοποιήθηκε στις ΗΠΑ και για το νομικό καθορισμό γεγονότων, και το Clark University της Μασσαχουσέτης του απένειμε ειδικά, το 1909, τιμητικό διδακτορικό δίπλωμα στα Νομικά. Η εργασία του «Studies in Word-Association» αποτέλεσε την αφορμή και για την πρώτη επαφή και γνωριμία του με το Σίγκμουντ Φρόιντ. Ο Γιουνγκ ταξίδεψε στη Βιέννη για να τον συναντήσει. Επρόκειτο για μια σημαντική συνάντηση που θα σηματοδοτούσε την έναρξη μιας βαθιάς και έντονης φιλίας και συνεργασίας, η οποία, όμως, έμελλε να διαρκέσει μόνον έξι χρόνια.


Η οικογενειακή του ζωή
Το 1903, ο Γιουνγκ νυμφεύθηκε την Έμμα Ράουσενμπαχ (Emma Rauschenbach) με την οποία απέκτησε πέντε παιδιά. Η ευκατάστατη οικογένεια της Έμμας και η οικονομική άνεση που «εισέβαλε» ξαφνικά στη ζωή του με αυτό το γάμο υποδαύλιζαν ιδιαίτερα τα αμφίθυμα συναισθήματά του. Ο ίδιος μιλούσε πάντα αρνητικά για το θεσμό του γάμου και τη δημιουργία οικογένειας υποστηρίζοντας πάντα τη μοναδική σημασία της ατομικότητας και της ανεξαρτησίας του ανθρώπου. Μάλιστα, τον χαρακτήριζε και μια φυσική αποστροφή σχετικά με την ανατροφή παιδιών την οποία ξεπέρασε με την πάροδο του χρόνου. Η Έμμα πέρασε αρκετές δύσκολες στιγμές δίπλα του, κυρίως λόγω των εξωσυζυγικών σχέσεων που διατηρούσε με άλλες γυναίκες. Η μακρόχρονη εξωσυζυγική του σχέση με την Τόνι Βολφ (Toni Wolff) σχεδόν διέλυσε το γάμο τους. Η Έμμα τελικά αποδέχτηκε την κατάσταση, αλλά δεν ήταν ποτέ ευτυχισμένη με το γεγονός ότι η Βολφ ήταν και συχνός επισκέπτης στο σπίτι τους στο δείπνο της Κυριακής.

Ο ίδιος ο Γιούνγκ δεν μιλούσε και δεν έγραφε ποτέ για την οικογενειακή ζωή με τη σύζυγό του, τις τέσσερις κόρες του και το γιό του. Δεν έκανε καμία αναφορά σχετικά με τα σεξουαλικά του συναισθήματα και τη συμπεριφορά του. Τόνιζε, όμως, πάντα ότι ήταν πολύ σημαντικό για εκείνον να έχει μια φυσιολογική σπιτική οικογενειακή ζωή προκειμένου να εξισορροπεί τον παράξενο εσωτερικό του κόσμο των ονείρων, των φαντασιώσεων και των απόκρυφων μυστικιστικών εμπειριών: «Η οικογένεια και το επάγγελμά μου παρέμεναν η βάση στην οποία μπορούσα πάντα να επιστρέψω, επιβεβαιώνοντας ότι είμαι ένα υπάρχον, συνηθισμένο άτομο».

Το 1909 η οικογένεια μετακόμισε κοντά στη λίμνη του Κούσναχτ (Küsnacht), στη Ζυρίχη. Εκεί διέμεινε σε ένα πανέμορφο σπίτι, δίπλα στη λίμνη, στο οποίο ο Γιουνγκ δεχόταν και τους ασθενείς του, πολλούς επώνυμους και επιτυχημένους ανθρώπους από όλο τον κόσμο. Στο κατώφλι του σπιτιού είχε αναρτηθεί το εξής απόφθεγμα: “Vocatus atque non vocatus dues aderit” («Είτε καλείται είτε δεν καλείται, ο Θεός είναι παρών».)


Η σχέση με το Φρόιντ & την Ψυχανάλυση

Όπως αναφέρθηκε, η γνωριμία του Γιουνγκ με το Φρόιντ έμελλε να θέσει τις βάσεις μιας έντονης φιλίας και συνεργασίας σχετικά με βασικά ζητήματα της ψυχανάλυσης. Ο Γιουνγκ άρχισε την ψυχιατρική του πρακτική και τη μετέπειτα ερευνητική εργασία του ενστερνιζόμενος τη θεωρία και την τεχνική της ψυχανάλυσης. Το γεγονός αυτό τον κατέστησε σύντομα στα μάτια του Φρόιντ έναν βασικό συνεργάτη και πιθανό διάδοχο και συνεχιστή του ψυχαναλυτικού κινήματος. Ο χαρακτήρας του Γιουνγκ, όμως, αλλά και τα αποτελέσματα των προσωπικών του ερευνών άρχισαν σταδιακά να τροποποιούν τις απόψεις του και να τον απομακρύνουν από την ψυχανάλυση. Ο ίδιος, άλλωστε ήταν ένα εξαιρετικά αυτόνομο και ανεξάρτητο άτομο και δύσκολα μπορούσε να ανεχτεί για πολύ καιρό να θεωρείται «υποτελής» του Φρόιντ, ή ακόμη και ο «μεγάλος γιος» ή ο «εκλεκτός πρίγκιπάς του». Η βασικότερη διαφωνία μεταξύ τους όμως άρχισε να προκαλείται σχετικά με βασικά θεωρητικά ζητήματα της ψυχανάλυσης και, συγκεκριμένα, με την υπέρτατη έμφαση που απέδιδε ο Φρόιντ στη σημασία του σεξουαλικού ενστίκτου. Ο Γιουνγκ δεν μπορούσε να δεχτεί ότι αυτή η τάση αποτελεί το μοναδικό παράγοντα καθορισμού της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Επίσης, είχε κουραστεί ιδιαίτερα από την έντονη ενασχόληση του Φρόιντ με την παθολογική πλευρά της ανθρώπινης φύσης. Ο ίδιος είχε μελετήσει και άλλες κουλτούρες και πολιτισμούς και είχε ταξιδέψει πολύ. Είχε επίσης πολλές γνώσεις Μυθολογίας, Θεολογίας και Φιλοσοφίας και ήταν εξαίρετος γνώστης του συμβολισμού πολύπλοκων μυστικιστικών παραδόσεων. Αν κάποιος μπορούσε πράγματι να κατανοήσει το ασυνείδητο και την τάση του να «αποκαλύπτεται» σε συμβολική μορφή, αυτός ήταν ο Γιουνγκ. Για εκείνον, το ασυνείδητο αποτελούσε ένα συνονθύλευμα προσωπικών αλλά και αρχέγονων μακρόχρονων εμπειριών. Έτσι, ήθελε να αναπτύξει ένα σύστημα ψυχολογικής θεωρίας που θα επικεντρωνόταν στις πνευματικές και μυστικιστικές ανάγκες του ανθρώπου. Κατ’ ουσίαν, αυτό αποτελούσε και έναν πρόδρομο της ανθρωπιστικής ψυχολογίας και ο Γιουνγκ πίστευε πως η αυτοπραγμάτωση του ανθρώπου επέρχεται μέσω της ανακάλυψης του πνευματικού του εαυτού.

Οι έρευνές του, λοιπόν, τον οδήγησαν μακριά από την έμφαση του Φρόιντ στην ψυχοσεξουαλική αιτιότητα της νεύρωσης και της ανθρώπινης ψυχοπαθολογίας, και στη θεμελίωση της δικής του προσέγγισης, της Αναλυτικής Ψυχολογίας, ως απάντηση στην ψυχαναλυτική προσέγγιση του Φρόιντ. Σε αντίθεση με την ψυχανάλυση, η Αναλυτική Ψυχολογία υποτιμούσε τη σημασία της σεξουαλικότητας και των παιδικών ενδοψυχικών συγκρούσεων στη θεραπεία των νευρώσεων, και επικεντρωνόταν περισσότερο σε πρόσφατες ενδοψυχικές συγκρούσεις του ασθενή.

Η έκδοση του βιβλίου του Γιουνγκ «Symbols of Transformation» σήμανε και την οριστική ρήξη στη σχέση των δύο ανδρών. Ο ίδιος, σαν να το γνώριζε αυτό, και κατά τη διάρκεια της συγγραφής του ένιωθε ιδιαίτερα νευρικός. Μάλιστα δυσκολεύτηκε ιδιαίτερα να ολοκληρώσει το τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου του το οποίο τιτλοφόρησε, ίσως όχι τυχαία, «Η θυσία». Για τον ίδιο, η ρήξη με το Φρόιντ και την ψυχανάλυση αποτελούσε πράγματι μια μεγάλη θυσία!


Προσωπική κρίση

Όταν τερματίστηκε η σχέση του με το Φρόιντ και την ψυχανάλυση, ο Γιουνγκ περιέπεσε σε μια κατάσταση σύγχυσης και εσωτερικής αβεβαιότητας. Παραιτήθηκε από τη θέση του λέκτορα στο πανεπιστήμιο στο οποίο δίδασκε καθώς θεωρούσε ότι δεν μπορούσε να διδάσκει σε μια τόσο διαταραγμένη και αποπροσανατολισμένη διανοητική και ψυχική κατάσταση. Επακολούθησε μια «κενή» περίοδος κατά την οποία δεν μπορούσε να μελετήσει, να γράψει ή να διερευνήσει. Άρχισε να αφιερώνει το διάστημα αυτό στη διερεύνηση του δικού του ασυνειδήτου, αναλύοντας τα όνειρα και τα οράματά του.

Από αυτό το εσωτερικό μοναχικό ταξίδι επανήλθε κατά το τέλος του Ά Παγκοσμίου Πολέμου, με νέα όμως δεδομένα για τη θεωρία του, η οποία έτεινε πλέον να λάβει μια ολοκληρωμένη μορφή. Νέες έννοιες, όπως τα αρχέτυπα, εισήχθησαν οι οποίες σε συνδυασμό με την κατανόηση περί συμβολισμού των ονείρων ή άλλων δημιουργικών διεργασιών έθεταν τις βάσεις της νέας κλινικής προσέγγισης, της Αναλυτικής Ψυχολογίας. Την περίοδο αυτή έγραψε και ένα από τα σημαντικότερα βιβλία του, το «Ψυχολογικοί Τύποι» («Psychological Types»), στο οποίο περιγράφει τις διαφορές θεωρητικών τοποθετήσεων σχετικά με το Φρόιντ αλλά και τον Άλφρεντ Άντλερ, γνωστό ψυχαναλυτή της εποχής που επίσης αποσχίσθηκε από το Φρόιντ. Σε αυτό επίσης περιγράφει για πρώτη φορά μια χαρακτηρολογική ταξινόμηση της προσωπικότητας, συμπεριλαμβανομένης της γνωστής διάκρισής του μεταξύ εσωστρέφειας και εξωστρέφειας. Κατά το Γιουνγκ, η εξωστρέφεια αποτελεί μεταστροφή της λιβιδινικής ενέργειας προς τα έξω, ενώ η εσωστρέφεια μεταστροφή της λιβιδινικής ενέργειας προς τα μέσα. Κάθε άνθρωπος διαθέτει και τους δύο αυτούς μηχανισμούς ψυχικής λειτουργίας και ο συλλογικά επικρατέστερος καθορίζει αν το άτομο θα καταστεί εσωστρεφές ή εξωστρεφές.

Κατά το Γιουνγκ, η συνείδηση του ανθρώπου διαθέτει διάφορους μηχανισμούς λειτουργίας και προσαρμογής, σημαντικότεροι εκ των οποίων είναι η διαίσθηση, η σκέψη, η αίσθηση και η συναίσθηση. Στην καθημερινότητα, ο άνθρωπος βασίζεται και χρησιμοποιεί την πιο ανεπτυγμένη από αυτές, ενώ διευρύνει διαρκώς τα όριά του αναπτύσσοντας και εξελίσσοντας και όλες τις άλλες. Το ασυνείδητο αποκαλύπτεται ευκολότερα μέσω της λιγότερο ανεπτυγμένης λειτουργίας.

Την περίοδο εκείνη ο Γιουνγκ άρχισε να ταξιδεύει πιο συστηματικά. Επισκέφτηκε την Τυνησία και την Έρημο της Σαχάρας. Τον ενδιέφερε πάντα η νοοτροπία και ο τρόπος ζωής των πρωτόγονων ανθρώπων, και τώρα πλέον ήταν σε θέση να τον παρατηρήσει από κοντά. Δεν γνώριζε τη γλώσσα τους, για αυτό και παρατηρούσε έντονα τις κινήσεις και τις χειρονομίες τους, τις εκφράσεις του προσώπου τους και τις συναισθηματικές τους αντιδράσεις. Ένιωθε ιδιαίτερα ικανοποιημένος και διαφωτισμένος από αυτή την πρώτη αφρικανική του εμπειρία.
Πριν από την επόμενη επίσκεψή του στην Αφρική έμαθε σουαχίλι. Έλαβε μέρος σε ένα σαφάρι στην καρδιά της Αφρικής και το ταξίδι αυτό αποτέλεσε μια μοναδική εμπειρία που τον έφερε σε επαφή με την πρωτόγονη αντίληψη και το «συλλογικό ασυνείδητο». Σχετικές αναμνήσεις αναφέρονται σε πολλά κείμενά του.
Ο Γιουνγκ το 1911

Ταξίδεψε επίσης στο Νέο Μεξικό για να γνωρίσει τις θρησκευτικές πεποιθήσεις των Ινδιάνων Πουέμπλο, τις οποίες οι ίδιοι απέκρυπταν με μεγάλη μυστικότητα. Η άμεση διερεύνηση δεν τον βοήθησε, για αυτό και δοκίμασε μια πιο έμμεση μέθοδο: μιλούσε για διάφορα ζητήματα και παρακολουθούσε τις συναισθηματικές τους αντιδράσεις. Όταν το πρόσωπό τους εξέφραζε κάποιο συναίσθημα, γνώριζε ότι είχε «θίξει» κάποιο σημαντικό ζήτημα. Επρόκειτο για μια προσαρμογή της γνωστής μεθόδου του λεκτικού συνειρμού στη γνωριμία του με άλλους πολιτισμούς!

Ο Γιουνγκ είχε επίσης πάντα ένα έντονο ενδιαφέρον για τις ανατολικές θρησκείες και μυθολογίες και τα ταξίδια του στην Ινδία και την Κεϋλάνη ενίσχυσαν ιδιαίτερα το ενδιαφέρον του και διεύρυναν τις γνώσεις του. Έγραψε αρκετά για τις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων της Ανατολής και της Δύσης, όπως αυτές εκφράζονται στα έθιμα, τις θρησκευτικές πεποιθήσεις, τις πρακτικές και τους μύθους. Επισήμαινε ότι η ψυχική λειτουργία των ανθρώπων της Ανατολής είναι βασικά εσωστρεφής, ενώ των ανθρώπων της Δύσης εξωστρεφής.

Ένας φίλος του, γνώστης της κινεζικής κουλτούρας, του γνώρισε το I Τσινγκ (Ι Ching), αρχαίο κείμενο μαντείας και προφητείας. Του γνώρισε επίσης την Αλχημεία, τομέα στον οποίο επικεντρώθηκε και μελέτησε με ιδιαίτερο ενδιαφέρον επί πολλά χρόνια. Το βιβλίο του «Ψυχολογία και Αλχημεία», που δημοσιεύτηκε το 1944, αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα κείμενά του.


Η Θεωρία των συμβόλων

Κατά το Γιουνγκ, η δημιουργία και έκφραση των συμβόλων αποτελεί κλειδί για την κατανόηση της ανθρώπινης φύσης. Το σύμβολο αποτελεί τον καλύτερο δυνατό τρόπο έκφρασης του αγνώστου και του ασυνειδήτου. Σκοπός του ήταν η διερεύνηση της ομοιότητας μεταξύ συμβόλων που εντοπίζονται σε θεολογικά, μυθολογικά και μαγικά συστήματα διαφόρων πολιτισμών και εποχών.

Προκειμένου να επεξηγήσει παρόμοια σύμβολα διαφορετικών πολιτισμών και εποχών αναφέρεται σε δύο επίπεδα του ασυνειδήτου: το «ατομικό ασυνείδητο», το οποίο εμπεριέχει οτιδήποτε το άτομο έχει αποκτήσει κατά τη διάρκεια της ζωής του αλλά έχει ξεχαστεί ή απωθηθεί, και στο «συλλογικό ασυνείδητο» το οποίο εμπεριέχει μνημονικά ίχνη κοινά σε όλο το ανθρώπινο είδος.

Τα περιεχόμενα του «συλλογικού ασυνειδήτου» αποκαλούνται «αρχέτυπα» και αποτελούν πρωτότυπα, αυθεντικά μοντέλα, βάσει των οποίων άλλα όμοια πράγματα διαμορφώνονται και διαπλάθονται με έναν ιδιαίτερο τρόπο. Τα αρχέτυπα αποτελούν μια από τις κεντρικότερες έννοιες στη θεωρία του Γιουνγκ και ο ίδιος αφιέρωσε ένα μεγάλο μέρος της ζωής του ερευνώντας και γράφοντας για αυτά. Μελέτησε πολλά σημαντικά αρχέτυπα, όπως αυτό της «μάνας», αλλά και άλλα εξίσου σημαντικά, όπως της «γέννησης», του «θανάτου», της «μητέρας γης», του «Θεού» κλπ. Πολύπλοκα αρχέτυπα εντοπίζονται σε όλα τα μυθολογικά και θεολογικά συστήματα.

Κατά το Γιουνγκ, ορισμένα αρχέτυπα έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ανάπτυξη της δομής της προσωπικότητας. Αυτά είναι:

-Περσόνα (ή προσωπείο)
Η περσόνα αποτελεί τη δημόσια εικόνα, τη μάσκα την οποία ο άνθρωπος φορά πριν δείξει τον εαυτό του στον εξωτερικό κόσμο. Στην καλύτερη περίπτωση μπορεί να αφορά την «καλή εντύπωση» που επιθυμεί να παρουσιάζει στους άλλους, μπορεί όμως να αποτελεί και τη λανθασμένη εντύπωση που δημιουργεί προκειμένου να διαχειριστεί τη γνώμη και τη συμπεριφορά των άλλων ανθρώπων.

-Άνιμα/ Άνιμους
Τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες έχουν μέσα τους στοιχεία και του αντίθετου φύλου. Κάθε άντρας έχει και μια θηλυκή πλευρά και κάθε γυναίκα έχει ασυνείδητα αρσενικά χαρακτηριστικά. Το θηλυκό αρχέτυπο στον άντρα αποκαλείται άνιμα, ενώ το αρσενικό αρχέτυπο στη γυναίκα αποκαλείται άνιμους.

-Σκιά
Πρόκειται για τη σκοτεινή, καταπιεσμένη πλευρά του εαυτού, την οποία ο άνθρωπος έχει απορρίψει και «αποκρύπτει» από τους άλλους. Η σκιά συμβολίζει αδυναμίες, φόβους, θυμό που έχει συσσωρευθεί.

-Ο εαυτός
Ο «εαυτός» είναι ένα από τα πιο σημαντικά αρχέτυπα. Αποτελεί την έσχατη ένωση της προσωπικότητας και συμβολίζεται από τον κύκλο, το σταυρό και τις φιγούρες μαντάλα που άρεσαν ιδιαίτερα στο Γιουνγκ.

Προς το τέλος της ζωής του, ο Γιουνγκ διευκρίνισε ότι τα βαθύτερα στρώματα του ασυνειδήτου λειτουργούν ανεξάρτητα από τους νόμους του χώρου, του χρόνου και της αιτιότητας. Το γεγονός αυτό δίνει έναυσμα και λειτουργία στα λεγόμενα παραψυχικά φαινόμενα.


Επίλογος
Καθ’ όλη τη διάρκεια της μακρόχρονης ζωής του, ο Γιουνγκ συνέχισε να αναπτύσσει και να εμβαθύνει τη θεωρία του λαμβάνοντας ερεθίσματα και υλικό μελέτης τόσο από την κλινική του πρακτική, όσο και από τη μελέτη ευρέων και ποικίλων θεμάτων όπως η αλχημεία, η αστρολογία, η μυθολογία, η μαντεία, η τηλεπάθεια, η γιόγκα, ο πνευματισμός, τα παραμύθια, ο θρησκευτικός συμβολισμός, τα οράματα, τα όνειρα, οι ανατολικές θρησκείες.

Παρόλα αυτά, έχει επικριθεί ιδιαίτερα για το έντονο ενδιαφέρον του για όλα αυτά τα «ύποπτα» επιστημονικά θέματα. Οι επικρίσεις όμως αυτές δεν ευσταθούν. Ο Γιουνγκ προσέγγιζε αυτά τα ζητήματα όχι ως οπαδός ή πιστός, αλλά ως ψυχολόγος. Το κεντρικό ερώτημα για εκείνον ήταν τι αποκαλύπτουν αυτά τα θέματα σχετικά με τον ανθρώπινο νου και ψυχισμό, ειδικότερα στο επίπεδο της ψυχικής λειτουργίας που ο ίδιος αποκαλούσε «συλλογικό ασυνείδητο». Ο ίδιος γνώριζε πολύ νωρίς κατά την επιστημονική του καριέρα ότι το ασυνείδητο εκδηλώνεται στην πιο καθαρή του μορφή στα ψυχοπαθολογικά συμπτώματα, τους βερμπαλισμούς, τις παραισθήσεις και τα οράματα των ασθενών. Αργότερα ανακάλυψε ότι στους ψυχικά υγιείς ανθρώπους το ασυνείδητο εκδηλώνεται σαφέστερα στα λεγόμενα μυστικιστικά φαινόμενα, στο θρησκευτικό συμβολισμό, τη μυθολογία, την αστρολογία και τα όνειρα. Ως μελετητής αλλά και «μαθητής» του ασυνειδήτου, λοιπόν, έπρεπε να χρησιμοποιεί οποιεσδήποτε πηγές, ανεξάρτητα από το πόσο «ύποπτες» ή «αποδεκτές» επιστημονικά ήταν, προκειμένου να μελετήσει αυτό που θεωρούσε εκείνος τόσο βασικό: το ασυνείδητο. Δεν ακολουθούσε την παράδοση και το κατεστημένο, παρέμενε όμως πάντα επιστήμονας στην αντιμετώπιση και το χειρισμό των δύσκολων αυτών ζητημάτων.

Η θεωρία της Αναλυτικής Ψυχολογίας επίσης θεωρείται σχετικά ασυνήθης και ιδιόμορφη συγκρινόμενη με άλλες θεωρίες για την προσωπικότητα. Θεωρείται επίσης εξαιρετικά δύσκολη στην κατανόηση, όντας σε πολλά σημεία της πολύπλοκη, παράξενη και μυστήρια. Αυτό, βέβαια, οφειλόταν εν μέρει στο γεγονός ότι ο Γιουνγκ μελετούσε και ανέσυρε το υλικό του από διάφορους ευρείς τομείς (όπως η Ψυχολογία, η Ψυχιατρική, η Φιλολογία, η Φιλοσοφία, η Φυσική, η Χημεία, η Βιολογία, η Αρχαιολογία, η Θεολογία, η Μυθολογία, η Ιστορία, η Ανθρωπολογία, η Αλχημεία και η Αστρολογία), στην προσπάθειά του να κατανοήσει την ανθρώπινη φύση. Λίγοι ερευνητές ή αναγνώστες είχαν το υπόβαθρο για να αξιολογήσουν υλικό από τόσα διαφορετικά πεδία, και έτσι μπορούσαν εύκολα να παρερμηνεύσουν, να παραβλέψουν ή και να αγνοήσουν τη θεωρία του, αντί να προσπαθήσουν να έλθουν σε επαφή με τον απίστευτα μεγάλο αριθμό πολύπλοκων ιδεών που αποτελούσαν ένα αναπόσπαστο μέρος της. Μια άλλη δυσκολία έγκειται επίσης στο γεγονός ότι ο ίδιος ο Γιουνγκ δεν έγραφε καθαρά. Χρησιμοποιούσε συχνά συμβατικούς όρους με ιδιοσυγκρατικό τρόπο, χωρίς να επεξηγεί πλήρως αυθαίρετες μεταστροφές νοημάτων ή πολύπλοκων εννοιών.

Ο Γιουνγκ πέρασε ένα μεγάλο μέρος της υπόλοιπης ζωής του ταξιδεύοντας και δίνοντας διαλέξεις σε όλο τον κόσμο. Συνταξιοδοτήθηκε το 1946 και άρχισε να αποσύρεται από τη δημόσια ζωή μετά το θάνατο της συζύγου του το 1955. Μεταξύ των τελευταίων δημοσιεύσεών του συγκαταλέγονται τα έργα: «Aion» (1951), «Answer to Job» (1952) και «Mysterium Coniunctionis» (1955-56). Πέθανε σε ηλικία 85 ετών, στις 6 Ιουνίου του 1961, στη Ζυρίχη.
Οι τελευταίες του λέξεις, μαγνητοφωνημένες κατά την αυτοβιογραφική του αφήγηση από την Ανιέλα Γιάφφε (Aniela Jaffe), είναι οι ακόλουθες:
 «Ας έχουμε ένα πραγματικό καλό κόκκινο κρασί απόψε»!

Ειρήνη Τζελέπη από εδώ

Δευτέρα 14 Ιουλίου 2014

Appoggiatura [ 3 ] - Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων





Ἐπάταξάν με, ἐτραυμάτισάν με,
ἧραν τὸ θέριστρόν μου ἀπ᾿ ἐμοῦ...
...πάντες κατέχοντες ρομφαίαν
δεδιδαγμένοι πόλεμον.

Justyna Kopania


Η «ΒΛΑΒΗ» ἔρχεται ἀναπάντεχα. Ὅμως ἔρχεται πάντοτε μιὰ «βλάβη» νὰ ἀνακόψει τὴ λειτουργία τοῦ θαύματος. Γλυστράει ἀδιόρατα μέσα στὴ ζωή, σὰν τὸ φίδι στὰ φυλλώματα τοῦ παραδείσου.

Κάποια ἀσήμαντη ἀστοχία τοῦ Ἄλλου, κάποια παράλειψη, μιὰ ἀνεπάρκεια στὴ συμπεριφορά, μιὰ ὑστερόβουλη κίνηση, μιὰ ἐλλειπτικὴ ἀνταπόκριση στὴ δική μου δίψα. Καὶ ἀνοίγουν ξαφνικὰ τὰ μάτια μου στὴν ἀντίστροφη ἀποκάλυψη: Ὁ Ἄλλος βρίσκεται ἀπρόσμενα σὲ ἀπόσταση, ὑποταγμένος σὲ χῶρο καὶ χρόνο. Εἶναι μακριά, καὶ δὲν εἶναι αὐτὸ ποὺ ἦταν. Σὲ σχέση μὲ τὸν δικό μου πόθο γιὰ ζωή, μοιάζει λιγοστός, ἄτολμος, φειδωλός.
Καὶ μαζί του μικραίνουν ὅλα ξαφνικά, ξαναγίνονται ἀντι-κείμενα προκλητικὰ γιὰ μετρήσεις καὶ ὑπολογισμούς.


Ἂν εἴχαμε πραγματικὰ ἀγαπήσει -ἂν μᾶς εἶχε χαριστεῖ κάποια ἐλάχιστη πραγματικὴ αὐτοπαραίτηση- ἴσως στὴν πρώτη ρήξη νὰ διακρίνουμε κάτι καὶ ἀπὸ τὰ δικά μας ὑστερήματα. Στὴν καινούργια τώρα ἔκπληξη τῆς ἀπόστασης ἀνακαλύπτουμε μὲ δέος καὶ πλῆθος δικές μας ἀστοχίες, λαθεμένες ἐκφράσεις τοῦ πόθου, ὑστεροβουλίες, ἐλλείψεις ἀνταπόκρισης στὴ δίψα τοῦ Ἄλλου.
Καὶ μοιάζει ἀπίστευτο. Αὐτὸς ἦταν λοιπὸν ὁ ἔρωτάς μου; Ἄφησα τόσο κενὸ μοναξιᾶς στὴν ψυχὴ τοῦ Ἄλλου, ποὺ ἄμετρα ἀγαπῶ καὶ ποθῶ; Εἶναι τελικὰ ἀδιαπέραστο τὸ τεῖχος ποὺ ὀρθώνει ἀνάμεσα στοὺς ἐρωτευμένους ὁ τρόπος τῆς φύσης, ἡ θωράκιση τοῦ ἐγώ;

Ὅμως τὸ πιὸ συνηθισμένο εἶναι νὰ μὴ βλέπουμε μέσα μας κανένα ψεγάδι. Τὸν ἔρωτα τὸν προδίνει μόνο ὁ Ἄλλος. Ἔβαλε λιγότερα στὸ παιχνίδι -σὲ σχέση μὲ τὸ τί προσφέρει, ἀπολαμβάνει περισσότερα.
Ἀρχίζω νὰ μετράω, νὰ λογαριάζω. Καὶ οἱ λογαριασμοὶ μὲ βγάζουν πάντα ἀδικημένο, ἄρα δικαιοῦμαι νὰ ἀντιδρῶ, νὰ μεμψιμοιρῶ, νὰ γίνομαι ἐπιθετικός, νὰ μεταλλάζω τὴν προδομένη μου στοργὴ σὲ ἀπαίτηση.

Κι ἂν ὁ Ἄλλος ἀντιδράσει μὲ τὶς δικές του μετρήσεις καὶ τοὺς δικούς του λογαριασμούς, τότε ἡ ρήξη εἶναι ἄγρια, θηριώδης. Δὲν παίζονται συμφέροντα βιοτικά, παίζεται ἡ ζωή -ὅλα ἢ τίποτα. Ἀκόμα κι ἂν ὁ Ἄλλος ἀποτραβηχτεῖ σιωπηλὸς στὴ θλίψη του, ἀφήσει ἔκθετες τὶς πληγές του, δὲν ἔχω μάτια νὰ δῶ, δὲν μπορῶ νὰ πονέσω γιὰ τὴν ὀδύνη του, ἐξακολουθῶ νὰ μετράω μόνο τὴ δική μου.
Δὲν ἔχει δίκιο νὰ εἶναι θλιμμένος, μόνο ἐγὼ ἔχω αὐτὸ τὸ δίκιο.


Στὴν πρώτη αἴσθηση τῆς ρήξης ὁ ἔρωτας γίνεται μιὰ ἀπελπισμένη ἐπιθετικότητα.   Ἀναμοχλεύει τὸ παρελθόν, ἀναξέει πληγές, βυθίζει ἀνελέητα τὸ μαχαίρι στὴ μνήμη.   Ὁ Ἄλλος εἶναι ἡ ἀποτυχία μου νὰ ζήσω, εἶναι ἡ ἐπαλήθευση τῆς μοναξιᾶς μου, ἡ κόλασή μου. Ἴσως παλεύει κι αὐτός, σφαδάζει, ζεῖ τὴ δική του παγερὴ μοναξιά. Κάποια ἐλάχιστη τρυφεράδα ἀπὸ μένα, ἕνα χάδι καὶ πάλι, ἕνας λόγος γλυκός, θὰ μποροῦσε νὰ τὸν ἀναστήσει. Μὰ ἐγὼ στὸ πρόσωπό του βλέπω μόνο τὸ δικό μου κενό, καὶ τὰ μόνα λόγια τῆς καρδιᾶς εἶναι τὸ παράπονό μου:
Ἐμένα ποιός μὲ ρωτάει, ποιός μετράει τὴ δική μου ἀνάγκη καὶ ὀδύνη;

Δὲν ὑπάρχει ὀδύνη καὶ πίκρα πιὸ βασανιστικὴ ἀπὸ τὴ ἀντιμαχία ἀνθρώπων ποὺ πίστεψαν πὼς ἦταν ἀμοιβαῖα καὶ ὁλοκληρωτικὰ ἐρωτευμένοι. Ἀντιμαχία πάντοτε παράλογη, ὅμως μὲ ὅπλο στὴ θηριώδη ἀναμέτρηση πάντοτε τὴ λογική. Ὁ καθένας μὲ τὴ δική του τετράγωνη λογική, ἀράγιστη καὶ ἀμετακίνητη στὶς βεβαιότητές της.

Σὲ αὐτὸ τὸν σπαραγμὸ ὁδηγεῖται νομοτελειακὰ κάθε ἔρωτας.
Δὲν εἶναι ἁπλὴ ἀπο-γοήτευση -τὸ τέλος τῆς γοητείας ποὺ ἀσκοῦσε πάνω μας ἡ ψευδαίσθηση τῆς πληρωματικῆς σχέσης. Εἶναι ἡ ἀσυνείδητη πίκρα γιὰ τὸ ἀνέφικτο τῆς ζωῆς, ἡ ἀπελπισία γιὰ τὸ ἀκατόρθωτο τῆς ἀμοιβαίας ὁλοκληρωτικῆς αὐτοπροσφορᾶς, ποὺ συνιστᾶ τὴ ζωή.
Ἐρωτευόμαστε σὰν τὶς χελῶνες, θωρακισμένοι ἀνεπίγνωστα στὸ ἄθραυστο κέλυφος τῆς θνητότητας, δηλαδὴ τοῦ ἐγώ. Ζοῦμε τὸ θαῦμα τοῦ ἔρωτα ὁ καθένας ἀπὸ μόνος του, ὁ Ἄλλος εἶναι μόνο ἡ ἀφορμή. Ὥσπου νὰ συντριβοῦν οἱ ἀσύμπτωτοι πόθοι μας πάνω στὰ ἀράγιστα κελύφη.



Χρήστος Γιανναράς  από το "Σχόλιο στο Άσμα Ασμάτων"


3. ΑΡΡOGGIATURA: ΕΠΕΡΕΙΣΗ (ἐπὶ καὶ ἐρείδομαι)

Μουσικὸ ποίκιλμα ποὺ συνίσταται στὴν ἐκφορά, πρὶν ἀπὸ τὸν κυρίως ἁρμονικὸ φθόγγο καὶ σὲ βάρος τοῦ ὁλικοῦ του χρόνου, ἑνὸς φθόγγου δυσαρμονίας, ποὺ λειτουργεῖ ὡς προσαγωγή.

Σάββατο 14 Ιουνίου 2014

"Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης" - Συνειδητοποίηση



Συνειδητοποίηση 

Η δική μου άποψη για την αυτογνωσία αρχίζει με το να θυμάμαι ότι : 
Δεν είναι ότι έχω σώμα, αλλά ότι είμαι σώμα
Δεν είναι ότι έχω συναισθήματα, αλλά ότι είμαι τα συναισθήματα που νιώθω
Δεν είναι ότι έχω έναν τρόπο σκέψης , αλλά ότι είμαι ο τρόπος που σκέφτομαι 




Τελικά, ο καθένας μας είναι οι σκέψεις του, τα συναισθήματά του, το ίδιο το σώμα του και συγχρόνως, κάτι παραπάνω : το είναι του 
Ο καθένας μας πρέπει να ξέρει πως είναι όλα όσα μας βοηθάει ν αφομοιώσουμε η αλληγορία της άμαξας. 
Εάν επιχειρήσω να με γνωρίσω, πρέπει ν αρχίσω από την αυτοπαρατήρηση με βλέμμα αθώο και ειλικρινές, χωρίς προκαταλήψεις, χωρίς να ξεκινάω με ήδη διαμορφωμένη άποψη για το πώς θα έπρεπε να είμαι
Ποτέ δε θα μπορέσω να γνωρίσω τον εαυτό  μου αν ψάχνω να τον βρω με βλέμμα επικριτικό
Είναι αρκετά συνηθισμένο -κι εγώ θεωρώ αρκετά καταστροφικό- ν αναλύουμε τις πράξεις και τις σκέψεις μας με λέξεις όπως αυτές :
''Τι ηλίθιος που είμαι''
''Επρεπε να το χω καταλάβει..''
''Μα πώς μπορώ να είμαι τόσο βλάκας;"
''Μου ρχεται να πάω να αυτοκτονήσω!"
κλπ κλπ 
Λέω λοιπόν, πως αν μπορούσε κανείς να το μετατρέψει όλο αυτό σε μια συμπεριφορά πιο επιδοκιμαστική, πιο επιφυλακτική, αν μπορούσε να πει:
"Έκανα λάθος. Την επόμενη φορά  θα προσπαθήσω να το κάνω καλύτερα.."
"αυτό , καλό έίναι να το θυμάμαι.."
"Φέρθηκα επιπόλαια, καμιά φορά το άγχος μου δε με βοηθάει.."
"Από δω και πέρα θα προσπαθώ να βρίσκω εναλλακτικές λύσεις .."
τότε παραδόξως, θα μπορούσε κανείς ν αλλάξει.
Κανείς δεν πραγματοποιεί μια αλλαγή επειδή το απαιτούν οι περιστάσεις . 
Κανείς δεν αλλάζει πραγματικά από φόβο
Κανείς δε μεγαλώνει με διαρκή έλεγχο και καταπίεση

Τι καλά θα ήταν αν παύαμε να είμαστε τόσο επικριτές και κατήγοροι.. 
Αυτός είναι ο μόνος δρόμος γιατί , στην πραγματικότητα, θα πρέπει να έχω συντροφιά τον εαυτό μου σε όλη μου τη ζωή, είτε μου αρέσει είτε δε μου αρέσει. σύντομη ή μακρόχρονη, πολλή ή λίγη, αυτή είναι η ζωή μου, και θα πρέπει να σταθώ στο πλευρό του εαυτού μου 

Η λέξη amigo (φίλος)  αποτελεί σύνθεση τριών μονοσύλλαβων λέξεων  a-me-cum (μαζί-με-εμένα) 
Εκείνος που είναι δίπλα μου, μαζί μου
Τι καλά που θα ήταν να συμπεριλαμβάνεται ο καθένας από μας στη λίστα των φίλων του εαυτού του..
Αφού θα είμαι με τον εαυτό μου για πάντα , τότε καλά θα ήταν να στέκομαι συνειδητά στο πλευρό μου.. 
Αφού είμαι με τον εαυτό μου από την αρχή και κανείς δεν ξέρει περισσότερα για μένα απ ό,τι εγώ (κανείς, ούτε καν ο θεραπευτής μου)  τι καλά που θα ήταν αν μπορούσα να είμαι για τον εαυτό μου ένας καλός φίλος να στέκομαι στο πλευρό μου, να κάνω και να σκέφτομαι ό,τι καλύτερο για μένα. 

Το να θέλω να κάνω για μένα κάτι διαφορετικό απ αυτό που είμαι, δεν είναι ο δρόμος της γνωριμίας με τον εαυτό μου, αλλά ο δρόμος της αλλαγής. Και θα σου πω τώρα κάτι που κάποια άλλη φορά θα επαναλάβω εκτενέστερα: 

η προσπάθεια ν αλλάξεις τον εαυτό σου δεν είναι δημιουργική. είναι λάθος δρόμος, είναι παρέκκλιση , είναι απομάκρυνση απ την ορθή πορεία

Ο δρόμος της γνωριμίας με τον εαυτό μου ξεκινάει όταν αποδέχομαι ότι είμαι αυτό που είμαι, και δουλεύω με αφετηρία όσα ανακαλύπτω  για να δω τι θα κάνω με μένα. Να δω τι θα κάνω για να είμαι εγώ ο ίδιος καλύτερα- εάν θέλω όντως να είμαι καλύτερα- ξέροντας όμως, ότι καλά είμαι όπως είμαι. φυσικά , θα είναι ακόμη καλύτερα αν βοηθήσω να πραγματοποιηθεί αυτή η αλλαγή.

Μερικές φορές, η αλλαγή είναι η εξερεύνηση μιας πορείας που δεν έχει ακολουθήσει κανείς νωρίτερα

Επιτρέψτε μου ν αναφέρω σαν παράδειγμα την εμπειρία μου σ έναν χώρο ίσως όχι πολύ σπουδαίο, που με εξυπηρετεί όμως εδώ , ως παράδειγμα:
Στο δικό μου δρόμο προς την αυτογνωσία, συνειδητοποίησα ότι πολλοί θύμωναν μαζί μου όταν δεν ήξερα τι να απαντήσω στην απλή ερώτηση: "Με τι ασχολείσαι; " 
Δεν ένιωθα άνετα να λέω ούτε γιατρός, ούτε ψυχίατρος, ούτε ψυχαναλυτής ,ούτε ψυχοθεραπευτής. Απέρριπτα όλες αυτές τις ιδιότητες
Αν και είμαι πτυχιούχος Γιατρός θεωρώ ότι γιατρός είναι εκείνος που θεραπεύει ανθρώπους κι έχω καταλάβει εδώ και καιρό, ότι εγώ τουλάχιστον, δεν θεράπευσα ποτέ κανέναν (το πολύ πολύ να θεραπεύτηκε κάποιος μόνος του δίπλα μου) 
Ψυχίατρος δεν είμαι, γιατί ψυχίατρος είναι εκείνος που ασχολείται επαγγελματικά με ψυχικές ασθένειες, και μολονότι εκπαιδεύτηκα στην ειδικότητα αυτή και εργάσθηκα για πάνω από δέκα χρόνια σε νοσοκομεία  και ψυχιατρικά ιδρύματα ως συμβασιούχος γιατρός, πάει πολύς καιρός που δεν ασχολούμαι πια μ αυτό
Ψυχαναλυτής δεν κατάφερα να γίνω, γιατί ποτέ δεν στήριξα απόλυτα τη δουλειά μου στην ψυχαναλυτική σχολή 
Ψυχοθεραπευτής θα μπορούσα να είμαι,  όμως , ούτε στην ψυχοθεραπεία αφιερώνω όλο μου το χρόνο. Επιπλέον, ο όρος θεραπευτής, αναφέρεται στη φροντίδα αρρώστων, κι εγώ δουλεύω περισσότερο με υγιείς "ασθενείς"  παρά με αρρώστους που πάσχουν από κάτι
Τι κάνω λοιπόν ;
Παρατηρώ. 
Αυτοπαρατηρούμαι . Συνειδητοποιώ, πως αυτό που έχω γνωρίσει εγώ ως εαυτό μου δεν ανταποκρίνεται σε κανένα επάγγελμα που ξέρω, και δέχομαι ότι δε μπορώ να ορίσω τη δουλειά μου με καμία από τις λέξεις που ανέφερα και που συνηθίζουν να μου αποδίδουν οι άλλοι 
Ωστόσο, ακούω το αίτημα και την ανάγκη τους να ξέρουν τι δουλειά κάνω

Το αίτημά τους με βοήθησε ν αντιληφθώ πως είχα κι εγώ ανάγκη να ορίσω ποιος είμαι
Είχα ήδη διαχωρίσει τον εαυτό μου . δεν ήμουν αυτό που ήταν οι άλλοι. Όμως, τι ήμουν ;
Έπρεπε να βρω έναν καινούριο τρόπο να ορίζω τον εαυτό μου 
Και τον βρήκα : επαγγελματίας βοηθός 
Βοηθός από τη λέξη βοήθεια και επαγγελματίας γιατί έχω εκπαιδευτεί γι αυτήν τη δουλειά και πληρώνομαι για να την κάνω . Δεν έχει να κάνει με τίποτε άλλο, δεν είναι γιατί "διδάσκω"  κάποιο δόγμα, αλλά γιατί, να το πω απλα, απ αυτό ζω

[...]

Το μοντέλο της θεραπείας Γκεστάλτ, το επινόησε ο Φριτζ Περλς . 
Στην αρχή της καριέρας του, ο Περλς ξεκίνησε λέγοντας ότι δεν μπορούσε να θεραπεύει ασθενείς, και ότι εκείνος αντί της θεραπείας, μπορούσε μόνο να τους προσφέρει αγάπη . όλα τα άλλα, θα έπρεπε να τα κάνουν μόνοι τους . Μετά, τους έλεγε  ότι το μόνο που μπορούσε να τους δώσει ήταν εργαλεία - κάποια βοηθήματα για να θεραπεύσουν μόνοι τους τον εαυτό τους . 
Τα τελευταία χρόνια στο Εσάλεν, όταν πήγαινε να τον δει κάποιος ασθενής ο Φριτζ του έλεγε:
"Δεν διαθέτω τα μέσα ,δεν έχω άλλη αγάπη να σου δώσω, δε μπορώ να σου δώσω τίποτε που δεν το γνωρίζεις ούτε θέλω να έχω την ευθύνη της θεραπείας σου . Το μόνο που μπορώ να σου προσφέρω είναι ένα σημείο απ όπου θα προχωρήσεις μόνος σου μαθαίνοντας να βοηθάς τον εαυτό σου " 

Η ιδέα αυτή μου φαίνεται πολύ σημαντική. Έχει ιδιαίτερη σημασία και βαρύτητα για τη θεραπεία, γιατί με αφετηρία αυτό το σημείο, η σχέση που αναπτύσσεται ανάμεσα στον ειδικό και τον ασθενή, δεν είναι τίποτε περισσότερο (και τίποτε λιγότερο)  από ένα εργαλείο για να βοηθήσει ο ασθενής μόνος του τον εαυτό του. 
Σ αυτό αναφέρομαι όταν λέω ότι είμαι επαγγελματίας βοηθός 
Η ειδικότητά μου συνίσταται στην προσφορά βοήθειας στους άλλους με βάση το γεγονός ότι εγώ έχω διαβάσει κάποια πράγματα που δεν έχουν διαβάσει ή δεν έχουν ζήσει εκείνοι. Στην πραγματικότητα, αυτό είναι το μόνο που κάνω. Σε βοηθάω να θεραπευτείς, να μεγαλώσεις, να ωριμάσεις, να παρατηρείς τον εαυτό σου . Κι αυτό δεν είναι ούτε πολύ ούτε λίγο - δε το λέω ούτε με έπαρση, ούτε με ταπεινοφροσύνη- Το λέω, γιατί αληθινά έτσι πιστεύω πως είναι . 

Με αφορμή αυτό που λέω , αναρωτιέμαι καμιά φορά αν μπορεί να θεωρηθεί θεραπευτικό να μιλάει κανείς για τα προβλήματά του με κάποιον φίλο. 
Εγώ , νομίζω πως ναι . Είμαι πεπεισμένος ότι η κουβεντούλα μ έναν καλό φίλο μπορεί να είναι πολύ θεραπευτική. Οπωσδήποτε , είναι λυπηρό να σκέφτομαι ότι κάποιος μπορεί να πάει σε ψυχοθεραπευτή επειδή δεν έχει φίλους. 
Αυτό σημαίνει ότι δε χρειάζονται οι θεραπευτές ;
Δεν είναι έτσι . Σε πολλές περιπτώσεις, ο ψυχοθεραπευτής δεν μπορεί να υποκατασταθεί από τον φίλο, όπως και οι φίλοι επιτελούν λειτουργίες που δε μπορεί ν αναπληρώσει ο θεραπευτής 
Και η ιδιαιτερότητα αυτή, δεν έχει καθόλου να κάνει με την υποτιθέμενη αντικειμενικότητα του θεραπευτή. 
Κανείς δεν είναι αντικειμενικός . Μην αυταπατάσαι και μην αφήνεις κανέναν να σε εξαπατήσει. Για να έχουμε αντικειμενική άποψη, θα έπρεπε να είμαστε αντικείμενα . Από τη στιγμή που είναι κανείς υποκείμενο, είναι καταδικασμένος να δίνει μόνο τη δική του υποκειμενική άποψη 
Επομένως, αυτό που μπορεί να προσφέρει ο θεραπευτής, ο βοηθός ,ο ψυχολόγος, είναι ένα υποκειμενικό βλέμμα από τη θέση του θεραπευτή . μια θέση που σχεδιάζεται ανάλογα με τον ασθενή, για να μάθει να βοηθάει ή να θεραπεύει ο ίδιος τον εαυτό του
Μου φαίνεται ότι κανείς δε μπορεί να κάνει κάτι παραπάνω από αυτό  

Χόρχε Μπουκάι 
από το "Ο δρόμος της αυτοεξάρτησης"  
σελ 92-98 από τα  " Φύλλα πορείας Ι "
(εκδ. Όπερα) 

πίνακες : Mino Geretti 

Παρασκευή 13 Ιουνίου 2014

Ο Ίρβιν Γιάλομ και το δώρο της ψυχοθεραπείας‏




Το ανθρώπινο μυαλό είναι μεγαλειώδες και πολλοί είναι οι άνθρωποι που, με το δικό τους πνευματικό μεγαλείο, έχουν ξεχωρίσει, δημιουργήσει και προσφέρει ριζικά στην κοινωνία. Καλλιτέχνες, επιστήμονες, συγγραφείς, ηγέτες, φιλόσοφοι!
Υπάρχουν, όμως, κάποιοι που μπορούν να συνδυάσουν επάξια πολλά από τα παραπάνω χαρακτηριστικά. Είμαι πολύ χαρούμενη που σήμερα θα αναφερθώ σε έναν άνθρωπο που, κατά την προσωπική μου άποψη, είναι επιστήμονας, φιλόσοφος, συγγραφέας και καλλιτέχνης ταυτοχρόνως. Ένας άνθρωπος που με την πρωτοτυπία, την αφοσίωση και την ευαισθησία του έχει υπάρξει απόλυτος γνώστης της ανθρώπινης ψυχής, αρωγός στην προσπάθεια ερμηνείας και ίασης του ψυχικού κόσμου, υπαρξιστής φιλόσοφος, πιστός στην έμφυτη τάση του ανθρώπου να εξυψώνεται, δημιουργός μερικών από τα διασημότερα βιβλία των τελευταίων δεκαετιών και εμπνευστής του φιλοσοφικού και επιστημονικού κόσμου εδώ και μισό αιώνα περίπου.
Αυτός είναι ο Irvin Yalom, ένα όνομα που σίγουρα θα μείνει σε πολλούς ανεξίτηλο.



Ο Yalom γεννήθηκε στις 13 Ιουνίου του 1931 στην Ουάσιγκτον, γόνος μιας φτωχής εβραϊκής οικογένειας. Μεγάλωσε σε ένα υποβαθμισμένο και επικίνδυνο περιβάλλον, με αποτέλεσμα να αποφεύγει να παίζει στη γειτονιά, μένοντας σπίτι και διαβάζοντας βιβλία. Τη δεκαετία του 1950 εισήχθη στο Πανεπιστήμιο της Βοστώνης και σπούδασε Ιατρική. Στη συνέχεια έκανε την πρακτική του στο νοσοκομείο Mount Sinai Hospital της Νέας Υόρκης και, έπειτα, ειδικεύτηκε ως ψυχίατρος στο νοσοκομείο Johns Hopkins. H εκπαίδευσή του ολοκληρώθηκε το 1960. Μαθητής και αργότερα συνεργάτης του γνωστού ψυχοθεραπευτή και συγγραφέα Rollo May, ο Yalom ασχολήθηκε με την υπαρξιακή ψυχιατρική και έγινε γρήγορα γνωστός για την κλινική και ερευνητική ενασχόληση του με την ομαδική ψυχοθεραπεία. Λίγα χρόνια μετά, ξεκινά και η ακαδημαϊκή του καριέρα στο πανεπιστήμιο του Stanford. To 1963 εισχώρησε στην κοινότητα του Stanford, ενώ το 1968 ορκίστηκε ως επίτιμος καθηγητής ψυχιατρικής, αξίωμα που του έδωσε την ευκαιρία να αναπτύξει ευρέως την υπαρξιακή του θεωρία και να μεταβιβάσει με καινοτομία το θεραπευτικό του πλαίσιο σε μια νέα γενιά ψυχοθεραπευτών.


Παράλληλα με την ακαδημαϊκή του πορεία, ο Yalom ασχολείται εκτενώς με την ατομική και ομαδική ψυχοθεραπεία, τόσο σε διάφορα νοσοκομεία και κλινικές όσο και σε προσωπική ψυχανάλυση με τους ασθενείς του. Όντας ήδη συγγραφέας πολλών επιστημονικών άρθρων και δοκιμίων, συγγράφει το πρώτο του βιβλίο “ Theory and Practice of Group Psychotherapy” ( « Θεωρία και πρακτική της ομαδικής ψυχοθεραπείας»), το οποίο έχει μεταφραστεί σε δώδεκα γλώσσες και αποτελεί το βασικό εγχειρίδιο σε πολλές σχολές ψυχιατρικής και ψυχοθεραπείας σε όλο τον κόσμο. Ο ίδιος ακολουθεί τα βήματα των προκατόχων του υπαρξιστών φιλοσόφων και ψυχοθεραπευτών, ενσωματώνει όμως τις ιδέες τους σε ένα δικό του υπαρξιακό οικοδόμημα, βασική θεώρηση του οποίου είναι ότι ο άνθρωπος είναι ον φτιαγμένο να εξελίσσεται θετικά και να εξυψώνεται πνευματικά, αρκεί να ξεπεραστούν όλα τα εμπόδια που δεν επιτρέπουν αυτή τη θετική πορεία. Τα ψυχικά προβλήματα των σημερινών ανθρώπων είναι στην πλειοψηφία τους δυσκολίες στις διαπροσωπικές σχέσεις και στην ανθρώπινη επαφή, καθώς και αδυναμία του ανθρώπου να αντιμετωπίσει επιτυχώς τα τρία μεγάλα υπαρξιακά θέματα: την ελευθερία, το θάνατο και το νόημα της ζωής. Ο Yalom δίνει, επίσης, μεγάλη έμφαση στις επιλογές και στην προσωπική ευθύνη. Οι άνθρωποι συνηθίζουν να κατηγορούν κάθε εξωγενή παράγοντα για τον προσωπικό εγκλωβισμό τους, αγνοώντας απλά ότι τα δεσμά τους είναι οι ίδιες οι επιλογές τους. Ο ψυχοθεραπευτής πρέπει να βοηθήσει τον ασθενή( αν και ο Yalom αποφεύγει συνήθως τον όρο αυτό, προτιμώντας τον χαρακτηρισμό «συνταξιδιώτη») να λύσει τα μεγάλα υπαρξιακά ζητήματα της ζωής, να ξεπεράσει τα εμπόδια που αναστέλλουν την ψυχική του ανάπτυξη και να συνειδητοποιήσει τη δύναμη που έχει να καθορίζει τη ζωή του και να κάνει σωστές επιλογές. Ο Yalom δηλώνει ότι αντιμετώπιζε πάντα κάθε νέο ασθενή του με δέος για την προσωπική ιστορία που ήταν έτοιμος να του ξεδιπλώσει. Πιστεύει στη μοναδικότητα του κάθε ατόμου, γι’ αυτό και κατακρίνει σταθερά τις παγιωμένες μεθόδους και θεραπευτικές τεχνικές, υποστηρίζοντας ότι κάθε μοναδικό άτομο χρειάζεται και μία μοναδική θεραπεία.


Το ευρύ κοινό, ωστόσο, γνώρισε το συγγραφέα-Yalom, μέσω των πολυάριθμων διηγημάτων και μυθιστορημάτων του. Το 1974 εκδίδει το “ Everyday gets a little closer”, ένα πείραμα που έκανε με μία ασθενή του που βρισκόταν σε ψυχοθεραπεία, δείχνοντας την αναγκαιότητα της κατανόησης και την επικοινωνίας μέσα στο θεραπευτικό πλαίσιο. Το 1989 εκδίδεται το πολυαγαπημένο « O δήμιος του έρωτα», μια συλλογή δέκα διηγημάτων, που αποτελούν αληθινές περιπτώσεις ασθενών του συγγραφέα. Το πρώτο του best-seller έρχεται το 1992 και δεν είναι άλλο από το «Όταν έκλαψε ο Νίτσε», ένα μυθιστόρημα που πραγματεύεται τις απαρχές της ψυχοθεραπείας, μέσα από μια φανταστική «ψυχανάλυση» ανάμεσα στον θρυλικό γιατρό Joseph Breuer και το Νίτσε. Ακολουθούν τα « Στο ντιβάνι»(1996), «Η μάνα και το νόημα της ζωής»(1999), «Το δώρο της ψυχοθεραπείας»(2001),«Η θεραπεία του Σοπενάουερ»(2005) και το πρόσφατο «Με το βλέμμα στον ήλιο: ξεπερνώντας τον τρόμο του θανάτου»(2008).


Το αναγνωστικό κοινό έχει αγαπήσει τα βιβλία του Yalom, γιατί εκτός από τη μαγευτική μυθοπλασία του και το συγγραφικό του ταλέντο, τις σελίδες τους διαπερνά μια συγκινητική αισιοδοξία, ευαισθησία και αγάπη για τον άνθρωπο. Το χιούμορ ,βεβαίως, έχει πάντα εξέχουσα θέση, ειδικότερα μέσω του αυτοσαρκασμού και της απόλυτης ειλικρίνειας του συγγραφέα τόσο για τον εαυτό του όσο και για τους ασθενείς ή τους ήρωές του. Πολλά βιβλία του περιέχουν αποκαλυπτικά αυτοβιογραφικά στοιχεία, καθώς ο ίδιος εξομολογείται πολλούς φόβους, όνειρα, σκέψεις και βιώματά του ( όχι πάντα και τόσο ευπρεπή!). Έχει γνωρίσει κάθε όψη της ανθρώπινης ζωής: ευτυχία και δυστυχία, νιάτα και γεράματα, θάνατο και αναγέννηση. Και μέσα από την πολύχρονη εμπειρία, έρευνα και «συνοδοιπορία» με τους ανθρώπους καταλήγει στο συμπέρασμα: « Για να ζήσεις τη ζωή στο μεδούλι της πρέπει να δεχτείς ότι τελειώνει. Για να πεθάνει κανείς καλά, πρέπει πρώτα να μάθει να ζει καλά».


Σήμερα ο Irvin Yalom είναι σχεδόν 80 χρονών, έχει τέσσερα παιδιά και πέντε εγγόνια. Συνεχίζει να εργάζεται, να δημιουργεί και να εμπνέει τις νέες γενιές ψυχοθεραπευτών. Θα αναρωτιέται κανείς γιατί στην αρχή χαρακτήρισα αυτόν τον άνθρωπο καλλιτέχνη. Καλλιτέχνης είναι αυτός που μπορεί από ένα απλό υλικό να δημιουργήσει κάτι νέο, όμορφο και δυνατό. Έτσι και αυτός. Μόνο που δεν εργάζεται ούτε με νότες ούτε με χρώματα. Δουλεύει με τους ανθρώπους, δουλεύει με τις ψυχές…

πηγή: ramnousia

Δευτέρα 2 Ιουνίου 2014

Οικογένεια, μαζί αλλά αλλιώτικα


[...]

Στην προηγούμενη συνάντησή μας με τους Μπράις είχαμε δουλέψει σκληρά παίρνοντας συχνά την πρωτοβουλία και διευθύνοντας τη συνέντευξη. Τώρα αλλάζαμε ξαφνικά  στάση, απαιτούσαμε, χωρίς να το λέμε, να προβάλει ενντότερη την παρουσία της η οικογένεια, ν αρχίσουν τα μέλη της να μιλάνε ο ένας στον άλλο.

Αν συνεχίζαμε όπως πρώτα, με ερωτήσεις, βολιδοσκοπήσεις , ερμηνείες, θα δημιουργούσαμε ένα επικίνδυνο  προηγούμενο δείχνοντας ότι παίρνουμε εμείς την ευθύνη να προωθήσουμε την αλλαγή. Δεν θα ήταν καθόλου τίμια συμπεριφορά απέναντι στην οικογένεια. Έπρεπε οι Μπράις να καταλάβουν απ την αρχή πως η πρωτοβουλία τους, η βούληση να παλέψουν, ν αγωνιστούν, να πιέσουν και να προσπαθήσουν, αποτελούσε ουσιαστικό συντελεστή για την καλή έκβαση της θεραπείας. Έτσι, βγαίνοντας ο Καρλ κι εγώ απότο στίβο, τους αναγκάζαμε, αρκετά σκληρά μάλιστα, ν αρχίσουν πάλι τις διασυνδέσεις μεταξύ τους. Η αναμονή μας ήταν κάτι σοβαρό και σπουδαίο.

Δεν πιέζουν έτσι όλοι οι θεραπευτές την οικογένεια να ανακαλύψει τη δική της πρωτοβουλία. Μερικοί πιστεύουν πως ηθεραπεία αποτελεί μια διδασκαλία, και πως ο θεραπευτής οφέιλει, σαν τον παραδοσιακό δάσκαλο, να κατευθύνει, να προσδιορίζει, να εμβ αθύνει και να εξηγέι, μ ένα λόγο να διδάσκει, σίγουρος κατά κανόνα για το αντικείμενό του. 

Εμείς όμως έχουμε πειστεί, πως η επιτυχημένη θεραπεία δεν είναι κάτι που "εφαρμόζεται" στην οικογένεια ή στο άτομο. Για μας η θεραπεία συνδέεται  με τη διαδικασία της ωρίμανσης, που πραγματοποιείται με τρόπο φυσικό στη ζωή των ανθρώπων και στις οικογένειες. Πιστεύουμε πως όλοι χωρίς εξαίρεση έχουν τη βούληση και την ανάγκη να επεκτείνουν και να εμπεδώσουν την πείρα τους. Και πως η οικογένεια, που ζητάει να θεραπευτεί, δεν είναι παρά ένα σύστημα, στο οποίο η λειτουργία αυτή έχει πάθει εμπλοκή.  Η θεραπεία είναι "παράγοντας"  καταλυτικός, που ελπίζουμε να βοηθήσει την οικογένεια να ελευθερώσει τις δικές της δυνάμεις. Βασιζόμαστε λοιπόν πάρα πολύ στην πρωτοβουλία της, με την πεποίθηση, πως να τα μέλη της δε μπορέσουν ν ανακαλύψουν την ικανότητά τους ν αλλάξουν, η θεραπεία δε θα χει αποτελέσματα με κάποια διάρκεια. Σαν το γονιό, που μαθαίνει το παιδί του να εξυπηρετείται μόνο του, έτσι κι εμείς, απ το ξεκίνημα κιόλας, ακόμη και σ αυτήν την αρχική σύγκρουση για την πρωτοβουλία, σκεφτόμαστε το τέλος της θεραπείας και αφήνουμε να εννοηθεί πως η οικογένεια πρέπει να μάθει να βρίσκει τις δικές της λύσεις, να εξυπηρετείται μόνη της, να μάθει πρώτα απ΄ όλα καθένας να φροντίζει για τη μοίρα του στη ζωή. 

Προσπαθούμε επίσης σ αυτό το πρώτο στάδιο της θεραπείας, ν αποφεύγουμε κάθε επανάληψη της αρχικής συνεδρίας.

Σ εκείνη τη συνέντευξη πήραμε εμείς την πρωτοβουλία , συγκεντρώσαμε την προσοχή μας στη δομή της οικογένειας , στο πλέγμα των σχέσεων, που καθένας θα συμφωνήσει ότι δε θα δυσκολευόταν να τη μαντέψει. Μαζέψαμε πληροφορίες ζητώντας απ την οικογένεια να μας πει, τι γινόταν σπίτι. Τώρα επιμέναμε ν αρχίσουν τα μέλη της να συνδέονται και να τσακώνονται μπροστά μας. Μεγάλωναν φανερά οι απαιτήσεις μας. Ζητούσαμε να δούμε τις αλληλεπιδράσεις τους, όχι ν ακούσουμε γι αυτές . Κι αυτό μεγάλωνε τη συνηθισμένη τους ένταση, τους τρόμαζε, καθώς συλλογίζονταν τις κατοπινές συνέπειες απ την απαίτησή μας κι αναρωτιόντουσαν, αν θα τολμήσουν να μας φανερώσουν την πραγματική διεργασία των σχέσεών τους . Ζητούσαμε να δούμε ΄΄ο,τι κανείς δεν είχε δει ως τότε. πώς καβγάδιζαν, πώς ζούσαν. 

Αύγουστος Νάπιερ, Καρλ Χουίτεκερ

"Οικογένεια, μαζί αλλά αλλιώτικα" 
(εκδ. Κεδρος) 


Carl Whitaker

Augustus Napier



Δύο αναγνωρισμένοι διεθνώς οικογενειακοί θεραπευτές, ο Αύγουστος Νάπιερ και ο Καρλ Χουίτεκερ, σας καλούν στο γραφείο τους για να παρακολουθήσετε τη θεραπευτική περιπέτεια των Μπράις. Πρόκειται για μια συνηθισμένη οικογένεια που αποτελείται από τον πατέρα Ντέιβιντ, δικηγόρο, την Κάρολιν, νοικοκυρά, αποξενωμένη από τον άντρα της, εξοργισμένη με τα παιδιά τους, την Κλώντια, επαναστατημένη έφηβο στα πρόθυρα της αυτοκτονίας, τον νεαρό Ντόναλντ - "καλή είναι η οικογένειά μου, δε λέω, μόνο που... έχει τα χάλια της!" - και τη Λώρα, έξι χρονών, που καταλαβαίνει περισσότερα από τους μεγάλους.
Η οικογένεια σπαράζεται από ακατανόητες γι' αυτή δυνάμεις, που μολαταύτα είναι πολύ συνηθισμένες και απειλούν με διάλυση πολλές οικογένειες σήμερα. Οι θεραπευτές συμβουλεύουν και καθοδηγούν για την ανακάλυψη του κρυμμένου εχθρού και την εξουδετέρωσή του. Και, συχνά, ύστερα από μερικές συγκλονιστικές σκηνές του οικογενειακού δράματος, κλείνουν για μια στιγμή την αυλαία, για να μας εξηγήσουν επιστημονικά, μα απλά, καταστάσεις, διεργασίες και αντιδράσεις, αλλά και τους λόγους για την ανεπάρκεια της παλιάς, καθιερωμένης ψυχαναλυτικής θεραπευτικής μεθόδου.