Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

Μαμά, είμαι χοντρή



Κάθομαι σταυροπόδι στο πάτωμα του μπάνιου μου, καθώς περιποιούμαι τα νυχάκια των ποδιών της κόρης μου. Ο εννιάχρονος γιος μου κάνει ντουζ ενώ εγώ γέρνω προς την μπανιέρα. Η τρίχρονη κόρη μου βάζει το νυχτικό της στο υπνοδωμάτιό της. Ο εντεκάχρονος γιος μου κυριολεκτικά «εισβάλλει» στο σπίτι μετά την προπόνηση του ποδοσφαίρου και ανεβαίνει στον πάνω όροφο ενώ παραπονιέται για πονόλαιμο και ζητά να ξαναζεστάνουμε το φαγητό για να φάει. Ο σύζυγός μου είναι έξω. Πήγε το μίνι-βαν για σέρβις. Ο ήλιος έχει δύσει κι εμείς ετοιμαζόμαστε να ξεκουραστούμε ξανά. Μέσα στο μπέρδεμα αυτής της συνηθισμένης βραδιάς, βλέπω την εφτάχρονη κόρη μου εντελώς γυμνή, να πλένει τα δόντια της δίπλα μου. Δεν μου αρέσει ο τρόπος που κοιτάζει τον εαυτό της στον καθρέπτη… Ο τρόπος που πιάνει την κοιλίτσα της και κατσουφιάζει στην όψη του προφίλ της. Την κοιτάζω για λίγο και μετά πλησιάζω.


«Τι έγινε, αγάπη μου;» ρωτάω. «Είμαι χοντρή», μου απαντά χωρίς να διστάσει.
 Νιώθω αδύναμη για μια στιγμή. «Το στομάχι μου κινείται όταν τρέχω. Θέλω να είμαι αδύνατη. Θέλω επίπεδο στομάχι». Σώπασα. Έχω διαβάσει έρευνες, βιβλία, μπλογκ. Έχω αριστεύσει σε έρευνες σε σχέση με το φύλο, έχω ασχοληθεί με τα ΜΜΕ, έχω παρακολουθήσει μαθήματα σε σχέση με την κοινωνία και τον πολιτισμό. Έχω συμβουλεύσει άλλες μητέρες και, ακόμη, παραδίδω μαθήματα για έφηβες. Έχω ταξιδέψει σε όλο τον κόσμο για να ενθαρρύνω γυναίκες και παιδιά με οικονομικά προβλήματα. Έχω αρκετές, αν όχι παραπάνω απ’ όσες γνώσεις χρειάζομαι, για να απαντήσω σε αυτό το σχόλιο. Αλλά στην πραγματικότητα είμαι πολύ αδύναμη. Δεν είναι δυνατόν. Όχι το δικό μου κορίτσι!

Ανακαλώ και επαναφέρω την αυτοκυριαρχία μου. «Είσαι φτιαγμένη τέλεια! Είσαι δυνατή και υγιής» Και είναι. Όμως αυτό δεν αρκεί.

Πασχίζω να βρω κάτι να πω. Αυτό το παιδί, η πρώτη μου κόρη για την οποία γιόρτασα μεγάλωσε γεμάτη από γυναικεία δύναμη. Της διάβαζα παραμύθια με γυναίκες πρωταγωνίστριες, επέμενα στο να παλεύει δίπλα στους αδερφούς της και ζητούσα να την αποκαλούν γενναία και δυνατή, όσο όμορφη και αξιολάτρευτη. Της λέω, λοιπόν, ότι όλοι είμαστε διαφορετικοί: από ίσιοι και αδύνατοι ως στρογγυλοί και πλαδαροί και χιλιάδες άλλα μεταξύ αυτών. Της λέω ότι αυτό είναι που μας κάνει όμορφους.

Δεν πείστηκε.







Διώχνω όλα τα υπόλοιπα παιδιά. Κλείνω την πόρτα και καθόμαστε η μία απέναντι στην άλλη, στο πάτωμα. Καταλαβαίνω ότι υπάρχει κάτι παραπάνω και χρειάζεται να δω μέσα από αυτό. Της εξηγώ ότι ήμουν ακριβώς όπως εκείνη όταν ήμουν κι εγώ επτά ετών. Της λέω ότι όταν μεγαλώσει θα γίνει σκληρή, ψηλή και δυνατή, όπως εγώ. Δεν είναι αρκετό γι’ αυτήν. Της θυμίζω πόσο γρήγορα μπορεί να τρέξει και εκείνο το γκολ που είχε βάλει στο ποδόσφαιρο. Της λέω πόσο καλή είναι στο ποδήλατο, τι καλή ισορροπία έχει με το πατίνι και πόσες ξεχωριστές φιγούρες ξέρει να κάνει με αυτό. Αναφέρω πόσο ωραία διαβάζει και γράφει και πόσο εύκολα κάνει μαθηματικές πράξεις. «Είμαι χοντρή», ξαναλέει.

Απελπίζομαι. «Παιδί μου, ποιο είναι το πρώτο πράγμα που σου λένε όλοι όταν σε βλέπουν;». Αναστενάζει και μου απαντά «Ότι είμαι όμορφη». Η ομορφιά δεν με βοηθάει αυτήν τη στιγμή. Αποτυγχάνω. Την ρωτάω γιατί θεωρεί τον εαυτό της «χοντρό». Τα γαλάζια της μάτια συναντούν τα δικά μου. Μου εξηγεί ότι οι φίλοι της την έχουν αποκαλέσει «λίγο χοντρούλα» δύο φορές, όταν μιλούσαν για τα σώματά τους, φορώντας τα μαγιό τους. Και στενοχωρήθηκε… αλλά την ίδια στιγμή ένιωσε καλά, αφού, όπως μου είπε, κατάλαβε ότι η άποψη που είχε ως τότε για το σώμα της ήταν «σχεδόν σωστή».

Σκέφτομαι κάποια άσχημα πράγματα για τους συνομήλικούς της και τις μητέρες τους και αναρωτιέμαι ποια είναι τα μηνύματα που στέλνονται. Δεν έχω πια κανένα όπλο και… 20 λεπτά αργότερα, δεν έχω και καθόλου υπομονή. Νιώθω ότι χάνω τις δυνάμεις μου μπροστά σε αυτό που η κόρη μου θεωρεί πλέον δεδομένο.

Δεν καταλαβαίνω το λόγο για τον οποίο δεν αντικρίζει την τελειότητα στο είδωλό της.

Την σηκώνω όρθια και την βάζω να πατήσει στο σκαλάκι μπροστά από τον καθρέπτη. Βγάζω όλα μου τα ρούχα, ακόμη και το εσώρουχο. Καθόμαστε δίπλα-δίπλα, εντελώς γυμνές κι εκείνη γελά. Εγώ ξεκινάω να τραγουδώ ένα τραγούδι αυτοσχεδιάζοντας. Είναι ένα παράξενο είδος τραγουδιού… ραπ σε συνδυασμό με κάτι άλλο, ενώ οι στίχου είναι του τύπου «είμαστε τέλειοι ακριβώς όπως είμαστε, χωρίς αλλαγές». Είναι γελοίο, καθώς αρχίζουμε να χορεύουμε και η κόρη μου γελάει με την ψυχή της. Την παίρνω στην αγκαλιά μου. Είμαστε ένα μεγαλοπρεπές, γελοίο ζευγάρι. Τα άλλα παιδιά μας ακούνε. Μπαίνουν μέσα στο μπάνιο, τρομαγμένα και μπερδεμένα. Πηγαίνω το κοριτσάκι μου στο δωμάτιο, εκφράζοντας με κάθε τρόπο ότι είμαστε ωραίες, γυμνές και δυνατές κοπέλες. Φοράμε και οι δύο τις πιτζάμες μας. Διαβάζουμε μαζί μια ιστορία. Η λέξη «χοντρός» δεν θα ακουστεί ξανά.

Δεν είχα ιδέα αν τα είχα καταφέρει εκείνη τη νύχτα. Δεν ήξερα αν αυτά που είπα είχαν επίδραση πάνω της, αν διόρθωσα κάτι, αν της άλλαξα γνώμη. Αυτό που ξέρω είναι ότι πρέπει να συνεχίσω να εμπλουτίζω τόσο εμένα, όσο και τα παιδιά μου με αυτοπεποίθηση. Πρέπει να βρίσκομαι εκεί, να ρωτάω, να χτίζω αλλά και να γκρεμίζω. Να παίρνω χρόνο, να κάνω έξυπνες κινήσεις και να είμαι πάντοτε ανοιχτή. Πρέπει να έχω τη θέληση να χορέψω γυμνή μπροστά από τον καθρέπτη μου, να αντισταθώ στην όψη όσων άφησαν πέντε γέννες πάνω μου και να κοιτάζω το είδωλό μου με αγάπη.

Τότε, μαζί, με μια μικρή λάμψη στα μάτια μας, θα δούμε στον καθρέπτη το δικό μας φως, ένα φως που ακτινοβολεί.

 Janell Hofmann  από    εδώ

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2016

Η ανατροφοδότηση στην ψυχοθεραπεία


Το παράθυρο Johari, ένα παμπάλαιο μοντέλο προσωπικότητας που χρησιμοποιείται για να διδαχθούν τόσο οι συντονιστές όσο και τα μέλη των ομάδων την αυτοαποκάλυψη και την ανατροφοδότηση, έχει πολλά να προσφέρει και στην ατομική θεραπεία. 
Το παράξενο όνομά του είναι ένας συμφυρμός ( Jo + Harry ) των δυο ανθρώπων που το πρωτοδιατύπωσαν , του Joe Luft και του  Harry Ingram. 

Προσέξτε τα τέσσερα τεταρτημόρια 
δημόσιος, τυφλός, κρυφός και ασυνείδητος 



-----------------------------------------------------------------------------------------------------
                                                          Γνωστός στο εγώ                Άγνωστος στο εγώ 
----------------------------------------------------------------------------------------------------
                                                                                            
Γνωστός στους άλλους                      Δημόσιος (1)                        Τυφλός  (2)

------------------------------------------------------------------------------------------------------

Άγνωστος στους άλλους                   Κρυφός  (3)                           Ασυνείδητος ( 4) 
------------------------------------------------------------------------------------------------------



1ο τεταρτημόριο (γνωστός σε μένα και στους άλλους ) είναι ο δημόσιος εαυτός

2ο τεταρτ. ( άγνωστος σε μένα και γνωστός στους στους άλλους ) είναι ο τυφλός εαυτός

3ο τεταρτ. (γνωστός σε μένα αλλά άγνωστος στους άλλους ) είναι ο κρυφός εαυτός , και

4ο τεραρτ. ( άγνωστος και σε μένα και στους άλλους ) είναι ο ασυνείδητος εαυτός


Τα τεταρτημόρια ποικίλουν σε μέγεθος από άτομο σε άτομο. κάποια κελιά είναι μεγαλύτερα σε μερικούς ανθρώπους, πιο συρρικνωμένα σε άλλους. Στη θεραπεία επιχειρούμε ν αλλάξουμε το μέγεθος των τεσσάρων κελιών. Προσπαθούμε να βοηθήσουμε το κελί του δημόσιου εαυτού να μεγαλώσει εις βάρος των υπόλοιπων τριών και τον κρυφό εαυτό να συρρικνωθεί, καθώς οι ασθενείς, μέσα από τη διαδικασία της αυτοαποκάλυψης, μοιράζονται περισσότερες πληροφορίες για τον εαυτό τους με τους άλλους - πρώτα με τον θεραπευτή κι έπειτα, με σύνεση, με άλλα κατάλληλα πρόσωπα στη ζωή τους. Και βέβαια,ελπίζουμε να μειώσουμε το μέγεθος του ασυνείδητου εαυτού βοηθώντας τους ασθενείς να εξερευνήσουν και να γνωρίσουν τα βαθύτερα στρώματα της ψυχής τους.

Αυτό όμως που κυρίως έχουμε στο στόχαστρο είναι το κελί δύο, ο τυφλός εαυτός - τόσο στην ατομική όσο και στην ομαδική θεραπεία. Ένας από τους στόχους της θεραπείας είναι ν αυξήσει τον έλεγχο της πραγματικότητας και να βοηθήσει το άτομο να δει τον εαυτό του όπως τον βλέπουν οι άλλοι. Με τη μεσολάβηση της ανατροφοδότησης, το κελί του τυφλού εαυτού μικραίνει σημαντικά .

Στην ομαδική θεραπεία, η ανατροφοδότηση γίνεται στο μεγαλύτερό της μέρος από μέλος σε μέλος.
Στις ομαδικές συνεδρίες το κάθε μέλος αλληλεπιδρά σε μεγάλο βαθμό με τα άλλα, και αναδύονται σημαντικά στοιχεία για τους διαπροσωπικούς τρόπους διάδρασης.

Αν είναι σωστός ο συντονισμός της ομάδας, το κάθε μέλος παίρνει μεγάλη ανατροφοδότηση από τους υπόλοιπους σε σχέση με το πώς τον βλέπουν εκείνοι. Αλλά η ανατροφοδότηση είναι ένα λεπτό εργαλείο και τα μέλη των ομάδων σύντομα μαθαίνουν πως είναι πιο χρήσιμη αν :

1. Προκύπτει από παρατηρήσεις στο εδώ και τώρα
2. Ακολουθεί χρονικά το συμβάν που την κινητοποίησε, όσο γίνεται πιο σύντομα
3 Επικεντρώνεται στις συγκεκριμένες παρατηρήσεις και συναισθήματα που δημιουργούνται στον ακροατή και όχι σε εικασίες ή ερμηνείες για τα κίνητρα εκείνου που μιλάει
4. Ο αποδέκτης επιβεβαιώνει την ανατροφοδότηση αυτή ρωτώντας και άλλα μέλη, αν δλδ η ομάδα
συναινεί και την επικυρώνει .


Στο σύστημα της ατομικής θεραπείας, στο οποίο εμπλέκονται δύο μόνο πρόσωπα, η ανατροφοδότηση είναι λιγότερο ποικιλόχρωμη και πολύπτυχη, παραμένει όμως οργανικό μέρος της θεραπευτικής διαδικασίας .
Μέσα από την ανατροφοδότηση οι ασθενείς γίνονται καλύτεροι μάρτυρες της συμπεριφοράς τους και μαθαίνουν ν αξιολογούν την επίδραση της συμπεριφοράς τους στα συναισθήματα των άλλων


Ίρβιν Γιάλομ
από "Το δώρο της ψυχοθεραπείας" ( κεφ 37 )
(εκδ. Άγρα)


Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Καρλ Γιουνγκ και θάνατος

Με έχουν ρωτήσει αρκετές φορές τι πιστεύω για το θάνατο, γι’ αυτό το τελείωμα της ανθρώπινης ύπαρξης. Ο θάνατος είναι απλά γνωστός ως το τέλος. Είναι η τελεία που τοποθετείται στο τέλος της πρότασης και δεν ακολουθείται παρά μόνο από αναμνήσεις ή τα αποτελέσματα των πράξεών μας. Πάντως, όσο αφορά το άτομο που πεθαίνει, η άμμος της κλεψύδρας έχει τελειώσει. Ήρθε ο καιρός να αναπαυτεί η πέτρα που κυλούσε.             

Όταν φθάνουμε στην αντιμετώπιση του θανάτου, η ζωή μοιάζει με καθοδικό ρεύμα ή με ρολόι που χάλασε και που το τελικό του «ξεκούρδισμα» επιβεβαιώνει το τέλος του. Όταν γινόμαστε μάρτυρες στην απώλεια μιας ανθρώπινης ζωής, βεβαιωνόμαστε περισσότερο γι’ αυτό το «ξεκούρδισμα».
Τα ερωτηματικά για το νόημα και την αξία της ζωής γίνονται όλο και πιο άμεσα και αγωνιώδη όταν βλέπουμε ένα σώμα να αφήνει την τελευταία του πνοή. Πόσο διαφορετικό μας φαίνεται το νόημα της ζωής όταν βλέπουμε ένα νέο άτομο να αγωνίζεται για μακροπρόθεσμους στόχους, να κάνει όνειρα για το μέλλον και το συγκρίνουμε με έναν γέρο που βυθίζεται στον τάφο απρόθυμα και ανίσχυρα;




Μας αρέσει να σκεφτόμαστε πως η νιότη έχει σκοπούς, μέλλον, νόημα και αξία, ενώ ο ερχομός του τέλους είναι μια ανώφελη παύση. Αν ένας νέος φοβάται τον κόσμο, τη ζωή και το μέλλον, τότε όλοι το βρίσκουν αυτό λυπηρό, ανόητο, νευρωτικό. Θεωρείται φυγόπονος και δειλός.
Όμως, όταν ένας ηλικιωμένος φρίττει και τρομοκρατείται στη σκέψη ότι η λογική του προσδοκία για τη ζωή φθάνει μόνο σε μερικά χρόνια, τότε με οδύνη ξυπνούν μέσα μας ορισμένα συναισθήματα. Κοιτάζουμε μακριά και στρέφουμε τη συζήτηση σε άλλο θέμα.
Όταν πρόκειται για το νεαρό, μας προδίδει η αισιοδοξία με την οποία κρίνουμε τη ζωή που έχει μπροστά του. Φυσικά διαθέτουμε πάντα τα κατάλληλα γνωμικά για τους άλλους, όπως «όλοι θα πεθάνουμε κάποτε», «δεν μπορεί να ζεις για πάντα», κλπ. Όμως, όταν μένει κανείς μόνος μέσα στη νύκτα και στο σκοτάδι, δεν ακούει και δεν βλέπει τίποτε, παρά μόνο τις σκέψεις που προσθαφαιρούν χρόνια, και τη μακριά αλυσίδα των δυσάρεστων γεγονότων που δείχνουν με άσπλαχνο τρόπο πόσο κινήθηκε ο δείκτης του ρολογιού.


Πολλοί νέοι κρύβουν βαθιά μέσα τους έναν τρόμο για τη ζωή, ενώ ταυτόχρονα την επιθυμούν έντονα. Ακόμη περισσότερο, οι ηλικιωμένοι αισθάνονται τον ίδιο τρόμο για το θάνατο. Πραγματικά, είδα εκείνους που έτρεμαν τη ζωή όταν ήταν νέοι, να υποφέρουν αργότερα το ίδιο από το φόβο του θανάτου. Όταν είναι νέοι προβάλλουν παιδική αντίσταση στις φυσιολογικές απαιτήσεις της ζωής. Μπορεί κανείς να πει το ίδιο όταν είναι γέροι, επειδή φοβούνται με τον ίδιο τρόπο τις φυσιολογικές απαιτήσεις της ζωής Είμαστε τόσο πεπεισμένοι ότι ο θάνατος είναι το τέλος μιας διαδικασίας, ώστε δεν μπορούμε να η συλλάβουμε σαν αφετηρία και ολοκλήρωση, όπως θεωρούμε τους στόχους και τους σκοπούς της νεανικής ζωής.

Η ζωή είναι μια ευεργετική διαδικασία.
Όπως και κάθε άλλη ευεργετική διαδικασία, δεν αντιστρέφεται και έτσι κατευθύνεται προς ένα τέρμα. Αυτό το τέρμα είναι μια κατάσταση ανάπαυσης. Όλα όσα συμβαίνουν δεν είναι τίποτε άλλο παρά η αρχική διαταραχή της αέναης κατάστασης ανάπαυσης που επιχειρεί πάντα να επανεπιβληθεί.
Η ζωή είναι κατ’ εξοχήν τελεολογία. Είναι ο εσωτερικός αγώνας για επίτευξη και ο ζωντανός οργανισμός είναι ένα σύστημα κατευθυνόμενων στόχων που αναζητούν την εκπλήρωσή τους.
Ο σκοπός κάθε διαδικασίας είναι το τέλος της
. Όλο το ενεργειακό ρεύμα μοιάζει με το δρομέα που αγωνίζεται με μεγάλη προσπάθεια και ολοσχερή κατανάλωση των δυνάμεών του για να φθάσει στο τέρμα.


Η νεανική ανυπομονησία για τον κόσμο και τη ζωή, για την ενατένιση υψηλών προσδοκιών και μακρινών στόχων, είναι η φανερή τελεολογική ανάγκη της ζωής που, αν σε κάποιο σημείο αγκιστρωθεί στο παρελθόν, μετατρέπεται σε φόβο για τη ζωή, νευρωτικές αντιστάσεις, καταθλίψεις και φοβίες, ή αποφυγή των κινδύνων που κάνουν εφικτό τον αόρατο στόχο. Κατά την ωριμότητα και στο μέγιστο της βιολογικής ύπαρξης η ζωή κατευθύνεται χωρίς στάσεις σε ένα σκοπό. Η ζωή αρχίζει να φθίνει με τον ίδιο έντονο και ακαταμάχητο τρόπο. Το τέρμα δεν βρίσκεται πλέον στην κορυφή, αλλά στην κοιλάδα από όπου άρχισε η άνοδος. Η καμπύλη της ζωής μοιάζει με την παραβολή ενός ανύσματος, που διαταράσσεται από την αρχική θέση ηρεμίας, ανυψώνεται και μετά επιστρέφει σε ένα σημείο ανάπαυσης.





Πάντως, η ψυχολογική καμπύλη της ζωής αρνείται να συμφιλιωθεί με αυτό το φυσικό νόμο.
Μερικές φορές η ασυμφωνία αρχίζει νωρίς, κατά την περίοδο της αύξησης.
Το άνυσμα ανυψώνεται βιολογικά αλλά κατέρχεται ψυχολογικά. Γυρίζουμε πίσω και αγκαλιάζουμε τόσο σφικτά την παιδική μας ηλικία σαν να μη μπορούμε να την αποχωριστούμε. Ακινητοποιούμε τους δείκτες του ρολογιού και φανταζόμαστε πως έτσι θα σταματήσουμε το χρόνο. Όταν τελικά φθάσουμε στην κορυφή με καθυστέρηση, τότε πάλι επιβραδύνουμε – ψυχολογικά – ως το σημείο ανάπαυσης.
Αν και βλέπουμε πως γλιστράμε στην άλλη πλευρά, προσκολλούμαστε στην κορυφή που πετύχαμε κάποτε, στρέφοντας το βλέμμα προς τα πίσω. Όπως ακριβώς ο φόβος μας απέτρεπε από τη ζωή, έτσι τώρα εμπνέει ανάλογα συναισθήματα για το θάνατο.


Πολλές φορές παραδεχόμαστε πως ο φόβος για τη ζωή μάς συγκρατούσε στην ανοδική τάση, όμως εξαιτίας αυτής ακριβώς της καθυστέρησης υποστηρίζουμε όλο και πιο πολύ την προσκόλληση στην κορυφή που μόλις αγγίξαμε. Αν και είναι φανερό ότι πέρα από κάθε αντίσταση που προβάλλαμε η ζωή επιβεβαίωσε τον προορισμό της, παρόλα αυτά δεν προσέχουμε και προσπαθούμε να την κρατήσουμε ακίνητη. Τότε η ψυχολογία μας χάνει τη φυσική της βάση. Η συνείδηση παραμένει ξεκρέμαστη, ενώ το παραβολικό άνυσμα βυθίζεται επιταχυνόμενο προς τα κάτω.


Η φυσιολογική ζωή είναι το χώμα που τρέφει την ψυχή.
Εκείνος που αποτυγχάνει να εναρμονιστεί με τη ζωή, παραμένει αιωρούμενος, δύσκαμπτος και αυστηρός. Αυτός είναι ο λόγος για το πείσμα που παρουσιάζουν πολλοί άνθρωποι στα γηρατειά τους. Κοιτάζουν πίσω και αγκιστρώνονται στο παρελθόν, με τον κρυφό φόβο του θανάτου στις καρδιές τους. Αποσύρονται από τη ζωή, τουλάχιστον ψυχολογικά, και παραμένουν αδρανείς σαν αναμνηστικές στήλες άλατος, με ζωηρές αναμνήσεις της νιότης αλλά χωρίς ζωντανή σχέση με το παρόν. Από το μέσον της ζωής και μετά, πραγματικά ζωντανός είναι εκείνος που είναι πρόθυμος να πεθάνει γεμάτος ζωή.


Η άρνηση της εκπλήρωσης της ζωής είναι συνώνυμη με την παραδοχή του τέλους της.
Και τα δύο σημαίνουν απροθυμία για ζωή, που είναι ταυτόσημη με την απροθυμία για το θάνατο.
Η ψυχρότητα και η ωχρότητα φέρνουν τα πραγματικά γηρατειά. Όποτε μπορεί, η συνείδησή μας αρνείται να συμβιβαστεί με αυτή την αναμφισβήτητη αλήθεια. Συνήθως αγκαλιάζουμε το παρελθόν και παραμένουμε προσκολλημένοι στην ψευδαίσθηση της νιότης. Το γήρας δεν είναι καθόλου αγαπητό.  Κανείς δεν σκέφτεται ότι η άρνηση της ενηλικίωσης είναι τόσο παράλογη όσο το μην αυξάνεται το μέγεθος των παπουτσιών ενός παιδιού.

Ένας τριαντάρης με παιδικούς τρόπους σίγουρα επισύρει τον οίκτο, αλλά ένας νεανικός εβδομηντάρης δεν είναι υπέροχος; Και όμως, και οι δύο είναι διεστραμμένοι χωρίς προσωπικό ύφος, και αποτελούν ψυχολογικές τερατωδίες. Ένας νέος που δεν αγωνίζεται και δεν κατακτά, έχει χάσει το καλύτερο τμήμα της νιότης του, αλλά και ένας γέρος που δεν γνωρίζει πώς να ακούσει τα μυστικά των ρυακιών που κυλούν από τις κορυφές στις πεδιάδες, δεν προκαλεί αίσθηση. 

Είναι μια πνευματική μούμια, ένα αυστηρό λείψανο του παρελθόντος. 
Στέκεται μακριά από τη ζωή, επαναλαμβάνοντας μηχανικά τον εαυτό του μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια.



Η ζωή τελειώνει στο θάνατο όπως ένα τροχιοδεικτικό βλήμα που πετάει προς το στόχο του. Η άνοδος και το ζενίθ της δεν είναι παρά σκαλοπάτια προς αυτό το τέρμα. Αυτή η παράδοξη πρόταση δεν είναι τίποτε άλλο παρά ένα λογικό συμπέρασμα που εξάγεται από το γεγονός πως η ζωή κατευθύνεται προς ένα τέρμα και διακατέχεται από ένα σκοπό.
Εγώ δεν πιστεύω ότι γίνομαι σοφιστής.
Στο ανοδικό κομμάτι της ζωής προσδίδουμε ένα χαρακτήρα σκοπού και κάποιου τέλους, γιατί όχι και στο καθοδικό;
Η γέννηση ενός ανθρώπινου πλάσματος είναι γεμάτη από νόημα, γιατί όχι και ο θάνατος;
Για περισσότερα από είκοσι χρόνια ο άνθρωπος μεγαλώνοντας προετοιμάζεται για το απόλυτο ξεδίπλωμα της ατομικής του φύσης. Γιατί να μην ετοιμάζεται και ο ηλικιωμένος ανάλογα με το θάνατό του;
Βέβαια, στο ζενίθ της ζωής κάτι κατακτά ο άνθρωπος
Με το θάνατο τι επιτυγχάνει;


Σε αυτό το σημείο δεν θέλω να βγάλω ξαφνικά μια θεωρία από την τσέπη μου και να ζητήσω από τον αναγνώστη να κάνει αυτό που κανείς δεν θα μπορούσε – δηλαδή, να την πιστέψει. Ομολογώ ότι και εγώ ο ίδιος δεν θα μπορούσα να το κάνω ποτέ. Έτσι, δεν μπορώ να πω ότι πρέπει κανείς να πιστέψει το θάνατο σαν δεύτερη γέννηση που οδηγεί στην επιβίωση μετά τον τάφο.
Μπορώ όμως να αναφέρω ότι η κοινή γνώμη έχει συγκεκριμένες απόψεις για το θάνατο που εκφράζονται αλάθητα σε όλες τις θρησκείες του κόσμου. Μπορεί να πει κανείς ότι οι περισσότερες θρησκείες είναι πολύπλοκα συστήματα προετοιμασίας για το θάνατο, τότε ώστε η ζωή – πράγμα που συμφωνεί με την παράδοξη θεωρία μου – πραγματικά πια δεν έχει καμιά σημασία,
παρά σαν προετοιμασία για τον τελικό σκοπό της που είναι ο θάνατος.

Καρλ Γιούνγκ , από  το βιβλίο του  " Ψυχολογία και Απόκρυφο "




Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

Να προσέχεις το βλέμμα



Της θύμιζε κατά τις συνεδρίες τους εκείνο το ωραίο του Νίτσε: «Μ’ αρέσει εκείνος που η ψυχή του είναι πιο βαθιά απ’ την πληγή του». 

Να δουλέψουμε με τις πληγές μας αλλά να μην τις γλείφουμε∙ κινδυνεύουμε να διαστρέψουμε τις ηδονές μας. Η ψυχή είναι πανίσχυρη.
Μην κολλάς! 

Μην κολλάς ούτε στην ψυχανάλυση, προορίζεται μονάχα για τις πληγές, για την ψυχή σου θα προχωρήσεις πιο πέρα, στην πνευματική περιπέτεια.

Για να σου δώσω να καταλάβεις, είναι σαν να πηγαίνεις σε έναν ορθοπεδικό γιατί έσπασες το πόδι σου. Ο ορθοπεδικός θα σου γιατρέψει το κάταγμα, δε θα σου μάθει όμως ούτε να βαδίζεις, ούτε ποιο δρόμο θα περπατήσεις, ούτε πολύ περισσότερο τον προορισμό. Η ευθύνη σου είναι αμεταβίβαστη.
Αν κάτσεις εκεί να σου χαϊδεύουν, να σου κάνουν μασάζ στο σπασμένο πόδι σου, θα ατροφήσεις, θα μείνεις ακίνητη. Ο δρόμος είναι αποκλειστικά δικός σου. Πολύ δύσκολο αυτό αλλά τίποτα σαγηνευτικότερο.

Ετοιμάσου να με εγκαταλείψεις πριν παραλύσεις στο ντιβάνι μου. Να μην εμπιστεύεσαι με την πρώτη τα συναισθήματά σου, ούτε αγαπώ, ούτε δεν αγαπώ να λες εύκολα. Τα ένστικτα ξέρουν θαυμάσια να προσποιούνται πως είναι συναισθήματα ή να εκλογικεύουν την παρουσία τους με δήθεν πνευματικές ιδέες.
Μην νομίζεις καν ότι συμπονάς τον άλλον όσο νομίζεις.
Πάρα πολλές φορές συμπονούμε από ταύτιση, όχι από ανθρωπιά. Παίρνουμε το δράμα του άλλου μέσα μας, φανταζόμαστε πως είμαστε εμείς που μας συμβαίνει και μ’ αυτή τη μετάθεση υποφέρουμε επειδή υποφέρουμε για μας. Συχνά δηλαδή η λύση για κάποιον είναι αυτολύπη. Θέλω να πω δεν είναι ο άλλος το θέμα της στενοχώριας μας, αιτία είναι η ιδέα μας ότι ίσως συμβεί αυτό σε μας και προληπτικά το ζούμε. Πάλι ο εγωκεντρισμός κάνει παιχνίδι, πολύ δύσκολα συμπάσχουμε με τα παθήματα του όντως άλλου, πάρα πολύ δύσκολα τον καταλαβαίνουμε.

Πώς να σου το πω; Δε γίνομαι εγώ εσύ, κάνω εσένα εγώ…
Εκείνο που έλεγαν οι αρχαίοι, πως «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος», στην πραγματικότητα των συναισθημάτων, εγώ σου λέω πως μέτρον πάντων: Εγώ. Ο πλησίον είναι τρομερά απόμακρη γη. Για να μη σου πω ανύπαρκτη…Η ουτοπία του άλλου!
Μακάρι, και πιθανόν να υπερβάλλω.

Άλλο μετουσιώνω ένα πάθος μου, άλλο το εκλογικεύω. Η μετουσίωση είναι αγώνας και κάποτε υπέρβαση, η εκλογίκευση είνα πρόφαση εν αμαρτίαις.
Μην κρίνεις από τις πράξεις αυτές καθαυτές, δεν εξηγούν πάντα την ουσία τους. Να γυρεύεις την κρυμμένη πρόθεση, εκεί υπάρχει η εντιμότητα, η καθαρότητα ή όχι της καρδιάς.
Ένας υπέρμετρα εγωιστής μπορεί να διαλέξει για επίδειξη το ρόλο αγίου. Να ζει με σκληρή άσκηση, να κινείται με εντυπωσιακή ευσέβεια, να μοιράζει περιουσίες στην ελεημοσύνη.
Όμως σκοπός του δεν είναι η συμπόνοια, είναι η προβολή, η επίδειξη, ένας αυτοθαυμασμός∙ ένας θρίαμβος στον δικό του κύκλο.

Να προσέχεις. Να προσέχεις το βλέμμα περισσότερο απ’ τα λόγια.


Μ. Βαμβουνάκη, Κυριακή απόγευμα στη Βιέννη (Εκδ. Ψυχογιός) – απόσπασμα

Πέμπτη 29 Οκτωβρίου 2015

Ο φόβος της γνώσης


Από τη δική μας οπτική γωνία, η μεγαλύτερη ανακάλυψη του Freud είναι ότι η μεγάλη αιτία πολλών ψυχολογικών ασθενειών είναι ο φόβος να γνωρίσει κανείς τον εαυτό του, τα συναισθήματα, τις παρορμήσεις, τις αναμνήσεις, τις ικανότητες, τις δυνατότητες, το πεπρωμένο του.... Γενικά, αυτού του είδους ο φόβος είναι αμυντικός, με την έννοια ότι είναι μια προστασία της αυτοεκτίμησης μας, της αγάπης και του σεβασμού που τρέφουμε για τον εαυτό μας. Τείνουμε να φοβόμαστε οποιαδήποτε γνώση θα μπορούσε να μας κάνει να απεχθανόμαστε τον εαυτό μας ή να μας κάνει να νιώθουμε κατώτεροι, αδύναμοι, ανάξιοι, κακοί, επονείδιστοι.


Προστατεύουμε τον εαυτό μας και την ιδανική εικόνα του εαυτού μας με την απώθηση και παρόμοιους αμυντικούς μηχανισμούς, οι οποίοι είναι κυρίως τεχνικές μέσω των οποίων αποφεύγουμε να συνειδητοποιήσουμε δυσάρεστες ή επικίνδυνες αλήθειες.
Και στην ψυχοθεραπεία, τις μανούβρες με τις οποίες εξακολουθούμε να αποφεύγουμε αυτή τη συνειδητοποίηση της οδυνηρής αλήθειας, τους τρόπους με τους οποίους πολεμάμε τις προσπάθειες του θεραπευτή να μας βοηθήσει να δούμε την αλήθεια, τους ονομάζουμε «αντίσταση». Όλες οι τεχνικές του θεραπευτή αποκαλύπτουν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο την αλήθεια, ή είναι τρόποι για να δυναμώσει ο ασθενής έτσι ώστε να μπορεί να αντέξει την αλήθεια. («Το να είναι απόλυτα ειλικρινής με τον εαυτό του, είναι η σπουδαιότερη προσπάθεια που μπορεί να κάνει ένας άνθρωπος» S. Freud).





Αλλά   υπάρχει ένα άλλο είδος αλήθειας το οποίο τείνουμε να αποφεύγουμε. Όχι μόνο μένουμε προσκολλημένοι στην ψυχοπαθολογία μας, αλλά επίσης τείνουμε να αποφεύγουμε την προσωπική ανάπτυξη γιατί και αυτή, επίσης, μπορεί να επιφέρει ένα άλλο είδος φόβου, δέους, αισθημάτων αδυναμίας και ανεπάρκειας. Κι έτσι, χρησιμοποιούμε ένα άλλο είδος αντίστασης, μια άρνηση της καλύτερης πλευράς μας, των ταλέντων μας, των καλύτερων ενορμήσεών μας, των ανώτερων δυνατοτήτων μας, της δημιουργικότητας μας. Με δυο λόγια, αυτή είναι η μάχη με το δικό μας μεγαλείο, ο φόβος της ύβρεως.

Αυτό μας θυμίζει ότι ο μύθος μας του Αδάμ και της Εύας, με το επικίνδυνο δέντρο της Γνώσης που πρέπει κανείς να αγγίξει, έχει το αντίστοιχό του σε πολλές άλλες κουλτούρες, οι οποίες πιστεύουν επίσης ότι η ύψιστη γνώση είναι προνόμιο των θεών.
Οι περισσότερες θρησκείες έχουν μια τάση αντί-νοησιαρχίας (μαζί με διάφορες άλλες τάσεις, φυσικά), κάποιο ίχνος προτίμησης για την πίστη και όχι τη γνώση, ή το αίσθημα ότι ορισμένες μορφές γνώσης είναι υπερβολικά επικίνδυνες για να ανακατεύονται οι άνθρωποι με αυτές και καλό είναι να απαγορευτούν ή να διαφυλαχτούν με τους λίγους εκλεκτούς. Στις περισσότερες κουλτούρες, οι επαναστάτες εκείνοι που αψήφησαν τους θεούς αναζητώντας τα μυστικά τους, τιμωρούνταν αυστηρά, όπως ο Αδάμ και η Εύα, ο Προμηθέας και ο Οιδίποδας και έμειναν στην μνήμη των ανθρώπων σαν προειδοποιήσεις ότι δεν πρέπει να προσπαθούν να μοιάσουν στον Θεό.


Και, αν μου επιτρέπετε να το θέσω πολύ συνοπτικά, είναι ακριβώς αυτό το κομμάτι μας, που έχει κάτι το θεϊκό, για το οποίο έχουμε αντιφατικά συναισθήματα, το οποίο μας γοητεύει αλλά και μας φοβίζει, μας προσελκύει αλλά και μας κάνει να παίρνουμε αμυντική στάση.

Αυτή είναι μια όψη του ανθρώπινου πεπρωμένου, ότι είμαστε ταυτόχρονα σκουλήκια και θεοί.
Όλοι οι μεγάλοι δημιουργοί μας, οι άνθρωποι που πλησιάζουν περισσότερο στο Θείο, πιστοποιούν ότι χρειάζεται τρομερό κουράγιο στη μοναχική στιγμή της δημιουργίας, της επιβεβαίωσης ενός καινούριου πράγματος (που είναι αντιφατικό με το παλιό). Αυτό είναι ένα είδος τόλμης, να βγαίνεις μπροστά, να ξεχωρίζεις από τους άλλους, να στέκεσαι ολομόναχος, μια πράξη περιφρόνησης, μια πρόκληση. Η στιγμή του φόβου είναι αρκετά κατανοητή αλλά πρέπει παρόλα αυτά να ξεπεραστεί αν πρόκειται να υπάρξει δημιουργία. Έτσι, το να ανακαλύψει κανείς στον εαυτό του ένα μεγάλο ταλέντο μπορεί αναμφίβολα να φέρει ευφορία αλλά φέρνει επίσης και ένα φόβο των κινδύνων, των ευθυνών και των καθηκόντων του να είσαι ηγέτης και του να είσαι μόνος σου.

Η υπευθυνότητα φαίνεται κάποτε βαρύ φορτίο .....

Αβραάμ Μάσλοου,
από το βιβλίο “Ψυχολογία της ύπαρξης”,
εκδ. Δίοδος 


Τρίτη 20 Οκτωβρίου 2015

Κι έτσι ξεκινάει η ανθρώπινη ιστορία και ο πολιτισμός, μέσα στον πόνο....





Ένα μεγάλο μέρος της δυτικής ζωής στήνεται ακόμη με φόντο το σκηνικό της αποπομπής μας από ένα φανταστικό παράδεισο και την αίσθηση ότι τα πράγματα θα μπορούσαν να είναι πολύ καλύτερα αν αυτό δεν είχε συμβεί. 
Κατά βάθος, αποδίδουμε την πτώση μας στην ανθρώπινη αδυναμία και αποτυχία. Ο σκοπός της ύπαρξής μας παραμένει η μάχη ενάντια στο προπατορικό αμάρτημα και οι άνθρωποι λαχταρούν να φτάσει ο καιρός που όλοι θα συγχωρεθούν, θα  τους επιτραπεί η είσοδος σε μια ουράνια κατοικία και θα ανταμειφθούν για τη σκληρή δουλειά τους πάνω στη γη.

Ο μύθος αυτός είναι ακόμη εγγεγραμμένος στη μνήμη μας  και μας ωθεί σε μικρά και μεγάλα επιτεύγματα, αλλά και στην καλύτερη συμπεριφορά που μπορούμε να επιδείξουμε. Αναζητάμε τη λύτρωση και προσδοκούμε θετικά αποτελέσματα όταν βάζουμε τα δυνατά μας, ελπίζοντας να έρθουν αργότερα καλύτερες εποχές, είτε σ αυτή τη ζωή είτε μετά το θάνατό μας

art :  Gilbert Garcin

Αυτό που φαίνεται συχνά να ξεχνάμε, είναι ότι στον πολιτισμικό μας μύθο, αυτή η ατελείωτη πάλη είναι το αποτέλεσμα της ανικανότητας του Αδάμ και της Εύας να αντισταθούν στον πειρασμό.
Όχι όμως στον πειρασμό της εξαίσιας απόλαυσης,  αλλά στον πειρασμό να υποκύψουν σε  μια φυσική περιέργεια και να δοκιμάσουν τον καρπό από το δέντρο της γνώσης. Η έξοδός τους από τον Παράδεισο σχεδιάστηκε επιδέξια από το πλανερό ερπετό, το οποίο τους υπενθυμίζει ότι μπορούν   να επιλέξουν να φάνε τον απαγορευμένο καρπό.  Και έτσι, πήραν ακριβώς αυτό που ζητούσαν: έξω από τον Κήπο της Εδέμ, έμειναν έκθετοι στην άμεση γνώση των έμφυλων διαφορών τους, στα συναισθήματα της ντροπής, της μετάνοιας και της ενοχής, και στην επίγνωση της διαφοράς ανάμεσα στη ζωή και στο θάνατο. Αντιμετώπισαν τον ανθρώπινο πόνο, το μόχθο, τη σύγκρουση και την υπευθυνότητα. 


Κι έτσι ξεκινάει η ανθρώπινη ιστορία και ο πολιτισμός, μέσα στον πόνο.
Γιατί, έξω από τον Κήπο της Εδέμ, πρέπει να επιβιωσουμε βασιζόμενοι στις δικές μας δυνάμεις και στον ιδρώτα του προσώπου μας. Μόλις οι άνθρωποι ήρθαν στον πραγματικό κόσμο, έπρεπε να μάθουν να επιβιώνουν και να διαφυλάσσουν όσα μάθαιναν, για να τα μεταφέρουν στην επόμενη γενιά.
Έπρεπε επίσης να μάθουν να υποφέρουν.


Ακριβώς επειδή χρειάστηκε να αντιμετωπίσουμε όλα αυτά τα υπαρξιακά προβλήματα για πολλές χιλιάδες χρόνια, αναπτύξαμε διάφορους δημιουργικούς τρόπους επιβίωσης. Και αυτή η ίδια η εφευρετικότητα οδήγησε τελικά σ΄ένα νέο παγκόσμιο σύστημα αξιών και σ΄ένα νέο σύνολο πεποιθήσεων, αυτό της επιστήμης και της τεχνολογίας, αλλά καιστην επακόλουθη εκβιομηχάνιση και τον καταναλωτισμό. Όλα αυτά, προέρχονται από την ίδια επιθυμία να μειώσουμε τον πόνο και να πετύχουμε έναν ευκολότερο τρόπο ζωής χρησιμοποιώντας την εφυία μας. Η έμφαση πλέον δίνεται σταθερά στην ανθρώπινη ικανότητα για γνώση και κατανόηση, καθώς και στην επιθυμία για επιτυχία και ανταγωνισμό. 

Στα τέλη το 19ου αιώντα η δαρβινική εξελικτική θεωρία, παρήγαγε -επιτέλους- έναν εναλλακτικό μύθο για τη δημιουργία, κατάλληλο γι αυτή τη νέα θρησκεία. Ένα μύθο , που ταιριάζει με το νέο πνεύμα  της αισιοδοξίας και της πεποίθησης για τη μεγαλειώδη ικανότητα της ανθρωπότητας για επιστημονική παρατήρηση και τεχνολογική επιτηδειότητα. 
Είμαστε προϊόν της εξέλιξης.
Η θεωρία για τη Μεγάλη Έκρηξη, προϊόν της φυσικής των αρχών του 20ου αιώντα, πρόσφερε ταυτόχρονα το απαραίτητο κοσμολογικό σκηνικό στις νέες ιδέες, και επομένως οι συνθήκες ήταν έτοιμες για μια γενική επισκευή της κυρίαρχης ιδεολογίας μας.

  Emmy van Deurzen , aπό το    "Η ψυχοθεραπεία και η αναζήτηση της ευτυχίας"
  εκδ. Κοντύλι





H Emmy van Deurzen είναι συμβουλευτική ψυχολόγος, ψυχοθεραπεύτρια και φιλόσοφος.

Είναι σε παγκόσμιο επίπεδο κορυφαία στον χώρο της υπαρξιακής ψυχοθεραπείας και έχει εγκαθιδρύσει την υπαρξιακή θεραπεία στη Βρετανία.

Ίδρυσε, διηύθυνε και ανέπτυξε τόσο το Regent’s College School of Psychotherapy and Counselling όσο και το New School of Psychotherapy and Counselling (ΝSPC) στο Λονδίνο. Συνεργάζεται ως καθηγήτρια με το Middlesex University για το οποίο διευθύνει δύο μεταπτυχιακά και δύο διδακτορικά προγράμματα στο NSPC. To 1988 ίδρυσε την Society for Existential Analysis (SEA) καθώς και το επιστημονικό περιοδικό Journal of Existential Analysis. Είναι συνιδρύτρια του International Collaborative of Existential Counsellors and Psychotherapists (ICECAP). Υπήρξε επίσης η πρώτη πρόεδρος του United Kingdom Council for Psychotherapy.

Τρίτη 6 Οκτωβρίου 2015

Γιατί απατούμε



Γιατί απατούμε; Και γιατί απατούν οι ευτυχισμένοι άνθρωποι; Και όταν λέμε «απιστία», τι ακριβώς εννοούμε; Είναι μια επαφή; Μια ερωτική ιστορία; Σεξ επί πληρωμή; Μια διαδικτυακή συνομιλία; Ένα μασάζ με ευτυχή κατάληξη;
Γιατί νομίζουμε ότι οι άντρες απατούν από βαρεμάρα και από τον φόβο της οικειότητας, αλλά οι γυναίκες απατούν από μοναξιά και από ανάγκη για οικειότητα;
Και η παράλληλη σχέση σημαίνει πάντα το τέλος της μόνιμης σχέσης;

Τα τελευταία 10 χρόνια, ταξίδεψα ανά τον κόσμο και εργάστηκα εκτενώς με εκατοντάδες ζευγάρια που τα είχε κλονίσει η απιστία. Υπάρχει μια απλή παράβαση που μπορεί να κλέψει από το ζευγάρι τη σχέση τους, την ευτυχία τους και την ίδια τους την ταυτότητα: 

Μια παράλληλη σχέση. 
Και παρ' όλα αυτά, αυτή η τόσο συνηθισμένη πράξη, δεν γίνεται κατανοητή στην ουσία της. Οπότε, αυτή η ομιλία είναι για όλους όσους έχουν αγαπήσει ποτέ. Η μοιχεία υπάρχει από τότε που ανακαλύφθηκε ο γάμος, και είναι από τότε ταμπού. Για την ακρίβεια, η μοιχεία έχει τέτοιον ζήλο, που θα τον ζήλευε κι ο γάμος. Τέτοιον, ώστε είναι η μόνη εντολή που επαναλαμβάνεται δύο φορές στη Βίβλο: Μια για την πράξη της και μια μόνο και μόνο για τη σκέψη της.

Οπότε, πώς συμφιλιωνόμαστε με κάτι που απαγορεύεται παγκοσμίως, αλλά παρ' όλα αυτά γίνεται παγκοσμίως;

Σε όλη την Ιστορία, οι άντρες είχαν σχεδόν άδεια για να απατούν, με ελάχιστες συνέπειες, κάτι που υποστηρίχθηκε από ένα σωρό θεωρίες βιολογίας και εξέλιξης, που δικαιολογούσαν την ανάγκη τους να ξενοκοιτάνε. Οπότε, τα δύο μέτρα και τα δύο σταθμά είναι τόσο παλιά όσο και η μοιχεία. Όμως, ποιος ξέρει τι πραγματικά συμβαίνει κάτω από τα σεντόνια; Επειδή όσον αφορά το σεξ, οι άντρες παροτρύνονται να καυχιούνται και να υπερβάλλουν, αλλά οι γυναίκες παροτρύνονται να το κρύβουν, να το υποτιμούν και να το αρνούνται.
Αυτό δεν προκαλεί έκπληξη αν σκεφτεί κανείς ότι εξακολουθούν να υπάρχουν εννέα χώρες όπου οι γυναίκες μπορούν να θανατωθούν λόγω απιστίας.

Μονογαμία κάποτε σήμαινε ένα άτομο για όλη τη ζωή μας.
Σήμερα, μονογαμία σημαίνει ένα άτομο τη φορά.

Εννοώ πως πολλοί από εσάς μάλλον έχετε πει: «Είμαι μονογαμικός σε όλες μου τις σχέσεις».  Κάποτε παντρευόμασταν και κάναμε σεξ για πρώτη φορά. Όμως σήμερα παντρευόμαστε και σταματάμε να κάνουμε σεξ με άλλους.
Είναι γεγονός ότι η μονογαμία δεν είχε καμία σχέση με την αγάπη.
Οι άντρες βασίζονταν στην πίστη των γυναικών, προκειμένου να ξέρουν τίνος είναι τα παιδιά και ποιος θα πάρει το στέμμα όταν πεθάνω.
Όλοι θέλουν να ξέρουν τι ποσοστό ανθρώπων απατά. Μου έκαναν αυτό το ερώτημα μόλις έφτασα σε αυτό το συνέδριο.  Σας αφορά όλους.
Όμως ο ορισμός της απιστίας συνεχίζει να επεκτείνεται: SMS σεξουαλικού περιεχομένου, πορνό, κρυφή δραστηριότητα σε ιστοσελίδες γνωριμιών. Έτσι, επειδή δεν υπάρχει οικουμενικά αποδεκτός ορισμός ούτε καν για το τι αποτελεί απιστία, οι εκτιμήσεις κυμαίνονται ανάμεσα στο 26 και το 75%. Όμως, επιπλέον, είμαστε κινούμενες αντιφάσεις.
Έτσι, το 95% από εμάς θα πει ότι είναι τεράστιο σφάλμα να πει ψέματα ο σύντροφος μας σχετικά με μια παράλληλη σχέση του, αλλά σχεδόν το ίδιο ποσοστό θα πει ότι κι εμείς θα κάναμε το ίδιο αν είχαμε μια παράλληλη σχέση.

Μου αρέσει ο ακόλουθος ορισμός της παράλληλης σχέσης, επειδή συνδυάζει τρία κύρια στοιχεία: Μια μυστική σχέση, που είναι η κύρια δομή μιας παράλληλης σχέσης, μια συναισθηματική σχέση, σε οποιονδήποτε βαθμό, και μια σεξουαλική αλχημεία.
Η αλχημεία είναι η λέξη-κλειδί εδώ, επειδή το ερωτικό ρίγος είναι τέτοιο, ώστε το φιλί που μόνο φαντάζεστε ότι θα δώσετε,  μπορεί να είναι εξίσου δυνατό και σαγηνευτικό, με ώρες πραγματικής ερωτικής πράξης.
Όπως είπε ο Μαρσέλ Προυστ, «Η φαντασία μας ευθύνεται για την αγάπη. Όχι το άλλο άτομο». Οπότε, ποτέ δεν ήταν πιο εύκολο για κάποιον να απατήσει και ποτέ δεν ήταν πιο δύσκολο να το κρατήσει κρυφό. Και ποτέ η απιστία δεν είχε τόσο μεγάλη αρνητική ψυχολογική επιρροή. Όταν κάποτε ο γάμος ήταν μια οικονομική επιχείρηση, η απιστία απειλούσε την οικονομική μας ασφάλεια. Αλλά τώρα που ο γάμος είναι ένας ερωτικός διακανονισμός, η απιστία απειλεί τη συναισθηματική μας ασφάλεια.
Ειρωνικά, κάποτε καταφεύγαμε στην απιστία γιατί εκεί αναζητούσαμε την αγνή αγάπη, αλλά τώρα που αναζητούμε την αγάπη στο γάμο, η απιστία την καταστρέφει.

Υπάρχουν τρεις τρόποι με τους οποίους πιστεύω ότι η απιστία πληγώνει διαφορετικά στις μέρες μας.
Έχουμε ένα ρομαντικό ιδεώδες, βάσει του οποίου στρεφόμαστε προς κάποιο άτομο για να μας ικανοποιήσει μια ατελείωτη λίστα αναγκών: Να είναι ο καλύτερος εραστής που είχα ποτέ, ο καλύτερος μου φίλος, ο καλύτερος γονιός, το άτομο της εμπιστοσύνης μου, ο συναισθηματικός μου σύντροφος και ο διανοητικά ίσος μου. Κι εγώ είμαι τα πάντα. Είμαι εκλεκτή, είμαι μοναδική, είμαι απαραίτητη, είμαι αναντικατάστατη. Είμαι η μία και μοναδική. Και η απιστία μου λέει ότι δεν είμαι. Είναι η απόλυτη προδοσία.

 Η απιστία διαλύει τις μεγάλες φιλοδοξίες της αγάπης.
Όμως, παρ' όλο που στην Ιστορία η απιστία ήταν πάντα επώδυνη, σήμερα είναι συχνά τραυματική, επειδή απειλεί την αίσθηση της ταυτότητάς μας.
Ο Φερνάντο, ασθενής μου, βασανίζεται. Λέει: «Νόμιζα ότι ήξερα τη ζωή μου. Νόμιζα ότι ήξερα ποια είσαι, ποιοι ήμασταν εμείς σαν ζευγάρι, ποιος ήμουν εγώ.  Τώρα αμφισβητώ τα πάντα».

Απιστία: μια παραβίαση της εμπιστοσύνης, μια κρίση ταυτότητας. «Θα μπορέσω ποτέ να σε εμπιστευτώ ξανά;» ρωτάει. «Θα μπορέσω ποτέ να εμπιστευτώ ξανά οποιονδήποτε;»
Κι αυτό είναι κάτι που μου λέει και η ασθενής μου, η Χέδερ, όταν μου μιλάει για την ιστορία της με τον Νικ. Παντρεμένοι, με δύο παιδιά. Ο Νικ μόλις έφυγε για ένα επαγγελματικό ταξίδι και η Χέδερ παίζει με τα παιδιά στο iPad του, όταν βλέπει ένα μήνυμα να εμφανίζεται στην οθόνη: «Ανυπομονώ να σε δω». «Περίεργο», σκέφτεται. «Μόλις ειδωθήκαμε».
Και τότε φτάνει ένα άλλο μήνυμα: «Ανυπομονώ να σε πάρω αγκαλιά».
Και η Χέδερ συνειδητοποιεί ότι δεν απευθύνονται σε εκείνη.
Επίσης μου λέει ότι και ο πατέρας της είχε παράλληλες σχέσεις αλλά η μητέρα της είχε βρει μια μικρή απόδειξη στην τσέπη του και λίγο κραγιόν στο γιακά του.
Η Χέδερ συνεχίζει να ψάχνει και βρίσκει εκατοντάδες μηνύματα και φωτογραφίες που είχαν ανταλλάξει και πόθους που είχαν εκφράσει. Οι παραστατικές λεπτομέρειες της διετούς εξωσυζυγικής σχέσης του Νικ  ξεδιπλώνονται μπροστά της σε πραγματικό χρόνο. Και αυτό με έκανε να σκεφτώ: Οι εξωσυζυγικές σχέσεις στην ηλεκτρονική εποχή είναι θάνατος από χιλιάδες μαχαιριές.

Όμως υπάρχει και ένα άλλο παράδοξο στις μέρες μας.
Λόγω αυτού του ρομαντικού ιδεώδους, βασιζόμαστε στην πίστη του συντρόφου μας με μοναδικό ζήλο. Όμως, δεν είχαμε ποτέ μεγαλύτερη τάση να παραστρατήσουμε, και όχι επειδή στις μέρες μας έχουμε καινούργιες επιθυμίες, αλλά επειδή ζούμε σε μια εποχή όπου αισθανόμαστε ότι δικαιούμαστε να επιδιώξουμε τις επιθυμίες μας, επειδή αυτός είναι ο πολιτισμός όπου δικαιούμαι να είμαι ευτυχισμένος. Κι αν κάποτε παίρναμε διαζύγιο επειδή ήμασταν δυστυχισμένοι, σήμερα παίρνουμε διαζύγιο επειδή θα μπορούσαμε να είμαστε πιο ευτυχισμένοι. Κι αν κάποτε το διαζύγιο ήταν ντροπή, σήμερα, το να επιλέξεις να μείνεις, ενώ μπορείς να φύγεις, είναι η νέα ντροπή. Έτσι, η Χέδερ δεν μπορεί να μιλήσει στους φίλους της, επειδή φοβάται ότι θα την κατακρίνουν που αγαπάει ακόμα τον Νικ. Κι όπου κι αν στραφεί, της δίνουν την ίδια συμβουλή: «Παράτα τον. Πέτα το σκυλί στο δρόμο». Κι αν ήταν αντίστροφη η κατάσταση, ο Νικ θα βρισκόταν στην ίδια θέση.
Το να μείνεις είναι η νέα ντροπή.
Οπότε, αφού μπορούμε να πάρουμε διαζύγιο, γιατί εξακολουθούμε να κάνουμε παράλληλες σχέσεις;

Η τυπική υπόθεση λέει ότι αν απατάς, είτε κάτι δεν πάει καλά στη σχέση σου ή κάτι δεν πάει καλά με σένα. Όμως δεν γίνεται εκατομμύρια άνθρωποι να έχουν όλοι πρόβλημα.
Η λογική είναι η εξής: Αν έχεις ό,τι χρειάζεσαι στο σπίτι, τότε δεν χρειάζεται να ψάξεις αλλού. Αυτή η λογική θεωρεί δεδομένο ότι υπάρχει ο τέλειος γάμος που θα μας κάνει άνοσους στην επιθυμία μας να ξεπορτίσουμε. Όμως τι γίνεται αν το πάθος έχει συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης; Τι γίνεται αν υπάρχουν πράγματα  που ούτε μια καλή σχέση δεν μπορεί να προσφέρει;
Αν απατούν ακόμα και οι ευτυχισμένοι άνθρωποι, γιατί το κάνουν;
Η πλειοψηφία των ανθρώπων με τους οποίους συνεργάζομαι, δεν ερωτοτροπούν συστηματικά. Είναι συχνά άνθρωποι που είναι βαθιά μονογαμικοί, τουλάχιστον για τον σύντροφό τους. Όμως βρίσκονται σε σύγκρουση μεταξύ των αξιών τους και της συμπεριφοράς τους.
Είναι συχνά άνθρωποι που υπήρξαν πιστοί για δεκαετίες, αλλά μια μέρα, πέρασαν μια διαχωριστική γραμμή που νόμιζαν ότι ποτέ δεν θα διέσχιζαν, με το ρίσκο να χάσουν τα πάντα.
Για να κερδίσουν τι;
Οι παράλληλες σχέσεις είναι πράξεις προδοσίας και επίσης μια έκφραση λαχτάρας και απώλειας. Στο βάθος μιας παράλληλης σχέσης, θα ανακαλύψετε συχνά μια λαχτάρα και μια επιθυμία για συναισθηματική επαφή,
για κάτι καινούργιο, για ελευθερία, για αυτονομία, για σεξουαλική ένταση. Μια επιθυμία να επανασυνδεθούμε με χαμένα κομμάτια του εαυτού μας ή μια απόπειρα να επαναφέρουμε ζωτικότητα στη θέση της απώλειας και της τραγωδίας. Σκέφτομαι μια άλλη ασθενή μου, την Πρίγια, που είναι ευτυχισμένη στον γάμο της, αγαπάει τον σύζυγό της, και δεν θα ήθελε ποτέ να τον πληγώσει. Όμως, μου λέει επίσης, ότι πάντα έκανε αυτό που αναμενόταν από εκείνη: Να είναι καλό κορίτσι, καλή σύζυγος, καλή μητέρα, να φροντίζει τους μετανάστες γονείς της. Η Πρίγια ερωτεύτηκε αυτόν που έκοψε τα δέντρα στην αυλή της, μετά από τον τυφώνα Σάντι. Με φορτηγό και με τατουάζ είναι ακριβώς το αντίθετο από εκείνη.
Όμως στα 47, η εξωσυζυγική σχέση της Πρίγια έχει να κάνει με την εφηβεία που δεν έζησε ποτέ. Και η ιστορία της μου επισημαίνει, πως όταν αναζητούμε το βλέμμα κάποιου άλλου, δεν σημαίνει πάντα ότι φεύγουμε από τον σύντροφό μας, αλλά από το άτομο που έχουμε γίνει.

Και δεν είναι ότι αναζητούμε τόσο κάποιο άλλο άτομο, όσο ότι αναζητούμε έναν άλλο εαυτό.

Σε όλον τον κόσμο, υπάρχει κάτι που μου λένε πάντα οι άνθρωποι που έχουν εξωσυζυγικές σχέσεις: Αισθάνονται ζωντανοί. Και μου λένε συχνά ιστορίες μιας πρόσφατης απώλειας, ενός γονιού που πέθανε, ενός φίλου που έφυγε νωρίς, και μιας δυσάρεστης ιατρικής γνωμάτευσης.
Ο θάνατος και η θνητότητα ζουν συχνά στη σκιά μιας εξωσυζυγικής σχέσης, επειδή εγείρουν αυτά τα ερωτήματα: Αυτό ήταν; Υπάρχει κάτι άλλο; Έτσι θα συνεχίσω και τα επόμενα 25 χρόνια;
Θα αισθανθώ ποτέ ξανά όπως τότε;
Και αυτό με οδήγησε να σκεφτώ, ότι ίσως αυτά τα ερωτήματα, είναι αυτά που ωθούν τους ανθρώπους να περάσουν τη διαχωριστική γραμμή,
και ότι κάποιες σχέσεις είναι μια απόπειρα να νικήσει κάποιος τη νέκρωση, να βρεί ένα αντίδοτο για τον θάνατο.

Και αντίθετα από όσα μπορεί να νομίζετε, οι σχέσεις δεν έχουν τόσο να κάνουν με το σεξ, όσο με την επιθυμία: Την επιθυμία να σε προσέχουν, την επιθυμία να αισθάνεσαι ιδιαίτερος, την επιθυμία να αισθάνεσαι σημαντικός. Η ίδια η δομή μιας σχέσης, το γεγονός ότι δεν μπορείς ποτέ να έχεις τον εραστή σου, σε κάνει να επιθυμείς διαρκώς.
Αυτό από μόνο του είναι ένας μηχανισμός επιθυμίας,
επειδή το ανολοκλήρωτο και η ασάφεια σε κάνουν να θέλεις αυτό που δεν μπορείς να έχεις.

Μερικοί από εσάς πιθανώς να σκέφτεστε ότι δεν γίνονται απιστίες σε μια ανοιχτή σχέση, αλλά γίνονται. Κατ' αρχήν, η συζήτηση για τη μονογαμία δεν είναι η ίδια με τη συζήτηση για την απιστία. Όμως είναι γεγονός, πως ακόμα κι όταν έχουμε την ελευθερία να έχουμε και άλλους σεξουαλικούς συντρόφους, εξακολουθεί να μας δελεάζει η δύναμη του απαγορευμένου. Ότι αν κάνουμε αυτό που υποτίθεται ότι δεν πρέπει να κάνουμε, τότε αισθανόμαστε ότι πραγματικά κάνουμε αυτό που θέλουμε. Κι έχω πει σε αρκετούς ασθενείς μου, ότι αν μπορούσαν να βάλουν στη σχέση τους το ένα δέκατο της τόλμης, της φαντασίας και της ενέργειας που βάζουν στις εξωσυζυγικές τους σχέσεις,

κατά πάσα πιθανότητα δεν θα χρειάζονταν να με δουν ποτέ.

Οπότε, πώς αναρρώνουμε από μια εξωσυζυγική σχέση;
Η επιθυμία είναι βαθιά. Η προδοσία είναι βαθιά. Όμως μπορεί να θεραπευτεί. Και κάποιες εξωσυζυγικές σχέσεις, είναι η σταγόνα που ξεχειλίζει το ποτήρι σχέσεων που ήδη αργοπέθαιναν. Όμως κάποιες άλλες, θα μας ωθήσουν προς νέες δυνατότητες.
Είναι πραγματικότητα, ότι τα περισσότερα ζευγάρια που έχουν βιώσει εξωσυζυγικές σχέσεις, παραμένουν μαζί. Όμως κάποια απλώς θα επιβιώσουν και κάποια άλλα θα μπορέσουν να μετατρέψουν την κρίση σε ευκαιρία. Θα μπορέσουν να την μετατρέψουν σε μια παραγωγική εμπειρία. Και σκέφτομαι ότι αυτό ισχύει και για τον εξαπατημένο σύντροφο που συχνά θα πει: «Νομίζεις ότι εγώ δεν ήθελα περισσότερα; Όμως εγώ δεν το έκανα αυτό». Όμως τώρα που η απιστία βγήκε στο προσκήνιο, διεκδικούν και εκείνοι περισσότερα, 
και δεν χρειάζεται πλέον να παραμείνουν σε μια κατάσταση που μπορεί να μην ήταν κατάλληλη ούτε για τους ίδιους. Έχω παρατηρήσει ότι πολλά ζευγάρια, αμέσως μετά από μια εξωσυζυγική σχέση, και λόγω της αταξίας που μπορεί τελικά να οδηγήσει σε μια νέα τάξη, θα κάνουν ουσιαστικές, ειλικρινείς και ανοιχτές συζητήσεις, κάτι που δεν έκαναν για δεκαετίες. Και σύντροφοι που ήταν σεξουαλικά αδιάφοροι, ανακαλύπτουν ξαφνικά έναν τόσο ακόρεστο πόθο που δεν ξέρουν από πού προήλθε.

  Κάτι στον φόβο της απώλειας θα αναζωπυρώσει την επιθυμία και θα ανοίξει τον δρόμο προς μια καινούργια αλήθεια. Όταν αποκαλύπτεται μια απιστία, τι ακριβώς μπορούν να κάνουν τα ζευγάρια; Γνωρίζουμε από τα τραύματα, ότι η ίαση ξεκινάει όταν ο αυτουργός αναγνωρίσει το λάθος που έκανε. Έτσι, για τον σύντροφο που είχε μια σχέση, για τον Νικ, το ένα είναι να βάλει τέλος στην εξωσυζυγική σχέση, όμως το άλλο είναι η ουσιώδης και σημαντική πράξη, να δηλώσει ενοχή και μεταμέλεια που πλήγωσε τη γυναίκα του.
Όμως η αλήθεια είναι ότι έχω παρατηρήσει πως πολλοί από όσους κάνουν εξωσυζυγικές σχέσεις αισθάνονται απίστευτα ένοχοι που πλήγωσαν τον σύντροφό τους, αλλά δεν αισθάνονται ένοχοι για την ίδια την εξωσυζυγική σχέση. Και αυτή η διάκριση είναι σημαντική. Και ο Νικ πρέπει να επαγρυπνήσει για τη σχέση. Για ένα διάστημα, πρέπει να γίνει ο προστάτης των ορίων. Είναι δική του ευθύνη να το αναφέρει, επειδή αν το σκεφτεί εκείνος μπορεί να ανακουφίσει την Χέδερ από τις εμμονές
και από την ανάγκη της να βεβαιωθεί ότι η εξωσυζυγική σχέση δεν έχει ξεχαστεί, και αυτό από μόνο του αρχίζει να αποκαθιστά την εμπιστοσύνη.
Όμως η Χέδερ και άλλοι απατημένοι σύντροφοι είναι σημαντικό να κάνουν πράγματα που θα αποκαταστήσουν την αυτοεκτίμησή τους. Να περιτριγυρίσουν τον εαυτό τους με αγάπη, φίλους και δραστηριότητες που δίνουν χαρά, νόημα και ταυτότητα.
Όμως ακόμα πιο σημαντικό είναι να συγκρατήσουν την περιέργειά τους και μην ψάξουν για τις βρώμικες λεπτομέρειες: Πού ήσασταν; Πού το κάνατε; Πόσο συχνά; Είναι καλύτερη από μένα στο κρεβάτι; Ερωτήματα που προκαλούν μόνο περισσότερο πόνο και σας κρατούν ξύπνιους τη νύχτα. Αντ' αυτού, στραφείτε προς τα διερευνητικά ερωτήματα. Αυτά που αντλούν το νόημα και τα κίνητρα:
Τι σήμαινε για σένα αυτή η σχέση; Τι είναι αυτό που μπόρεσες να εκφράσεις ή να βιώσεις εκεί που δεν μπορούσες πλέον να το κάνεις μαζί μου;
Πώς ήταν όταν επέστρεφες στο σπίτι; Τι εκτιμάς στη σχέση μας; Είσαι ευχαριστημένος που τελείωσε;
Κάθε απιστία θα επαναπροσδιορίσει τη σχέση και κάθε ζευγάρι θα καθορίσει ποιο θα είναι το κληροδότημα αυτής της απιστίας. Όμως οι εξωσυζυγικές σχέσεις ήρθαν για να μείνουν και δεν θα φύγουν. Και τα διλήμματα της αγάπης και της επιθυμίας δεν δίνουν μόνο απλές απαντήσεις, άσπρο-μαύρο, καλό-κακό, θύμα-θύτης. Η προδοσία σε μια σχέση παρουσιάζεται με πολλές μορφές. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να προδώσουμε τον σύντροφό μας: Με περιφρόνηση, με παραμέληση, με αδιαφορία, με βία.


 Η σεξουαλική προδοσία είναι μόνο ένας από τους τρόπους που πληγώνουμε. Με άλλα λόγια, το θύμα μιας εξωσυζυγικής σχέσης, δεν είναι πάντα το θύμα του γάμου.
Με ακούσατε και ξέρω τι σκέφτεστε: Έχει γαλλική προφορά, οπότε πρέπει να είναι υπέρ των εξωσυζυγικών σχέσεων. (Γέλια)
Κάνετε λάθος. Δεν είμαι Γαλλίδα. (Γέλια) (Χειροκρότημα)
Και δεν είμαι υπέρ των εξωσυζυγικών σχέσεων. Επειδή όμως νομίζω πως από μια εξωσυζυγική σχέση μπορεί να βγει κάτι καλό μου κάνουν πολύ συχνά αυτή την πολύ παράξενη ερώτηση: Θα το συνιστούσα;
Δεν θα σας συνιστούσα να κάνετε μια εξωσυζυγική σχέση, όπως δεν θα σας συνιστούσα να έχετε καρκίνο. Και παρ' όλα αυτά, ξέρουμε ότι άνθρωποι που κάποτε αρρώστησαν συχνά μιλούν για το πώς η ασθένειά τους τους έδωσε μια νέα προοπτική. Η βασική ερώτηση που μου έκαναν μόλις έφτασα σε αυτό το συνέδριο και είπα ότι θα μιλήσω για την απιστία, ήταν: «Υπέρ ή κατά;» 


 Τους είπα: «Ναι». (Γέλια)

Εξετάζω τις εξωσυζυγικές σχέσεις από δύο πλευρές. Ο πόνος και η προδοσία είναι στη μία πλευρά. Η εξέλιξη και η ανακάλυψη του εαυτού είναι στην άλλη. Τι έκανε αυτό σε σένα και τι σημαίνει αυτό για μένα; Κι έτσι, όταν ένα ζευγάρι έρχεται σε μένα αφού έχει αποκαλυφθεί η εξωσυζυγική σχέση, συχνά τους λέω αυτό: Σήμερα, στη Δύση, οι περισσότεροι από εμάς θα κάνουμε δύο ή τρεις σχέσεις ή γάμους, και κάποιοι από εμάς θα τις κάνουμε με το ίδιο άτομο.

  Ο πρώτος γάμος σας τελείωσε.

  Θέλετε να δημιουργήσετε έναν δεύτερο μαζί;


 Ακούγοντας την ομιλία της  Esther Perel  από     εδώ